Οδηγία (ΕΕ) 2021/2101
του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2021 για την τροποποίηση της οδηγίας 2013/34/ΕΕ όσον αφορά τη δημοσιοποίηση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος από ορισμένες επιχειρήσεις και υποκαταστήματα
ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2021/2101 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 2021
για την τροποποίηση της οδηγίας 2013/34/ΕΕ όσον αφορά τη δημοσιοποίηση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος από ορισμένες επιχειρήσεις και υποκαταστήματα
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής ‘Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 50 παράγραφος 1,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Η διαφάνεια έχει ουσιώδη σημασία για την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Η Επιτροπή έθεσε ως προτεραιότητα, στις ανακοινώσεις της της 27ης Οκτωβρίου 2015 με τίτλο «Πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2016 – Δεν είναι ώρα για εφησυχασμό» και της 16ης Δεκεμβρίου 2014 με τίτλο «Πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2015 – Νέο ξεκίνημα», την ανάγκη ανταπόκρισης στο αίτημα των πολιτών της Ένωσης για δικαιοσύνη και διαφάνεια και την ανάγκη ανάληψης από την Ένωση ρόλου παγκόσμιου προτύπου αναφοράς. Είναι ουσιώδους σημασίας οι προσπάθειες για επίτευξη μεγαλύτερης διαφάνειας να λαμβάνουν υπόψη την αμοιβαιότητα μεταξύ ανταγωνιστών.
(2) Στο ψήφισμά του της 26ης Μαρτίου 2019 (3), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τόνισε την ανάγκη για φιλόδοξη δημόσια υποβολή εκθέσεων ανά χώρα ως εργαλείο για την αύξηση της εταιρικής διαφάνειας και την ενίσχυση του δημόσιου ελέγχου. Παράλληλα με το έργο που έχει αναλάβει το Συμβούλιο για την καταπολέμηση της εταιρικής φοροαποφυγής, είναι αναγκαίο να ενισχυθεί ο δημόσιος έλεγχος των φόρων εισοδήματος των πολυεθνικών επιχειρήσεων που αναλαμβάνουν δραστηριότητες στην Ένωση, ώστε να προωθηθεί περαιτέρω η εταιρική διαφάνειας και ευθύνη, συμβάλλοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο στην ευημερία των κοινωνιών μας. Η πρόβλεψη του ελέγχου αυτού είναι επίσης αναγκαία για την προώθηση ενός καλύτερα τεκμηριωμένου δημόσιου διαλόγου, όσον αφορά, ιδίως, το επίπεδο φορολογικής συμμόρφωσης ορισμένων πολυεθνικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην ‘Ένωση και τον αντίκτυπο της φορολογικής συμμόρφωσης στην πραγματική οικονομία. Η θέσπιση κοινών κανόνων για τη διαφάνεια της φορολογίας εισοδήματος εταιρειών θα υπηρετούσε επίσης το γενικό οικονομικό συμφέρον, παρέχοντας ισοδύναμες εγγυήσεις σε ολόκληρη την Ένωση για την προστασία των επενδυτών, των πιστωτών και άλλων τρίτων εν γένει, και θα συνέβαλλε κατ’ αυτόν τον τρόπο στην ανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών της Ένωσης προς τον δίκαιο χαρακτήρα των εθνικών φορολογικών συστημάτων. Αυτός ο δημόσιος έλεγχος μπορεί να επιτευχθεί μέσω δήλωσης στοιχείων φορολογίας εισοδήματος, ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασης της τελικής μητρικής επιχείρησης του πολυεθνικού ομίλου.
(3) Η δημόσια υποβολή εκθέσεων ανά χώρα συνιστά αποτελεσματικό και κατάλληλο εργαλείο για την αύξηση της διαφάνειας σε σχέση με τις δραστηριότητες των πολυεθνικών επιχειρήσεων και για να δοθεί η δυνατότητα στο κοινό να αξιολογεί τον αντίκτυπο των δραστηριοτήτων αυτών στην πραγματική οικονομία. Βελτιώνει επίσης την ικανότητα των μετόχων να εκτιμούν ορθά τους κινδύνους που αναλαμβάνουν οι επιχειρήσεις, οδηγεί σε επενδυτικές στρατηγικές που βασίζονται σε ακριβείς πληροφορίες και ενισχύει τη δυνατότητα των υπευθύνων λήψης αποφάσεων να αξιολογούν την αποτελεσματικότητα και τον αντίκτυπο της εθνικής νομοθεσίας. Ο δημόσιος έλεγχος θα πρέπει να ασκείται χωρίς να βλάπτεται το επενδυτικό κλίμα στην Ένωση ή η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, όπως προβλέπεται στην οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4).
(4) Η δημόσια υποβολή εκθέσεων ανά χώρα ενδέχεται επίσης να έχει θετικό αντίκτυπο στα δικαιώματα ενημέρωσης και διαβούλευσης των εργαζομένων, όπως ορίζει η οδηγία 2002/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), και, με την αύξηση των γνώσεων σχετικά με τις δραστηριότητες των επιχειρήσεων, στην ποιότητα του διαλόγου που λαμβάνει χώρα στο εσωτερικό των επιχειρήσεων.
(5) Σε συνέχεια των συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 22ας Μαΐου 2013, εισήχθη στην οδηγία 2013/34/ΕΕ ρήτρα επανεξέτασης. Η εν λόγω ρήτρα επανεξέτασης απαιτούσε από την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο θέσπισης υποχρέωσης για τις μεγάλες επιχειρήσεις σε επιπλέον βιομηχανικούς κλάδους να συντάσσουν ετησίως έκθεση ανά χώρα, όπου θα λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις στο πλαίσιο του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και τα αποτελέσματα των σχετικών ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών.
(6) Η Ένωση έχει ήδη εισαγάγει τη δημόσια υποβολή εκθέσεων ανά χώρα για τον τραπεζικό τομέα με την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), καθώς και για τους κλάδους της εξόρυξης και της υλοτόμησης με την οδηγία 2013/34/ΕΕ.
(7) Μέσω της εισαγωγής της δημόσιας υποβολής εκθέσεων ανά χώρα με την παρούσα οδηγία, η Ένωση γίνεται παγκόσμιος ηγέτης στην προώθηση της χρηματοοικονομικής και εταιρικής διαφάνειας.
(8) Η μεγαλύτερη διαφάνεια στη δημοσιοποίηση χρηματοοικονομικών πληροφοριών θα επιφέρει πλεονεκτήματα για όλους, καθώς θα αυξηθεί η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, θα βελτιωθεί η πληροφόρηση των εργαζομένων και θα μειωθεί η απροθυμία των επενδυτών να αναλάβουν κινδύνους. Επιπλέον, οι επιχειρήσεις θα ωφεληθούν από τη βελτίωση των σχέσεων με τους συμφεροντούχους, εξέλιξη που θα επιφέρει αύξηση της σταθερότητας, καθώς και ευκολότερη πρόσβαση σε χρηματοδότηση λόγω του σαφέστερου προφίλ κινδύνου και της βελτιωμένης φήμης.
(9) Στην ανακοίνωσή της της 25ης Οκτωβρίου 2011 με τίτλο «Μια ανανεωμένη στρατηγική ΕΕ 2011-14 για την εταιρική κοινωνική ευθύνη», η Επιτροπή όρισε την εταιρική κοινωνική ευθύνη ως ευθύνη των επιχειρήσεων για τον αντίκτυπό τους στην κοινωνία. Την εταιρική κοινωνική ευθύνη θα πρέπει να διαχειρίζεται η εκάστοτε εταιρεία. Οι δημόσιες αρχές μπορούν να διαδραματίσουν υποστηρικτικό ρόλο μέσω ενός έξυπνου συνδυασμού οικειοθελών μέτρων πολιτικής και, όπου κρίνεται απαραίτητο, συμπληρωματικών ρυθμίσεων. Οι επιχειρήσεις μπορούν να προχωρήσουν πέρα από τη συμμόρφωση προς τον νόμο και να καταστούν κοινωνικά υπεύθυνες εντάσσοντας επιπλέον κοινωνικές, περιβαλλοντικές, δεοντολογικές, καταναλωτικές ή σχετικές με τα ανθρώπινα δικαιώματα ανησυχίες στην επιχειρηματική τους στρατηγική και δραστηριότητες.
(10) Το κοινό θα πρέπει να είναι σε θέση να υποβάλλει σε έλεγχο όλες τις δραστηριότητες ενός ομίλου επιχειρήσεων, εάν ο όμιλος διαθέτει ορισμένους τύπους οντοτήτων εγκατεστημένων εντός της ‘Ένωσης. Για ομίλους που ασκούν δραστηριότητες εντός της Ένωσης μόνο μέσω θυγατρικών επιχειρήσεων ή υποκαταστημάτων, οι εν λόγω θυγατρικές επιχειρήσεις και τα υποκαταστήματα θα πρέπει να δημοσιεύουν και να καθιστούν προσβάσιμη τη δήλωση της τελικής μητρικής επιχείρησης. Εάν τα εν λόγω στοιχεία ή η δήλωση δεν είναι διαθέσιμα ή η τελική μητρική επιχείρηση δεν παρέχει στις θυγατρικές επιχειρήσεις ή στα υποκαταστήματα όλα τα απαιτούμενα στοιχεία, οι θυγατρικές επιχειρήσεις και τα υποκαταστήματα θα πρέπει να καταρτίζουν, να δημοσιεύουν και να καθιστούν προσβάσιμη δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος που περιέχει όλα τα στοιχεία που έχουν στην κατοχή τους, έχουν λάβει ή έχουν αποκτήσει και ενημερωτική δήλωση ότι η τελική μητρική επιχείρησή τους δεν διέθεσε τα απαραίτητα στοιχεία. Ωστόσο, για λόγους που άπτονται της αναλογικότητας και της αποτελεσματικότητας, η υποχρέωση δημοσίευσης και διασφάλισης της προσβασιμότητας της δήλωσης στοιχείων φορολογίας εισοδήματος θα πρέπει να περιορίζεται σε μεσαίες και μεγάλες θυγατρικές επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες στην Ένωση όσο και σε υποκαταστήματα αντίστοιχου μεγέθους τα οποία έχουν συσταθεί στην Ένωση. Ως εκ τούτου, το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2013/34/ΕΕ θα πρέπει να επεκταθεί αναλόγως στα υποκαταστήματα που έχουν συσταθεί σε κράτος μέλος από επιχείρηση εγκατεστημένη εκτός της Ένωσης η οποία έχει νομική μορφή συγκρίσιμη με τα είδη των επιχειρήσεων που απαριθμούνται στο παράρτημα I της οδηγίας 2013/34/ΕΕ. Τα υποκαταστήματα που έχουν κλείσει όπως αναφέρεται στο άρθρο 37 στοιχείο ια) της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) δεν θα πρέπει να υπόκεινται πλέον στις υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων που ορίζονται στην παρούσα οδηγία.
(11) Οι πολυεθνικοί όμιλοι και, κατά περίπτωση, ορισμένες αυτόνομες επιχειρήσεις θα πρέπει να διαθέτουν στο κοινό δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος όταν υπερβαίνουν ένα ορισμένο μέγεθος, από πλευράς του ποσού των εσόδων, κατά τη διάρκεια δύο διαδοχικών οικονομικών ετών, ανάλογα με τα ενοποιημένα έσοδα του ομίλου ή τα έσοδα της αυτόνομης επιχείρησης. Κατά συμμετρικό τρόπο, η υποχρέωση αυτή θα πρέπει να παύει να ισχύει όταν τα εν λόγω έσοδα παύουν να υπερβαίνουν το σχετικό ποσό επί διάστημα δύο διαδοχικών οικονομικών ετών. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο πολυεθνικός όμιλος ή η αυτόνομη επιχείρηση θα πρέπει να εξακολουθεί να υπόκειται στην υποχρέωση υποβολής στοιχείων για το πρώτο οικονομικό έτος που έπεται του τελευταίου οικονομικού έτους κατά το οποίο τα έσοδά του υπερέβησαν το σχετικό ποσό. Ο εν λόγω πολυεθνικός όμιλος ή η αυτόνομη επιχείρηση θα πρέπει να υπόκειται εκ νέου στις υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων όταν τα έσοδά του υπερβούν εκ νέου το σχετικό ποσό επί διάστημα δύο διαδοχικών οικονομικών ετών. Δεδομένου του ευρέος φάσματος των πλαισίων χρηματοοικονομικής πληροφόρησης με τα οποία μπορούν να συμμορφώνονται οι οικονομικές καταστάσεις, προκειμένου να καθοριστεί το πεδίο εφαρμογής, για τις επιχειρήσεις που διέπονται από το δίκαιο ενός κράτους μέλους, τα «έσοδα» θα πρέπει να έχουν το ίδιο νόημα με το «καθαρό ύψος κύκλου εργασιών» και θα πρέπει να νοούνται σύμφωνα με το εθνικό πλαίσιο χρηματοοικονομικής πληροφόρησης του εν λόγω κράτους μέλους. Το άρθρο 43 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ του Συμβουλίου (8) και το άρθρο 66 παράγραφος 2 της οδηγίας 91/674/ΕΟΚ του Συμβουλίου (9) παρέχουν ορισμούς για τον προσδιορισμό του καθαρού ύψους κύκλου εργασιών ενός πιστωτικού ιδρύματος ή μιας ασφαλιστικής επιχείρησης, αντίστοιχα. Για άλλες επιχειρήσεις, τα έσοδα θα πρέπει να εκτιμούνται σύμφωνα με το πλαίσιο χρηματοοικονομικής πληροφόρησης βάσει του οποίου καταρτίζονται οι οικονομικές καταστάσεις τους. Ωστόσο, για τους σκοπούς του περιεχομένου της δήλωσης στοιχείων φορολογίας εισοδήματος, θα πρέπει να εφαρμόζεται διαφορετικός ορισμός των εσόδων.
(12) Για να αποφευχθεί η διπλή υποβολή εκθέσεων στον τραπεζικό τομέα, θα πρέπει να εξαιρούνται από τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία οι τελικές μητρικές επιχειρήσεις και οι αυτόνομες επιχειρήσεις οι οποίες υπόκεινται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ και περιλαμβάνουν στην έκθεσή τους που καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 89 της εν λόγω οδηγίας όλες τις δραστηριότητές τους και, κατά περίπτωση, όλες τις δραστηριότητες των συνδεδεμένων με αυτές επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις τους, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων που δεν υπόκεινται στο μέρος 3 τίτλος I κεφάλαιο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10).
(13) Η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος θα πρέπει να περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, κατάλογο όλων των θυγατρικών επιχειρήσεων, για το σχετικό οικονομικό έτος, οι οποίες είναι εγκατεστημένες στην Ένωση ή σε περιοχές φορολογικής δικαιοδοσίας που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I και, κατά περίπτωση, στο παράρτημα II της σχετικής έκδοσης των συμπερασμάτων του Συμβουλίου σχετικά με τον αναθεωρημένο ενωσιακό κατάλογο μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας. Για να αποφευχθεί η δημιουργία διοικητικής επιβάρυνσης, η τελική μητρική επιχείρηση θα πρέπει να μπορεί να βασίζεται στον κατάλογο των θυγατρικών επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις της τελικής μητρικής επιχείρησης. Η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος θα πρέπει επίσης να παρέχει στοιχεία σχετικά με όλες τις δραστηριότητες όλων των συνδεδεμένων επιχειρήσεων του ομίλου ενοποιημένα στις οικονομικές καταστάσεις της τελικής μητρικής επιχείρησης ή, ανάλογα με τις περιστάσεις, σχετικά με όλες τις δραστηριότητες της αυτόνομης επιχείρησης. Τα στοιχεία θα πρέπει να περιορίζονται σε όσα είναι αναγκαία ώστε να καθίσταται εφικτός ο αποτελεσματικός δημόσιος έλεγχος, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η δημοσιότητα δεν προκαλεί δυσανάλογους κινδύνους ή μειονεκτήματα για τις επιχειρήσεις όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα ή τις παρερμηνείες αναφορικά με τις σχετικές επιχειρήσεις. Η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος θα πρέπει να είναι προσβάσιμη το αργότερο 12 μήνες από την ημερομηνία του ισολογισμού. Τυχόν συντομότερες προθεσμίες για τη δημοσίευση των οικονομικών καταστάσεων δεν θα πρέπει να ισχύουν όσον αφορά τη δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος. Οι διατάξεις που εισάγονται με την παρούσα οδηγία δεν επηρεάζουν τις διατάξεις της οδηγίας 2013/34/ΕΕ σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις.
(14) Για να αποφευχθεί η δημιουργία διοικητικής επιβάρυνσης, οι επιχειρήσεις, κατά την κατάρτιση της δήλωσης στοιχείων φορολογίας εισοδήματος σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να παρουσιάζουν τα στοιχεία με βάση τις οδηγίες για την υποβολή στοιχείων που καθορίζονται στο τμήμα III ενότητες B και Γ του παραρτήματος III της οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου (11). Η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος θα πρέπει να προσδιορίζει το πλαίσιο υποβολής στοιχείων που χρησιμοποιήθηκε. Η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος δύναται να περιλαμβάνει επιπλέον μια γενική προσέγγιση που θα παρέχει εξηγήσεις σε περίπτωση σημαντικών αποκλίσεων σε επίπεδο ομίλου μεταξύ των ποσών των φόρων που προέκυψαν και των ποσών των φόρων που καταβάλλονται, λαμβάνοντας υπόψη τα αντίστοιχα ποσά για τα προηγούμενα οικονομικά έτη.
(15) Είναι σημαντικό να διασφαλίζεται η συγκρισιμότητα των δεδομένων. Προς τούτο, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για τη θέσπιση κοινού υποδείγματος και ηλεκτρονικών μορφοτύπων αναφοράς, οι οποίοι θα πρέπει να είναι μηχανικώς αναγνώσιμοι, για την παρουσίαση της δήλωσης στοιχείων φορολογίας εισοδήματος δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Κατά τη θέσπιση του εν λόγω υποδείγματος και των εν λόγω μορφοτύπων αναφοράς, η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει υπόψη την πρόοδο που έχει σημειωθεί στον τομέα της ψηφιοποίησης και της προσβασιμότητας των στοιχείων που δημοσιεύουν οι επιχειρήσεις, ιδίως όσον αφορά την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού ενιαίου σημείου πρόσβασης όπως προτείνεται στην ανακοίνωσή της της 24ης Σεπτεμβρίου 2020 με τίτλο «Ένωση Κεφαλαιαγορών για τα άτομα και τις επιχειρήσεις – νέο σχέδιο δράσης». Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12).
(16) Για να εξασφαλιστεί ένα επαρκές επίπεδο ανάλυσης που θα παρέχει τη δυνατότητα στους πολίτες να αξιολογούν καλύτερα τον τρόπο με τον οποίο οι πολυεθνικές επιχειρήσεις συμβάλλουν στην ευημερία της κοινωνίας σε κάθε κράτος μέλος, τα στοιχεία θα πρέπει να χωρίζονται ανά κράτος μέλος. Επιπλέον, τα στοιχεία σχετικά με τις δραστηριότητες των πολυεθνικών επιχειρήσεων θα πρέπει επίσης να παρουσιάζονται με υψηλό επίπεδο ανάλυσης όσον αφορά ορισμένες περιοχές φορολογικής δικαιοδοσίας τρίτων χωρών που προκαλούν ιδιαίτερα προβλήματα. Για όλες τις άλλες δραστηριότητες τρίτων χωρών, τα στοιχεία θα πρέπει να παρέχονται σε συνολική βάση, εκτός εάν η επιχείρηση επιθυμεί να παρουσιάσει λεπτομερέστερες πληροφορίες.
(17) Για ορισμένες φορολογικές δικαιοδοσίες, θα πρέπει να παρουσιάζεται υψηλό επίπεδο ανάλυσης. Η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος θα πρέπει πάντοτε να δημοσιοποιεί τα στοιχεία χωριστά για κάθε περιοχή δικαιοδοσίας που περιλαμβάνεται στα παραρτήματα των συμπερασμάτων του Συμβουλίου σχετικά με τον αναθεωρημένο ενωσιακό κατάλογο μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας (13) και τις επακόλουθες επικαιροποιήσεις τους οι οποίες εγκρίνονται ειδικά δύο φορές ετησίως, συνήθως τον Φεβρουάριο και τον Οκτώβριο, και δημοσιεύονται στη σειρά C της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το παράρτημα I των εν λόγω συμπερασμάτων του Συμβουλίου περιέχει τον «Ενωσιακό κατάλογο μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας», ενώ το παράρτημα II περιέχει την «Κατάσταση της συνεργασίας με την ΕΕ όσον αφορά τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει οι συνεργάσιμες περιοχές δικαιοδοσίας για την εφαρμογή των αρχών χρηστής φορολογικής διακυβέρνησης». Για το παράρτημα I, οι περιοχές δικαιοδοσίας που θα πρέπει να εξεταστούν είναι εκείνες που περιλήφθηκαν στον κατάλογο την 1η Μαρτίου του οικονομικού έτους για το οποίο πρόκειται να καταρτιστεί η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος. Για το παράρτημα II, οι περιοχές δικαιοδοσίας που θα πρέπει να εξεταστούν είναι εκείνες που αναφέρθηκαν στο εν λόγω παράρτημα την 1η Μαρτίου του οικονομικού έτους για το οποίο πρόκειται να καταρτιστεί η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος και την 1η Μαρτίου του προηγούμενου οικονομικού έτους.
(18) Η άμεση δημοσιοποίηση των δεδομένων που πρέπει να περιλαμβάνονται στη δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος θα μπορούσε, σε ορισμένες περιπτώσεις, να θίξει σοβαρά την εμπορική θέση μιας επιχείρησης. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιτρέπουν στις επιχειρήσεις να αναβάλλουν τη δημοσιοποίηση συγκεκριμένων στοιχείων για περιορισμένο αριθμό ετών, υπό την προϋπόθεση ότι θα δημοσιοποιούν σαφώς την ύπαρξη της αναβολής, θα παρέχουν αιτιολογημένη σχετική εξήγηση στη δήλωση και θα τεκμηριώνουν τη βάση της συλλογιστικής. Τα στοιχεία που παραλείπονται από τις επιχειρήσεις θα πρέπει να δημοσιοποιούνται σε μεταγενέστερη δήλωση. Στοιχεία που αφορούν περιοχές φορολογικής δικαιοδοσίας οι οποίες περιλαμβάνονται στα παραρτήματα I και ΙΙ των συμπερασμάτων του Συμβουλίου σχετικά με τον αναθεωρημένο ενωσιακό κατάλογο μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας δεν θα πρέπει ποτέ να παραλείπονται.
(19) Για να ενισχυθεί η εταιρική διαφάνεια και ευθύνη έναντι επενδυτών, πιστωτών, άλλων τρίτων και του ευρέος κοινού και για να διασφαλιστεί η κατάλληλη διακυβέρνηση, τα μέλη των διοικητικών, διαχειριστικών και εποπτικών οργάνων της τελικής μητρικής επιχείρησης ή της αυτόνομης επιχείρησης που είναι εγκατεστημένη εντός της Ένωσης και έχει την υποχρέωση να καταρτίζει, να δημοσιεύει και να καθιστά προσβάσιμη τη δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος θα πρέπει να είναι από κοινού υπεύθυνα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις κατά την παρούσα οδηγία υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων. Δεδομένου ότι τα μέλη των διοικητικών, διαχειριστικών και εποπτικών οργάνων των θυγατρικών επιχειρήσεων που είναι εγκατεστημένες εντός της Ένωσης και ελέγχονται από τελική μητρική εταιρεία με έδρα εκτός της Ένωσης ή το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που είναι αρμόδια για τη διεκπεραίωση των διατυπώσεων δημοσιότητας για το υποκατάστημα ενδέχεται να διαθέτουν περιορισμένη γνώση του περιεχομένου της δήλωσης στοιχείων φορολογίας εισοδήματος που καταρτίστηκε από την τελική μητρική εταιρεία ή να έχουν περιορισμένη ικανότητα να αποκτούν τις πληροφορίες αυτές ή τη δήλωση αυτήν από την τελική μητρική επιχείρηση, η ευθύνη των εν λόγω μελών ή των εν λόγω προσώπων θα πρέπει να περιλαμβάνει τη διαβεβαίωση ότι, εξ όσων είναι δυνατόν να γνωρίζουν, η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος της τελικής μητρικής επιχείρησης ή της αυτόνομης επιχείρησης έχει καταρτισθεί και δημοσιευθεί κατά τρόπο που συνάδει με την παρούσα οδηγία ή ότι η θυγατρική επιχείρηση ή το υποκατάστημα έχει καταρτίσει, δημοσιεύσει και καταστήσει προσβάσιμα όλα τα στοιχεία τα οποία έχει στην κατοχή του, έλαβε ή απέκτησε, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Σε περίπτωση ελλείψεων στα στοιχεία ή τη δήλωση στοιχείων, η ευθύνη των εν λόγω μελών ή των εν λόγω προσώπων θα πρέπει να επεκτείνεται και στη δημοσίευση ενημερωτικής δήλωσης ότι η τελική μητρική επιχείρηση ή η αυτόνομη επιχείρηση δεν κατέστησαν διαθέσιμα τα απαραίτητα στοιχεία.
(20) Για να εξασφαλιστεί η ενημέρωση του κοινού σχετικά με το εύρος των υποχρεώσεων υποβολής στοιχείων που εισάγονται στην οδηγία 2013/34/ΕΕ με την παρούσα οδηγία και τη συμμόρφωση προς αυτές, τα κράτη μέλη θα πρέπει να απαιτούν από τους νόμιμους ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία να δηλώνουν αν μια επιχείρηση όφειλε να δημοσιεύσει δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος και, αν ναι, αν η εν λόγω δήλωση δημοσιεύθηκε.
(21) Οι υποχρεώσεις των κρατών μελών να προβλέπουν κυρώσεις και να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζεται η επιβολή των κυρώσεων αυτών σύμφωνα με την οδηγία 2013/34/ΕΕ ισχύουν για παραβάσεις των εθνικών διατάξεων όσον αφορά τη δημοσιοποίηση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος από ορισμένες επιχειρήσεις και υποκαταστήματα οι οποίες έχουν θεσπιστεί κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.
(22) Η παρούσα οδηγία αποσκοπεί στην ενίσχυση της εταιρικής διαφάνειας και της διαφάνειας και του δημόσιου ελέγχου των στοιχείων φορολογίας εισοδήματος των εταιρειών με την προσαρμογή του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου σχετικά με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στις εταιρείες και στις επιχειρήσεις σχετικά με τη δημοσίευση εκθέσεων, για την προστασία των συμφερόντων των εταίρων και των τρίτων, κατά την έννοια του άρθρου 50 παράγραφος 2 στοιχείο ζ) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής ‘Ένωσης (ΣΛΕΕ). Όπως έκρινε το Δικαστήριο, ιδίως, στην υπόθεση C-97/96, Verband deutscher Daihatsu-Handler (14), το άρθρο 50 παράγραφος 2 στοιχείο ζ) ΣΛΕΕ αναφέρεται στον σκοπό της προστασίας των συμφερόντων «τρίτων» γενικώς, χωρίς να διακρίνει ή να αποκλείει από τον όρο αυτόν ορισμένες κατηγορίες εξ αυτών. Ως εκ τούτου, ο όρος «τρίτων» είναι ευρύτερος από τους επενδυτές και τους πιστωτές και καλύπτει και άλλους ενδιαφερόμενους τρίτους, συμπεριλαμβανομένων των ανταγωνιστών και του ευρέος κοινού. Επιπλέον, ο στόχος της πραγματοποίησης της ελευθερίας εγκατάστασης, που ανατίθεται σε πολύ γενικές γραμμές στα θεσμικά όργανα βάσει του άρθρου 50 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ, δεν μπορεί να φαλκιδευτεί από τις διατάξεις του άρθρου 50 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ. Δεδομένου ότι η παρούσα οδηγία αφορά μόνο τις υποχρεώσεις δημοσιοποίησης δηλώσεων στοιχείων φορολογίας εισοδήματος και δεν αφορά την εναρμόνιση φόρων, το άρθρο 50 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ αποτελεί την κατάλληλη νομική βάση.
(23) Για να διασφαλιστούν η πλήρης λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και ισότιμοι όροι για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις της Ένωσης και τρίτων χωρών, η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να διερευνά τις δυνατότητες προαγωγής της δικαιοσύνης και της φορολογικής διαφάνειας. Ιδίως, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει, στο πλαίσιο της ρήτρας επανεξέτασης, αν, μεταξύ άλλων, η πλήρης ανάλυση θα ενίσχυε την αποτελεσματικότητα της παρούσας οδηγίας.
(24) Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω των αποτελεσμάτων της, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο ‘Ένωσης, η ‘Ένωση δύναται να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.
(25) Η παρούσα οδηγία ανταποκρίνεται στους προβληματισμούς που διατυπώθηκαν από τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με την ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι στρεβλώσεις στην εσωτερική αγορά χωρίς να διακυβεύεται η ανταγωνιστικότητα της Ένωσης. Δεν θα πρέπει να προκαλεί άσκοπη διοικητική επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις. Εν γένει, στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας, η έκταση των προς δημοσιοποίηση πληροφοριών είναι αναλογική προς τους στόχους της ενίσχυσης της εταιρικής διαφάνειας και του δημόσιου ελέγχου. Η παρούσα οδηγία σέβεται επομένως τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
(26) Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα, τα κράτη μέλη έχουν δεσμευτεί να επισυνάπτουν στην κοινοποίηση των εθνικών μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, όταν δικαιολογείται, και ένα ή περισσότερα έγγραφα που διευκρινίζουν τον δεσμό ανάμεσα στα στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα τμήματα των πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Για την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης εκτιμά ότι η διαβίβαση των εγγράφων αυτών είναι δικαιολογημένη.
(27) Συνεπώς, η οδηγία 2013/34/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Τροποποιήσεις της οδηγίας 2013/34/ΕΕ
Η οδηγία 2013/34/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:
1) Στο άρθρο 1 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:
«1α. Τα μέτρα συντονισμού που προβλέπονται στα άρθρα 48α έως 48ε και στο άρθρο 51 εφαρμόζονται επίσης για τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις των κρατών μελών που αφορούν τα υποκαταστήματα τα οποία έχουν συσταθεί σε κράτος μέλος από επιχείρηση η οποία δεν διέπεται από το δίκαιο κράτους μέλους, αλλά η νομική μορφή της οποίας είναι συγκρίσιμη με τα είδη των επιχειρήσεων που απαριθμούνται στο παράρτημα I. Το άρθρο 2 εφαρμόζεται όσον αφορά τα εν λόγω υποκαταστήματα, εφόσον εφαρμόζονται στα συγκεκριμένα υποκαταστήματα τα άρθρα 48α έως 48ε και το άρθρο 51.».
2) Μετά το άρθρο 48, παρεμβάλλεται το ακόλουθο κεφάλαιο:
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10α
ΔΗΛΩΣΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
Άρθρο 48α
Ορισμοί που σχετίζονται με την υποβολή δήλωσης στοιχείων φορολογίας εισοδήματος
1. Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
1) “τελική μητρική επιχείρηση”: επιχείρηση που καταρτίζει τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του μεγαλύτερου συνόλου επιχειρήσεων·
2) “ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις”: οι οικονομικές καταστάσεις που καταρτίζονται από τη μητρική επιχείρηση ενός ομίλου στις οποίες τα στοιχεία ενεργητικού, τα στοιχεία παθητικού, τα ίδια κεφάλαια, τα έσοδα και τα έξοδα εμφανίζονται σαν να επρόκειτο για μία ενιαία οικονομική οντότητα·
3) “περιοχή φορολογικής δικαιοδοσίας”: κρατική ή μη κρατική περιοχή δικαιοδοσίας που έχει δημοσιονομική αυτονομία όσον αφορά τη φορολογία εισοδήματος εταιρειών·
4) “αυτόνομη επιχείρηση”: επιχείρηση που δεν συμμετέχει σε όμιλο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 11).
2. Για τους σκοπούς του άρθρου 48β της παρούσας οδηγίας, τα “έσοδα” έχουν την ίδια έννοια με:
α) το “καθαρό ύψος κύκλου εργασιών”, για τις επιχειρήσεις που διέπονται από το δίκαιο ενός κράτους μέλους και δεν εφαρμόζουν διεθνή λογιστικά πρότυπα που θεσπίζονται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002· ή
β) τα “έσοδα”, όπως ορίζονται από ή κατά την έννοια του πλαισίου χρηματοοικονομικής πληροφόρησης βάσει του οποίου καταρτίζονται οι οικονομικές καταστάσεις, για άλλες επιχειρήσεις.
Άρθρο 48β
Επιχειρήσεις και υποκαταστήματα που υποχρεούνται να υποβάλλουν δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος
1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις τελικές μητρικές επιχειρήσεις που διέπονται από το εθνικό τους δίκαιο, όταν τα επικαιροποιημένα έσοδα κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού τους υπερέβαιναν συνολικά για καθένα από τα τελευταία δύο διαδοχικά οικονομικά έτη τα 750 000 000 EUR, όπως εμφαίνεται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις τους, να καταρτίζουν, να δημοσιεύουν και να καθιστούν προσβάσιμη δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος όσον αφορά το μεταγενέστερο των εν λόγω δύο διαδοχικών οικονομικών ετών.
Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι μια τελική μητρική επιχείρηση δεν υπόκειται πλέον στις υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο, όταν τα συνολικά ενοποιημένα έσοδα κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού της υπολείπονται των 750 000 000 EUR για καθένα από τα τελευταία δύο διαδοχικά οικονομικά έτη, όπως αποτυπώνονται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις της
Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις αυτόνομες επιχειρήσεις που διέπονται από το εθνικό τους δίκαιο, όταν τα έσοδα κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού τους υπερέβαιναν συνολικά για καθένα από τα τελευταία δύο διαδοχικά οικονομικά έτη τα 750 000 000 EUR, όπως εμφαίνεται στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις τους, να καταρτίζουν, να δημοσιεύουν και να καθιστούν προσβάσιμη δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος όσον αφορά το μεταγενέστερο των εν λόγω δύο διαδοχικών οικονομικών ετών.
Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι μια αυτόνομη επιχείρηση δεν υπόκειται πλέον στις υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων που ορίζονται στο τρίτο εδάφιο, όταν τα συνολικά έσοδα κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού της υπολείπονται των 750 000 000 EUR για καθένα από τα τελευταία δύο διαδοχικά οικονομικά έτη, όπως αποτυπώνονται στις οικονομικές της καταστάσεις.
2. Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι ο κανόνας που ορίζεται στην παράγραφο 1 δεν εφαρμόζεται σε αυτόνομες επιχειρήσεις ή σε τελικές μητρικές επιχειρήσεις και στις συνδεδεμένες επιχειρήσεις τους, όταν οι επιχειρήσεις αυτές, συμπεριλαμβανομένων των υποκαταστημάτων τους, είναι εγκατεστημένες ή έχουν σταθερούς τόπους επιχειρηματικής δραστηριότητας ή μόνιμη επιχειρηματική δραστηριότητα στο έδαφος ενός και μόνου κράτους μέλους και σε καμία άλλη περιοχή φορολογικής δικαιοδοσίας.
3. Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι ο κανόνας που ορίζεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται σε αυτόνομες επιχειρήσεις και σε τελικές μητρικές επιχειρήσεις, όταν οι επιχειρήσεις αυτές ή οι συνδεδεμένες επιχειρήσεις τους δημοσιοποιούν έκθεση, σύμφωνα με το άρθρο 89 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*), που περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με όλες τις δραστηριότητές τους και, στην περίπτωση τελικών μητρικών επιχειρήσεων, σχετικά με όλες τις δραστηριότητες όλων των συνδεδεμένων επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις.
4. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις αναφερόμενες στο άρθρο 3 παράγραφοι 3 και 4 μεσαίες και μεγάλες θυγατρικές επιχειρήσεις που διέπονται από το εθνικό τους δίκαιο και ελέγχονται από τελική μητρική επιχείρηση η οποία δεν διέπεται από το δίκαιο κράτους μέλους, όταν τα ενοποιημένα έσοδα της εν λόγω τελικής μητρικής επιχείρησης κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού της υπερέβαιναν συνολικά για καθένα από τα τελευταία δύο διαδοχικά οικονομικά έτη τα 750 000 000 EUR, όπως εμφανίζεται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις της, να δημοσιεύει και να καθιστά προσβάσιμη δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος σχετικά με την εν λόγω τελική μητρική επιχείρηση όσον αφορά το μεταγενέστερο των εν λόγω δύο διαδοχικών οικονομικών ετών.
Όταν τα εν λόγω στοιχεία ή η δήλωση δεν είναι διαθέσιμα, η θυγατρική επιχείρηση ζητεί από την τελική μητρική επιχείρησή της να της παράσχει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για να εκπληρώσει τις κατά το πρώτο εδάφιο υποχρεώσεις της. Εάν η τελική μητρική επιχείρηση δεν παρέχει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία, η θυγατρική επιχείρηση καταρτίζει, δημοσιεύει και καθιστά προσβάσιμη δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος που περιέχει όλα τα στοιχεία τα οποία έχει στην κατοχή της, έλαβε ή απέκτησε, καθώς και ενημερωτική δήλωση ότι η τελική μητρική επιχείρησή της δεν κατέστησε διαθέσιμα τα απαραίτητα στοιχεία.
Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι μεσαίες και μεγάλες θυγατρικές επιχειρήσεις δεν υπόκεινται πλέον στις υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο, όταν τα συνολικά ενοποιημένα έσοδα της τελικής μητρικής επιχείρησης κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού της υπολείπονται των 750 000 000 EUR για καθένα από τα τελευταία δύο διαδοχικά οικονομικά έτη, όπως αποτυπώνονται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις της.
5. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τα υποκαταστήματα που έχουν συσταθεί στο έδαφός τους από επιχειρήσεις που δεν διέπονται από το δίκαιο κράτους μέλους να δημοσιεύουν και να καθιστούν προσβάσιμη δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος σχετικά με την τελική μητρική επιχείρηση ή την αυτόνομη επιχείρηση που αναφέρεται στο έκτο εδάφιο στοιχείο α) όσον αφορά το μεταγενέστερο των τελευταίων δύο διαδοχικών οικονομικών ετών.
Σε περίπτωση που τα εν λόγω στοιχεία ή η δήλωση δεν είναι διαθέσιμα, το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που έχουν ορισθεί για τη διεκπεραίωση των διατυπώσεων δημοσιότητας που αναφέρονται στο άρθρο 48ε παράγραφος 2 ζητούν από την τελική μητρική επιχείρηση ή από την αυτόνομη επιχείρηση που αναφέρεται στο έκτο εδάφιο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου να τους παράσχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για να έχουν τη δυνατότητα εκπλήρωσης των υποχρεώσεών τους.
Σε περίπτωση που δεν παρέχονται όλα τα απαιτούμενα στοιχεία, το υποκατάστημα καταρτίζει, δημοσιεύει και καθιστά προσβάσιμη δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος που περιέχει όλα τα στοιχεία τα οποία έχει στην κατοχή του, έλαβε ή απέκτησε, καθώς και ενημερωτική δήλωση ότι η τελική μητρική επιχείρηση ή η αυτόνομη επιχείρηση δεν κατέστησε διαθέσιμα τα απαραίτητα στοιχεία.
Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο εφαρμόζονται μόνο στα υποκαταστήματα των οποίων το καθαρό ύψος κύκλου εργασιών υπερέβη το όριο όπως μεταφέρθηκε στο εθνικό δίκαιο δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 2 για καθένα από τα τελευταία δύο διαδοχικά οικονομικά έτη.
Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι υποκατάστημα που υπόκειται στις υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων δυνάμει της παρούσας παραγράφου δεν υπόκειται πλέον στις υποχρεώσεις αυτές, όταν το καθαρό ύψος κύκλου εργασιών του υπολείπεται του ορίου όπως μεταφέρθηκε στο εθνικό δίκαιο σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 για καθένα από τα τελευταία δύο διαδοχικά οικονομικά έτη.
Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι κανόνες που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο εφαρμόζονται για υποκατάστημα μόνο όταν πληρούνται τα ακόλουθα κριτήρια:
α) η επιχείρηση που συνέστησε το υποκατάστημα είναι είτε συνδεδεμένη επιχείρηση ομίλου του οποίου η τελική μητρική επιχείρηση δεν διέπεται από το δίκαιο κράτους μέλους και τα ενοποιημένα έσοδα του οποίου κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού υπερέβαιναν συνολικά για καθένα από τα τελευταία δύο διαδοχικά οικονομικά έτη τα 750 000 000 EUR, όπως εμφαίνεται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις της, ή αυτόνομη επιχείρηση, τα έσοδα της οποίας κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού υπερέβαιναν συνολικά για καθένα από τα τελευταία δύο διαδοχικά οικονομικά έτη τα 750 000 000 EUR, όπως εμφανίζεται στις οικονομικές καταστάσεις της· και
β) η τελική μητρική επιχείρηση που αναφέρεται στο στοιχείο α) του παρόντος εδαφίου δεν έχει μεσαία ή μεγάλη θυγατρική επιχείρηση όπως αναφέρεται στην παράγραφο 4.
Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι υποκατάστημα δεν υπόκειται πλέον στις υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο, όταν το κριτήριο που προβλέπεται στο στοιχείο α) παύει να πληρούται επί δύο διαδοχικά οικονομικά έτη.
6. Τα κράτη μέλη δεν εφαρμόζουν τους κανόνες που προβλέπονται στις παραγράφους 4 και 5 του παρόντος άρθρου, όταν δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος καταρτίζεται από τελική μητρική επιχείρηση ή αυτόνομη επιχείρηση η οποία δεν διέπεται από το δίκαιο κράτους μέλους κατά τρόπο που συνάδει με το άρθρο 48γ και πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:
α) καθίσταται προσβάσιμη στο κοινό, δωρεάν και σε ηλεκτρονικό μορφότυπο αναφοράς που είναι μηχανικώς αναγνώσιμος:
i) μέσω του δικτυακού τόπου της εν λόγω τελικής μητρικής επιχείρησης ή της εν λόγω αυτόνομης επιχείρησης·
ii) έχει εκδοθεί σε τουλάχιστον μία από τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης·
iii) το αργότερο 12 μήνες από την ημερομηνία του ισολογισμού του οικονομικού έτους για το οποίο συντάσσεται η δήλωση· και
β) προσδιορίζει την επωνυμία και την καταστατική έδρα μιας μεμονωμένης θυγατρικής επιχείρησης ή το όνομα και τη διεύθυνση ενός μεμονωμένου υποκαταστήματος που διέπονται από το δίκαιο κράτους μέλους και έχει δημοσιεύσει δήλωση σύμφωνα με το άρθρο 48δ παράγραφος 1.
7. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις θυγατρικές επιχειρήσεις ή τα υποκαταστήματα που δεν υπόκεινται στις διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος άρθρου να δημοσιεύουν και να καθιστούν προσβάσιμη δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος σε περίπτωση που οι εν λόγω θυγατρικές επιχειρήσεις ή τα εν λόγω υποκαταστήματα δεν εξυπηρετούν κανέναν άλλο στόχο από την καταστρατήγηση των απαιτήσεων υποβολής στοιχείων που προβλέπονται στο παρόν κεφάλαιο.
Άρθρο 48γ
Περιεχόμενο της δήλωσης στοιχείων φορολογίας εισοδήματος
1. Η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος που απαιτείται δυνάμει του άρθρου 48β περιέχει στοιχεία που αφορούν όλες τις δραστηριότητες της αυτόνομης επιχείρησης ή της τελικής μητρικής επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων όλων των συνδεδεμένων επιχειρήσεων που ενοποιούνται στις οικονομικές καταστάσεις για το αντίστοιχο οικονομικό έτος.
2. Τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αποτελούνται από:
α) την επωνυμία της τελικής μητρικής επιχείρησης ή της αυτόνομης επιχείρησης, το σχετικό οικονομικό έτος, το χρησιμοποιούμενο για την παρουσίαση της δήλωσης νόμισμα και, κατά περίπτωση, κατάλογο όλων των θυγατρικών επιχειρήσεων που έχουν ενοποιηθεί στις οικονομικές καταστάσεις της τελικής μητρικής επιχείρησης, όσον αφορά το σχετικό οικονομικό έτος, και είναι εγκατεστημένες στην Ένωση ή σε περιοχές φορολογικής δικαιοδοσίας που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα I και ΙΙ των συμπερασμάτων του Συμβουλίου σχετικά με τον αναθεωρημένο ενωσιακό κατάλογο μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας·
β) σύντομη περιγραφή της φύσης των δραστηριοτήτων τους·
γ) τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούνται σε βάση ισοδύναμης πλήρους απασχόλησης·
δ) τα έσοδα, τα οποία υπολογίζονται ως:
i) το άθροισμα του ύψους κύκλου εργασιών, των λοιπών λειτουργικών εσόδων, των εσόδων της από συμμετοχές, εξαιρουμένων των μερισμάτων που εισπράττονται από συνδεδεμένες επιχειρήσεις, των εσόδων από άλλες επενδύσεις και δάνεια που αποτελούν μέρος των πάγιων στοιχείων του ενεργητικού, άλλων εισπρακτέων τόκων και αντίστοιχων εσόδων όπως απαριθμούνται στα παραρτήματα V και VI της παρούσας οδηγίας· ή
ii) το εισόδημα όπως ορίζεται από το πλαίσιο χρηματοοικονομικής πληροφόρησης βάσει του οποίου καταρτίζονται οι οικονομικές καταστάσεις, εξαιρουμένων των διορθώσεων αξιών και των μερισμάτων που εισπράττονται από συνδεδεμένες επιχειρήσεις·
ε) το ύψος των κερδών ή ζημιών προ φόρων εισοδήματος·
στ) το ύψος του οφειλόμενου φόρου εισοδήματος κατά το αντίστοιχο οικονομικό έτος, που υπολογίζεται ως τα τρέχοντα φορολογικά έξοδα τα οποία αναγνωρίζονται για τα φορολογητέα κέρδη ή τις ζημίες του οικονομικού έτους από τις επιχειρήσεις και τα υποκαταστήματα στη σχετική περιοχή φορολογικής δικαιοδοσίας·
ζ) το ύψος του φόρου εισοδήματος που καταβλήθηκε σε ταμειακή βάση, ο οποίος υπολογίζεται ως το ποσό του φόρου εισοδήματος που καταβλήθηκε κατά το αντίστοιχο οικονομικό έτος από επιχειρήσεις και υποκαταστήματα στη σχετική περιοχή φορολογικής δικαιοδοσίας· και
η) το ποσό των συσσωρευμένων κερδών στο τέλος του σχετικού οικονομικού έτους.
Για τους σκοπούς του στοιχείου δ), τα έσοδα περιλαμβάνουν συναλλαγές με συνδεδεμένα μέρη.
Για τους σκοπούς του στοιχείου στ), τα τρέχοντα φορολογικά έξοδα συνδέονται μόνο με τις δραστηριότητες μιας επιχείρησης κατά το σχετικό οικονομικό έτος και δεν περιλαμβάνουν αναβαλλόμενους φόρους ή προβλέψεις για αβέβαιες φορολογικές υποχρεώσεις.
Για τους σκοπούς του στοιχείου ζ), οι φόροι που καταβάλλονται περιλαμβάνουν παρακράτηση φόρων από άλλες επιχειρήσεις σχετικά με τις πληρωμές που καταβάλλονται σε επιχειρήσεις και υποκαταστήματα εντός ομίλου.
Για τους σκοπούς του στοιχείου η), ως συσσωρευμένα κέρδη νοείται το άθροισμα των κερδών από προηγούμενα οικονομικά έτη και το σχετικό οικονομικό έτος, η διανομή των οποίων δεν έχει ακόμη αποφασιστεί. Σε ό,τι αφορά τα υποκαταστήματα, τα συσσωρευμένα κέρδη είναι εκείνα της επιχείρησης που συνέστησε το υποκατάστημα.
3. Τα κράτη μέλη επιτρέπουν τα στοιχεία που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου να αναφέρονται με βάση τις οδηγίες υποβολής στοιχείων που αναφέρονται στο τμήμα III ενότητες B και Γ του παραρτήματος III της οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου (**).
4. Τα στοιχεία που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου παρουσιάζονται με τη χρήση κοινού υποδείγματος και ηλεκτρονικών μορφοτύπων αναφοράς που είναι μηχανικώς αναγνώσιμοι. Η Επιτροπή θεσπίζει, με εκτελεστικές πράξεις, το εν λόγω κοινό υπόδειγμα και τους εν λόγω ηλεκτρονικούς μορφοτύπους αναφοράς. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 2.
5. Η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος παρουσιάζει τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2 ή 3 χωριστά για κάθε κράτος μέλος. Όταν ένα κράτος μέλος περιλαμβάνει διάφορες περιοχές φορολογικής δικαιοδοσίας, τα στοιχεία συγκεντρώνονται σε επίπεδο κράτους μέλους.
Η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος παρουσιάζει επίσης τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2 ή 3 του παρόντος άρθρου χωριστά για κάθε περιοχή φορολογικής δικαιοδοσίας η οποία, την 1η Μαρτίου του οικονομικού έτους για το οποίο οφείλεται να συνταχθεί η δήλωση, απαριθμείται στο παράρτημα I των συμπερασμάτων του Συμβουλίου σχετικά με τον αναθεωρημένο ενωσιακό κατάλογο μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας και παρέχει τα εν λόγω στοιχεία χωριστά για κάθε περιοχή φορολογικής δικαιοδοσίας η οποία, την 1η Μαρτίου του οικονομικού έτους για το οποίο οφείλεται να συνταχθεί η έκθεση και την 1η Μαρτίου του προηγούμενου οικονομικού έτους, αναφέρθηκε στο παράρτημα II των συμπερασμάτων του Συμβουλίου σχετικά με τον αναθεωρημένο ενωσιακό κατάλογο μη συνεργάσιμων περιοχών δικαιοδοσίας για φορολογικούς σκοπούς.
Η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος παρουσιάζει επίσης τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2 ή 3 συγκεντρωτικά για τις άλλες περιοχές φορολογικής δικαιοδοσίας.
Τα στοιχεία αντιστοιχίζονται με κάθε σχετική περιοχή φορολογικής δικαιοδοσίας με βάση την εγκατάσταση ή την ύπαρξη σταθερού τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας ή μόνιμης επιχειρηματικής δραστηριότητας που, δεδομένων των δραστηριοτήτων του ομίλου ή της αυτόνομης επιχείρησης, μπορεί να υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος στην εν λόγω περιοχή φορολογικής δικαιοδοσίας.
Όταν οι δραστηριότητες διάφορων συνδεδεμένων επιχειρήσεων μπορεί να υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος εντός μίας ενιαίας περιοχής φορολογικής δικαιοδοσίας, τα στοιχεία που αφορούν την εν λόγω περιοχή φορολογικής δικαιοδοσίας αντιπροσωπεύουν το άθροισμα των στοιχείων που σχετίζονται με τις εν λόγω δραστηριότητες κάθε συνδεδεμένης επιχείρησης και των υποκαταστημάτων τους στην εν λόγω περιοχή φορολογικής δικαιοδοσίας.
Τα στοιχεία για οποιαδήποτε συγκεκριμένη δραστηριότητα δεν αντιστοιχίζονται ταυτόχρονα με περισσότερες από μία περιοχές φορολογικής δικαιοδοσίας.
6. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν να παραλείπονται προσωρινά από τη δήλωση ένα ή περισσότερα συγκεκριμένα στοιχεία των οποίων διαφορετικά απαιτείται η δημοσιοποίηση σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή 3, όταν η δημοσιοποίησή τους θα έβλαπτε σοβαρά την εμπορική θέση των επιχειρήσεων με τις οποίες σχετίζεται η δήλωση. Κάθε παράλειψη επισημαίνεται σαφώς στη δήλωση μαζί με δεόντως αιτιολογημένη εξήγηση των λόγων της.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλα τα στοιχεία που παραλείπονται δυνάμει του πρώτου εδαφίου δημοσιοποιούνται σε μεταγενέστερη δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος εντός μέγιστης προθεσμίας πέντε ετών από την ημερομηνία της αρχικής παράλειψης.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα στοιχεία που αφορούν περιοχές φορολογικής δικαιοδοσίας οι οποίες περιλαμβάνονται στα παραρτήματα I και ΙΙ των συμπερασμάτων του Συμβουλίου σχετικά με τον αναθεωρημένο ενωσιακό κατάλογο μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, δεν μπορούν ποτέ να παραλείπονται.
7. Η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος μπορεί να περιλαμβάνει, κατά περίπτωση σε επίπεδο ομίλου, μια γενική παρουσίαση η οποία περιέχει εξηγήσεις για τυχόν ουσιώδεις διαφορές μεταξύ των ποσών που δηλώνονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχεία στ) και ζ), λαμβάνοντας υπόψη, κατά περίπτωση, τα αντίστοιχα ποσά που αφορούν προηγούμενα οικονομικά έτη.
8. Το νόμισμα που χρησιμοποιείται στη δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος είναι το νόμισμα στο οποίο παρουσιάζονται οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις της τελικής μητρικής επιχείρησης ή οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της αυτόνομης επιχείρησης. Τα κράτη μέλη δεν απαιτούν τη δημοσίευση της δήλωσης αυτής σε νόμισμα διαφορετικό από εκείνο που χρησιμοποιείται στις οικονομικές καταστάσεις.
Ωστόσο, στην περίπτωση η οποία αναφέρεται στο άρθρο 48β παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο, το νόμισμα που χρησιμοποιείται στη δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος είναι το νόμισμα στο οποίο η θυγατρική επιχείρηση δημοσιεύει τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της.
9. Τα κράτη μέλη των οποίων το νόμισμα δεν είναι το ευρώ μπορούν να μετατρέπουν το κατώτατο όριο των 750 000 000 EUR στο εθνικό τους νόμισμα. Για τη μετατροπή αυτή τα εν λόγω κράτη μέλη εφαρμόζουν τη συναλλαγματική ισοτιμία όπως υφίσταται στις 21 Δεκεμβρίου 2021 και η οποία έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα εν λόγω κράτη μέλη μπορούν να αυξάνουν ή να μειώνουν τα κατώτατα όρια κατά ποσοστό μέχρι 5 %, με σκοπό να προκύψει στρογγυλοποιημένο ποσό στα εθνικά νομίσματα.
Τα κατώτατα όρια που αναφέρονται στο άρθρο 48β παράγραφοι 4 και 5 μετατρέπονται σε αντίστοιχο ποσό στο εθνικό νόμισμα κάθε σχετικής τρίτης χώρας εφαρμόζοντας τη συναλλαγματική ισοτιμία όπως υφίσταται στις 21 Δεκεμβρίου 2021, στρογγυλοποιημένη στην πλησιέστερη χιλιάδα.
10. Η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος προσδιορίζει εάν καταρτίστηκε σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή 3 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 48δ
Δημοσίευση και προσβασιμότητα
1. Η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος και η ενημερωτική δήλωση που αναφέρεται στο άρθρο 48β της παρούσας οδηγίας δημοσιεύονται εντός 12 μηνών από την ημερομηνία του ισολογισμού του οικονομικού έτους για το οποίο καταρτίζεται η δήλωση στοιχείων, όπως προβλέπεται από κάθε κράτος μέλος, σύμφωνα με τα άρθρα 14 έως 28 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (***) και, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 36 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132.
2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος και η ενημερωτική δήλωση που δημοσιεύουν οι επιχειρήσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου καθίστανται διαθέσιμες στο κοινό σε τουλάχιστον μία από τις επίσημες γλώσσες της ‘Ένωσης, δωρεάν, το αργότερο 12 μήνες από την ημερομηνία του ισολογισμού του οικονομικού έτους για το οποίο καταρτίζεται η δήλωση, στον δικτυακό τόπο:
α) της επιχείρησης, όταν εφαρμόζεται το άρθρο 48β παράγραφος 1·
β) της θυγατρικής επιχείρησης ή συνδεδεμένης επιχείρησης, όταν εφαρμόζεται το άρθρο 48β παράγραφος 4· ή
γ) του υποκαταστήματος ή της επιχείρησης που άνοιξε το υποκατάστημα ή συνδεδεμένης επιχείρησης, όταν εφαρμόζεται το άρθρο 48β παράγραφος 5.
3. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν τις επιχειρήσεις από την εφαρμογή των κανόνων που ορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, όταν η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος που δημοσιεύεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου καθίσταται ταυτόχρονα προσβάσιμη στο κοινό σε ηλεκτρονικό μορφότυπο αναφοράς που είναι μηχανικώς αναγνώσιμος, στον δικτυακό τόπο του μητρώου που αναφέρεται στο άρθρο 16 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 και ατελώς σε οποιονδήποτε τρίτο εγκατεστημένο εντός της Ένωσης. Ο δικτυακός τόπος των επιχειρήσεων και των υποκαταστημάτων, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με την εν λόγω εξαίρεση και παραπομπή στον δικτυακό τόπο του σχετικού μητρώου.
4. Η δήλωση στοιχείων που αναφέρεται στο άρθρο 48β παράγραφοι 1, 4, 5, 6 και 7 και, κατά περίπτωση, η ενημερωτική δήλωση που αναφέρεται στις παραγράφους 4 και 5 του εν λόγω άρθρου παραμένουν προσβάσιμες στον σχετικό δικτυακό τόπο για τουλάχιστον πέντε συναπτά έτη.
Άρθρο 48ε
Ευθύνη για την κατάρτιση, τη δημοσίευση και τη διάθεση στο κοινό της δήλωσης στοιχείων φορολογίας εισοδήματος
1. Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι τα μέλη των διοικητικών, διαχειριστικών και εποπτικών οργάνων των τελικών μητρικών επιχειρήσεων ή των αυτόνομων επιχειρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 48β παράγραφος 1, τα οποία ενεργούν εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων που τους ανατίθενται βάσει του εθνικού δικαίου, έχουν συλλογική ευθύνη να εξασφαλίζουν ότι η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος καταρτίζεται, δημοσιεύεται και καθίσταται προσβάσιμη σύμφωνα με τα άρθρα 48β, 48γ και 48δ.
2. Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι τα μέλη των διοικητικών, διαχειριστικών και εποπτικών οργάνων των θυγατρικών επιχειρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 48β παράγραφος 4 της παρούσας οδηγίας και το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που έχουν ορισθεί για τη διεκπεραίωση των διατυπώσεων δημοσιότητας που προβλέπονται στο άρθρο 41 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 για τα υποκαταστήματα που αναφέρονται στο άρθρο 48β παράγραφος 5 της παρούσας οδηγίας και ενεργούν εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων που τους ανατίθενται βάσει του εθνικού δικαίου έχουν συλλογική ευθύνη να εξασφαλίζουν ότι, εξ όσων είναι δυνατόν να γνωρίζουν, η δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος καταρτίζεται κατά τρόπο που συνάδει ή είναι σύμφωνος, κατά περίπτωση, με τα άρθρα 48β και 48γ και ότι δημοσιεύεται και καθίσταται προσβάσιμη σύμφωνα με το άρθρο 48δ.
Άρθρο 48στ
Δήλωση του νόμιμου ελεγκτή
Τα κράτη μέλη απαιτούν, όταν οι οικονομικές καταστάσεις μιας επιχείρησης που διέπεται από το δίκαιο κράτους μέλους απαιτείται να υποβάλλονται σε έλεγχο από έναν ή περισσότερους νόμιμους ελεγκτές ή από ένα ή περισσότερα ελεγκτικά γραφεία, στην έκθεση λογιστικού ελέγχου να αναφέρεται αν, για το οικονομικό έτος που προηγείται του οικονομικού έτους για το οποίο έχουν καταρτισθεί οι ελεγχόμενες οικονομικές καταστάσεις, η επιχείρηση όφειλε δυνάμει του άρθρου 48β να δημοσιεύσει δήλωση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος και, αν ναι, αν η δήλωση δημοσιεύθηκε σύμφωνα με το άρθρο 48δ.
Άρθρο 48ζ
Ημερομηνία έναρξης της υποβολής στοιχείων φορολογίας εισοδήματος
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο των άρθρων 48α έως 48στ τίθενται σε εφαρμογή, το αργότερο, από την ημερομηνία έναρξης του πρώτου οικονομικού έτους που αρχίζει από ή μετά την 22α Ιουνίου 2024.
Άρθρο 48η Ρήτρα επανεξέτασης
Έως τις 22 Ιουνίου 2027, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων που ορίζονται στα άρθρα 48α έως 48στ και τον αντίκτυπό τους και, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση σε επίπεδο ΟΟΣΑ, την ανάγκη διασφάλισης ύπαρξης επαρκούς επιπέδου διαφάνειας και την ανάγκη διατήρησης και διασφάλισης ανταγωνιστικού περιβάλλοντος για τις επιχειρήσεις και τις ιδιωτικές επενδύσεις, επανεξετάζει δε και αξιολογεί, ιδίως, αν θα ήταν σκόπιμο να επεκταθεί η υποχρέωση υποβολής στοιχείων φορολογίας εισοδήματος που καθορίζεται στο άρθρο 48β στις μεγάλες επιχειρήσεις και τους μεγάλους ομίλους, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 4 και 7 αντίστοιχα, και να επεκταθεί το περιεχόμενο της δήλωσης στοιχείων φορολογίας εισοδήματος όπως ορίζεται στο άρθρο 48γ ώστε να συμπεριλάβει επιπρόσθετα στοιχεία. Στην εν λόγω έκθεση, η Επιτροπή αξιολογεί επίσης τον αντίκτυπο που έχουν για την αποτελεσματικότητα της παρούσας οδηγίας η παρουσίαση των φορολογικών στοιχείων συγκεντρωτικά για τις περιοχές φορολογικής δικαιοδοσίας τρίτων χωρών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 48γ παράγραφος 5, και η προσωρινή παράλειψη στοιχείων που προβλέπεται στο άρθρο 48γ παράγραφος 6.
Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο την έκθεση, συνοδευόμενη, κατά περίπτωση, από νομοθετική πρόταση.
(* ) Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).
(** ) Οδηγία 2011/16/EE του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα
της φορολογίας και με την κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ (ΕΕ L 64 της 11.3.2011, σ. 1).
(*** ) Οδηγία (ΕΕ) 2017/1132 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, σχετικά με ορισμένες πτυχές του εταιρικού δίκαιου (ΕΕ L 169 της 30.6.2017, σ. 46).».
3) Στο άρθρο 49 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:
«3α. Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες οι οποίοι ορίζονται από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (*).
_____________
(*) ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.».
Άρθρο 2
Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο
1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία μέχρι τις 22 Ιουνίου 2023. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.
Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.
2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 3
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 4
Αποδέκτες
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος A. LOGAR
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Στρασβούργο, 24 Νοεμβρίου 2021.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος D. M. SASSOLI
(1)ΕΕ C 487 της 28.12.2016, σ. 62.
(2)Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 27ης Μαρτίου 2019 (ΕΕ C 108 της 26.3.2021, σ. 623) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 28ης Σεπτεμβρίου 2021 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Νοεμβρίου 2021 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).
(3)ΕΕ C 108 της 26.3.2021, σ. 8.
(4)Οδηγία 2013/34/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 19).
(5)Οδηγία 2002/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΕΕ L 80 της 23.3.2002, σ. 29).
(6)Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).
(7)Οδηγία (ΕΕ) 2017/1132 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, σχετικά με ορισμένες πτυχές του εταιρικού δίκαιου (ΕΕ L 169 της 30.6.2017, σ. 46).
(8)Οδηγία 86/635/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 1986, για τους ετήσιους και ενοποιημένους λογαριασμούς των τραπεζών και λοιπών άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 372 της 31.12.1986, σ. 1).
(9)Οδηγία 91/674/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1991, για τους ετήσιους και τους ενοποιημένους λογαριασμούς των ασφαλιστικών επιχειρήσεων (ΕΕ L 374 της 31.12.1991, σ. 7).
(10)Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).
(11)Οδηγία 2011/16/EE του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και με την κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ (ΕΕ L 64 της 11.3.2011, σ. 1).
(12)Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
(13)Βλέπε συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά τον αναθεωρημένο ενωσιακό κατάλογο μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας και τα παραρτήματά τους (ΕΕ C 413 Ι της 12.10.2021, σ. 1).
(14)Απόφαση του Δικαστηρίου της 4ης Δεκεμβρίου 1997, Verband deutscher Daihatsu-Händler, C-97/96, ECLI:EU:C:1997:581.
https://www.taxheaven.gr/circulars/38183/odhgia-ee-2021-2101