ΡΙΘΜΟΣ 514/2021
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Αναίρεση από εισαγγελέα. Η εκφορά αρνητικής κρίσεως από τον εν λόγω εισαγγελέα ισοδυναμεί με παραίτηση από ένδικο μέσο και δεν μπορεί να μεταβληθεί μεταγενέστερα σε θετική κρίση περί αυτού.
– Κατά το άρθρο 465 του ΚΠΔ, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίηση του από το άρθρο 7 παρ. 40 Ν. 4637/2019 (ΦΕΚ Α 180/18.11.2019), “Ο εισαγγελέας εφετών και ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, σε όσες περιπτώσεις τους παρέχει ο νόμος ένδικα μέσα, μπορούν να τα ασκήσουν, οποιαδήποτε γνώμη ή πρόταση και αν είχαν διατυπώσει κατά τη συζήτηση ύστερα από την οποία εκδόθηκε η απόφαση ή το βούλευμα που προσβάλλεται, είτε οι ίδιοι είτε κατώτερος εκπρόσωπος της εισαγγελικής αρχής. Ο ανώτερος σε βαθμό εισαγγελέας έχει την ίδια δυνατότητα, ακόμη και αν ο κατώτερος αποδέχτηκε την απόφαση. Η κρίση εκφέρεται μία μόνο φορά από τον αρμόδιο εισαγγελέα εφετών. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και για τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου”. Με τη διάταξη αυτή θεσπίζεται ο κανόνας της άπαξ μόνο κρίσεως περί ασκήσεως η μη ενδίκου μέσου από τον αρμόδιο εισαγγελέα εφετών ή εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, αφορά επομένως και την άσκηση αναιρέσεως από τον τελευταίο. Η εκφορά συνεπώς αρνητικής κρίσεως από τον εν λόγω εισαγγελέα ισοδυναμεί με παραίτηση από ένδικο μέσο και δεν μπορεί να μεταβληθεί μεταγενέστερα σε θετική κρίση περί αυτού. Συνηγορεί υπέρ της απόψεως αυτής και το γεγονός ότι προκρίθηκε από το νομοθέτη η προθεσμία για την άσκηση ενδίκου μέσου να είναι σύντομη και δεν είναι ανεκτό ο ίδιος εισαγγελέας εντός αυτού του χρονικού πλαισίου να μεταβάλει γνώμη και μάλιστα υπό τα ίδια δεδομένα. Σε μια τέτοια περίπτωση (μεταβολής δηλαδή) το ασκούμενο ένδικο μέσο είναι απαράδεκτο και απορριπτέο, σύμφωνα με το άρθρο 476 ΚΠΔ.