Δεκτή αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση του νόμου για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα. Ρύθμιση των χρεών του αιτούντος με μηνιαίες καταβολές επί πενταετία συμμέτρως καταβλητέες προς τις απαιτήσεις των πιστωτριών τραπεζών. Προσδιορισμός ποσού μηνιαίας δόσης με βάση την οικονομική κατάσταση του αιτούντος και τις αναγκαίες δαπάνες διαβίωσης αυτού και της οικογένειάς του.
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΜΕΓΑΡΩΝ
ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ-Ν.3869/2010
ΑΠΟΦΑΣΗ 91/2021
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΜΕΓΑΡΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη Γεωργία Λυμπεροπούλου, με τη σύμπραξη της γραμματέως Ελένης Παρασκευοπούλου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του τη 18η Μαΐου 2021 για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση:
ΤΟΥ ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ-ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: …, κατοίκου Ασπροπύργου-Αττικής, οδός …, με Α.Φ.Μ. …, ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου του Γεωργίας I. Κορδαλή.
ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ-ΜΕΤΕΧΟΥΣΩΝ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΚΑΘ’ ΩΝ ΠΙΣΤΩΤΡΙΩΝ, οι οποίες κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευση τους (αρ. 5 Ν. 3869/2010 και 748 παρ. 2 ΚΠολΔ) και παρίστανται ως εξής: 1) η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ EUROBANK ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον διακριτικό τίτλο «EUROBANK», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Όθωνος αρ. 8 και εκπροσωπείται νόμιμα, υπό την ιδιότητα της ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ EUROBANK ERGASIAS Α.Ε.», η οποία με τη σειρά της ετύγχανε καθολική διάδοχος λόγω απορρόφησης της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΝΕΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Τ.Ε.», η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου Δικηγόρου της Παναγιώτη Κ. Γκανιάτσου, 2) η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αμερικής αρ. 4 και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε, 3) η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Πανεπιστημίου αρ. 21-23 κι εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε και 4) η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ALPHA ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «ΑLΡΗΑ ΒΑΝΚ», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Σταδίου αρ. 40 κι εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε.
Ο αιτών ζητά να γίνει δεκτή η από 7.9.2012 και υπ’ αριθμό έκθεση κατάθεσης δικογράφου: ./10.9.2012 αίτηση του που απηύθυνε προς το Δικαστήριο τούτο, η οποία προσδιορίσθηκε να συζητηθεί για τη δικάσιμο της 7ης.5.2015, ότε και η υπόθεση εκφωνήθηκε κατά τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε. Επ’ αυτής εξεδόθη η υπ’ αριθμ. 109/14.11.2016 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, η οποία ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης και διέτασσε την επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση να προσκομιστούν από τον αιτούντα τα αναφερόμενα στο σκεπτικό της κρίσιμα έγγραφα. Κατόπιν τούτων, ο καλών-αιτών νομίμως επανέφερε προς συζήτηση την υπό κρίση υπόθεση με την από 31.8.2020 και υπ’ αριθμό έκθεση κατάθεσης δικογράφου: ./31.8.2020 κλήση του και η υπόθεση προσδιορίσθηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, οπότε αυτή εκφωνήθηκε νόμιμα κατά τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των παρασταθέντων διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα εκτίθενται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.
Το Δικαστήριο αφού άκουσε όσα αναφέρθηκαν κατά τη συζήτηση,
Σε περίπτωση επανάληψης της συζήτησης κατ’ άρθρο 254 ΚΠολΔ, η επαναλαμβανόμενη συζήτηση θεωρείται συνέχεια της προηγουμένης, με την έννοια ότι πρόκειται για δύο συνεχόμενα δικονομικά στάδια που συνθέτουν μία και μόνη συζήτηση, ένα αδιάσπαστο δικονομικό σύνολο, ως εκ τούτου εάν κάποιος παρέστη κανονικά κατά την προηγουμένη συζήτηση, κατά την οποία διατάχθηκε η επανάληψη, και δεν παρίσταται κατά την επαναλαμβανόμενη, όπως και στην αντίστροφη περίπτωση, όταν δηλαδή δεν παρέστη στην αρχική, αλλά μόνο στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση, δικάζεται κατ’ αντιμωλίαν (άρθρα 280 παρ. 1 και 4 και 741 ΚΠολΔ). Εκ του ίδιου λόγου, παρέπεται και ότι κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση δεν είναι αναγκαία η κατάθεση ιδιαίτερων εγγράφων προτάσεων, αλλά οι προτάσεις που κατατέθηκαν κατά τη συζήτηση της οποίας διατάχθηκε η επανάληψη αρκούν και ισχύουν και για την επαναλαμβανόμενη συζήτηση (ΟλΑΠ 30/1997, ΑΠ 523/2016, ΑΠ 1589/2009, ΕφΔωδ 52/2000, άπασες ΤΝΠ-NOMOS). Επισημαίνεται δε ότι η επίσπευση της επαναλαμβανόμενης συζήτησης γίνεται, κατά τις γενικές διατάξεις, με πρωτοβουλία οποιουδήποτε από τους διαδίκους, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη επίδοση της απόφασης που διέταξε την επανάληψη, αλλά με κλήση των διαδίκων στην μετ’ επανάληψη συζήτηση (βλ. Βαθρακοκοίλης «ΚΠολΔ Ερμηνευτική-Νομολογιακή Ανάλυση Κατ’ Αρθρο», τόμος Β’, 1994, σελ. 165-168).
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Όπως προκύπτει από τις υπ’ αριθμ. . ΣΤ’, . ΣΤ’ και . ΣΤ/1.9.2020 εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών …, που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως ο καλών-αιτών, πιστά αντίγραφα της από 31.8.2020 και υπ’ αριθμό έκθεση κατάθεσης δικογράφου: ./31.8.2020 κλήσης προς επανάληψη συζήτησης της υπό κρίση αίτησης για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα στις β’, γ’ και δ’ των καθ’ ων πιστωτριών (αρ. 741 και 254 ΚΠολΔ), άπασες οι οποίες, παρά και την και τότε νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση τους, δεν είχαν παρασταθεί κατά τη συζήτηση κατά την οποία διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης της ένδικης υπόθεσης, ήτοι κατά τη δικάσιμο της 7ης.5.2015. Ωστόσο οι προαναφερθείσες καθ’ ων δεν παραστάθηκαν ούτε κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση της κρινόμενης υπόθεσης κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και πρέπει να δικασθούν ερήμην, πλην όμως η συζήτηση της υπόθεσης θα προχωρήσει σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 754 ΚΠολΔ σε συνδυασμό το άρθρο 1, Β, VIII, σελ. 9 της αιτιολογικής έκθεσης του Ν.4335/2015, βλ. σχετικά και Ρήγας, Οι διαταγές και η Εκούσια Δικαιοδοσία στο νέο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (μετά το Ν.4335/2015), ΕλλΔνη 1/2016 (57), σελ. 119).
Νομίμως επαναφέρεται προς συζήτηση, με την από 31.8.2020 και υπ’ αριθμό έκθεση κατάθεσης δικογράφου: ./31.8.2020 κλήση, η από 7.9.2012 και υπ’ αριθμό έκθεση κατάθεσης δικογράφου: ./10.9.2012 κρινόμενη αίτηση, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 109/2016 μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, με την οποία διατάχθηκε επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση να προσκομιστούν από τον αιτούντα τα αναφερόμενα στο σκεπτικό της κρίσιμα έγγραφα. Στις σκέψεις και παραδοχές της υπ’ αριθμ. 109/2016 μη οριστικής απόφασης του Δικαστηρίου περί του παραδεκτού της κρινόμενης αίτησης παραπέμπει και το παρόν Δικαστήριο προς αποφυγή άσκοπων επαναλήψεων. Περαιτέρω, η υπό κρίση αίτηση είναι ορισμένη, αφού το δικόγραφο περιέχει τα κατά νόμο απαραίτητα στοιχεία για το ορισμένο αυτού, όπως αυτά προβλέπονται από το αρ. 4 παρ. 1 του Ν.3869/2010, μη ευσταθέντων κατά τα λοιπά των αντιθέτων ισχυρισμών περί αοριστίας του που προβλήθηκαν από την παριστάμενη α’ καθ’ ης πιστώτρια, καθώς και νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 8, 9 και 11 του Ν.3869/2010, και συνεπώς πρέπει να εξεταστεί παραπέρα ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, μετά την καταβολή των νομίμων τελών της συζήτησης.
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα του αιτούντος, που εξετάστηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και περιέχεται στα υπ’ αριθμ. 109/2016 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, όλων των εγγράφων, που οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται, τα οποία λαμβάνονται υπόψιν είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς κάποιο από αυτά να έχει παραλειφθεί κατά την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, έστω και αν δεν μνημονεύεται ειδικώς, από τους ισχυρισμούς των πληρεξουσίων δικηγόρων των διαδίκων, που ανέπτυξαν στο ακροατήριο και με τις έγγραφες προτάσεις τους και τις ομολογίες, που συνάγονται από αυτούς, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, καθώς και από όλη γενικά τη διαδικασία, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο αιτών, κάτοικος από το έτος 2018 Ασπροπύργου-Αττικής, ηλικίας 37 ετών (ημ. γέννησης: 22.12.1984), είναι νυμφευμένος ομοίως από το έτος 2018 με την …. Από τον ως άνω γάμο του απέκτησε ένα τέκνο, τον …, γεννηθέντα την 28η.8.2012 (ηλικίας: 3 ετών). Σημειώνεται ότι ο αιτών με την προαναφερθείσα οικογένεια του κατοικούν σε κατοικία που ανήκει στην ιδιοκτησία της συζύγου του, ενώ πριν την τέλεση του γάμου τους ο ίδιος κατοικούσε με τους γονείς του στην πατρική οικία, ιδιοκτησίας των τελευταίων, στα Μέγαρα-Αττικής.
Περαιτέρω, ο αιτών από το έτος 2008 έως σήμερα εργάζεται ως επαγγελματίας οπλίτης. Κατά τον χρόνο της επαναλαμβανόμενης συζήτησης ο ίδιος έχει πλέον τον βαθμό του λοχία και οι εργασιακές του αποδοχές, οι οποίες αποτελούν και τη μοναδική πηγή εισοδημάτων του, ανέρχονται στο ποσό των 1.139,19 € μηνιαίως (βλ. τα αναγραφόμενα ποσά στο προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως από τον αιτούντα εκκαθαριστικό του έτους 2019 αναφορικά με τα εισοδήματα αυτού, διαιρεμένα δια του 12, εξαιτίας της ιδιότητας του ως δημοσίου υπαλλήλου). Η δε σύζυγος του από το έτος 2018 και μέχρι σήμερα εργάζεται ως μισθωτή ιδιωτική υπάλληλος, αποκομίζοντας κατά τον χρόνο της μετ’ επανάληψη συζήτησης το ποσό των 386,48 € μηνιαίως (βλ. τα αναγραφόμενα ποσά στο προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως από τον αιτούντα εκκαθαριστικό του έτους 2019 αναφορικά με τα εισοδήματα της συζύγου του, διαιρεμένα δια του 14, εξαιτίας της ιδιότητας της ως ιδιωτικού υπαλλήλου). Ειδικότερα, από τη συγκριτική επισκόπηση των προσκομιζόμενων μετ’ επικλήσεως από τον αιτούντα δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος (ΕΙ) και των εκκαθαριστικών σημειωμάτων του για τα αντίστοιχα έτη προκύπτει ότι τα ετήσια καθαρά εισοδήματα του, αφαιρουμένου δηλαδή του αναλογούντος φόρου, παρουσιάζουν την εξής πορεία: το φορολογικό έτος 2002 ανέρχονταν στο ποσό των 2.183,01 €, το φορολογικό έτος 2003 ανέρχονταν στο ποσό των 10.241,27 €, το φορολογικό έτος 2004 ανέρχονταν στο ποσό των 19.260,89 €, το φορολογικό έτος 2005 ανέρχονταν στο ποσό των 13.952,31 €, το φορολογικό έτος 2006 ανέρχονταν στο ποσό των 15.567,54 €, το φορολογικό έτος 2008 ανέρχονταν στο ποσό των 13.572,42 €, το φορολογικό έτος 2009 ανέρχονταν στο ποσό των 14.493,76 €, το φορολογικό έτος 2010 ανέρχονταν στο ποσό των 16.974,2 €, το φορολογικό έτος 2011 ανέρχονταν στο ποσό των 14.942,05 €, το φορολογικό έτος 2012 ανέρχονταν στο ποσό των 15.164,91 €, το φορολογικό έτος 2013 ανέρχονταν στο ποσό των 14.082,59 €, το φορολογικό έτος 2014 ανέρχονταν στο ποσό των 14.574,06 €, το φορολογικό έτος 2015 ανέρχονταν στο ποσό των 15.094,96 €, το φορολογικό έτος 2016 ανέρχονταν στο ποσό των 14.665,74 €, το φορολογικό έτος 2017 ανέρχονταν στο ποσό των 17.992,05 €, το φορολογικό έτος 2018 ανέρχονταν στο ποσό των 18.331,26 €, προερχόμενα τα μεν 2.054,3 € από το εισόδημα της συζύγου του και τα υπόλοιπα 16.276,96 € από το δικό του εισόδημα και το φορολογικό έτος 2019 ανέρχονταν στο ποσό των 19.081,07 €, προερχόμενα τα μεν 5.410,73 € από το εισόδημα της συζύγου του και τα υπόλοιπα 13.670,34 € από το δικό του εισόδημα. Τέλος, οι αναγκαίες δαπάνες διαβίωσης του αιτούντος και της οικογένειας του εκτιμώνται από το παρόν Δικαστήριο στο ποσό των 1.200 € μηνιαίως. Σε κάθε περίπτωση επισημαίνεται ότι για τον καθορισμό του ύψους των αναγκαίων δαπανών διαβίωσης του αιτούντος και της οικογένειας του συνεκτιμάται ιδιαίτερα το γεγονός ότι οι οφειλέτες, οι οποίοι ζητούν να υπαχθούν στις ευεργετικές ρυθμίσεις του νόμου, πρέπει για το προβλεπόμενο από τον νόμο χρονικό διάστημα της ρύθμισης να περιορίζουν τις δαπάνες διαβίωσης τους μόνο στις απολύτως απαραίτητες και αναγκαίες.
Παράλληλα, στα περιουσιακά στοιχεία του αιτούντος αποδείχθηκε ότι ανήκουν: 1) κατά πλήρη κυριότητα ποσοστού 100% εξ αδιαιρέτου ένα αγροτεμάχιο, εκτάσεως 300 τ.μ., που βρίσκεται στα Μέγαρα-Αττικής, θέση «.». Η εμπορική αξία του προαναφερθέντος ακινήτου ανέρχεται κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου στο ποσό των 3.000 € και 2) κατά πλήρη κυριότητα ποσοστού 100% εξ αδιαιρέτου ένα επιβατικό αυτοκίνητο με αριθμό κυκλοφορίας IΚΚ ., η εμπορική αξία του οποίου ανέρχεται κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου στο ποσό των 3.000 €.
Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης του ο αιτών είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη, τα οποία τόσο τα ανέγγυα όσο και ενέγγυα κατά πλάσμα του νόμου, θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα, ακόμα και αν κάποια δεν είναι, υπολογίζονται δε με την τρέχουσα αξία τους κατά τον χρόνο κοινοποίησης της αίτησης, με εξαίρεση τα εμπραγμάτως ασφαλισμένα δάνεια, των οποίων ο εκτοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι τον χρόνο έκδοσης της απόφασης (αρ. 6 παρ. 3 Ν.3869/2010). Ειδικότερα ο αιτών οφείλει προς τις καθ’ ων πιστώτριες του το συνολικά ποσό των 268.838,49 € δυνάμει των κάτωθι δανειακών συμβάσεων: Α) προς την ΤΡΑΠΕΖΑ EUROBANK ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ: 1) από την υπ’ αριθμ. . σύμβαση καταναλωτικού δανείου οφείλει ως οφειλέτης το ποσό των 3.991,25 €, 2) από την υπ’ αριθμ. . σύμβαση καταναλωτικού δανείου οφείλει ως οφειλέτης το ποσό των 2.969,91 €, 3) από την υπ’ αριθμ. . σύμβαση καταναλωτικού δανείου οφείλει ως οφειλέτης το ποσό των 6.787,92 €, 4) από την υπ’ αριθμ. . σύμβαση καταναλωτικού δανείου οφείλει ως οφειλέτης το ποσό των 31.745,41 € και 5) από την υπ’ αριθμ. . σύμβαση στεγαστικού δανείου οφείλει ως οφειλέτης το ποσό των 217.048,18 € (βλ. την από 28.4.2021 κατάσταση οφειλών του αιτούντος προς την α’ καθ’ ης πιστώτρια τράπεζα, την οποία προσκομίζει μετ’ επικλήσεως η ίδια η ως άνω καθ’ ης), Β) προς την ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε. οφείλει ως οφειλέτης από την υπ’ αριθμ. . σύμβαση χορήγησης πιστωτικής κάρτας το ποσό των 991,49 € (βλ. την από 28.6.2012 αναλυτική βεβαίωση οφειλών του αιτούντος προς τη β’ καθ’ ης πιστώτρια τράπεζα, την οποία προσκομίζει μετ’ επικλήσεως ο ίδιος ο αιτών), Γ) προς την ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε. οφείλει ως οφειλέτης από την υπ’ αριθμ. . σύμβαση χορήγησης πιστωτικής κάρτας το ποσό των 1.916,5 € (βλ. την από 28.6.2012 αναλυτική βεβαίωση οφειλών του αιτούντος προς τη γ’ καθ’ ης πιστώτρια τράπεζα, την οποία προσκομίζει μετ’ επικλήσεως ο ίδιος ο αιτών) και Δ) προς την ALPHA ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε.: 1) από την υπ’ αριθμ. . σύμβαση ρύθμισης προηγούμενων οφειλών οφείλει ως οφειλέτης το ποσό των 3.060,92 € και 2) από την υπ’ αριθμ. . σύμβαση χορήγησης πιστωτικής κάρτας οφείλει ως οφειλέτης το ποσό των 326,91 € (βλ. την από 5.7.2012 κατάσταση οφειλών του αιτούντος προς τη δ’ καθ’ ης πιστώτρια τράπεζα, την οποία προσκομίζει μετ’ επικλήσεως ο ίδιος ο αιτών).
Ο αιτών έλαβε τα υπό κρίση δανειακά προϊόντα το έτος 2006 προκειμένου να καλύψει αφενός μεν προσωπικές του ανάγκες που ανέκυψαν λόγω των επαγγελματικών του υποχρεώσεων ως οπλίτη, αφετέρου δε οικονομικές ανάγκες της ατομικής επιχείρησης (ψητοπωλείο) που διατηρούσε ο πατέρας του και στην οποία εργαζόταν και ο ίδιος. Ειδικότερα το υπό στοιχεία Α5 στεγαστικό δάνειο που έλαβε από την α’ καθ’ ης πιστώτρια τη 17η.3.2006 και το οποίο αποτελεί σε ποσοστό το 80,7% του συνόλου των ενδίκων οφειλών του, τελούσε υπό την εγγύηση του πατρός του αλλά και της γιαγιάς του, . και … αντίστοιχα, οι οποίοι και συνέδραμαν τον αιτούντα στην αποπληρωμή των δόσεων για την εξυπηρέτηση του. Πράγματι ο αιτών ήταν απολύτως συνεπής στην εξυπηρέτηση του προαναφερθέντος χρέους του μέχρι και τα τέλη του έτος 2011, ήτοι για πέντε σχεδόν έτη (βλ. τα αναγραφόμενα στο αντίγραφο της υπ’ αριθμ. ./2013 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως ο ίδιος ο αιτών). Ως εκ τούτου, η ένσταση περί δόλιας περιέλευσης του αιτούντος σε αδυναμία πληρωμής, την οποία παραδεκτώς και νομίμως προέβαλε η α’ καθ’ ης πιστώτρια είναι απορριπτέα ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη. Ωστόσο από το έτος 2012 και εντεύθεν ο αιτών, λόγω της μείωσης των εισοδημάτων των ανωτέρω συγγενών του που τον συνέδραμαν οικονομικά εξαιτίας της εν γένει οικονομικής κρίσης που πλήττει την χώρα αλλά και της αύξησης των δαπανών διαβίωσης του ιδίου μετά και τον γάμο του και την έλευση του τέκνου του, αδυνατεί να ανταποκριθεί στις ανωτέρω δανειακές της υποχρεώσεις. Η οικονομική δε κατάσταση του δεν αναμένεται να βελτιωθεί στο άμεσο μέλλον, λόγω της γενικότερης οικονομικής ύφεσης που εξακολουθεί να πλήττει την χώρα, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι και τόσο ο ίδιος ο αιτών όσο και η σύζυγος του ήδη εργάζονται υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης.
Υπό τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, αποδεικνύεται ότι ο αιτών, ο οποίος δεν έχει πτωχευτική ικανότητα, έχει περιέλθει χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του και συνεπώς συντρέχουν στο πρόσωπο του οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στις ευνοϊκές ρυθμίσεις του Ν.3869/2010 και ειδικότερα του αρ. 8 παρ. 2 αυτού, προκειμένου να ρυθμιστούν οι οφειλές του. Όσον αφορά δε στη στην προαναφερόμενη περιουσία του αιτούντος, κινητή και ακίνητη, αυτή κρίνεται απρόσφορη προς εκποίηση, διότι ενόψει της χαμηλής εμπορικής αξίας της, η προσφορά της προς εκποίηση δεν θα προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον λόγω της υφιστάμενης οικονομικής κρίσης που πλήττει την τελευταία δεκαετία ολόκληρη την χώρα, και επομένως δεν θα αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση των καθ’ ων πιστωτριών του αιτούντος, λαμβανομένων υπόψη και των εξόδων της διαδικασίας εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσίευσης κ.λπ.).
Πιο συγκεκριμένα, η ρύθμιση των χρεών του αιτούντος θα γίνει με μηνιαίες καταβολές κατά το α’ δεκαήμερο εκάστου μήνα απευθείας στις καθ’ ων πιστώτριες τράπεζες επί πέντε χρόνια (ήτοι 60 μήνες), που θα αρχίζουν από τον επόμενο μήνα από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, ήτοι από τον μήνα Αύγουστο του έτους 2021. Όσον αφορά στο ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη την ως άνω αναλυτικά εκτιθέμενη οικονομική κατάσταση του αιτούντος αλλά και τις αναγκαίες δαπάνες διαβίωσης αυτού και της οικογένειας του εκτιμά ότι το προς διάθεση στις καθ’ ων πιστώτριες του ποσό, το οποίο βρίσκεται μέσα στις οικονομικές του δυνατότητες, πρέπει να οριστεί στο ποσό των 300 € μηνιαίως, συμμέτρως διανεμόμενο προς τις απαιτήσεις αυτών. Ειδικότερα, το ποσό που αναλογεί σε καθεμία από τις ως άνω πιστώτριες προκύπτει από το κλάσμα με αριθμητή το ποσό της μηνιαίας δόσης του αιτούντος (ύψους € 300), πολλαπλασιαζόμενο με το ύψος του συνόλου των απαιτήσεων εκάστης πιστώτριας και παρονομαστή το σύνολο των απαιτήσεων των καθ’ ων (ύψους € 268.838,49). Συγκεκριμένα ο αιτών, βάσει των ανωτέρω, πρέπει να καταβάλλει μηνιαίως: προς την α’ μετέχουσα στη δίκη πιστώτρια τράπεζα EUROBANK ανώνυμη εταιρεία το ποσό των 292,97 €, προς τη β’ μετέχουσα στη δίκη πιστώτρια τράπεζα Πειραιώς Α.Ε. το ποσό των 1,11 €, προς τη γ’ μετέχουσα στη δίκη πιστώτρια Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. το ποσό των 2,14 € και προς τη δ’ μετέχουσα στη δίκη πιστώτρια ALPHA Τράπεζα Α.Ε. το ποσό των 3,78 €. Συνολικά, επομένως, μετά την ολοκλήρωση των καταβολών αυτών στο τέλος της πενταετίας ο αιτών θα έχει καταβάλει έναντι του συνόλου των οφειλών του στις καθ’ ων πιστώτριες το ποσό των 18.000 €(€300 Χ 60 μήνες) και θα απομένει υπόλοιπο 250.838,49 €(€268.838,49-18.000). Το υπόλοιπο των απαιτήσεων των ως άνω καθ’ ων πιστωτριών που θα παραμείνει ανεξόφλητο μετά τις ανωτέρω καταβολές, δεν θα καταστεί εφικτό να ικανοποιηθεί, καθόσον δεν δύναται εκ του νόμου να επιβληθεί άλλη υποχρέωση στον αιτούντα.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση ως βάσιμη και στην ουσία της και να ρυθμιστούν τα χρέη του αιτούντος με σκοπό την απαλλαγή του από αυτά με την τήρηση των όρων της ρύθμισης, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.6 Ν.3869/2010. Τέλος, παράβολο ερημοδικίας δεν ορίζεται γιατί η απόφαση δεν υπόκειται σε ανακοπή ερημοδικίας σύμφωνα με το αρ. 14 του Ν.3869/2010.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην των β’, γ’ και δ’ των καθ’ ων και κατ’ αντιμωλίαν των λοιπών διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη του αιτούντος με μηνιαίες καταβολές προς τις καθ’ ων πιστώτριες του, συμμέτρως καταβλητέες προς τις απαιτήσεις αυτών, ποσού τριακοσίων ευρώ εκάστη (€300), οι οποίες θα ξεκινήσουν από τον μήνα Αύγουστο του έτους 2021, θα έχουν διάρκεια εξήντα μηνών (60 μηνιαίες δόσεις) και θα πραγματοποιούνται εντός του πρώτου δεκαημέρου εκάστου μηνός, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο σκεπτικό της παρούσας.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στα Μέγαρα και στο ακροατήριο του την 7η/7/2021, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ