Η παράβαση αφορά τον θόρυβο από την κίνηση οχημάτων και την υπέρβαση των θεσμοθετημένων ορίων εκπομπής θορύβου από τις εγκαταστάσεις του λιμένα
Απορρίφθηκε από το Μονομελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών προσφυγή του ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΛΙΜΕΝΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε., με την οποία ζητούσε την ακύρωση της απόφασης του Αντιπεριφερειάρχη Αττικής, δυνάμει της οποίας του επιβλήθηκε πρόστιμο 5.000 ευρώ, σε εφαρμογή του άρθρου 30 του Ν. 1650/1986 για την προστασία του περιβάλλοντος (ΔΠΑ 1/2022).
Με την προσβαλλόμενη απόφαση, επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας πρόστιμο για την παράβαση των οριζόμενων στην κοινή υπουργική απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (Α.Ε.Π.Ο.), με την οποία εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι για το έργο «Επενδυτικό αναπτυξιακό πρόγραμμα ΟΛΠ Α.Ε.» της προσφεύγουσας εταιρείας, που περιλάμβανε την επέκταση, τον εξοπλισμό και την εκτέλεση έργων υποδομής στους σταθμούς εμπορευματοκιβωτίων (ε/κ) της λιμενικής ζώνης του Νέου Ικόνιου Περάματος (104050/17.5.2006). Κατά της απόφασης αυτής η προσφεύγουσα άσκησε ειδική διοικητική προσφυγή, η οποία απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη.
Η εν λόγω Α.Ε.Π.Ο. προβλέπει, στην παρ. 2 του κεφαλαίου Γ΄ αυτής, ότι ο εκπεμπόμενος από τη λειτουργία του λιμένα θόρυβος θα πρέπει να συμμορφώνεται με τα οριζόμενα στο π. δ. 1180/1981, όπου τίθενται ανώτατες τιμές για τον εκπεμπόμενο από την οικεία εγκατάσταση και μετρούμενο επί του ορίου αυτής θόρυβο, χωρίς να εξειδικεύεται περαιτέρω η μέθοδος της σχετικής μέτρησης.
Πιο αναλυτικά, το δικαστήριο έκρινε ότι νομίμως επιβλήθηκε το ένδικο πρόστιμο σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας και προσδιορίστηκε το ύψος αυτού στο εύλογο και προσήκον ποσό των 5.000 ευρώ, απορριπτομένων όλων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της προσφεύγουσας.
Προς τούτο, το Δικαστήριο έλαβε ιδίως υπόψη του (α) το γεγονός ότι οι δράσεις που επικαλείται ότι υλοποίησε η προσφεύγουσα εταιρεία για τη βελτίωση του ακουστικού περιβάλλοντος της επίμαχης περιοχής αποτελούν ως επί το πλείστον εκπλήρωση νομίμων υποχρεώσεων που υπείχε βάσει των όρων της Α.Ε.Π.Ο., ενώ εξάλλου, από τις περαιτέρω διαπιστώσεις της ένδικης έκθεσης αυτοψίας, προκύπτουν πλημμέλειες ως προς τη βελτίωση του οδοστρώματος της εσωτερικής οδού κυκλοφορίας των οχημάτων και την τήρηση της δέσμευσης της εταιρείας περί παύσης κυκλοφορίας βαρέων οχημάτων στην οδό αυτή από ώρα 19:00 έως 7:00, (β) το είδος και τη σοβαρότητα της ένδικης παράβασης και ιδίως το ύψος υπέρβασης των θεσμοθετημένων ορίων εκπομπής θορύβου, (γ) το γεγονός ότι δεν έχει διαπιστωθεί μεν κατά το παρελθόν αντίστοιχη με την ένδικη παράβαση σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας, πλην όμως το ζήτημα του εκπεμπόμενου από τις εγκαταστάσεις του λιμένα θορύβου έχει απασχολήσει διαχρονικά τους εμπλεκόμενους φορείς, με αφορμή τη διατύπωση σχετικών παραπόνων προερχόμενων από τη γειτονική οικιστική περιοχή, (δ) τον σκοπό που επιτελεί η επιβολή των ένδικων κυρώσεων, ο οποίος συνδέεται κατά τρόπο άμεσο με το δημόσιο συμφέρον (προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας) και πρέπει να έχει αποτρεπτικό χαρακτήρα, ώστε να αποφευχθεί η επανάληψη των ίδιων παραβάσεων στο μέλλον και (ε) το εύρος των ορίων διακύμανσης του προβλεπόμενου από την διάταξη του άρθρου 30 του Ν. 1650/1986 προστίμου (από 500 μέχρι 2.000.000 ευρώ).
Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, κατά την αυτοψία της αρμόδιας υπηρεσίας διενεργήθηκαν μετρήσεις με βαθμονομημένο ηχομετρητή σε τρεις διαφορετικές θέσεις, επιλεγείσες κατά τέτοιο τρόπο ώστε να ελαχιστοποιείται η επίδραση του αστικού θορύβου και, ιδίως, του προερχόμενου από την παρακείμενη λεωφόρο. Προσέτι, όπως προκύπτει ιδίως από την οικεία εισήγηση επιβολής του προστίμου, κατά τη διάρκεια των μετρήσεων καταβλήθηκε ιδιαίτερη μέριμνα ώστε να απομονωθούν ο αστικός και συγκοινωνιακός θόρυβος της λεωφόρου.
Περαιτέρω, κρίθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η διαδικασία μέτρησης που ακολουθήθηκε παρίσταται εύλογη και σύμφωνη με τις διατάξεις του π.δ. 1180/1981, ενόψει ιδίως της πολλαπλότητας του δείγματος που ελήφθη, της εξασφάλισης κατά το δυνατό ισχνότερης επίδρασης του εξωγενούς θορύβου, της αναγωγής των τιμών στο όριο της εγκατάστασης κατά τρόπο λογικά τεκμηριωμένο, και της σύγκρισης των τελικών τιμών με τα ανώτατα όρια που θέτει το ως άνω π. δ. και αντιστοιχούν στον χαρακτήρα των θέσεων μέτρησης. Συνεπώς, όλες οι αιτιάσεις της προσφεύγουσας που στρέφονται κατά της νομιμότητας και εγκυρότητας της μεθόδου που ακολουθήθηκε κρίθηκαν απορριπτέες.
Επιπλέον, το δικαστήριο απέρριψε τους ισχυρισμούς της προσφεύγουσας περί επιλογής αδόκιμων τόπων και χρόνων μέτρησης του θορύβου, λόγω υπερίσχυσης σε αυτούς, ιδίως στο μπαλκόνι του β΄ ορόφου του σχολικού συγκροτήματος, του προερχόμενου από την λεωφόρο θόρυβο. Προς τούτο, έλαβε υπόψη του ότι η επιλογή των σημείων διεξαγωγής και των στιγμών των επίμαχων μετρήσεων έγινε κατά τρόπο που εξασφάλιζε την κατά το δυνατόν στεγανοποίηση των αποτελεσμάτων τους έναντι των εξωγενών θορύβων, ειδικότερα, δε, ως προς τις μετρήσεις στους εξώστες του σχολικού συγκροτήματος, χάρις στη λειτουργία του ίδιου του σχολικού κτιριακού όγκου εν είδει «ηχοπετάσματος» προς την λεωφόρο.
Τέλος, κρίθηκε πως αλυσιτελώς επικαλέστηκε η προσφεύγουσα τις δράσεις στις οποίες προέβη μέχρι και το έτος 2014 προς βελτίωση του ακουστικού περιβάλλοντος της περιοχής και τις τεχνικές παραμέτρους που προβλέπει το πρόγραμμα παρακολούθησης για τις εντασσόμενες στα πλαίσια αυτού μετρήσεις, λαμβάνοντας υπόψη ότι, αφενός, η ανάγκη λήψης επιπρόσθετων μέτρων αντιθορυβικής προστασίας επισημαίνεται και σε μεταγενέστερα του ως άνω έτους έγγραφα των εμπλεκόμενων υπηρεσιών και, αφετέρου, οι προδιαγραφές που προβλέπει το εγκριθέν πρόγραμμα παρακολούθησης αφορούν τις διενεργούμενες στα πλαίσιά του μετρήσεις και δεν δεσμεύουν τις ελεγκτικές αρχές κατά την εκπλήρωση των οικείων αρμοδιοτήτων τους.
Απόσπασμα απόφασης
Τέλος, αλυσιτελώς, από την άποψη της στοιχειοθέτησης της ένδικης εν προκειμένω παράβασης, επικαλείται περαιτέρω η προσφεύγουσα εταιρεία τις δράσεις στις οποίες προέβη μέχρι και το έτος 2014 προς βελτίωση του ακουστικού περιβάλλοντος της περιοχής και τις τεχνικές παραμέτρους που προβλέπει το πρόγραμμα παρακολούθησης για τις εντασσόμενες στα πλαίσια αυτού μετρήσεις, δοθέντος και του ότι, αφενός, η ανάγκη λήψης επιπρόσθετων μέτρων αντιθορυβικής προστασίας επισημαίνεται και σε μεταγενέστερα του ως άνω έτους έγγραφα των εμπλεκόμενων υπηρεσιών και αφετέρου οι προδιαγραφές που προβλέπει το εγκριθέν πρόγραμμα παρακολούθησης αφορούν τις διενεργούμενες στα πλαίσιά του μετρήσεις και δεν δεσμεύουν τις ελεγκτικές αρχές κατά την εκπλήρωση των οικείων αρμοδιοτήτων τους (βλ. και τις επιφυλάξεις που διατυπώνονται στο υπ’ αριθ. πρωτ. ./12.11.2012 έγγραφο της Υπηρεσίας ως προς τις οριακές τιμές που λαμβάνει υπόψη το πρόγραμμα παρακολούθησης). Άλλωστε, η εγκυρότητα της ένδικης διαδικασίας μέτρησης και η ακρίβεια των αποτελεσμάτων της δεν κλονίζεται ούτε από την επιφύλαξη που διατυπώνεται στο υπ’ αριθ. πρωτ. ./7.10.2016 έγγραφο της Υπηρεσίας ως προς την εγκυρότητα των αποτελεσμάτων της προηγούμενης από 6.3.2015 διενεργηθείσας υπό διαφορετικές παραμέτρους (χρόνου, τόπου και εν γένει συνθηκών) αυτοψίας της (πρβλ. ΣτΕ 1978/2005 σκ. 7).
Ενόψει όλων των ανωτέρω το Δικαστήριο κρίνει ότι νομίμως αποδόθηκε στην προσφεύγουσα εταιρεία παράβαση της προβλεπόμενης στο κεφάλαιο γ΄ παρ. 2 της επίμαχης Α.Ε.Π.Ο. υποχρέωσης συμμόρφωσής της προς τις διατάξεις του π. δ/τος 1180/1981.
Εξάλλου, οι ειδικότερες αιτιάσεις της προσφεύγουσας εταιρείας περί του ότι δεν της γνωστοποιήθηκαν οι διευθύνσεις των παραπονούμενων κατοικιών, ώστε να τις εντάξει στο πρόγραμμα παρακολούθησης, ούτε τα ακριβή σημεία των μετρήσεων, ώστε να αντιπαραβάλλει τα αποτελέσματά τους με το αρχείο της, ούτε, τέλος, ελέγχθηκε η αποτελεσματικότητα των ηχοπετασμάτων που έχουν τοποθετηθεί για την προστασία του σχολείου, πρέπει να απορριφθούν προεχόντως διότι δεν προσάπτουν πλημμέλεια στην μέθοδο που ακολουθήθηκε κατά τη διενέργεια των επίμαχων μετρήσεων ούτε αμφισβητούν τα αποτελέσματά τους, αν έχουν δε την έννοια της μομφής περί πλημμελούς τήρησης του τύπου της προηγούμενης ακρόασης τυγχάνουν απορριπτέες, προεχόντως, διότι από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει ότι, με το υπ’ αριθ. πρωτ. ./18.7.2017 έγγραφό της, η Υπηρεσία κοινοποίησε στην προσφεύγουσα εταιρεία την ένδικη έκθεση αυτοψίας όπως επιβάλλεται από τις διατάξεις των άρθρων 30 παρ. 4 του ν. 1650/1986 και 1 παρ. 3 της κ.υ.α. υπ’ αριθμ. 59388/3363/1988 (Β΄ 638), καλώντας την να υποβάλλει συναφώς τις απόψεις της, όπερ και έπραξε, η προσφεύγουσα εταιρεία, με το υπ’ αριθ. πρωτ. ./16.8.2017 υπόμνημά της.
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο dsanet.gr.