Περίπου 1,8 εκατομμύρια θάνατοι και σχεδόν δύο εκατομμύρια περιπτώσεις άσθματος αποδίδονται στη ρύπανση του αέρα το 2019 παγκοσμίως, σύμφωνα με δύο μελέτες που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «The Lancet Planetary Health».
Οι μελέτες, που δημοσιεύθηκαν την Πέμπτη (6 Ιανουαρίου), υπογραμμίζουν και οι δύο τη «συνεχιζόμενη ανάγκη» για στρατηγικές βελτίωσης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και μείωσης της έκθεσης σε επιβλαβείς εκπομπές. Οι πιο ευάλωτοι είναι οι ηλικιωμένοι και τα παιδιά.
Μία από τις μελέτες διαπίστωσε μάλιστα ότι 2,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι – περίπου δηλαδή το 86% των ανθρώπων που ζουν σε αστικές περιοχές παγκοσμίως – εκτίθενται σε ανθυγιεινά επίπεδα αιωρούμενων σωματιδίων. Ως αποτέλεσμα αυτού ήταν να καταγραφούν 1,8 εκατομμύρια θάνατοι στις πόλεις παγκοσμίως το 2019.
Μια άλλη μελέτη διαπίστωσε ότι σχεδόν 2 εκατομμύρια κρούσματα άσθματος σε παιδιά σε όλο τον κόσμο συνδέονται με την ατμοσφαιρική ρύπανση από διοξείδιο του αζώτου (NO2), με δύο στα τρία να βρίσκονται στις πόλεις.
Τα ευρήματα αυτά έρχονται την ώρα που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ετοιμάζει νομοθετική πρόταση για την αναθεώρηση των προτύπων ποιότητας του αέρα της ΕΕ, ώστε να ευθυγραμμιστούν περισσότερο με τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).
Η πρωτοβουλία θα αποτελέσει μέρος της εμβληματικής περιβαλλοντικής πολιτικής της ΕΕ, της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, η οποία προγραμματίζεται να εγκριθεί το δεύτερο εξάμηνο του 2022.
Τα πρότυπα ποιότητας του αέρα της ΕΕ αποτυγχάνουν αυτή τη στιγμή να ευθυγραμμιστούν με τις συστάσεις του ΠΟΥ, καθώς ακόμη δεν μπορούν να ακολουθηθούν από ορισμένα κράτη μέλη.
Για το διοξείδιο του αζώτου (ΝΟ2), η οριακή τιμή για τις μέσες ετήσιες συγκεντρώσεις είναι 40 μg/m3 – ένα επίπεδο που υπερβαίνεται διαρκώς σε αρκετές αστικές περιοχές των κρατών μελών. Εξαιτίας αυτού, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ανοικτές 14 διαδικασίες επί παραβάσει κατά 13 κρατών μελών και του Ηνωμένου Βασιλείου.
Μεταξύ 1990 και 2019, ο αριθμός των πρόωρων θανάτων που οφείλονται στην ατμοσφαιρική ρύπανση στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μειώθηκε από περίπου 1 εκατομμύριο ετησίως σε περίπου 350.000 ετησίως.
Θανατηφόρα μικροσωματίδια
Τα αιωρούμενα σωματίδια (PM) είναι ένας κοινός αντιπροσωπευτικός δείκτης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, που αποτελείται από θειικά, νιτρικά, αμμωνία, μαύρο άνθρακα και άλλα μέταλλα.
Η πρώτη μελέτη επικεντρώθηκε σε σωματίδια με διάμετρο 2,5 μικρά ή μικρότερη (≤PM2.5), καθώς τα μικρότερα σωματίδια ενέχουν αυξημένους κινδύνους για την υγεία. Λόγω του μεγέθους τους, μπορούν να διαπεράσουν τον πνευμονικό φραγμό και να εισέλθουν στο σύστημα του αίματος, αυξάνοντας τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών και αναπνευστικών παθήσεων και καρκίνου του πνεύμονα.
Ο ΠΟΥ ενημέρωσε ότι «υπάρχει στενή, ποσοτική σχέση μεταξύ της έκθεσης σε υψηλές συγκεντρώσεις μικρών σωματιδίων και της αυξημένης θνησιμότητας ή νοσηρότητας, τόσο καθημερινά όσο και με την πάροδο του χρόνου».
Οι άνθρωποι στις πόλεις αναπνέουν καθημερινά ανθυγιεινές ποσότητες σωματιδίων. «Η πλειονότητα του παγκόσμιου αστικού πληθυσμού εξακολουθεί να ζει σε περιοχές με ανθυγιεινά επίπεδα PM2,5», δήλωσε η Veronica Southerland του Πανεπιστημίου George Washington και επικεφαλής συντάκτης της μελέτης.
Τα όρια των κατευθυντήριων οδηγιών του ΠΟΥ αποσκοπούν στην επίτευξη των χαμηλότερων δυνατών συγκεντρώσεων σωματιδίων, με τον ετήσιο μέσο όρο των PM2,5 να ορίζεται στα πέντε μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο. Όμως η νέα μελέτη διαπίστωσε ότι η μέση συγκέντρωση PM2.5 σε 13.000 πόλεις παγκοσμίως είναι επτά φορές υψηλότερη – δηλαδή 35 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο το 2019, χωρίς καμία μεταβολή από το 2000.
Η ρύπανση μειώνεται στην ΕΕ
Αν και οι παγκόσμιες μέσες αστικές συγκεντρώσεις PM2.5 ήταν σταθερές σε όλη την έρευνα, στην ευρωπαϊκή περιοχή παρατηρήθηκε μείωση τις τελευταίες δύο δεκαετίες.
Η οδηγία της ΕΕ για τα εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών (ΕΑΟΕ) που εγκρίθηκε τον Δεκέμβριο του 2016 έχει θέσει αυστηρότερα όρια για τους πέντε κύριους ρύπους στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένων των PM2.5 και NO2.
Η οδηγία, πιο συγκεκριμένα, έχει θέσει ως στόχο τη μείωση των PM2,5 κατά 49% και των οξειδίων του αζώτου κατά 63% μεταξύ 2005 και 2030. Ο στόχος επιδιώκει να φέρει την ποιότητα του αέρα σε ευθυγράμμιση με τις κατευθυντήριες γραμμές που δημοσιεύει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.
Ωστόσο, είναι μακρύς ο δρόμος για τις θετικές επιπτώσεις στην υγεία από τον καθαρότερο αέρα. «Η αποφυγή μεγαλύτερης επιβάρυνσης της δημόσιας υγείας από την ατμοσφαιρική ρύπανση απαιτεί στρατηγικές που όχι μόνο θα μειώνουν τις εκπομπές, αλλά και θα βελτιώνουν τη συνολική δημόσια υγεία για τη μείωση της ευπάθειας», δήλωσε ο Southerland.
Η δεύτερη μελέτη του περιοδικού «Lancet» αποκάλυψε ότι οι συγκεντρώσεις NO2 παρουσιάζουν επίσης πτωτική τάση στην Ευρώπη – ωστόσο, οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι πρέπει να γίνουν περισσότερα για την προστασία της αναπνευστικής υγείας των παιδιών.
«Ακόμη και με αυτές τις βελτιώσεις, τα σημερινά επίπεδα διοξειδίου του αζώτου (ΝΟ2) συμβάλλουν εξίσου σημαντικά στην εμφάνιση παιδικού άσθματος, υπογραμμίζοντας ότι ο μετριασμός της ατμοσφαιρικής ρύπανσης πρέπει να αποτελεί κεντρική προτεραιότητα των εθνικών στρατηγικών για τη δημόσια υγεία των παιδιών», δήλωσε η Susan Anenberg του Πανεπιστημίου George Washington και συν-συγγραφέας της δεύτερης μελέτης.
Το άσθμα πλήττει 30 εκατομμύρια Ευρωπαίους και το ένα τέταρτο των παιδιών στην Ευρώπη, κάτι που εγείρει προκλήσεις για την υγεία αλλά και την οικονομία. Το συνολικό κόστος του άσθματος στην Ευρώπη ανέρχεται σε 17,7 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, ενώ η απώλεια παραγωγικότητας λόγω του ανεπαρκούς ελέγχου του άσθματος από τους ασθενείς εκτιμάται σε 9,8 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Συνολικά, η μελέτη αποκάλυψε ότι το 2019 υπήρχαν 1,85 εκατομμύρια νέα περιστατικά παιδικού άσθματος που σχετίζονται με το διοξείδιο του αζώτου. Περίπου δύο στα τρία από αυτά τα περιστατικά παιδιατρικού άσθματος που αποδίδονται στο NO2 σημειώθηκαν στις πόλεις που εξετάστηκαν στη μελέτη.
«Τα αποτελέσματά μας καταδεικνύουν τη σημαντική επίδραση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην υγεία των παιδιών στις πόλεις σε παγκόσμιο επίπεδο», δήλωσε ο Anenberg.