Η μείωση της οικονομικής δραστηριότητας και κατά συνέπεια του ΑΕΠ συνάδει με τους περιορισμούς που εφαρμόστηκαν το 2020 για την επιβράδυνση της εξάπλωσης της COVID-19.
Το 2020, το συνολικό ΑΕΠ της ΕΕ διαμορφώθηκε σε περίπου 13.400 δισεκατομμύρια ευρώ σε τρέχουσες τιμές, σύμφωνα με την Εurostat. Σε πραγματικούς όρους, το ΑΕΠ της ΕΕ το 2020 ήταν 7,6% υψηλότερο από το επίπεδό του πριν από μια δεκαετία. Ωστόσο, το πραγματικό ΑΕΠ ήταν 5,9% χαμηλότερο από το επίπεδό του το 2019. Ήταν η πρώτη πτώση του ΑΕΠ της ΕΕ από το 2009, όταν το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 4,3% σε σύγκριση με το 2008.
Η μείωση της οικονομικής δραστηριότητας και κατά συνέπεια του ΑΕΠ συνάδει με τους περιορισμούς που εφαρμόστηκαν το 2020 για την επιβράδυνση της εξάπλωσης της COVID-19.
Το 2020, λίγο περισσότερο από το 1/4 του ΑΕΠ της ΕΕ παρήχθη από τη Γερμανία (25,1%), ακολουθούμενη από τη Γαλλία (17,2%) και την Ιταλία (12,3%), μπροστά από την Ισπανία (8,4%) και την Ολλανδία (6,0%).
Η Ελλάδα καταλαμβάνει την 16η θέση με συνεισφορά 1,2%, πιο κάτω από τη Ρουμανία, την Τσεχία και την Πορτογαλία.
Στο αντίθετο άκρο της κλίμακας, δέκα κράτη μέλη της ΕΕ συνεισέφεραν λιγότερο από 1% στο συνολικό ΑΕΠ της ΕΕ: η Μάλτα (η οποία είχε το χαμηλότερο μερίδιο του ΑΕΠ της ΕΕ με 0,1%), η Εσθονία, η Κύπρος και η Λετονία (όλα 0,2%), η Κροατία , Λιθουανία και Σλοβενία (όλες 0,4%), Βουλγαρία και Λουξεμβούργο (και οι δύο 0,5%) και Σλοβακία (0,7%).
Συγκρίνοντας το ΑΕΠ του 2019 και του 2020 στα κράτη μέλη της ΕΕ, η Ισπανία δέχτηκε το μεγαλύτερο χτύπημα (-10,8%), ακολουθούμενη από την Ελλάδα (-9,0%), την Ιταλία (-8,9%), την Πορτογαλία (-8,4%), τη Μάλτα ( -8,2%), Κροατία (-8,1%) και Γαλλία (-7,9%). Η μόνη χώρα της ΕΕ που κατέγραψε αύξηση του ΑΕΠ το 2020 ήταν η Ιρλανδία (+5,9%).