Ανεξάρτητα από τα γενικώς ισχύοντα για την απονομή πρώτης κύριας σύνταξης, ειδικά για την απονομή δεύτερης κύριας σύνταξης γήρατος είναι απαραίτητη η συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας του ασφαλισμένου ανεξαρτήτως φύλου, με εξαίρεση την περίπτωση άσκησης θεμελιωμένου συνταξιοδοτικού δικαιώματος σε περισσότερους του ενός φορείς κύριας ασφάλισης, ταυτόχρονα ή μέσα σε διάστημα έξι μηνών από την έναρξη της συνταξιοδότησης από τον πρώτο φορέα. Αλυσιτελής η επίκληση από άρρενα ασφαλισμένο διατάξεων περί πρόωρης συντάξεως γυναικών ασφαλισμένων μητέρων ανηλίκων τέκνων ή τέκνων ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία. Δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης. Οι διατάξεις του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΧΘΔΕΕ) απευθύνονται στα κράτη μέλη μόνον όταν αυτά εφαρμόζουν το δίκαιο της ΕΕ.
Αριθμός Απόφασης: 31/2022
Αριθμός Εισαγωγής: ΠΡ ./28.12.2017
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ 33° ΤΡΙΜΕΛΕΣ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του, στις 23 Σεπτεμβρίου 2020, με δικαστές τους Νεκτάριο Στέργιου, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ., Αναστασία Ρωμανού, Πρωτοδίκη ΔΑ, Φιλιπττία – Μαρία Φιαμέγκου (εισηγήτρια), Πάρεδρο Δ.Δ., και γραμματέα την Καλλιόπη Φίλιππα, δικαστική υπάλληλο,
γ ι α να δικάσει την προσφυγή, με χρονολογία κατάθεσης 28.12.2017,
του ., κατοίκου Βάγιας Βοιωτίας, ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του, Αλεξάνδρας Στίγκα,
κατά του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.ΔΑ) με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (Ε.Φ.ΚΑ) και ήδη Ν.Π.Δ.Δ. με την επωυνυμία «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (e-Ε.Φ.ΚΑ), νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Διοικητή του, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση, κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, του πληρεξούσιου δικηγόρου του ως άνω φορέα Κωνσταντίνου Φανού
Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο το Δικαστήριο άκουσε την πληρεξούσια δικηγόρο του διαδίκου που παραστάθηκε, η οποία ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.
1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την οποία καταβλήθηκε το Αφού μελέτησε τη δικογραφία, σκέφθηκε κατά τον νόμο νόμιμο παράβολο ποσού είκοσι πέντε (25) ευρώ (βλ. το ηλεκτρονικό παράβολο με κωδικό πληρωμής .), ο προσφεύγων παραδεκτώς ζητεί να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. ./12.09.2017 απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής. Νομικών του τέως Ε.ΤΑ Α.-ΤΑ Ν., και ήδη e-Ε.Φ.ΚΑ, με την οποία απορρίφθηκε η υπ’ αριθμ. ./19.05.2017 ένσταση του κατά της υπ’ αριθμ. ./15.02.2017 πράξης της Διευθύντριας Παροχών της Διεύθυνσης Παροχών Τ.Α.Ν. Με την τελευταία αυτή απόφαση είχε απορριφθεί – κατ’ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 17 παρ. 1 του ν. δ/τος 4114/1960 (Φ.Ε.Κ. ΑΊ64) σε συνδυασμό με τα άρθρα 47 και 48 του ν. 2084/1992 (Φ.Ε.Κ. ΑΊ65), το άρθρο 42 παρ. 5 του ν. 3996/2011 (Φ.Ε.Κ. ΑΊ70), το άρθρο 1 παρ. ΙΑ.4 του ν. 4093/2012 (Φ.Ε.Κ. Α’ 222) και την υπ’ αριθμ. Φ. 80000/οικ.26985/852/21.11.2012 εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, όπως ίσχυαν κατά τον κρίσιμο, εν προκειμένω, χρόνο η αίτηση του προσφεύγοντος για απονομή σύνταξης στον ίδιο λόγω γήρατος από το εν λόγω Ταμείο.
2. Επειδή, νομίμως παρίσταται ως καθ’ ου και συνεχίζει τη δίκη χωρίς διακοπή ο e-ΕΦΚΑ, όπως μετονομάσθηκε, από 1ης.3.2020, ο ΕΦΚΑ (βλ. άρθρα 1 και 108 του ν. 4670/2020, ΦΕΚ Α’ 43).
3. Επειδή, στο άρθρο 17 παρ. 1 του ν.δ. 4114/1960 («Περί του Κωδικός περί Ταμείου Νομικών», Φ.Ε.Κ. Α’ 164), προβλέπονται οι περιπτώσεις θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος των ασφαλισμένων του Ταμείου αυτού ανάλογα με τον χρόνο ασφάλισης τους, μεταξύ δε των ασφαλισμένων αυτών περιλαμβάνονται όσοι έχουν συμπληρώσει 25 έτη ασφάλισης και ηλικία 60 ετών (περ. β) ή 20 έτη ασφάλισης και ηλικία 65 ετών (περ. γ), καθώς και οι εξερχόμενες ασφαλισμένες γυναίκες, αν απομακρυνθούν μετά τη συμπλήρωση 25 ετών χρόνου ασφάλισης (περ.ζ). Περαιτέρω, στο άρθρο 43, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 20 του ν. 730/1977 (Φ.Ε.Κ. Α’ 309) ορίζεται ότι: « Ησφαλισμέναι αποχωρούσαι της υπηρεσίας δικαιούνται συντάξεως, εφ’ όσον έχουν συμπληρώσει χρόνον πραγματικής ασφάλισης 15 ετών, άνευ συνυπολογισμού πλασματικής υπηρεσίας και είναι έγγαμοι. […]».
4. Επειδή, περαιτέρω, στην παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 2084/1992 (Φ.Ε.Κ. Α’ 165) ορίζεται ότι: «Για τους άνδρες, που έχουν υπαχθεί στην υποχρεωτική ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης μέχρι 31.12.1982 και συμπληρώνουν τον προβλεπόμενο από τις καταστατικές διατάξεις των φορέων συντάξιμο χρόνο από 01.01.1998 και μετά, καθώς και για τους υπαγόμενους στην υποχρεωτική ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης από 01.01.1983 μέχρι 31.12.1992, ο συντάξιμος χρόνος δεν μπορεί να είναι μικρότερος των 25 ετών.». Η παρ. 7 του άρθρου 48 του ίδιου ν. 2084/1992 ορίζει ότι: «Όρια ηλικίας συνταξιοδότησης ασφαλισμένων φορέων κύριας ασφάλισης αυτοαπασχολουμένων, μικρότερα του 65ου έτους για άνδρες, του 60ού έτους για τις λοιπές γυναίκες και του 50ού έτους για τις μητέρες με ανήλικα ή σωματικώς ή πνευματικώς ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία παιδιά, κατά ποσοστό 50% και άνω ή ανίκανο σύζυγο κατά ποσοστό 67% και άνω, αυξάνονται προοδευτικά ανά 6 μήνες κατ’ έτος αρχής γενομένης από 01.01.1998 μέχρι συμπληρώσεως των παραπάνω ορίων. […] Όπου από τις οικείες διατάξεις των παραπάνω φορέων προβλέπεται συνταξιοδότηση μητέρων με ανήλικα ή ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία παιδιά, χωρίς όριο ηλικίας η συνταξιοδότηση γίνεται με τη συμπλήρωση του 42ου έτους της ηλικίας. Το παραπάνω όριο ηλικίας αυξάνεται από 01.01.1993 ανά έξι (6) μήνες κάθε έτος μέχρι του 50ού. […]». Εξάλλου, στο άρθρο 58 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «1. Οι διατάξεις των άρθρων 44 έως 58 του παρόντος νόμου έχουν εφαρμογή για τους μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένους σε οποιονδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις. […] 2. Για τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά θέματα, που δεν ρυθμίζονται από τις διατάξεις του τετάρτου μέρους του παρόντος νόμου (άρθρ. 44 έως 58) εξακολουθούν να ισχύουν οι υφιστάμενες γενικές η ειδικές διατάξεις των φορέων.».
5. Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 42 παρ. 5 του ν. 3996/2011 (Φ.Ε.Κ. Α’ 170) ορίζεται ότι: «Η περίπτωση 2 της παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 1902/1990 (Φ.Ε.Κ. Α’ 138), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 9 του άρθρου 47 του ν. 2084/1992 (Φ.Ε.Κ. Α’ 165) τροποποιήθηκε με την παρ. 10 του ίδιου άρθρου του ίδιου νόμου και την παρ. 6 του άρθρου 19 του ν. 2150/1993 (Φ.Ε.Κ. Α’ 98) και αντικαταστάθηκε με την παρ. 14 του άρθρου 10 του ν. 3863/2010, αντικαθίσταται ως εξής: «Αν ο ασφαλισμένος λαμβάνει σύνταξη γήρατος ή αναπηρίας από άλλο ασφαλιστικό φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο, πλην Ο.ΓΑ, και των αναπήρων και θυμάτων πολέμου και μητέρων, που συνταξιοδοτήθηκαν με το άρθρο 63 παρ. 4 του ν. 1892/1990 (Φ.Ε.Κ. Α’ 101) δικαιούται από το Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. πλήρη σύνταξη γήρατος, εφόσον κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης έχει συμπληρώσει το όριο ηλικίας που απαιτείται σε κάθε περίπτωση από τη νομοθεσία για την απονομή πλήρους σύνταξης και έχει πραγματοποιήσει τις αντίστοιχες προς το όριο ηλικίας πλήρους σύνταξης ελάχιστες ημέρες εργασίας, οι οποίες δεν μπορεί να είναι λιγότερες από 6.000. Αν ο ασφαλισμένος έχει πραγματοποιήσει 4.800 ημέρες ασφάλισης τουλάχιστον και έχει συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας του, δικαιούται σύνταξη γήρατος μειωμένη κατά 50%. Προκειμένου για γυναίκες που έχουν πραγματοποιήσει τον ανωτέρω χρόνο ασφάλισης, το όριο ηλικίας των 60 ετών αυξάνεται κατά ένα έτος από 01.01.2011 και για κάθε επόμενο έτος μέχρι τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας. Η εκ μέρους των γυναικών άσκηση του δικαιώματος συνταξιοδότησης με τον ανωτέρω αριθμό ημερών ασφάλισης χωρεί, εφόσον συμπληρώνουν το 60ό έτος της ηλικίας τους μέχρι 3Τ.12.20Τ0. Στην ανωτέρω περίπτωση, οι ασφαλισμένες δικαιούνται σύνταξη με το όριο ηλικίας που ισχύει κατά το έτος συμπλήρωσης του 60ού έτους της ηλικίας. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο μείωση σύνταξης επέρχεται και στην περίπτωση όπου απονέμεται σύνταξη αναπηρίας από το Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 παρ. 5 (εδάφια α’ – γ’) του α.ν. 1846/1951 (Α’ 179) εκτός αν ο ασφαλισμένος έχει πραγματοποιήσει στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α. -Ε.ΤΛ.Μ. 3.600 ημέρες εργασίας εκ των οποίων 600 την τελευταία πενταετία.». Οι ανωτέρω διατάξεις έχουν εφαρμογή και στους λοιπούς πλην Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, πλην Ο.ΓΑ, προκειμένου για τις περιπτώσεις συνταξιοδότησης λόγω γήρατος και αναπηρίας. Ειδικά για τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος απαιτείται η συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας, με εξαίρεση την περίπτωση άσκησης θεμελιωμένου συνταξιοδοτικού δικαιώματος σε περισσότερους του ενός φορείς κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, ταυτόχρονα ή μέσα σε διάστημα έξι (6) μηνών από την έναρξη της συνταξιοδότησης από τον πρώτο φορέα. […]». Επίσης, στην περ. 2 της υποπαρ. ΙΑ.4 του άρθρου πρώτου του νεότερου ν. 4093/2012 («Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 – Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016», Φ.Ε.Κ. Α’ 222) ορίστηκε ότι: «Από 1.1.2013, όλα τα όρια ηλικίας της \παραγράφου 1, καθώς και όλα τα ισχύοντα την 31.12.2012 όρια ηλικίας συνταξιοδότησης των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και της Τράπεζας της Ελλάδος, όπου αυτά προβλέπονται, αυξάνονται κατά δύο (2) έτη».
6. Επειδή, τέλος, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 37 του ν. 3996/2011 (Φ.Ε.Κ. ΑΊ70) υπό τον τίτλο «Συνταξιοδότηση γονέων, συζύγων και αδελφών αναπήρων», η παρ. 4 του άρθρου 5 του ν. 3232/2004 (Φ.Ε.Κ. Α’ 48), όπως είχε αντικατασταθεί με την παρ. 6 του άρθρου 61 του ν. 3518/2006 και τροποποιηθεί με την παρ. 6 του άρθρου 53 του ν. 3518/2006 και το άρθρο 140 του ν. 3655/2008, αντικαταστάθηκε, εκ νέου, ως εξής: «4.α. Γονείς και αδέλφια ατόμων άγαμων με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, τα οποία δεν εργάζονται και δεν νοσηλεύονται σε ιδρύματα με δαπάνη ασφαλιστικού ή άλλου δημόσιου φορέα, καθώς και σύζυγοι αναπήρων με ποσοστό 80% και άνω, εφόσον έχουν διανύσει τουλάχιστον δεκαετή έγγαμο βίο, ασφαλισμένοι σε φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, θεμελιώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης με τη συμπλήρωση 7.500 ημερών εργασίας ή 25 ετών πραγματικής ασφάλισης, ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας και ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση. […] Το δικαίωμα συνταξιοδότησης ασκείται διαζευκτικά από τον ένα γονέα ή, στην περίπτωση των αδελφών, από έναν αδελφό/ή σε έναν φορέα κύριας και σε έναν φορέα επικουρικής ασφάλισης, υπό τους όρους και προϋποθέσεις των επόμενων περιπτώσεων και δεν ισχύει για χορήγηση δεύτερης σύνταξης. […]».
7. Επειδή, από τις εκτεθείσες στη σκέψη 5 διατάξεις του άρθρου 42 παρ. 5 του ν. 3996/2011, με ημερομηνία ισχύος αναδρομικά από την ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 3863/2010, ήτοι από 15.07.2010, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της περ. 2 της υποπαρ. ΙΑ.4 του άρθρου πρώτου του νεότερου ν. 4093/2012, συνάγεται ότι, ανεξάρτητα από τα γενικώς ισχύοντα για την απονομή πρώτης κύριας σύνταξης, ειδικά για την απονομή δεύτερης κύριας σύνταξης γήρατος από τους λοιπούς, πλην του Ι.Κ.Α. -Ε.Τ.Α.Μ. φορείς, όπως το Ε.ΤΛ.Α. – ΤΑ.Ν., είναι απαραίτητη η συμπλήρωση του εξηκοστού έβδομου (67ου) έτους της ηλικίας του ασφαλισμένου, ανεξαρτήτως φύλου, με εξαίρεση την περίπτωση άσκησης θεμελιωμένου συνταξιοδοτικού δικαιώματος σε περισσότερους του ενός φορείς κύριας ασφάλισης, ταυτόχρονα ή μέσα σε διάστημα έξι (6) μηνών από την έναρξη της συνταξιοδότησης από τον πρώτο φορέα.
8. Επειδή, επίσης, από τις διατάξεις του άρθρου 43 του ν.δ. 4114/1960, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 20 του ν. 730/1977, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρ. 47 και 48 του ν. 2084/1992, προβλέπεται, κατ’ απόκλιση του ισχύοντος για άνδρες και γυναίκες ασφαλισμένους του Ταμείου Νομικών συστήματος ρύθμισης, ως προς το όριο συνταξιοδότησης αυτών, ότι ειδικά οι γυναίκες ασφαλισμένες που είναι μητέρες ανηλίκων τέκνων ή τέκνων ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία κατά ποσοστό 67% και άνω, δικαιούνται πρόωρης σύνταξης γήρατος στο 50ο έτος της ηλικίας τους. Οι διατάξεις, όμως, αυτές, με το προεκτεθέν περιεχόμενο, παρίστανται ως εξαιρετικές, με συνέπεια τυχόν κρίση περί αντίθεσης τους προς το Σύνταγμα να οδηγεί αναγκαίως σε μη εφαρμογή τους στην ειδική κατηγορία προσώπων, στην οποία αφορούν και όχι στην επέκταση της εφαρμογής τους και σε άλλες γενικές ή ειδικές κατηγορίες προσώπων, τις οποίες, ούτε κατά το γράμμα τους ούτε κατά την έννοια τους διέπουν. Επομένως, η προβολή της αντίθεσης τους προς το Σύνταγμα από άρρενα ασφαλισμένο, ο οποίος επιδιώκει κατ’ επίκληση της αντισυνταγματικότητας αυτών, επέκταση της εφαρμογής τους και στον ίδιο, είναι αλυσιτελής αφού δεν θα οδηγήσει στο επιδιωκόμενο απ’ αυτόν αποτέλεσμα της επεκτατικής εφαρμογής (πρβλ. ΣτΕ 33/2018, ΣτΕ 4278/2014, 2766/2016, 1580/2010 Ολομ., ΔΕφΑΘ. 3779/2019, 944/2016).
9. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Ο προσφεύγων, γεννηθείς στις 25.08.1957, προσλήφθηκε ως δικαστικός υπάλληλος στις 07.01.1985 και εξήλθε από την ενεργό υπηρεσία, λόγω παραίτησης, στις 22.12.2014, σε ηλικία 57 ετών, έχοντας συμπληρώσει χρόνο ασφάλισης στο πρώην Ταμείο Νομικών, μετέπειτα Ε.Τ.Α.Α. – TAN. και ήδη e-Ε.Φ.ΚΑ, 29 ετών, 11 μηνών και 16 ημερών (σχ. η υπ’ αριθμ. ./11.09.2015 πράξη της Διευθύντριας Ασφάλισης του Ταμείου). Στις 23.12.2014 υπέβαλε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας & Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων την υπ’ αριθμ. . αίτηση για απονομή σύνταξης, η οποία απευθυνόταν συγχρόνως: α) στο «Γενικό Λογιστήριο του Κράτους», β) στο «Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Δημοσίων Υπαλλήλων», γ) στο καθ’ου, ήτοι το πρώην «Ταμείο Νομικών», μετέπειτα «Ε.Τ.Α.Α. – Τ.Α.Ν.», και ήδη «Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης», και δ) στο «Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων». Εν συνεχεία, η προϊσταμένη του Τμήματος A3 της Διεύθυνσης Δ31 της Γενικής Διεύθυνσης Α του ανωτέρω Υπουργείου διαβίβασε με το από 03.03.2015 έγγραφο της τόσο προς το ΓΑΚ. όσο και προς το καθ’ου τα εξής έγγραφα: α) την από 22.12.2014 και με αριθμ. πρωτ. ./23.12.2014 αίτηση του προσφεύγοντος για απονομή σύνταξης, β) το με αναγνωριστικό κωδικό εκτύπωσης 1Χ2Φ-. Δελτίο Ατομικής και Υπηρεσιακής Κατάστασης του προσφεύγοντος σε ηλεκτρονική μορφή, γ) την από 22.12.2014 υπεύθυνη δήλωση του προσφεύγοντος, δ) το Πιστοποιητικό υπηρεσιακών μεταβολών του για το Τ.Π.Δ.Υ, το Τ.Ε.Α.Δ.Υ και το Ταμείο Νομικών, και, τέλος, ε) αίτηση του προσφεύγοντος περί επίσπευσης της συνταξιοδότησης του για λόγους υγείας. Κατόπιν των ανωτέρω, με την υπ’ αριθμ. ./19.06.2015 πράξη του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους συνταξιοδοτήθηκε από το Δημόσιο και έλαβε κύρια σύνταξη ποσού 1.256,97 ευρώ μηνιαίως, πληρωτέα από 23.12.2014, δηλαδή από την επομένη της υποβολής της δήλωσης παραίτησης του. Τούτο δε διότι, κρίθηκε ότι θεμελίωνε συνταξιοδοτικό δικαίωμα ως πατέρας τριών τέκνων κατ’ άρθρο 6 παρ. 1α και παρ.2α, περ. βα του ν. 3865/2010 (Φ.Ε.Κ. ΑΊ20). Περαιτέρω, η ανωτέρω, από 22.12.2014, αίτηση του προσφεύγοντος προς συνταξιοδότηση που απευθυνόταν, μεταξύ άλλων, και στο καθ’ ου, έλαβε κατόπιν της διαβίβασης της σε αυτό, κατά τα ανωτέρω αναλυτικώς εκτεθέντα, τον αριθμ. πρωτ. ./06.03.2015. Κατόπιν τούτων, με την υπ’ αριθμ. ./15.02.2017 πράξη της Διευθύντριας Παροχών της Διεύθυνσης Παροχών Τ.Α.Ν. του καθ’ ου απορρίφθηκε το αίτημα του προσφεύγοντος για συνταξιοδότηση, με την αιτιολογία ότι ούτε κατά την έξοδο του από την ασφάλιση, αλλά ούτε και κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης του για συνταξιοδότηση, είχε συμπληρώσει ηλικία 67 ετών, ώστε να δικαιωθεί σύνταξης με βάση τον χρόνο ασφάλισης του (29 έτη, 11 μήνες και 16 ημέρες) σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 παρ. 1 του ν. δ/τος 4114/1960 σε συνδυασμό με τα άρθρα 47 και 48 του ν. 2084/1992, το άρθρο 42 παρ. 5 του ν. 3996/2011, το άρθρο 1 παρ. ΙΑ.4 του ν. 4093/2012 και την υπ’ αριθμ. Φ. 80000/οικ.26985/852/21.11.2012 εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας. Κατά της ανωτέρω απόφασης, ο προσφεύγων άσκησε την υπ’ αριθμ. ./19.05.2017 ένσταση ενώπιον της Διοικούσας Επιτροπής Νομικών του πρώην Ε.ΤΑΑ.-Τ.Α.Ν., με την οποία: α) προέβαλε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων κατ’ επίκληση των οποίων εξεδόθη η ανωτέρω υπ’ αριθμ. ./15.02.2017 πράξη, β) αιτήθηκε τη συνταξιοδότηση του, σε κάθε περίπτωση, δυνάμει των διατάξεων που ισχύουν για τις γυναίκες ασφαλισμένες με ανήλικα τέκνα, ήτοι των διατάξεων του άρθρου 20 του ν. 730/1977 (Φ.Ε.Κ. Α’ 309) σε συνδυασμό με τα άρθρα 47 και 48 του ν. 2084/1992 (Φ.Ε.Κ. ΑΊ65), το άρθρο 42 παρ. 5 του ν. 3996/2011 και την υπ’αριθμ. Φ. 80000/27913/1475/04.03.2011 εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, και γ) προέβαλε ότι, σε κάθε περίπτωση, δικαιούνταν σύνταξης δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 37 παρ. 1 του ν. 3996/2011 ως πατέρας αναπήρων τέκνων. Με την προσβαλλόμενη απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής Νομικών του καθ’ ου Ταμείου, η ένσταση του απορρίφθηκε, κατ’ αποδοχή της εισήγησης της αρμόδιας Εισηγήτριας, επί τη βάσει του ότι ο προσφεύγων τόσο κατά τον χρόνο εξόδου του από την υπηρεσία, όσο και υποβολής της ένδικης αίτησης δεν είχε συμπληρώσει το 67° έτος της ηλικίας του, ενώ περαιτέρω, κρίθηκε ότι δεν ήταν δυνατόν να συνταξιοδοτηθεί ούτε με τις στενά ερμηνευτέες διατάξεις που ίσχυαν για τις μητέρες ανηλίκων τέκνων, ελλείψει αντίστοιχης, ρητής, νομοθετικής πρόβλεψης για τους άνδρες ασφαλισμένους, ούτε με τις διατάξεις περί γονέων αναπήρων τέκνων, ενόψει της συνδρομής στο πρόσωπο του της τιθέμενης από τις εν λόγω διατάξεις αρνητικής προϋπόθεσης η ούτω χορηγούμενη σύνταξη να μην συνιστά δεύτερη σύνταξη.
10. Επειδή, ήδη, με την κρινόμενη προσφυγή, όπως αυτή αναπτύσσεται με υπόμνημα και υπόμνημα – αντίκρουση, που κατατέθηκαν παραδεκτώς στις 28.09.2020 και την 01.10.2020, αντίστοιχα, ο προσφεύγων ζητεί να ακυρωθεί η προαναφερόμενη απορριπτική απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής του καθ’ου, επαναφέροντας τους προβληθέντες με την ένσταση του λόγους. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης εχώρησε παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας υπό τη μορφή της παραβίασης του δικαιώματος του σε προηγούμενη ακρόαση, όπως τούτο κατοχυρώνεται από τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 20 του Συντάγματος, εξειδικεύεται στο άρθρο 6 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, και κατοχυρώνεται, επιπροσθέτως, κατά τους Ισχυρισμούς του, και στο άρθρο 41 παρ. 2 περ. α’ του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τούτο δε διότι, όπως διατείνεται, ουδέποτε εκλήθη ενώπιον της ανωτέρω Διοικούσας Επιτροπής να αναπτύξει αναφορικά με την ασκηθείσα ένσταση του τις απόψεις του. Τέλος, σχετικά με την επικληθείσα και δια της ένστασης του παραβίαση της αρχής της ισότητας, προβάλλει, πέραν της παραβίασης των διατάξεων των παρ. 1 και 2 του άρθρου 4 του Συντάγματος και παραβίαση του άρθρου 141 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΣΕΚ). Προς απόδειξη των ισχυρισμών του, προσκομίζει και επικαλείται, μεταξύ άλλων : α) το με αναγνωριστικό κωδικό εκτύπωσης 1Χ2Φ-. Δελτίο Ατομικής και Υπηρεσιακής Κατάστασης υπαλλήλου σε ηλεκτρονική μορφή, εκδοθέν από τον ατομικό υπηρεσιακό φακελό του, β) την υπ’ αριθμ. ./23.12.2014 αίτηση του για απονομή σύνταξης που υπέβαλε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας & Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και την οποία απηύθηνε προς όλους τους φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης στους οποίους υπαγόταν, μεταξύ άλλων δε και προς το καθ’ ου, γ) την από 22.12.2014 υπεύθυνη δήλωση του προς το Ταμείο Νομικών αναφορικά με τα κατ’ άρθρο 8 του Ν.Δ. 3323/55 πρόσωπα που κατοικούσαν μαζί του κατά την αυτή ημερομηνία και συντηρούνταν από τον ίδιο, δ) το από 03.03.2015 έγγραφο της προϊσταμένης του Τμήματος A3 της Διεύθυνσης Δ31 της Γενικής Διεύθυνσης Α του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με το οποίο διαβιβάστηκαν τόσο προς το Γ.Λ.Κ. όσο και προς το καθ’ου η ανωτέρω αίτηση του προσφεύγοντος περί συνταξιοδότησης του και τα συνημμένα δικαιολογητικά, ε) την υπ’ αριθμ. ./19.06.2015 πράξη του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, με την οποία ο ίδιος συνταξιοδοτήθηκε από το Δημόσιο ως πατέρας τριών τέκνων κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των παρ. 1α και 2α περ. βα του άρθρου 6 του ν. 3865/2010 (Φ.Ε.Κ. Α’ 120) και κανονίστηκε υπέρ του μηνιαία σύνταξη ποσού 1.256,97 ευρώ, πληρωτέα από το τελευταίο από 23.12.2014, στ) το υπ’ αριθμ. ./06.07.2015 έγγραφο του Γ.Λ.Κ., με θέμα: «Απονομή σύνταξης και αναγνώριση υπηρεσίας», με το οποίο εστάλη στον ίδιο η ανωτέρω συνταξιοδοτική πράξη, η) το υπ’ αριθμ. ./2017 Πιστοποιητικό του Δημάρχου Θηβαίων σχετικά με την οικογενειακή του κατάσταση, ι) την από 05.08.2014 γνωστοποίηση αποτελέσματος πιστοποίησης αναπηρίας σύμφωνα με την οποία ο γιός του, ., παρουσιάζει ποσοστό αναπηρίας που ανέρχεται σε 90% και κρίνεται ανίκανος για κάθε βιοποριστικό επάγγελμα εφ’ όρου ζωής, και, τέλος, ια) την από 05.09.2016 γνωστοποίηση αποτελέσματος πιστοποίησης αναπηρίας σύμφωνα με την οποία ο γιός του, …, παρουσιάζει ποσοστό αναπηρίας που ανέρχεται σε 67%, κατά ιατρική πρόβλεψη, από 01.12.2015 έως 31.12.2020. Από την πλευρά του το καθ’ ου με την υπ’ αριθμ. ./07.05.2020 έκθεση των απόψεων του, όπως αυτή αναπτύσσεται με παραδεκτώς κατατεθέν στις 28.09.2020 υπόμνημα, ζητεί την απόρριψη της κρινόμενης προσφυγής ως αβάσιμης.
11. Επειδή, με δεδομένα τα προεκτεθέντα πραγματικά περιστατικά και σύμφωνα με τις παοπαραιεθείσες διατάξεις, όπως αυτές ερμηνεύθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας, ιδίως, υπόψη: α) ότι ο ισχυρισμός του προσφεύγοντος ότι, κατά παράβαση του κατοχυρούμενού, στα άρθρα 20 παρ. 2 του Συντάγματος και 6 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, δικαιώματος του σε προηγούμενη ακρόαση, δεν κλήθηκε από το καθ’ου να ακουσθεί πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον από το σώμα της τελευταίας προκύπτει το αντίθετο. Εξάλλου, αυτός εξέθεσε τις απόψεις του ενώπιον της Διοικούσας Επιτροπής του καθ’ ου γραπτώς στο πλαίσιο της ασκηθείσας ένστασης του, με συνέπεια, σε κάθε περίπτωση, να μην τίθεται ζήτημα στέρησης απ’ αυτόν της σχετικής δυνατότητας (πρβλ. ΣτΕ 1018-1020/2018, 1392/2016, 1703/2016, 1248/2015, 1758/2014, 4447/2012 Ολομ.), ενώ, τα όσα προβάλλονται περί παραβίασης του δικαιώματος ακρόασης του, όπως αυτό κατοχυρώνεται από τις διατάξεις του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι απορριπτέα, προεχόντως, ως ερειδόμενα επί εσφαλμένης νομικής προϋπόθεσης, διότι οι διατάξεις του εν λόγω Χάρτη, σύμφωνα με το άρθρο 51 αυτού, απευθύνονται στα κράτη – μέλη μόνον όταν αυτά εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης (βλ. ΣτΕ 1285/2012 Ολ. σκ. 20, 560/2019 σκ. 11, 1095/2016 σκ. 18, 928/2016 σκ. 16 κ.ά.), στην προκειμένη, δε, περίπτωση, με την προσβαλλόμενη πράξη, δεν εφαρμόσθηκαν διατάξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είτε πρωτογενούς είτε παράγωγου (πρβλ. ΣτΕ Ολ. 239/2015 σκ. 31, 238/2015 σκ.38), β) η διάταξη του άρθρου 43 του ν.δ. 4114/1960, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 20 του ν. 730/1977, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρ. 47 και 48 του ν. 2084/1992, και το προεκτεθέν στην 8η σκέψη της παρούσας απόφασης περιεχόμενο, παρίστανται εξαιρετικές, και ως τέτοιες, ακόμη και αν ήθελε κριθεί ότι αντίκεινται στις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 2 και του άρθρου 116 του Συντάγματος, δεν δύνανται να εφαρμοσθούν επεκτατικά και σε άρρενες ασφαλισμένους, όπως ο προσφεύγων. Εξάλλου, το πρώην άρθρο 141 της ΣΕΚ (νυν άρθρο 157 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης) που επικαλείται ο προσφεύγων, ανεξαρτήτως εάν, εν προκειμένω, τυγχάνει εφαρμογής το ενωσιακό δίκαιο, αφορά, σε κάθε περίπτωση, στο άσχετο με την υπό κρίση υπόθεση ζήτημα της εξασφάλισης της εφαρμογής της ισότητας της αμοιβής μεταξύ ανδρών και γυναικών, και γ) ότι, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 4 του ν. 3232/2004, όπως ισχύει κατόπιν της αντικατάστασης του δυνάμει της παρ. 1 του άρθρου 37 του ν. 3996/2011, αποκλείεται, ρητώς, η εφαρμογή των ευνοϊκών διατάξεων που ο νόμος αυτός εισάγει, όταν πρόκειται για χορήγηση δεύτερης σύνταξης, (το Δικαστήριο) κρίνει ότι ο προσφεύγων δεν υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 42 παρ. 5 του ν. 3996/2011 σε συνδυασμό με τις διατάξεις της περ. 2 της υποπαρ. ΙΑ.4 του άρθρου πρώτου του νεότερου ν.4093/2012, διότι κατά τον χρόνο υποβολής της ένδικης αίτησης του για συνταξιοδότηση ούτε είχε συμπληρώσει το 67° έτος της ηλικίας του ούτε είχε θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα στο καθ’ ου είτε βάσει των διατάξεων του άρθρου 17 του παρ. 1 του ν.δ. 4114/1960 («Περί του Κωδικός περί Ταμείου Νομικών»), είτε κατ’ επεκτατική εφαρμογή των διατάξων των άρθρων 47 και 48 του ν. 2084/1992 σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 43 του τελευταίου ν.δ., η οποία αποκλείεται, όπως αναλυτικά προεκτέθηκε στην 8η σκέψη της παρούσας απόφασης, είτε βάσει των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 5 του ν. 3232/2004, όπως ισχύει κατόπιν της αντικατάστασης της δυνάμει της παρ. 1 του άρθρου 37 του ν. 3996/2011, που ρητώς αποκλείει την εφαρμογή των εν λόγω ευεργετικών διατάξεων προς χορήγηση δεύτερης σύνταξης. Κατόπιν όλων των ανωτέρω, ο προσφεύγων, ο οποίος δεν είχε συμπληρωμένο το 67° έτος της ηλικίας του κατά τον χρόνο εξόδου του από την υπηρεσία και υποβολής της ένδικης αίτησης, δεν δικαιούνταν να λάβει σύνταξη από το καθ’ ου Ταμείο, όπως ορθώς και νομίμως κρίθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής του.
12. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να απορριφθεί και να περιέλθει το καταβληθέν παράβολο στο Ελληνικό Δημόσιο (άρθρο 277 παρ. 9 του Κ.Δ.Δ.), να απαλλαγεί, όμως, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, ο προσφεύγων από τα δικαστικά έξοδα του καθ’ ου Ταμείου (άρθρο 275 παρ.1 του Κ.Δ.Δ.).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την προσφυγή.
Διατάσσει να περιέλθει το καταβληθέν παράβολο στο Ελληνικό Δημόσιο.
Απαλλάσσει τον προσφεύγοντα από τη δικαστική δαπάνη του καθ’ ου.
Η διάσκεψη του Δικαστηρίου έγινε στην Αθήνα, στις 13.10.2021.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΣΤΕΡΓΙΟΥ ΦΙΛΙΠΠΙΑ-ΜΑΡΙΑ ΦΙΑΜΜΕΓΚΟΥ
Η απόφαση δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου στις 05.01.2022, με τη σύνθεση που αναγράφεται στα πρακτικά, λόγω απουσίας της εισηγήτριας δικαστή Φιλιππίας – Μαρίας Φιαμέγκου, Παρέδρου Δ.Δ., με άδεια ανατροφής τέκνου.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΣΤΕΡΓΙΟΥ ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΦΙΛΙΠΠΙΑ
http://www.dsanet.gr/Epikairothta/Nomologia/TrDPArth%2031.2022.htm