Στην περίπτωση που βρίσκεται σε ισχύ ήδη εκδοθείσα διαταγή πληρωμής για την αναγνωρισθείσα απαίτηση, η δυνατότητα αναστολής κρίνεται αποκλειστικά στο πλαίσιο του άρθρου 632 παρ. 3 ΚΠολΔ
Απορρίφθηκε αίτηση αναίρεσης με την οποία η αιτούσα ανώνυμη εταιρεία, επικαλούμενη κίνδυνο ανεπανόρθωτης βλάβης, ζητούσε να διαταχθεί η αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης εφετειακής απόφασης, βάσει της οποίας εκδόθηκε διαταγή πληρωμής, με την οποία απειλείται εναντίον της αναγκαστική εκτέλεση (ΣυμβΑΠ 173/2021).
Το δικαστήριο επεσήμανε πως, εν προκειμένω, η εκτέλεση δεν απειλείται βάσει της αναιρεσιβαλλόμενης εφετειακής απόφασης ή της επικυρωθείσας από αυτήν τελεσίδικης αναγνωριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, αλλά απειλείται βάσει διαταγής πληρωμής εκδοθείσας για την αναγνωρισθείσα χρηματική απαίτηση.
Η διαταγή πληρωμής βρίσκεται δε σε ισχύ και, συνεπώς, η δυνατότητα αναστολής έχει πλέον εκφύγει της αρμοδιότητας του Αρείου Πάγου.
Το δικαστήριο τόνισε, μάλιστα, πως σε κάθε περίπτωση δεν υφίσταται έννομο συμφέρον για αναστολή των έννομων συνεπειών της προσβληθείσας με αναίρεση εφετειακής απόφασης, αφού επήλθαν ήδη οι έννομες συνέπειες αυτής με την έκδοση της διαταγής πληρωμής.
Από τη διάταξη του άρθρου 565 παρ. 1 του ΚΠολΔ, που αφορά στην «αναστολή εκτελέσεως της προσβαλλόμενης απόφασης», σαφώς προκύπτει ότι για τη δυνατότητα αυτής πρέπει η εκτέλεση να απειλείται με βάση την απόφαση κατά της οποίας ασκήθηκε η αίτηση αναίρεσης ή με βάση εκείνη, που επικυρώθηκε από αυτήν και κατέστη τελεσίδικη και εκτελεστή, και όχι με βάση άλλον εκτελεστό τίτλο, όπως είναι η διαταγή πληρωμής. Και τούτο, διότι στην τελευταία περίπτωση η αναγκαστική εκτέλεση δε θα χωρήσει βάσει της προσβαλλόμενης εφετειακής απόφασης, αλλά βάσει άλλου εκτελεστού τίτλου, για την αναστολή εκτέλεσης του οποίου δεν έχει αρμοδιότητα ο Άρειος Πάγος.
Στην περίπτωση δε, που έχει ήδη εκδοθεί διαταγή πληρωμής για την αναγνωρισθείσα απαίτηση και είναι σε ισχύ, τότε η δυνατότητα αναστολής κρίνεται αποκλειστικά στο πλαίσιο του άρθρου 632 παρ. 3 του ΚΠολΔ, εφόσον υπάρχει κατά το άρθρο 633 του ΚΠολΔ βάσιμος λόγος ανακοπής κατά της ενεργούμενης με βάση τη διαταγή πληρωμής εκτέλεσης και πιθανολογείται, έτσι, η ευδοκίμηση της ανακοπής. Και τούτο, διότι μετά την έκδοση διαταγής πληρωμής δεν υφίσταται έννομο συμφέρον για αναστολή των έννομων συνεπειών της αναγνωριστικής απόφασης του εφετείου που προσβλήθηκε με αίτηση αναίρεσης, αφού επήλθαν οι έννομες συνέπειες και εκδόθηκε διαταγή πληρωμής, το κύρος της οποίας και, συνεπώς, της ύπαρξης της (τελεσιδίκως αναγνωρισθείσας) απαίτησης κρίνεται με βάση το χρόνο έκδοσης της διαταγής πληρωμής.
Απόσπασμα απόφασης
Κατά το άρθρο 565 παρ. 1 ΚΠολΔ η προθεσμία της αναίρεσης, καθώς και η άσκησή της, δεν αναστέλλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης, με εξαίρεση ορισμένες περιπτώσεις, για τις οποίες δεν πρόκειται στην ένδικη υπόθεση. Κατά δε την παρ. 2 εδ. α’ του ίδιου άρθρου, αν από την εκτέλεση της απόφασης πιθανολογείται κίνδυνος βλάβης, της οποίας η αποκατάσταση δεν είναι εύκολη, μπορεί να διαταχθεί με αίτηση κάποιου από τους διαδίκους η ολική ή εν μέρει αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης, με τον όρο παροχής ανάλογης εγγύησης ή και χωρίς εγγύηση ή να εξαρτηθεί η εκτέλεση της απόφασης από την παροχή εγγύησης από το διάδικο που έχει νικήσει. Κατά την αληθινή έννοια της δεύτερης αυτής διάταξης, ενόψει και του σκοπού τον οποίο επιδιώκει, που είναι η προστασία του αναιρεσείοντος από βλάβη δυσχερώς αναστρέψιμη λόγω της εκτέλεσης της απόφασης -, η αναστολή επιτρέπεται όχι μόνο επί αποφάσεων που έχουν καταψηφιστικό διατακτικό, δυνάμενο να εκτελεστεί κατά τις περί εκτελέσεως διατάξεις του ΚΠολΔ, αλλά και επί αναγνωριστικών αποφάσεων, οι οποίες παρέχουν στο νικήσαντα διάδικο το δικαίωμα να αποκτήσει και να απολαύσει το αντικείμενο της διαφοράς μέχρι την έκδοση της απόφασης επί της αναίρεσης και ως εκ τούτου είναι δυνατόν να επέλθει βλάβη στον αναιρεσείοντα, η αποκατάσταση της οποίας δεν είναι εύκολη, όπως, ειδικότερα, συμβαίνει επί αποφάσεων που αναγνωρίζουν χρηματική απαίτηση υπέρ του αναιρεσιβλήτου και του παρέχουν τη δυνατότητα άμεσης απόλαυσης της αναγνωρισθείσας απαίτησης με την έκδοση διαταγής πληρωμής [ΑΠ (Συμβ.) 246/2007, 170/2013, 74/2017]. Από τις ανωτέρω διατάξεις, που πραγματεύονται την «αναστολή εκτελέσεως της προσβαλλόμενης απόφασης», σαφώς προκύπτει ότι για τη δυνατότητα αυτής πρέπει η εκτέλεση να απειλείται με βάση την απόφαση κατά της οποίας ασκήθηκε η αίτηση αναίρεσης ή με βάση εκείνη, που επικυρώθηκε από αυτήν και κατέστη τελεσίδικη και εκτελεστή και όχι με βάση άλλον εκτελεστό τίτλο, όπως είναι η διαταγή πληρωμής, αφού στην τελευταία περίπτωση η αναγκαστική εκτέλεση δε θα χωρήσει βάσει της προσβαλλόμενης εφετειακής απόφασης, αλλά βάσει άλλου εκτελεστού τίτλου, για την αναστολή εκτέλεσης του οποίου δεν έχει αρμοδιότητα ο ʼρειος Πάγος [ΑΠ (Συμβ.) 46/2006, 195/2006, 1/2018]. Στην περίπτωση δε, που έχει ήδη εκδοθεί διαταγή πληρωμής για την αναγνωρισθείσα απαίτηση και είναι εν ισχύει (δηλαδή να έχει επιδοθεί εντός δύο μηνών στον καθ’ ου, διότι άλλως παύει να ισχύει κατ’ άρθρο 630A ΚΠολΔ), τότε η δυνατότητα αναστολής κρίνεται αποκλειστικά στο πλαίσιο του άρθρου 632 παρ. 3 ΚΠολΔ, εφόσον υπάρχει κατά το άρθρο 633 ΚΠολΔ βάσιμος λόγος ανακοπής κατά της ενεργούμενης με βάση τη διαταγή πληρωμής εκτέλεσης και πιθανολογείται έτσι η ευδοκίμηση της ανακοπής. Και τούτο, διότι μετά την έκδοση διαταγής πληρωμής δεν υφίσταται έννομο συμφέρον για αναστολή των έννομων συνεπειών της αναγνωριστικής απόφασης του εφετείου που προσβλήθηκε με αίτηση αναίρεσης, αφού επήλθαν οι έννομες συνέπειες και εκδόθηκε διαταγή πληρωμής, το κύρος της οποίας και, συνεπώς, της ύπαρξης της (τελεσιδίκως αναγνωρισθείσας) απαίτησης κρίνεται με βάση το χρόνο έκδοσης της διαταγής πληρωμής (ΑΠ 170/2013).
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο dsanet.gr.