Η ενάγουσα αγόρασε την ένδικη οικία το 2018. Κατόπιν έμαθε ότι στο σπίτι είχε τελεστεί διπλό φονικό προ εικοσαετίας και δη δολοφονήθηκε μια μητέρα με το μικρό παιδί της. Η αγοράστρια άσκησε αγωγή ακυρώσεως της αγοραπωλησίας, επικαλούμενη ότι παρασύρθηκε σε δήλωση βουλήσεως με απάτη. Η εναγομένη πωλήτρια όφειλε να της έχει γνωστοποιήσει το νοσηρό παρελθόν του αντικειμένου της σύμβασης, διότι αυτό μειώνει την εμπορική του αξία. Αν η αγοράστρια εγνώριζε την ιστορία της οικίας, δεν θα την αγόραζε.
Το επιληφθέν δικαστήριο απέρριψε την αγωγή ως αβάσιμη. Καταρχάς, ο πωλητής δεν έχει γενική υποχρέωση διαφώτισης του αγοραστή. Υποχρεούται αντίθετα να του αποκαλύψει εκείνες τις πληροφορίες που ευλόγως αναμένει να λάβει αυτός στη συγκεκριμένη περίπτωση, και τις οποίες χρειάζεται για τεκμηριωμένη απόφαση συναλλαγής. Η πληροφορία ότι στην πωλούμενη οικία έχει τελεστεί στο παρελθόν έγκλημα, ενώ μπορεί καταρχήν να θεωρηθεί ουσιώδης, έχει χάσει τον χαρακτήρα αυτόν 20 χρόνια μετά το συμβάν.
Περαιτέρω, η πωλήτρια δεν απέκρυψε την πληροφορία, με την έννοια της εν γνώση και σκόπιμης αποσιώπησής της. Η ίδια έμενε στην ένδικη οικία πριν την πώληση για περισσότερα από 10 χρόνια. Ενημερώθηκε μάλιστα κι η ίδια για την τραγική ιστορία αφού πρώτα είχε αγοράσει το σπίτι. Πλην όμως θεώρησε την πληροφορία επουσιώδη για να προσάψει ελαττωματικότητα στην οικεία δικαιοπραξία. Σε αυτό το πλαίσιο παρέλειψε να μεταφέρει την κρίσιμη πληροφορία και στην ενάγουσα κατά την πώληση της ιδιοκτησίας.