Όλο και περισσότερα δάνεια χρειάζονται για να καλύψουν τη «μαύρη τρύπα» που προκαλεί η πανδημία στον κρατικό προϋπολογισμό.
Δεν πρόλαβε να ορκιστεί υπουργός Οικονομικών ο επικεφαλής του Κόμματος των Φιλελευθέρων (FDP) Κρίστιαν Λίντνερ και αμέσως κατέθεσε συμπληρωματικό προϋπολογισμό για το 2021, προτείνοντας μία «αναδιάταξη» κονδυλίων, την οποία ο ίδιος θα επέκρινε μέχρι πρότινος, όντας ακόμη στην αντιπολίτευση: συνολικά 60 δισεκατομμύρια ευρώ από τον προϋπολογισμό για την καταπολέμηση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας, τα οποία δεν είχαν απορροφηθεί το 2021, μεταφέρονται σε άλλη πιστωτική γραμμή, ώστε να χρηματοδοτήσουν μέτρα για την προστασία του κλίματος.
«Τα χρήματα αυτά είναι απαραίτητα για τον μετασχηματισμό ενός μεγάλου βιομηχανικού έθνους σε μία κλιματικά ουδέτερη οικονομία» εξηγεί ο νέος υπουργός Οικονομικών, υπενθυμίζοντας ότι αυτή ήταν μία από τις κύριες προεκλογικές διακηρύξεις των τριών κομμάτων που συναπαρτίζουν τον νέο κυβερνητικό συνασπισμό υπό τον σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο Όλαφ Σολτς.
Πρόκειται για έναν τακτικό ελιγμό που προκαλεί αντιδράσεις. Ο Σύνδεσμος Γερμανών Φορολογουμένων σημειώνει ότι, κατά κανόνα, «θεωρείται προβληματική η δημιουργία αποθεματικού μέσω του χρέους». Ακόμα πιο έντονη είναι η κριτική των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), που πέρασαν στα έδρανα της αντιπολίτευσης μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου. «Σας λέω ξεκάθαρα ότι, κατά την άποψή μου, αυτός ο συμπληρωματικός προϋπολογισμός είναι αντισυνταγματικός», δηλώνει ο εκπρόσωπος του κόμματος για θέματα προϋπολογισμού Κρίστιαν Χάασε, για να προσθέσει ότι η «αναδιάταξη» κονδυλίων δεν είναι τίποτα άλλο παρά μία παράκαμψη της συνταγματικά κατοχυρωμένης ρήτρας για τον περιορισμό του δημόσιου χρέους. «Αυτός ο συμπληρωματικός προϋπολογισμός είναι η αρχή του τέλους για το ‘φρένο του χρέους’ και αυτή η απόφαση φέρει το όνομά σας» λέει ο Χάασε, απευθυνόμενος προσωπικά στον νέο υπουργό Οικονομικών.
Οι δυσκολίες του νέου κυβερνητικού συνασπισμού
Την ώρα εκείνη ο Κρίστιαν Λίντνερ είχε βυθιστεί στην ανάγνωση των φακέλων του και δεν απάντησε στην οργίλη ομιλία του εκπροσώπου της αντιπολίτευσης. Είναι προφανές ότι ο φιλελεύθερος πολιτικός έχει περιέλθει σε δύσκολη θέση. ‘Οντας ακόμη στην αντιπολίτευση, για πολλά χρόνια, επέμενε ότι η Γερμανία πρέπει να τηρεί το «φρένο του χρέους» που έχει ισχύ συνταγματικής διάταξης και ρητώς προβλέπει ότι τα έξοδα του κράτους δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν τα έσοδά του- με εξαίρεση ένα περιορισμένο πλαίσιο δημοσιονομικών ελιγμών. Λόγω της πανδημίας, που αποτελεί έκτακτη αν όχι και πρωτοφανή συνθήκη, το «φρένο του χρέους» έχει ανασταλεί μέχρι τα τέλη του 2022. Ο Κρίστιαν Λίντνερ επιμένει ότι θα επανέλθει από το 2023.
Είναι όμως ρεαλιστική αυτή η πρόβλεψη; Στα επόμενα χρόνια ο κυβερνητικός συνασπισμός θα χρειαστεί τεράστια ποσά για να αντιμετωπίσει τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, αλλά και για να χρηματοδοτήσει πολιτικές για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Ο Σύνδεσμος Γερμανικών Συνδικάτων (DGB) κάνει λόγο για 50 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Ο Κρίστιαν Λίντνερ οφείλει να συγκεντρώσει τα ποσά αυτά, αλλά οι περισσότερες δαπάνες του προϋπολογισμού είναι μάλλον ανελαστικές. Οι τακτικές κοινωνικές δαπάνες απορροφούν ήδη το 50% του συνόλου. Για περικοπές δεν τίθεται θέμα. Αυξήσεις φόρων έχει αποκλείσει το ίδιο το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Κατά συνέπεια δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση από τον νέο δανεισμό. Όμως η Γερμανία έχει ήδη δανειστεί τεράστια ποσά. Ενώ στην περίοδο 2014-2019 ο προϋπολογισμός του κράτους παρέμενε ισοσκελισμένος, στην επόμενη διετία το χρέος εκτοξεύθηκε από τα 400 δισεκατομμύρια στα 1,4 τρισεκατομμύρια ευρώ. Εάν μάλιστα προστεθούν τα χρέη τοπικών κρατιδίων και ΟΤΑ, το συνολικό ποσό πλησιάζει τα 2,4 τρις.
Νέος προϋπολογισμός, νέα χρέη
Ήδη αποτελεί παρελθόν η αρχική εξαγγελία ότι το επιπλέον χρέος για την καταπολέμηση της πανδημίας θα αποπληρωθεί εντός 20 ετών. Στην προγραμματική συμφωνία για τη νέα κυβέρνηση προβλέπεται ρητώς ότι η περίοδος αποπληρωμής παρατείνεται στα 36 χρόνια. Για το 2022 θεωρείται βέβαιο ότι ο νέος δανεισμός θα συνεχιστεί. Ως υπουργός Οικονομικών στην προηγούμενη κυβέρνηση, υπό την Άνγκελα Μέρκελ, ο Όλαφ Σολτς έχει ήδη προϋπολογίσει ένα «νέο χρέος» ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει ληφθεί οριστική απόφαση. Όλα τα υπουργεία καλούνται να καταθέσουν προτάσεις μέχρι τις 25 Φεβρουαρίου και η σχετική απόφαση του υπουργικού συμβουλίου αναμένεται στις 9 Μαρτίου.
Τώρα ο ΥΠ.ΟΙΚ. επιχειρεί να περικόψει δαπάνες, όπου αυτό είναι δυνατόν. Σε επιστολή που απέστειλε προς τους υπουργούς, λίγο πριν τα Χριστούγεννα, ο Κρίστιαν Λίντνερ καλεί τους συναδέλφους του να αξιοποιήσουν κάθε «περιθώριο» εξοικονόμησης κονδυλίων και να μην επιμείνουν σε «μη ρεαλιστικές εξαγγελίες». Ωστόσο οι έκτακτες οικονομικές ενισχύσεις προς τον ιδιωτικό τομέα λόγω πανδημίας θα συνεχιστούν και το 2022. Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών έχει ήδη εκταμιευθεί οικονομική βοήθεια 58 δις ευρώ υπό τη μορφή δανείων ή εγγυήσεων. Μετά από περίοδο χάριτος ενός έτους η αποπληρωμές θεωρητικά θα πρέπει να αρχίσουν το 2022, αλλά αυτό είναι μάλλον αδύνατον, όταν μάλιστα παρατείνεται η πανδημία και πληθαίνουν οι αιτήσεις για πρόσθετη οικονομική βοήθεια.
Προκλήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο
Η πανδημία είναι μία μόνο από τις μεταβλητές της δύσκολης εξίσωσης, που καλείται να επιλύσει ο νέος ΥΠ.ΟΙΚ. Παράλληλα πρέπει να εκκινήσει, το ταχύτερο δυνατόν, η προσπάθεια για τον οικολογικό και ψηφιακό μετασχηματισμό της γερμανικής οικονομίας. Όπως έχει επισημάνει ο ίδιος, «οι αβεβαιότητες και οι περιορισμοί της πανδημίας έχουν ακυρώσει σημαντικές επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας», αλλά «δεν επιτρέπεται να χάσουμε περισσότερο χρόνο». Γνωρίζει ο Κρίστιαν Λίντνερ ότι η υλοποίηση των απαραίτητων επενδύσεων θα πυροδοτήσει υψηλότερους δείκτες ανάπτυξης, αυξάνοντας αντιστοίχως και τα φορολογικά έσοδα. Στο ίδιο μήκος κύματος ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς έχει επισημάνει ότι «δεν έχει νόημα να κάνεις περικοπές σε περιόδους κρίσης, αντιθέτως πρέπει να διευκολύνεις την παροχή βοήθειας και τη χρηματοδότηση επενδύσεων με στόχο την έξοδο από την κρίση».
Κατόπιν όλων αυτών έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς θα τοποθετηθεί ο Κρίστιαν Λίντνερ στην επικείμενη πανευρωπαϊκή συζήτηση περί δημοσιονομικής πειθαρχίας. Πριν από τις εκλογές είχε προκαλέσει φόβους, σε πολλές χώρες της Νότιας Ευρώπης, ότι θα επιμείνει σε μία σκληρή γραμμή. Τώρα όμως, η απόφασή του να «περάσει» συμπληρωματικό προϋπολογισμό με αναδιάταξη κονδυλίων στην ίδια τη Γερμανία δημιουργεί εντελώς διαφορετικές προσδοκίες. Ήταν εμφανές αυτό στη διάρκεια της επίσκεψής του στο Παρίσι, με τον γάλλο ομόλογό του Μπρούνο Λεμέρ να τον «συγχαίρει» για την απόφαση αυτή. Άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες έχουν ήδη καταγράψει την «προειδοποίηση» του καγκελάριου Όλαφ Σολτς, αλλά και του «Πράσινου» αντικαγκελάριου Ρόμπερτ Χάμπεκ, να μην εφαρμοστεί πολιτική λιτότητας στην ΕΕ.