Από την 1η Φεβρουαρίου 2022 η προθεσμία για την υποβολή προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι τέσσερις μήνες από την αμετάκλητη εγχώρια δικαστική απόφαση σε μία υπόθεση, η οποία συνήθως είναι απόφαση που εκδόθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο της οικείας χώρας. Το χρονικό όριο ήταν προηγουμένως έξι μήνες.
Η νέα αυτή προθεσμία δεν έχει αναδρομική ισχύ: δεν ισχύει για προσφυγές στις οποίες η αμετάκλητη εγχώρια απόφαση ελήφθη πριν από την 1η Φεβρουαρίου 2022. Με άλλα λόγια, θα ισχύει μόνο για προσφυγές, για τις οποίες η αμετάκλητη εγχώρια απόφαση εκδόθηκε από την 1η Φεβρουαρίου 2022 και μετά.
Η προθεσμία των τεσσάρων μηνών για την προσφυγή στο Δικαστήριο μετά την αμετάκλητη εγχώρια απόφαση είναι ένα από τα κριτήρια παραδεκτού που ορίζονται στο άρθρο 35 της Σύμβασης. Αν δεν πληρούται έστω και ένα από αυτά τα κριτήρια η προσφυγή κηρύσσεται απαράδεκτη, γι’ αυτό είναι απαραίτητη η συμμόρφωση με όλες τις απαιτήσεις κατά την υποβολή προσφυγής στο Δικαστήριο.
Η αλλαγή της προθεσμίας για την προσφυγή στο Δικαστήριο προκύπτει από το 15ο Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία έχει υπογραφεί και επικυρωθεί από τα 47 κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης. Το εν λόγω κείμενο το οποίο τροποποιεί τη Σύμβαση, τέθηκε σε ισχύ την 1η Αυγούστου 2021, αλλά προέβλεπε μεταβατική περίοδο πριν τεθεί σε ισχύ η αλλαγή της προθεσμίας.
Ερμηνευτικά συνάγεται ότι η προθεσμία των 4 μηνών ξεκινά από την καθαρογραφή και αρχειοθέτηση της αμετάκλητης απόφασης του εθνικού δικαστηρίου, ημερομηνία που ο προσφεύγων λαμβάνει γνώση της απόφασής του. Ωστόσο, ελλείψει μέχρι στιγμής νομολογικού προηγουμένου ενώπιον του ΕΔΔΑ, οι προσφεύγοντες θα πρέπει να προσφύγουν για υποθέσεις με ημερομηνία δημοσίευσης μετά την 1η.2.2022 εντός 4 μηνών από τη δημοσίευση της απόφασής που τους αφορά.
Το 15ο Πρωτόκολλο τροποποιεί, επίσης, το Προοίμιο της Σύμβασης, το οποίο τώρα περιλαμβάνει μια αναφορά στην αρχή της επικουρικότητας και στο δόγμα του περιθωρίου εκτίμησης. Το Πρωτόκολλο επιφέρει επίσης τις ακόλουθες αλλαγές στη Σύμβαση:
– όσον αφορά το κριτήριο του παραδεκτού του «σημαντικού μειονεκτήματος», η δεύτερη προϋπόθεση, ήτοι ότι μια υπόθεση που δεν έχει εξεταστεί δεόντως από εγχώριο δικαστήριο δεν μπορεί να απορριφθεί, έχει τροποποιηθεί και αυτή η διάταξη έχει πλέον διαγραφεί.
– τα μέρη σε μια υπόθεση δεν μπορούν πλέον να αντιταχθούν στην παραίτηση του Τμήματος υπέρ του Τμήματος Ευρείας Σύνθεσης.
– οι υποψήφιοι για τη θέση δικαστή στο Δικαστήριο πρέπει να είναι κάτω των 65 ετών κατά την ημερομηνία κατά την οποία ο κατάλογος των τριών υποψηφίων έχει ζητηθεί από την Κοινοβουλευτική Συνέλευση.
Το 15ο Πρωτόκολλο που εγκρίθηκε το 2013, επικυρώθηκε από όλα τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης
(επιμέλεια echrcaselaw.com).