Δεν υπήρξε άρνηση του Ελληνικού Δημοσίου για τη χορήγηση αντιγράφων κτηματολογικών πινάκων και διαγραμμάτων, εφόσον καταβαλλόταν το νόμιμο αντίτιμο
Απορρίφθηκε από το Πολυμελές Εφετείο Πατρών αγωγή με αίτημα την επίδειξη εγγράφων, στο πλαίσιο της διαδικασίας προσδιορισμού αποζημίωσης λόγω αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ακινήτου (ΠολΕφΠατρ 13/2022). Το δικαστήριο έκρινε πως, εφόσον καταβαλλόταν το νόμιμο αντίτιμο, θα χορηγούνταν τα επίδικα έγγραφα (κτηματολογικοί πίνακες και διαγράμματα απαλλοτρίωσης), συνεπώς δεν υπήρξε σχετική άρνηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Πιο αναλυτικά, το δικαστήριο διαπίστωσε τα εξής πραγματικά περιστατικά.
Δυνάμει δικαστικής απόφασης, διατάχθηκε η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, προκειμένου να καθοριστεί η οριστική τιμή μονάδος αποζημίωσης απαλλοτριωθείσας έκτασης και διορίστηκε ως πραγματογνώμονας, μεταξύ των άλλων, ο πρώτος ενάγων. Ακολούθως, αποδείχθηκε ότι, προκειμένου να διενεργηθεί η οριζόμενη πραγματογνωμοσύνη, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ενάγοντος, απευθυνόμενος στην Διεύθυνση Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών, αιτήθηκε την χορήγηση αντιγράφων κτηματολογικών πινάκων και διαγραμμάτων και έλαβε αντίγραφα μερικών εκ των αιτούμενων κτηματολογικών πινάκων, καταβάλλοντας μάλιστα το ποσό των 120 ευρώ ως σχετικό αντίτιμο.
Στη συνέχεια, ο ίδιος πληρεξούσιος δικηγόρος, απευθυνόμενος στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, ζήτησε να του χορηγηθούν ατελώς αντίγραφα των λοιπών κτηματολογικών πινάκων. Η εν λόγω αίτηση αρχικά έγινε δεκτή, ωστόσο στη συνέχεια, μετά από αίτηση της ως άνω αναφερόμενης Διεύθυνσης, ανακλήθηκε διότι δεν είχε καταβληθεί το νόμιμο αντίτιμο, σύμφωνα με την αρ.πολ.1261/5671/6-12-13 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚΒ’ 3433/2013).
Οι ενάγοντες τότε κατέθεσαν αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, προκειμένου να τους χορηγηθούν ατελώς αντίγραφα κτηματολογικών πινάκων και διαγραμμάτων, ωστόσο η αίτηση αυτή απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη με την αιτιολογία ότι η υπηρεσία του εναγομένου Ελληνικού Δημοσίου ουδέποτε αρνήθηκε στους ενάγοντες την χορήγηση αντιγράφων κτηματολογικών πινάκων και διαγραμμάτων, εφόσον καταβαλλόταν το νόμιμο αντίτιμο που προβλέπεται στην ανωτέρω αναφερόμενη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Εν προκειμένω, και το Πολυμελές Εφετείο έκρινε κατ’ αυτό τον τρόπο, ήτοι ότι για την χορήγηση αντιγράφων κτηματολογικών πινάκων και διαγραμμάτων απαλλοτρίωσης (αποσπασμάτων ή ολόκληρων) απαιτείται η καταβολή εκ μέρους των αιτούντων του αντίστοιχου τιμήματος, δεδομένου ότι αναφέρονται και προσδιορίζονται ρητά στον σχετικό νόμο (άρθρο 18 παρ.2 του Ν. 2882/2001) τα έγγραφα που συντάσσονται ή χορηγούνται ατελώς και στα οποία δεν κατατάσσονται τα υπό κρίση αιτούμενα έγγραφα.
Απόσπασμα απόφασης
Περαιτέρω τα άρθρα 901-903 του ΑΚ ρυθμίζουν την επίδειξη πραγμάτων και εγγράφων και καθορίζουν τους όρους, με τους οποίους μπορεί να ζητηθεί και να πραγματοποιηθεί η επίδειξη αυτή. Τα ζητήματα για την επίδειξη εγγράφων και τη χορήγηση αντιγράφων ρυθμίζουν και τα άρθρα 450 επ. ΚΠολΔ και τα άρθρα 14-17 του Εμπορικού Νόμου, όπως επίσης και ο Οργανισμός Δικαστηρίων. Βεβαίως βασικό δικονομικό αξίωμα είναι ότι κανείς δεν υποχρεούται να δίνει στον αντίδικο του αποδεικτικά στοιχεία για να τα χρησιμοποιήσει εναντίον του. Πλην όμως σε ορισμένες περιπτώσεις, που προβλέπονται από τις παραπάνω διατάξεις, τόσο ο διάδικος, όσο και ο τρίτος υποχρεούνται να επιδείξουν έγγραφα τα οποία κατέχουν, ακριβώς γιατί από αυτά μπορεί να εξαρτηθεί η ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Από τις παραπάνω αναφερόμενες διατάξεις η διάταξη του άρθρου 902 ΑΚ έχει εφαρμογή όταν δεν υπάρχει εκκρεμής δίκη, στην οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ειδικά το ζητούμενο έγγραφο, ενώ οι διατάξεις των άρθρων 450 επ. ΚΠολΔ ρυθμίζουν αποκλειστικά την υποχρέωση των διαδίκων ή τρίτων προς επίδειξη εγγράφου κατά τη διάρκεια εκκρεμούς δίκης, στην οποία το επιδεικτέο έγγραφο πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό στοιχείο (ΑΠ 1264/1983 Δ. 15. 400, ΕφΘεσ 1939/1998 ΕλΔ 40. 382, ΕφΘεσ 1783/1993 Αρμ. ΜΗ 590, ΕφΑθ 16072/1988 ΕλΔ 34. 1366, ΕφΑΘ 10381/1988 ΝοΒ 37. 747). Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 902 ΑΚ, όποιος έχει έννομο συμφέρον να πληροφορηθεί το περιεχόμενο ενός εγγράφου που βρίσκεται στην κατοχή άλλου, έχει δικαίωμα να απαιτήσει την επίδειξη ή και αντίγραφο του, αν το έγγραφο συντάχθηκε για το συμφέρον αυτού που το ζητεί ή πιστοποιεί έννομη σχέση που αφορά και αυτόν ή σχετίζεται με διαπραγματεύσεις που έγιναν σχετικά με τέτοια έννομη σχέση είτε απευθείας από τον ίδιο είτε για το συμφέρον του με τη μεσολάβηση τρίτων. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι προϋπόθεση της δημιουργίας αξιώσεως για την επίδειξη εγγράφου είναι η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος αυτού που ζητεί την επίδειξη. Οι περιπτώσεις εννόμου συμφέροντος για επίδειξη εγγράφου ή τη χορήγηση αντιγράφου, εξειδικεύονται στην ανωτέρω διάταξη (902 ΑΚ) και αναφέρονται σ’ αυτήν περιοριστικά (Γεωργιάδη – Σταθόπουλου Αστ. Κωδ. IV, άρθ. 902 αριθ. 3 σελ. 553, Π. Μπαλοδήμος Δ. 22. 154, ΕφΑΘ 10381/1988 ΝοΒ 37. 747, ΕφΑΘ 1090/1981 Αρμ. 1981, 479, ΕφΠατρ 102/1964 ΝοΒ 14. 1089), είναι δε οι εξής: α) όταν το έγγραφο συνετάγει, προς το συμφέρον του αιτούντος, εάν δηλαδή συνετάγει προς σύσταση, απόδειξη ή γενικά διατήρηση των δικαιωμάτων του αιτούντος. IV αυτό απαιτείται κατά τη σύνταξη του εγγράφου να υπήρχε ο ως άνω σκοπός (Ράμμος ΕρμΑΚ 902 αρ. 8). Το έγγραφο δεν απαιτείται ν’ αφορά αποκλειστικά το συμφέρον του αιτούντος την επίδειξη. Αν όμως δεν έχει συνταχθεί έστω και προς το συμφέρον του, δεν θεμελιώνεται αξίωση επιδείξεως, επειδή έχει απλώς αντικειμενική γι’ αυτόν αξία λόγω του περιεχομένου του. Έτσι έννομο συμφέρον δεν υπάρχει αν το έγγραφο έχει συνταχθεί αποκλειστικά προς το συμφέρον του εναγομένου κατόχου του (Ράμμος ΕρμΑΚ 902 αρ. 8), β) όταν το έγγραφο πιστοποιεί έννομη σχέση που αφορά και τον αιτούντα, εάν δηλαδή πρόκειται για έγγραφο συστατικό ή αποδεικτικό δικαιοπραξίας, αφορά δηλαδή κυρίως διμερείς δικαιοπραξίες, στις οποίες ο αιτών είναι ένας από τους δικαιοπρακτούντες και γ) όταν το έγγραφο σχετίζεται με διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν και έχουν σχέση με τον αιτούντα είτε προς το συμφέρον αυτού δι’ άλλου. Στην, κατηγορία αυτή ανήκουν τα έγγραφα εκείνα, που δεν πιστοποιούν μεν μια έννομη σχέση, αφορούν όμως τις σχετικές με αυτή διαπραγματεύσεις. Δεν έχει δε σημασία αν οι διαπραγματεύσεις αυτές κατέληξαν ή όχι και σε κατάρτιση συμβάσεως. Ως παραδείγματα τέτοιων εγγράφων αναφέρονται τα σχέδια της συμβάσεως, τα τηλεγραφήματα, τα σχεδιαγράμματα, οι επιστολές, οι πρόχειρες σημειώσεις, η αλληλογραφία που έχει διαμειφθεί κλ.π. (Ράμμος ΕρμΑΚ 902 αρ. 10). Όσον αφορά στην αρμοδιότητα για την αγωγή περί επίδειξης εγγράφων αυτή ασκείται αυτοτελώς στο Πολυμελές Πρωτοδικείο, ωστόσο όμως μπορεί να ασκηθεί και στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο και μπορεί να υποβληθεί και με τις προτάσεις κατά του αντιδίκου, η δε παρεμπίπτουσα αγωγή μπορεί να ασκηθεί και στο εφετείο (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη ΕΡΜΟΝΑΚ, Τόμος Γ’ Ημίτομος Γ’ άρθρο 902 παρ. 19 και 34 σελ. 749επ.)
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο dsanet.gr.
https://www.lawspot.gr/nomika-nea/agogi-epideixis-eggrafon-polefpatr-13-2022