Παράγωγος τρόπος κτήσης κυριότητας ακινήτου με καθολική διαδοχή από διαθήκη ή εξ αδιαθέτου. Κτήση κυριότητας ακινήτου με τακτική ή έκτακτη χρησικτησία. Πότε ο κατά της διεκδικητικής αγωγής ακινήτου προβαλλόμενος από τον εναγόμενο ισχυρισμός ότι απέκτησε αυτός την κυριότητα του επιδίκου με τακτική ή έκτακτη χρησικτησία αποτελεί ένσταση και πότε άρνηση της αγωγής. Στοιχεία ορισμένου της διεκδικητικής αγωγής. Δεν είναι απαραίτητο να αναφέρονται οι όμοροι ιδιοκτήτες, οι πλευρικές διαστάσεις, το σχήμα και ο ακριβής προσανατολισμός του ακινήτου. Μεταβιβαστικό αποτέλεσμα έφεσης. Εξέταση της έφεσης. Το εφετείο δεν κωλύεται να διατάξει χωρίς να εξαφανίσει την εκκαλούμενη απόφαση νέες ή συμπληρωματικές αποδείξεις. Πραγματογνωμοσύνη. Αν κάποιος από τους διαδίκους ζητήσει τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης και το δικαστήριο κρίνει ότι χρειάζονται όχι απλώς ειδικές αλλά ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης ή τέχνης οφείλει να διορίσει πραγματογνώμονα. Διαταγή της επανάληψης της επ’ ακροατηρίω συζητήσεως.
Αριθμός απόφασης 87/2019
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή, Ευμορφίλη Παπαδοπούλου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο Εφετών και από τη Γραμματέα Αφροδίτη Γεωργίου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στην Πάτρα την 1η 2018 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) α. …, κατοίκου Πεύκης Αττικής, οδός …. β. .. αμφοτέρων με την ιδιότητα τους ως συνασκούντων τη γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου τους … γεννηθείσας στις 4.7.2001, 2) …, γεννηθέντος στις 14.2.1997, ο οποίος ενηλικιώθηκε στις 14.2.2015 και παρίσταται ιδίω ονόματι, κατοίκων απάντων ομοίως ως άνω, οι οποίοι συνεχίζουν την δίκη ως μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της αποβιώσασας στις 26.10.2013, στην Αθήνα, κατοίκου εν ζωή Αμαρουσίου Αττικής (…), αρχικής εφεσίβλητου …, θυγατέρας …, οι οποίοι παραστάθηκαν στο Δικαστήριο δια του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Λάμπρου Θεοτοκάτου.
ΤΩΝ ΚΑΘΏΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1. … και 2. …, κατοίκων Βασιλοπουλάτων Πυλάρου Κεφαλληνίας, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεράσιμο Θεοδωράτο, βάσει δηλώσεως του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Η ενάγουσα, …, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας την από 16.12.2008 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./19.12.2008 αγωγή της, απευθυνόμενη κατά των εναγομένων και ήδη εκκαλούντων, με την οποία ζήτησε όσα αναφέρονται σ’ αυτήν. Επί της άνω αγωγής εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία και αντιμωλία των διαδίκων, η υπ’ αριθμ. 53/2011 οριστική απόφαση του ανωτέρω δικαστηρίου, που την έκανε δεκτή. Την ανωτέρω απόφαση εκκάλεσαν οι εναγόμενοι με την από 16.10.2011 έφεση τους, που κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./18.10.2011 και προσδιορίσθηκε, με επιμέλεια της εφεσίβλητης, με τη με αριθμό ./5.12.2011 πράξη της γραμματέα του παρόντος Δικαστηρίου, για να δικασθεί κατά την δικάσιμο της 9ης.1.2014, οπότε συζητήθηκε η υπόθεση και εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 76/2014 μη οριστική απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, με την οποία κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης. Ήδη με την από 31.7.2014 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./19.11.2014 κλήση των καλούντων 1. …, κατοίκου Πεύκης Αττικής, οδός …, 2. …, αμφοτέρων με την ιδιότητα τους ως συνασκούντων τη γονική μέριμνα των ανηλίκων τέκνων τους: α) …, γεννηθέντος στις 14.2.1997, ο οποίος ήδη ενηλικιώθηκε και παρίσταται ιδίω ονόματι και β) … γεννηθείσας στις 4.7.2001, οι οποίοι συνεχίζουν την δίκη ως μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της αποβιώσασας στις 26.10.2013, αρχικής εφεσίβλητου … θυγατέρας …, επαναφέρεται προς συζήτηση η ως άνω έφεση, η συζήτηση της οποίας ορίσθηκε αρχικά για την δικάσιμο της 12.5.2016 και μετά από αναβολή για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (1.3.2018), κατά την οποία συζητήθηκε η υπόθεση.
Κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω και ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εκκαλούντων είχε καταθέσει προηγουμένως δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠοΑΔ με την οποία δήλωσε ότι επιθυμεί η συζήτηση της υποθέσεως να γίνει χωρίς να παραστεί στο ακροατήριο, ενώ επίσης προκατέθεσε προτάσεις, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος των εφεσίβλητων ζήτησε να γίνουν δεκτές οι προτάσεις που κατέθεσε.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Νόμιμα φέρεται προς συζήτηση, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, με την από 31.7.2014 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./19.11.2014 κλήση των εξ αδιαθέτου κληρονόμων της αρχικής εφεσίβλητης, η από 16.10.2011 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 69/18.10.2011 έφεση, κατά της υπ’ αριθμ. 53/2011 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, μετά την έκδοση της υπ’ αριθμ. 76/2014 μη οριστικής αποφάσεως αυτού του Δικαστηρίου με την οποία κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης λόγω μη προσκομιδής από τον υπόχρεο σε καταβολή του ΕΝΦΙΑ του πιστοποιητικού του άρθρου 1 του Ν. 4223/2013. Ήδη δε, οι εφεσίβλητοι προσκομίζουν το από 17.1.2018 πιστοποιητικό του άρθρου 54Α του Ν. 4174/2013, της Δ.Ο.Υ. Αμαρουσίου.
Η αρχική εφεσίβλητη …, όπως προκύπτει από το απόσπασμα της υπ’ αριθμ. 10/02/2013 ληξιαρχικής πράξης θανάτου, της Ληξιάρχου του Ληξιαρχείου της Δ.Ε. Πυλαρέων του Δήμου Κεφαλονιάς, απεβίωσε στις 26.10.2013, δηλαδή μετά την άσκηση της ένδικης έφεσης, και κληρονομήθηκε κατά την εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή (βλ. τα προσκομιζόμενα υπ’ αριθμ. ./2013 πιστοποιητικό της γραμματέα του Ειρηνοδικείου Αμαρουσίου και υπ’ αριθμ. ./23.12.2013 πιστοποιητικό της γραμματέα του Ειρηνοδικείου Αθηνών, περί μη δημοσιεύσεως διαθήκης της ανωτέρω αποβιώσασας), α) από το σύζυγο της … και τα τέκνα της β) … και γ) …, οι οποία αποποιήθηκαν την επαχθείσα σε αυτούς κληρονομιά της συζύγου και μητρός τους (βλ. προσκομιζόμενα υπ’ αριθμ. πρωτ. ./2013 πιστοποιητικό πλησιέστερων συγγενών, του Δήμου Κεφαλληνίας και υπ’ αριθμ. ./2013, ./2013 και ./2013 εκθέσεις καταχωρήσεως δηλώσεως αποποιήσεως κληρονομιάς, της γραμματέα του Ειρηνοδικείου Αμαρουσίου). Εξάλλου, όπως προκύπτει από το υπ’ αριθμ. ._πρωτ. ./20.12.2013 πιστοποιητικό του Δήμου Κεφαλλονιάς, ο υιός της αποβιώσασας … δεν έχει τέκνα και είναι άγαμος, ενώ επίσης από το υπ’αριθμ. πρωτ. ./24.12.2013 πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, του Δήμου Λυκόβρυσης – Πεύκης του Νομού Αττικής, προκύπτει ότι η οικογένεια του έτερου υιού της αποβιώσασας … αποτελείται από τον ίδιο, τη σύζυγο του … και τα δύο τέκνα τους, …, γεννηθέντα στις 14.2.1997 και … του …, γεννηθείσα στις 4.7.2001. Επομένως, οι 1. … και 2. …, αμφότεροι με την ιδιότητα τους ως συνασκούντων τη γονική μέριμνα των ανηλίκων τέκνων τους α) …, γεννηθέντος στις 14.2.1997 και β) … γεννηθείσας στις 4.7.2001, νομίμως δήλωσαν, δια του πληρεξουσίου τους δικηγόρου, στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου, κατά τη συζήτηση της ένδικης έφεσης, στη δικάσιμο της 9ης.1.2014, μετά την οποία εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 76/2014 μη οριστική απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, την λόγω του θανάτου της αρχικής εφεσίβλητης βίαιη διακοπή της δίκης και την εκούσια επανάληψη της από τα ως άνω εκπροσωπούμενα από αυτούς ανήλικα τέκνα τους, με την, μη αμφισβητούμενη, ιδιότητα τους ως μόνων εξ αδιαθέτου κληρονόμων της (βλ. τα ταυτάριθμα με την υπ’αριθμ. ./2014 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού του Δικαστηρίου). Εξάλλου, ο εφεσίβλητος …, γεννηθείς στις 14.2.1997 ενηλικιώθηκε και κατέστη ικανός να είναι διάδικος και να παρίσταται στο δικαστήριο με το δικό του όνομα, με τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας, ήτοι από 14.2.2015. Επομένως νομίμως, κατά την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (1.3.2018), ο πληρεξούσιος δικηγόρος του, με προφορική δήλωση του που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά, δήλωσε ότι ο διάδικος αυτός ενηλικιώθηκε και συνεχίζει την παρούσα κατ’ έφεση δίκη ατομικά και στο δικό του όνομα. Συνεπώς, νομίμως συνεχίζεται η βιαίως διακοπείσα δίκη από τους α) … και β) … και …, ως συνασκούντων τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας τους …, οι οποίοι και υπεισέρχονται στη θέση της αποβιώσασας αρχικής εφεσίβλητης.
Η κρινόμενη, από 16.10.2011 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./18.10.2011, έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 53/2011 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία και αντιμωλία των διαδίκων, έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1 και 2, 511, 513, 516 παρ. 1, 517 εδ. α’ και 518 τταρ. 1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε στον πληρεξούσιο δικηγόρο των εκκαλούντων …, που παραστάθηκε στην πρωτοβάθμια δίκη, στις 28.9.2011 (βλ. την υπ αριθμ. ./28.9.2011 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας …) και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 18.10.2011 (βλ. την συνημμένη στο δικόγραφο της υπό κρίση έφεσης υπ’ αριθμ. ./18.10.2011 έκθεση καταθέσεως της εφέσεως που συνέταξε η αρμόδια γραμματέας του Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας). Επομένως η έφεση, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), κατά την αυτή ως άνω τακτική διαδικασία.
I) Σύμφωνα με το άρθρο 1033 ΑΚ, για τη μεταβίβαση κυριότητας ακινήτου, απαιτείται συμφωνία μεταξύ του κυρίου και εκείνου που την αποκτά, ότι μετατίθεται σ’ αυτόν η κυριότητα για κάποια νόμιμη αιτία. Η συμφωνία γίνεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο, που υποβάλλεται σε μεταγραφή. Για τη μεταβίβαση με τον παράγωγο αυτό τρόπο της κυριότητας ακινήτου, αποτελεί προϋπόθεση το να ήταν κύριος εκείνος που συμφώνησε τη μεταβίβαση της. Παράγωγο τρόπο μεταβιβάσεως της κυριότητας του ακινήτου, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 1710, 1846, 1193, 1195, 1198 και 1199 ΑΚ, αποτελεί και η καθολική διαδοχή από διαθήκη ή εξ αδιαθέτου, εφόσον ο κληρονομούμενος ήταν κύριος του ακινήτου, κατά το χρόνο του θανάτου του και ο κληρονόμος αποδέχθηκε την επαχθείσα σ’ αυτόν κληρονομιά, με συμβολαιογραφικό έγγραφο, το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα, στα οικεία βιβλία μεταγραφών, κατά δε το άρθρο 1199 του ιδίου κώδικα, με την κατά το άρθρο 1193 μεταγραφή, η κυριότητα θεωρείται ότι περιήλθε στον κληρονόμο από το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου (ΑΠ 20/2017 Δημοσίευση Νόμος). Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 974, 1041, 1042, 1045 και 1051 του ΑΚ, συνάγεται ότι για την κτήση κυριότητας ακινήτου με τακτική μεν χρησικτησία απαιτείται άσκηση νομής με καλή πίστη και νόμιμο τίτλο για μία δεκαετία, με έκτακτη δε χρησικτησία άσκηση νομής επί συνεχή εικοσαετία, με δυνατότητα του νομέα να συνυπολογίσει το δικό του χρόνο χρησικτησίας στο χρόνο χρησικτησίας του δικαιοπαρόχου του. Ασκηση νομής αποτελούν, όταν πρόκειται για ακίνητα, οι υλικές και εμφανείς πάνω σ’ αυτά πράξεις, με τις οποίες φανερώνεται η βούληση του νομέα να έχει το πράγμα για δικό του, τέτοιες δε πράξεις, μεταξύ άλλων, είναι η εποπτεία, η επίβλεψη, η καλλιέργεια, η δενδροφύτευση, η φύλαξη, η οριοθέτηση και εφόσον πρόκειται για κληρονομιαίο ακίνητο η αποδοχή της κληρονομιάς και η μεταγραφή της, καθώς και η καταβολή του οικείου φόρου, χωρίς να απαιτείται και ο ημερολογιακός προσδιορισμός των επί μέρους πράξεων μέσα στο χρόνο της χρησικτησίας. Οι αφανείς πράξεις της συντάξεως τοπογραφικών διαγραμμάτων, εγγραφής προσημειώσεων, υποθηκών και κατασχέσεων, εφόσον δεν συνδυάζονται με εμφανείς υλικές πράξεις δεν συνιστούν πράξεις νομής (ΑΠ 240/2017 Δημοσίευση Νόμος).
Επιπλέον από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1033, 1041 επομ. ΑΚ και 262 ΚΠολΔ συνάγεται ότι ο κατά της διεκδικητικής αγωγής ακινήτου προβαλλόμενος από τον εναγόμενο ισχυρισμός ότι απέκτησε αυτός την κυριότητα του επιδίκου με τακτική ή έκτακτη χρησικτησία, αποτελεί ένσταση μεν αν η αγωγή στηρίζεται σε άλλον, παράγωγο ενδεχομένως, τρόπο -κτήσης της κυριότητας ή και σε πρωτότυπο, εφόσον όμως τα περιστατικά, που προτείνονται και, αληθή υποτιθέμενα, προσπορίζουν στον προτείνοντα κυριότητα και είναι μεταγενέστερα αυτών της αγωγής, ή ο χρόνος της νομής που περιέχεται σ αυτά είναι επαρκής για τη συμπλήρωση διπλής χρησικτησίας, άρνηση δε της αγωγής αν τα περιστατικά αυτά συμπίπτουν ή είναι προγενέστερα εκείνων, που περιέχονται στην αγωγή (ΑΠ 718/2010, ΑΠ 1589/2008, Εφθεσ 528/2014 όλες Δημοσίευση Νόμος). Τέλος Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1094 ΑΚ, 118, 216 παρ.1 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι αναγκαία στοιχεία για την πληρότητα και το ορισμένο της διεκδικητικής αγωγής κυριότητας ακινήτου, είναι, εκτός των άλλων: α) η κυριότητα του ενάγοντος στο επίδικο ακίνητο, η οποία, εφόσον αποκτήθηκε με παράγωγο τρόπο και δη με σύμβαση (1033 ΑΚ), θα πρέπει να εκτίθεται στην αγωγή ότι η κυριότητα του επίδικου ακινήτου μεταβιβάστηκε σε αυτόν για ορισμένη αιτία με συμβολαιογραφικό έγγραφο, το οποίο μεταγράφηκε νομίμως, δίχως να απαιτείται μνεία του τόμου μεταγραφής, καθώς και ότι ο δικαιοπάροχος του ήταν κύριος μεταβιβασθέντος ακινήτου, χωρίς να είναι αναγκαία και η αναφορά στο όνομα του τελευταίου. Επίσης, ο τρόπος κτήσης κυριότητας από το δικαιοπάροχο δεν είναι απαραίτητο στοιχείο της αγωγής, εκτός αν ο εναγόμενος αμφισβητήσει την κυριότητα του τελευταίου, οπότε ο ενάγων μπορεί να συμπληρώσει με τις προτάσεις του τον τρόπο κτήσης κυριότητας του δικαιοπαρόχου του, με αναγωγή έως την πρωτότυπη κτήση β) η κατάληψη του επιδίκου ακινήτου από τον εναγόμενο, ο οποίος το νέμεται και το κατέχει κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής, γ) ο -ακριβής-προσδιορισμός του ακινήτου, κατά θέση, όρια, είδος και έκταση, ώστε να μην υπάρχει αμφιβολία ως προς την ταυτότητα του, αν δε φέρεται ως τμήμα μεγαλύτερου ακινήτου, θα πρέπει να εκτίθεται η θέση του μέσα σε αυτό και τα όριά του. Δεν είναι απαραίτητο να αναφέρονται οι όμοροι ιδιοκτήτες, οι πλευρικές διαστάσεις, το σχήμα και ο ακριβής προσανατολισμός του ακινήτου (ΑΠ 1014/2014 Δημοσίευση Νόμος). Τα στοιχεία αυτά, πλην της νομής ή κατοχής του πράγματος από τον εναγόμενο, απαιτούνται και για την πληρότητα της αναγνωριστικής κυριότητος αγωγής (ΑΠ 2065/2009, ΑΠ 1731/2009, ΑΠ 1639/2009, ΑΠ 967/2007 όλες Δημοσίευση Νόμος). Εξάλλου, η ποσοτική αοριστία του δικογράφου της αγωγής υπάρχει, αν ο ενάγων δεν αναφέρει στην αγωγή με πληρότητα τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποτελούν προϋπόθεση εφαρμογής του κανόνα δικαίου, στον οποίο στηρίζεται το αίτημα της αγωγής (ΑΠ 1014/2014 Δημοσίευση Νόμος).
II) Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 522, 532, 533 και 535 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει, ότι η υπόθεση ενώπιον του Εφετείου, στο οποίο αυτή μεταβιβάζεται με την άσκηση της εφέσεως κατά τα όρια που καθορίζονται από αυτήν (έφεση) και τους προσθέτους λόγους της, διέρχεται τρία στάδια κατά τα οποία εξετάζονται: α) το παραδεκτό της εφέσεως (άρθρο 532 παρ. 1 ΚΠολΔ), β) το παραδεκτό εκάστου λόγου και γ) το βάσιμο (νομικό και ουσιαστικό) των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ). Το βάσιμο ή μη των λόγων της εφέσεως κρίνεται από την εκτίμηση του όλου αποδεικτικού υλικού που προσκομίστηκε στο Εφετείο, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και εκείνο που για πρώτη φορά προσκομίζεται στην κατ’ έφεση δίκη κατά τους ορισμούς του άρθρου 529 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ. Το Εφετείο, όμως, δεν κωλύεται, εφόσον στο νόμο δεν ορίζεται το αντίθετο, για την, κατά την κρίση του, ολοκλήρωση της ερευνάς του σε σχέση με τη βασιμότητα των λόγων της εφέσεως και την καλύτερη διάγνωση της διαφοράς, να διατάξει, χωρίς να εξαφανίσει την εκκαλούμενη απόφαση, νέες ή συμπληρωματικές αποδείξεις, με τα αποδεικτικά μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 339 ΚΠολΔ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η πραγματογνωμοσύνη, ούτως ώστε, μετά τη συνεκτίμηση των αποδείξεων αυτών που θα διεξαχθούν και εκείνων που η εκκαλούμενη εκτίμησε, να κρίνει αν είναι εσφαλμένη η απόφαση που προσβλήθηκε με την έφεση και σε καταφατική περίπτωση να αποφανθεί για τη βασιμότητα του λόγου εφέσεως και εκ τούτου, κατά την επιταγή πλέον του νόμου (άρθρο 535 παρ. 1), να εξαφανίσει τότε την απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, καθόσον, κατά την ορθή έννοια της διατάξεως αυτής, προϋπόθεση της εξαφανίσεως είναι η προηγούμενη διάγνωση από το εφετείο της βασιμότητας του λόγου εφέσεως, πράγμα το οποίο επιτυγχάνεται κυριαρχικώς από το Εφετείο, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα (ΟλΑΠ 1285/1982 Δημοσίευση Νόμος). Η κρίση δηλαδή του εφετείου για την ανάγκη νέων ή συμπληρωματικών αποδείξεων είναι αναιρετικά ανέλεγκτη (ΑΠ 2/2006 Δημοσίευση Νόμος). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 368 ΚΠολΔ «1. Το δικαστήριο μπορεί να διορίσει έναν ή περισσότερους πραγματογνώμονες, αν κρίνει πως πρόκειται για ζητήματα που απαιτούν για να γίνουν αντιληπτά ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης. 2. Το δικαστήριο οφείλει να διορίσει πραγματογνώμονες, αν το ζητήσει κάποιος διάδικος και κρίνει ότι χρειάζονται ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης ή τέχνης». Εκ τούτων συνάγεται ότι η συμπλήρωση των αποδείξεων με τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης εναπόκειται στην κυριαρχική και μη ελεγχόμενη αναιρετικά κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο ελεύθερα εκτιμά την ανάγκη της χρησιμοποιήσεως του αποδεικτικού αυτού μέσου, με εξαίρεση την περίπτωση, κατά την οποία κάποιος από τους διαδίκους ζητήσει τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης και το Δικαστήριο κρίνει ότι χρειάζονται όχι απλώς «ειδικές» αλλά «ιδιάζουσες» τέτοιες γνώσεις (ΑΠ 902/2009 Δημοσίευση Τ.Ν.Π./Δ.Σ.Α., Τέντες σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα ΕρμΚΠολΔ τ. I υπό το άρθρο 368 αριθμ. 3 σελ. 720), οπότε οφείλει, στην περίπτωση αυτή να διορίσει πραγματογνώμονα. ή_ πραγματογνώμονες. «Ιδιάζουσες» δε γνώσεις απαιτούνται όταν πρόκειται για αντικείμενο τόσο έντονα εξειδικευμένο, ώστε μόνον από ειδικό μπορεί να εξεταστεί, ενώ απλώς «ειδικές» όταν πρόκειται για αντικείμενο που, αν και η έρευνα του ανήκει κυρίως σε ειδικούς δεν αποκλείεται να κριθεί και από μη ειδικό και να αξιολογηθούν τα λοιπά αποδεικτικά μέσα και κατ’ εφαρμογή ακόμη των κανόνων της κοινής πείρας και της λογικής (ΕφΘεσ 91/2009 Δημοσίευση Νόμος, Τέντες ό.π.). Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 254 ΚΠολΔ, το οποίο εφαρμόζεται και στην κατ’ έφεση δίκη (άρθρο 524 παρ. 1 ΚΠολΔ), το Δικαστήριο δύναται να διατάξει την επανάληψη της επ’ ακροατηρίω συζητήσεως, η οποία έχει κηρυχθεί περαιωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υποθέσεως ή της διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία, που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση. Η παρεχόμενη από τη διάταξη αυτή εξουσία περιλαμβάνει και το δικαίωμα του Δικαστηρίου να διατάξει και τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, αν, κατά την ανέλεγκτη περί τούτου κρίση του, πρόκειται για ζητήματα που για να γίνουν αντιληπτά απαιτούνται ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης (ΑΠ 1291/2010 Δημοσίευση Τ.Ν.Π./Δ.Σ.Α.), ή, αν το ζητήσει, κατά τα προεκτεθέντα, κάποιος διάδικος και κρίνει πως χρειάζονται «ιδιάζουσες» γνώσεις επιστήμης ή τέχνης (ΑΠ 281/2010 Δημοσίευση Τ.Ν.Π./Δ.Σ.Α.).
Η ενάγουσα, …, με την από 16.12.2008 και υπ’ αριθμ. καταθέσεως 414/19.12.2008 αγωγή, που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας και απηύθυνε κατά των εναγομένων και ήδη εκκαλούντων, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και επαναλήφθηκε με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε ενώπιον του προαναφερόμενου Δικαστηρίου, ως προς το εσφαλμένα αναγραφόμενο στη δεύτερη σελίδα της αγωγής, 24ος στίχος, κύριο όνομα από το εσφαλμένο «Σπυρίδων» στο ορθό «Σταύρος» ιστορούσε ότι είναι κυρία νομέας και κάτοχος του λεπτομερώς περιγραφόμενου στην αγωγή οικοπέδου επιφάνειας 4.428,40 τμ, εκ του οποίου τμήμα επιφάνειας 2.146,45 τμ βρίσκεται εντός ορίων οικισμού, το δε υπόλοιπο 2.018,82 τμ βρίσκεται εκτός των ορίων του οικισμού Βασιλοπουλάτων του Δήμου Πυλαρέων Κεφαλληνίας, μετά των εντός αυτού ερειπίων προσεισμικής οικοδομής, υδατοδεξαμενής, ελαιοδένδρων και πάσης φύσεως συστατικών και παραρτημάτων. Ότι ειδικότερα ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου του εν λόγω ακινήτου απέκτησε λόγω κληρονομικής διαδοχής της αποβιώσασας στις 11.12.1977 μητρός της, την κληρονομιά της οποίας αποδέχθηκε με την υπ’ αριθμ. …/1988 πράξη αποδοχής κληρονομιάς του συμβολαιογράφου Σαμαίων …, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαμαίων. Ότι στην κληρονομούμενη μητέρα της …, το ανωτέρω ακίνητο περιήλθε με άτυπη δωρεά από τον πατέρα της, που συστάθηκε το έτος 1930, έκτοτε δε αυτή το νεμήθηκε μέχρι το θάνατο της, δημόσια, φανερά, ειρηνικά, με καλή πίστη και διάνοια αποκλειστικής κυρίας και ειδικότερα το επιστατούσε, το επέβλεπε, επιμελούνταν των ορίων του, συντηρούσε την κατοικία που βρισκόταν μέσα σε αυτό και γκρεμίσθηκε κατά τους σεισμούς του έτους 1953, ενώ επίσης το καθάριζε από την επιβλαβή και άγρια βλάστηση που φύονταν σε αυτό και έτσι κατέστη κυρία του εν λόγω ακινήτου με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, στον δε δικαιοπάρχο πατέρα της κληρονομουμένης μητρός της το ως άνω ακίνητο είχε περιέλθει δυνάμει του υπ’ αριθμ. …/10.11.1899 συμβολαίου αγοραπωλησίας του τότε συμβολαιογράφου Πυλαρέων …, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του τέως Δήμου Πυλαρέων. Ότι τα αδέλφια της ενάγουσας, …, που επίσης αποδέχθηκαν με την ίδια ως άνω νομίμως μεταγραφείσα πράξη αποδοχής κληρονομιάς, την επαχθείσα σε αυτούς κληρονομιά της μητέρας τους, μεταβίβασαν το έτος 2001 άτυπα στην ενάγουσα, λόγω δωρεάς, το ιδανικό τους μερίδιο (1/3 έκαστος) στο επίδικο ακίνητο. Ότι από τις 11.12.1977 η ενάγουσα και τα αδέλφια της επιλήφθηκαν της νομής του ως άνω ακινήτου και νεμήθηκαν αυτό με καλή πίστη αρχικά διανοία συγκυρίων κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου έκαστος έως το τέλος του έτους 2001, έκτοτε δε, κατόπιν της άτυπης μεταβίβασης σε αυτήν των ιδανικών μεριδίων των αδελφών της, έως το χρόνο άσκησης της ένδικης αγωγής, η ενάγουσα νέμεται αυτό, με καλή πίστη, διανοία αποκλειστικής κυρίας, ασκώντας επ’ αυτού πράξεις νομής που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό του. Ότι ειδικότερα αρχικά από τις 11.12.1977 έως τα τέλη του 2001 η ενάγουσα και τα αδέλφια της και εν συνεχεία έως το χρόνο άσκησης της ένδικης αγωγής αποκλειστικά η ενάγουσα, επιστατούν, επιβλέπουν το ένδικο ακίνητο, διώκουν τους επίδοξους καταπατητές του και συλλέγουν τον καρπό των ελαιόδενδρων που βρίσκονται σε αυτό, μέσω τρίτων προσώπων στους οποίους ανατέθηκε η συλλογή του. Ότι η ενάγουσα κατέστη κυρία του επίδικου ακινήτου με έκτακτη χρησικτησία προσμετρώντας και το χρόνο νομής των δικαιοπαρόχων της, επιπροσθέτως δε, κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου, κατέστη κυρία αυτού και με παράγωγο τρόπο λόγω κληρονομικής διαδοχής της μητέρας της. Ότι οι εναγόμενοι αυθαίρετα και παράνομα ισχυρίζονται προς τρίτους ότι το ανωτέρω ακίνητο τους ανήκει, ενώ επίσης στις αρχές Οκτωβρίου του έτους 2007 εκδίωξαν την πολιτικό μηχανικό …, στην οποία η ενάγουσα είχε αναθέσει να τοπογραφήσει το επίδικο ακίνητο και της απαγόρευσαν να το τοπογραφήσει. Με βάση το ιστορικό αυτό, και επικαλούμενη έννομο συμφέρον, ζήτησε να αναγνωρισθεί κυρία, νομέας και κάτοχος του ως άνω ακινήτου και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στη δικαστική της δαπάνη. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων και κατά την τακτική διαδικασία, η υπʼ αριθμ. 53/2011 οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή έγινε δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη και αναγνωρίσθηκε ότι η ενάγουσα είναι κυρία του επίδικου ακινήτου εκτάσεως 4.428,40 τμ, ενώ επίσης επιβλήθηκαν σε βάρος των εναγομένων τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, τα οποία ορίσθηκαν στο ποσό των 400 ευρώ. Κατά της ανωτέρω αποφάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου παραπονούνται με την κρινόμενη έφεση οι εναγόμενοι, για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν να εξαφανισθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να απορριφθεί η αγωγή.
Η ως άνω αγωγή αναγνωριστική κυριότητας ακινήτου, με το προεκτεθέν περιεχόμενο και αίτημα είναι επαρκώς ορισμένη, αφού αναφέρονται σε αυτήν όλα τα απαιτούμενα στοιχεία για τη θεμελίωση της, καθώς και ότι τμήμα του εν λόγω ακινήτου επιφάνειας 2.146,45 τμ βρίσκεται εντός ορίων οικισμού, το δε υπόλοιπο 2.018,82 τμ βρίσκεται εκτός των ορίων του οικισμού Βασιλοπουλάτων του Δήμου Πυλαρέων Κεφαλληνίας και επίσης προσδιορίζονται οι όμοροι ιδιοκτήτες, χωρίς να απαιτείται περαιτέρω προσδιορισμός της θέσης του επίδικου ακινήτου, ενώ επίσης ως προς την αγωγική βάση που θεμελιώνεται σε παράγωγο τρόπο κτήσης της κυριότητας του ακινήτου, κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου, αναφέρεται ότι η ενάγουσα κατέστη συγκυρία λόγω εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής της αποβιώσασας μητέρας της, την κληρονομιά της οποίας αποδέχθηκε νόμιμα, με την αναφερόμενη στην αγωγή συμβολαιογραφική πράξη αποδοχής κληρονομιάς, που μεταγράφηκε νόμιμα, χωρίς να αποτελεί στοιχείο του ορισμένου της αγωγής η αναφορά του τόμου και αριθμού μεταγραφής αυτής, στοιχείο το οποίο σημειωτέον παραδεκτά συμπληρώθηκε με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε η ενάγουσα ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, στις οποίες αναφέρεται ότι η ανωτέρω πράξη αποδοχής κληρονομιάς μεταγράφηκε στα βιβλία μεταγραφών του -Υποθηκοφυλακείου Σαμαίων στον τόμο . με αριθμό .. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση του έκρινε ομοίως ότι η αγωγή είναι ορισμένη και απέρριψε τον περί αοριστίας ισχυρισμό των εναγομένων, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ο πρώτος λόγος της εφέσεως με τον οποίο οι εκκαλούντες υποστηρίζουν τα αντίθετα και δη ότι η αγωγή ήταν απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας διότι δεν αναφέρεται η θέση στην οποία κείται το επίδικο ακίνητο, ούτε ο τόμος και ο αριθμός μεταγραφής του τίτλου της ενάγουσας είναι αβάσιμος και πρέπει ν’ απορριφθεί.
Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιλαμβάνονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του ίδιου Δικαστηρίου, όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, μεταξύ των οποίων και φωτογραφίες που η γνησιότητα τους δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 444 παρ 3, 448 παρ 2 και 457 παρ. 4 ΚΠολΔ), τα οποία οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, για να χρησιμεύσουν είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, το Δικαστήριο δεν μπόρεσε να σχηματίσει πλήρη δικανική πεποίθηση, εάν το ακίνητο που περιγράφεται στην ένδικη αγωγή και στην υπ’ αριθμ. …/1988 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς του συμβολαιογράφου Σαμαίων …, υπό το στοιχείο Π, ταυτίζεται ή όχι και σε καταφατική περίπτωση σε ποια έκταση, με το ακίνητο που περιγράφεται στο υπ’ αριθμ. ../10.11.1899 συμβόλαιο του άλλοτε συμβολαιογράφου Πυλαρέων …, υπό τον αριθμό 1, ενόψει των αντικρουόμενων ως προς το ανωτέρω ζήτημα ισχυρισμών των διαδίκων αλλά και του γεγονότος ότι, ενώ το ακίνητο που περιγράφεται στο υπ’ αριθμ. ../10.11.1899 συμβόλαιο, υπό τον αριθμό 1, και κατά τους ισχυρισμούς της ενάγουσας είναι το επίδικο, αναφέρεται στο ως άνω συμβόλαιο ότι συνορεύει γύρωθεν με οικία κληρονομιάς … και κήπο του ιδίου, με άμπελο κληρονομιάς …, με αγρό … και με δημόσιο δρόμο και είναι εκτάσεως «ως έγγιστα όλου ενός βατσελίου», (1 βατσέλι = 1.214 τ.μ., όπως συνομολογείται και από τους διαδίκους), στην υπ’ αριθμ. ./1988 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς του συμβολαιογράφου Σαμαίων … το περιγραφόμενο υπό το στοιχείο Π ακίνητο, αναφέρεται μεν ότι συνορεύει σύμφωνα με τον τίτλο κτήσεως (δηλαδή το υπ’ αριθμ. …/10.11.1899 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Πυλαρέων …) με δρόμο και με ιδιοκτησία κληρονόμων …, φέρεται όμως ότι έχει «επιφάνεια 4.428 τ.μ. περίπου και κατά τον τίτλο κτήσεως επιφάνειας δύο βατσελίων περίπου». Το ανωτέρω ζήτημα ασκεί ουσιώδη έννομη επιρροή στην παρούσα δίκη διότι άπτεται τόσο του επικαλούμενου από την ενάγουσα παράγωγου τρόπου κτήσης της κυριότητας του επίδικου ακινήτου, κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου, δυνάμει της ως άνω δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς, που μεταγράφηκε νόμιμα, όσο και του επικαλούμενου από αυτήν (ενάγουσα) πρωτότυπου τρόπου κτήσης της κυριότητας ολόκληρου του ως άνω ακινήτου με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας. Και τούτο διότι κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, το επίδικο ταυτίζεται με το ακίνητο που περιγράφεται στο υπ’ αριθμ. ./10.11.1899 συμβόλαιο, το οποίο, δυνάμει του εν λόγω νομίμως μεταγραφέντος συμβολαίου, περιήλθε στον … και αυτός ακολούθως μεταβίβασε άτυπα, το έτος 1930, τη νομή του, στη θυγατέρα του … η οποία, με βάση πάντα τα εκτιθέμενα στην αγωγή, κατέστη κυρία αυτού με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας και μετά το θάνατο της κληρονομήθηκε κατά την εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή, μεταξύ άλλων, και από την θυγατέρα της αρχικώς ενάγουσα, η οποία αποδέχθηκε την επαχθείσα σε αυτήν κληρονομιά της μητρός της, δηλαδή και το επίδικο ακίνητο, κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου, με τη νομίμως μεταγραφείσα υπ’ αριθμ. ./1988 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς του συμβολαιογράφου Σαμαίων … και επίσης κατέστη κυρία ολόκληρου του εν λόγω ακινήτου με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας. Σημειωτέον ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων του προϊσχύσαντος β.ρ. δικαίου 45 Πανδ. (21,2), ν. 42 βασ. (19.11) και Αρμ. 74 Γγ‘… επί μνείας των ορίων και της κατά εκτάσεις του πωληθέντος ο των μέτρων προσδιορισμός θεωρείται τυχαίος δηλαδή αν η πώληση γίνει καθ’ όρια και μέτρα υπερισχύει ο καθ’ όρια προσδιορισμός, ενώ ο κατά μέτρα προσδιορισμός θεωρείται τυχαίος (ΑΠ 899/2009 Δημοσίευση Νόμος). Όμως μετά την ενσωμάτωση των Ιονίων Νήσων στην Ελλάδα δεν εισήχθη στα νησιά αυτά το εφαρμοζόμενο τότε στην υπόλοιπη Ελλάδα Βυζαντινορωμαϊκό Δίκαιο αλλά συνέχισε να ισχύει ο Ιόνιος Α. Κ., ο δε ανωτέρω ερμηνευτικός κανόνας δεν επαναλήφθηκε στον Α.Κ. (ΑΠ 390/2012 Δημοσίευση Νόμος). Κατόπιν τούτων και ενόψει του ότι για το ανωτέρω ζήτημα απαιτούνται «ιδιάζουσες» γνώσεις επιστήμης ή τέχνης το Δικαστήριο κρίνει ότι για την ασφαλή διάγνωση της διαφοράς, πρέπει, κατά παραδοχή και του σχετικού αιτήματος του εκκαλούντος, που υπέβαλε με την ένδικη έφεση του, να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης της έφεσης στο ακροατήριο, προκειμένου, να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη από τον, αναφερόμενο στο διατακτικό της παρούσας, αγρονόμο τοπογράφο μηχανικό, ο οποίος διαλαμβάνεται στον ισχύοντα κατάλογο πραγματογνωμόνων του Πρωτοδικείου Πατρών, χωρίς να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, αναβαλλόμενης της έκδοσης οριστικής απόφασης επί της εφέσεως, όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ ΤΥΠΙΚΑ την έφεση.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε στο σκεπτικό απορριπτέο.
ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ, κατά τα λοιπά, την έκδοση οριστικής αποφάσεως.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επανάληψη της συζήτησης της έφεσης στο ακροατήριο και τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, που θα γίνει με την επιμέλεια του επιμελέστερου διαδίκου.
ΔΙΟΡΙΖΕΙ τον, περιλαμβανόμενο στον τηρούμενο στο Πρωτοδικείο Πατρών κατάλογο, πραγματογνώμονα … αγρονόμο τοπογράφο μηχανικό, κάτοικο Βραχνέϊκων Πατρών, οδός …, τηλ. … κιν. …, ο οποίος, αφού δώσει το νόμιμο όρκο, εντός προθεσμίας τριάντα ημερών (30) ημερών από τη νόμιμη επίδοση σ’ αυτόν της παρούσας αποφάσεως, στο κατάστημα του Δικαστηρίου τούτου, ενώπιον του νόμιμου αναπληρωτή της Δικαστή αυτού του Δικαστηρίου Ευμορφίλης Παπαδοπούλου, σε ημέρα και ώρα που θα οριστούν αρμοδίως, μετά από αίτηση του επιμελέστερου διαδίκου, πρέπει, αφού προηγουμένως λάβει υπόψη του τα έγγραφα της δικογραφίας, και όλα τα στοιχεία που θα του παραδώσουν οι διάδικοι, καθώς και κάθε άλλο, πρόσφορο, κατά την κρίση του, στοιχείο και αφού πραγματοποιήσει επιτόπια θεώρηση και εξέταση του ακινήτου που περιγράφεται στην αναφερόμενη στο σκεπτικό της παρούσας με αριθμό καταθέσεως ./19.12.2008 αγωγή, να γνωμοδοτήσει, με έγγραφη αιτιολογημένη έκθεση του, συνοδευόμενη από τα απαραίτητα τοπογραφικά διαγράμματα, για το παρακάτω ζήτημα και ειδικότερα, εάν το ακίνητο που περιγράφεται στην ανωτέρω αγωγή και στην υπ’ αριθμ. …/1988 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς του συμβολαιογράφου Σαμαίων …, υπό το στοιχείο Π, ταυτίζεται ή όχι (σε καταφατική περίπτωση να προσδιορισθεί αν ταυτίζεται εν όλω ή εν μέρει και στην τελευταία περίπτωση να προσδιορισθούν η έκταση και τα όρια) με το ακίνητο που περιγράφεται στο υπ’ αριθμ. ./10.11.1899 συμβόλαιο του άλλοτε συμβολαιογράφου Πυλαρέων …, υπό τον αριθμό 1. Η έγγραφη γνωμοδότηση, συνοδευόμενη από τα σχετικά τοπογραφικά διαγράμματα, πρέπει να κατατεθείς από τον πραγματογνώμονα εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την όρκιση του, στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, όπου θα συνταχθεί σχετική έκθεση.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, στην Πάτρα, στις 21 Φεβρουαρίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Επειδή η Δικαστής μετατέθηκε
Η Διευθύνουσα το Εφετείο
Στεφανία Καρατζά
Πρόεδρος Εφετών
http://www.dsanet.gr/Epikairothta/Nomologia/monefpatr%2087_2019.htm