Τι προβλέπει γνωμοδότηση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Συνταγματική η δυνατότητα πειθαρχικής- προκαταρκτικής εξέτασης για παραπτώματα του προσωπικού καταστημάτων κράτησης.
«Η διενέργεια πειθαρχικής προκαταρκτικής εξέτασης από τον εισαγγελικό λειτουργό επόπτη του καταστήματος κράτησης προς διερεύνηση πειθαρχικών παραπτωμάτων του σωφρονιστικού προσωπικού δεν είναι (διοικητικό) έργο ξένο προς τον πυρήνα των εισαγγελικών καθηκόντων (διερεύνηση τέλεσης ποινικών αδικημάτων, έλεγχος νομιμότητας στην εκτέλεση των ποινών), αλλά απολύτως συγγενές, εκδηλούμενο ειδικά στον ευαίσθητο χώρο έκτισης της ποινής, που αποτελεί αναμφισβήτητα προέκταση του χώρου απονομής της ποινικής δικαιοσύνης, η δε σχετική πειθαρχική αρμοδιότητα αποτελεί την αναγκαία προέκταση της ανωτέρω εποπτείας στον χώρο της φυλακής, η οποία διαφορετικά θα ήταν χωλή, τυπική και εν πολλοίς ως επιτόπια αχρείαστη» αναφέρεται στη γνωμοδότηση.
«Είναι σαφές ότι παρά τις ουσιώδεις διαφορές οι πειθαρχικές κυρώσεις έχουν συνάφεια με τις ποινικές (και συνεπώς με τα εισαγγελικά καθήκοντα), η οποία σε αρκετές περιπτώσεις και μάλιστα στις πλέον σοβαρές γίνεται τόσο στενή, που τα μεταξύ τους όρια είναι δυσδιάκριτα …, ενώ εντοπίζονται σημαντικά σημεία επαφής του πειθαρχικού με το ποινικό δίκαιο, όσον αφορά την έννοια του πειθαρχικού παραπτώματος …, την εφαρμογή των κανόνων του ποινικοδικονομικού δικαίου …, τις πειθαρχικές ποινές …, καθώς επίσης την σχέση πειθαρχικής και ποινικής δίκης … που συνίσταται εν τέλει στον αλληλοεπηρεασμό και την δογματική μεταξύ τους επικοινωνία» προστίθεται. https://dd2367bf7960056346040c15f8bd37a6.safeframe.googlesyndication.com/safeframe/1-0-38/html/container.html
Άρειος Πάγος: Ανάθεση καθηκόντων μονομελούς οργάνου
Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση ο «συνταγματικός νομοθέτης δεν είχε κανένα δικαιολογητικό λόγο να θεωρήσει ασυμβίβαστη την κατά νόμο ανάθεση σε δικαστές διοικητικών καθηκόντων μονομελούς οργάνου, που έχει πειθαρχικό, ελεγκτικό ή δικαιοδοτικό χαρακτήρα. Αντιθέτως, αφού επέτρεψε την συμμετοχή δικαστικού λειτουργού σε τέτοιου χαρακτήρα συλλογικά διοικητικά όργανα, όπου η δικαστική του αμεροληψία και ευθυκρισία μπορεί να νοθευτεί από την σύμπραξη στην συναπόφαση ή ακόμα να παραμεριστεί από την πλειοψηφία των λοιπών υπαλλήλων – μελών του οργάνου, που έχουν διαφορετική νοοτροπία, ποικίλα κριτήρια και οφείλουν ιεραρχική υποταγή, πολύ περισσότερο και για την ταυτότητα του νομοθετικού λόγου ηθέλησε την κατά νόμο ανάθεση σε δικαστή καθηκόντων μονομελούς πειθαρχικού ή ελεγκτικού ή δικαιοδοτικού χαρακτήρα οργάνου, ακριβώς επειδή δι’ αυτού η δικαστική αμεροληψία και ευθυκρισία θα εκφραστεί απολύτως ανόθευτη και ανεπηρέαστη».
Όπως επισημαίνεται στη γνωμοδότηση «του επιτρέπει (σ.σ. του εισαγγελικού λειτουργού) χωρίς θεματικό περιορισμό την επιτόπια ακρόαση κάθε παραπονούμενου κρατούμενου (με συνήθη παράπονα τις συνθήκες κράτησης και την συμπεριφορά του προσωπικού), ενώ ο Σωφρονιστικός Κώδικας τον εμπλέκει σε ευρύ φάσμα δράσεων των σημαντικών οργάνων της φυλακής, αφού μπορεί να παρίσταται αυτεπαγγέλτως στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Φυλακής …, που λαμβάνει κρίσιμες αποφάσεις σε σημαντικά ζητήματα για κάθε κρατούμενο …., δυνάμενος μάλιστα να ασκεί ατομικά προσφυγή κατά των αποφάσεών του, ενώ προεδρεύει στο Πειθαρχικό Συμβούλιο του αρ. 70 ν. 2776/99 , που επί πλέον της εκδίκασης των πειθαρχικών αδικημάτων των κρατούμενων χορηγεί σε αυτούς κρίσιμες άδειες…, εν τέλει δε είναι το όργανό του που χορηγεί την άδεια του».
Για τους λόγους αυτούς ο Άρειος Πάγος έκρινε συμβατή με τις συνταγματικές διατάξεις τη συμμετοχή εισαγγελικών λειτουργών στη διερεύνηση υποθέσεων για το σωφρονιστικό προσωπικό.
ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΤΗΝ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ