ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ 3ο
ΑΡΙΘΜΟΣ 486/2021
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Δ.Π..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
Α. ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης Ελληνικής ασφαλιστικής εταιρείας ……………, εκπροσωπήθηκε δε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Νικόλαο Οικονόμου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ……….. και 2) ………….. οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Δημήτριο Καρδασιλάρη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
Β. ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ: 1) ………….. και 2) …………., οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Δημήτριο Καρδασιλάρη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ……….. και 2) ………… 3) ………… 4) ……….., 5) …………. και 6) Ανώνυμης ελληνικής ασφαλιστικής εταιρίας ……………εκ των οποίων οι 1η, 2η, 3η, 4η και 5η δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο και η 6η εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Νικόλαο Οικονόμου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς άσκησαν α) οι ………….., -ως μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του αρχικώς ενάγοντος …………, ο οποίος απεβίωσε στις …….2017, την από 11.12.2017 (ΓΑΜ/ΕΑΚ ………/2017) αγωγή, β) η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία ………….. την από 14.2.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2018) ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή, γ) οι ………., 2) ………3) …, 4) ………. και 5) ………… την από 26.1.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2018) αγωγή και δ) η ανώνυμη εταιρεία ………. την από 14.2.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2018) ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή. Επί αυτών, εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 446/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε τα σε αυτήν αναφερόμενα.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου οι υπό στοιχ Α και Β ήδη εκκαλούντες με τις από 17.2.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2020) και 4.4.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019) εφέσεις τους, αντίστοιχα. Δικάσιμος της πρώτης ως άνω έφεσης ορίσθηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ……../2020) η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης και δικάσιμος της δεύτερης ως άνω έφεσης, ορίσθηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ………../2019) αρχικά η 20η.2.2020, μετά δε από αναβολή, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των παρασταθέντων διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου: Α)η από 4-4-2019 (με αριθμ. κατάθ. ……………/2019) έφεση της ……….., για την ίδια προσωπικά και ως ασκούσα την αποκλειστική επιμέλεια της ανήλικης θυγατέρας της ……. . (ήδη ενηλικιωθείσας) κατά των α) ………., β) ………, γ) ………., δ) ………., ε) ………… και στ) της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία ……… και Β)η από 17-2-2020 (με αριθμ. κατάθ. ………./2020) έφεση της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………….» κατά της ……….. και του ………….. Οι εφέσεις αυτές, οι οποίες στρέφονται κατά της υπ’ αριθμ. 446/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατά την προβλεπόμενη στο άρθρο 614 παρ. 6 ΚΠολΔ ειδική διαδικασία των περιουσιακών (αυτοκινητικών) διαφορών, πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας και για οικονομία χρόνου και εξόδων (άρθρα 31 και 246 ΚΠολΔ).
Στην από 11-12-2017 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2017) κύρια αγωγή ο αρχικώς ενάγων ………, εκπροσωπούμενος από τη σύζυγό του …….., προσωρινή δικαστική συμπαραστάτρια, ιστορούσε ότι, από αποκλειστική υπαιτιότητα της ………………….., οδηγού του υπ’ αριθμ. ……………..δίκυκλου μοτοποδήλατου, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την κατά το χρόνο του ατυχήματος αστική του ευθύνη στην εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, έλαβε χώρα το περιγραφόμενο αυτοκινητικό ατύχημα, συνεπεία του οποίου ο ίδιος (πεζός) υπέστη βαρύτατες κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, με αποτέλεσμα να νοσηλεύεται σε κωματώδη κατάσταση, χωρίς οποιαδήποτε επαφή με το περιβάλλον, αρχικά στη ΜΕΘ του Νοσοκομείου της Χίου και από 23-9-2017 στη ΜΕΘ του Νοσοκομείου Αθηνών Ασκληπιείου Βούλας. Με βάση το ιστορικό αυτό, μετά τον παραδεκτό περιορισμό του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, ζητούσε να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγόμενης, ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………….», να του καταβάλει τα κάτωθι ποσά: α) 8.520 ευρώ (ήτοι 71 ευρώ χ 120 ημέρες), που αποτελεί την πλασματική ζημία του ενάγοντος ως εκ της φερόμενης υποκατάστασης υπηρεσιών αποκλειστικής νοσοκόμας από τη σύζυγο αυτού (…………) για το χρονικό διάστημα από την ημέρα του ένδικου ατυχήματος έως 31-12-2017, κατά το οποίο νοσηλεύτηκε στις ως άνω ΜΕΘ, β) 300.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη, που υπέστη από τον σοβαρότατο τραυματισμό του και γ) 250.000 ευρώ ως ειδική αποζημίωση του άρθρου 931 ΑΚ, λόγω της επικαλούμενης αναπηρίας του, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής.
Εξάλλου, η εναγομένη της ως άνω από 11-12-2017 (με αριθμ. κατάθ. …………./2017) κύριας αγωγής ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «…………..», στην από 14-2-2018 (με αριθμ. κατάθ. ………./2018) ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, ενώπιον του ως άνω Δικαστηρίου, που απηύθυνε κατά της . …………….. και της ανήλικης θυγατέρας της . …………….., [τη γονική μέριμνα της οποίας συνασκούσαν από κοινού η . …………….., (που ασκούσε αποκλειστικά την επιμέλεια της ανήλικης), καθώς και ο πρώην σύζυγός της …………], ισχυριζόταν ότι είχε ασκηθεί εναντίον της η προαναφερόμενη αγωγή, σύμφωνα με την οποία η ανήλικη προκάλεσε το περιγραφόμενο ατύχημα. Ότι, ειδικότερα, η τελευταία, μολονότι εστερείτο της κατά νόμο σχετικής άδειας ικανότητας οδήγησης, οδηγούσε το υπ’αριθμ. κυκλ. ……………..δίκυκλο όχημα, ιδιοκτησίας της πρώτης, …………….., το οποίο ήταν ασφαλισμένο για τις προς τρίτους ζημίες στην ίδια (ασφαλιστική εταιρεία) και ενεπλάκη στο παραπάνω τροχαίο ατύχημα, κατά το οποίο παρέσυρε και τραυμάτισε σοβαρά τον 68χρονο πεζό …………….., ο οποίος υπέστη σοβαρές κρανιοεγκεφαλικές βλάβες, συνεπεία των οποίων αυτός παρέμεινε σε κωματώδη κατάσταση μέχρι τις 22-12-2017, οπότε και κατέληξε. Ότι η …………….., παρότι είχε εκ του νόμου την εποπτεία της ανήλικης, δεν άσκησε την προσήκουσα επιτήρηση και επίβλεψη ώστε να την αποτρέψει να οδηγεί, αφού δεν κατείχε την απαιτούμενη άδεια ικανότητος οδηγού. Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, η προσεπικαλούσα – παρεμπιπτόντως ενάγουσα ζητούσε να παρέμβουν οι καθ’ων η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενες στην ανωτέρω εκκρεμή δίκη και, μετά τον παραδεκτό περιορισμό του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, ζητούσε να αναγνωριστεί η υποχρέωση αυτών να της καταβάλουν – σε ολόκληρο η καθεμία – κάθε ποσό που θα υποχρεωνόταν αυτή να καταβάλει στον αρχικώς ενάγοντα και ήδη στους κληρονόμους αυτού, (που τυχόν θα συνέχιζαν την ανοιγείσα κύρια δίκη), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της καταβολής τους.
Περαιτέρω, στην από 26-1-2018 (με αριθμ. καταθ. ……………../2018) κύρια αγωγή τους, ενώπιον του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου, οι ενάγουσες, …………. ιστορούσαν ότι από αποκλειστική υπαιτιότητα της . ……….., οδηγού του υπ’ αριθμ. κυκλ. ……………..δίκυκλου μοτοποδήλατου, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την κατά το χρόνο του ατυχήματος αστική του ευθύνη προς τρίτους από την κυκλοφορία του στην εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, έλαβε χώρα το περιγραφόμενο αυτοκινητικό ατύχημα, συνεπεία του οποίου ο …………, σύζυγος της πρώτης, πατριός της δεύτερης και αδελφός των λοιπών, υπέστη βαρύτατες κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, με αποτέλεσμα να νοσηλευθεί σε κωματώδη κατάσταση, χωρίς οποιαδήποτε επαφή με το περιβάλλον, στις ΜΕΘ του Νοσοκομείου της Χίου και του Νοσοκομείου Αθηνών Ασκληπιείου Βούλας έως τις 22-12-2017, οπότε και απεβίωσε. Με βάση το ιστορικό αυτό, οι ενάγουσες, μετά τον παραδεκτό περιορισμό του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, ζητούσαν να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρείας να καταβάλει τα κάτωθι ποσά: α) 150.000 ευρώ στην πρώτη ενάγουσα, (στο οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται το ποσό των 50 ευρώ, που αυτή επιφυλάσσεται να αξιώσει παριστάμενη ως πολιτικώς ενάγουσα στα ποινικά δικαστήρια), β) 80.000 ευρώ στη δεύτερη εξ αυτών και γ) 60.000 ευρώ σε καθεμία των λοιπών τριών εναγουσών, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής τους οδύνης με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.
Τέλος, η εναγομένη της ως άνω από 26-1-2018 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2018) κύριας αγωγής, ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «………..», στην από 14-2-2018 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2018) ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή της, ενώπιον του ως άνω Δικαστηρίου, που απηύθυνε κατά της . …………….. και της ανήλικης θυγατέρας της . …………….., [τη γονική μέριμνα της οποίας συνασκούσαν από κοινού η . …………….., (που ασκούσε αποκλειστικά την επιμέλεια της ανήλικης), καθώς και ο πρώην σύζυγός της ………], ισχυριζόταν ότι είχε ασκηθεί εναντίον της η προαναφερόμενη αγωγή, σύμφωνα με την οποία η ανήλικη προκάλεσε το περιγραφόμενο ατύχημα. Ότι, ειδικότερα, η τελευταία, μολονότι εστερείτο της κατά νόμο σχετικής άδειας ικανότητας οδήγησης, οδηγούσε το υπ’αριθμ. κυκλ. ……………..δίκυκλο όχημα, ιδιοκτησίας της πρώτης, . …………….., το οποίο ήταν ασφαλισμένο για τις προς τρίτους ζημίες στην ίδια (ασφαλιστική εταιρεία) και ενεπλάκη στο παραπάνω τροχαίο ατύχημα, κατά το οποίο παρέσυρε και τραυμάτισε σοβαρά τον 68χρονο πεζό . …………….., ο οποίος υπέστη σοβαρές κρανιοεγκεφαλικές βλάβες, συνεπεία των οποίων αυτός παρέμεινε σε κωματώδη κατάσταση μέχρι τις 22-12-2017, οπότε και κατέληξε. Ότι η . …………….., παρότι είχε εκ του νόμου την εποπτεία της ανήλικης, δεν άσκησε την προσήκουσα επιτήρηση και επίβλεψη, ώστε να την αποτρέψει να οδηγεί, αφού δεν κατείχε την απαιτούμενη άδεια ικανότητος οδηγού. Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, η προσεπικαλούσα – παρεμπιπτόντως ενάγουσα ζητούσε να παρέμβουν οι καθ’ων η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενες στην ανωτέρω εκκρεμή δίκη και, μετά τον παραδεκτό περιορισμό του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, ζητούσε να αναγνωριστεί η υποχρέωση αυτών να της καταβάλουν – σε ολόκληρο η καθεμία – κάθε ποσό που θα υποχρεωνόταν αυτή να καταβάλει στις ενάγουσες της ως άνω κύριας αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της καταβολής τους.
Ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, το οποίο συνεκδίκασε τα ως άνω δικόγραφα, δηλώθηκε η βίαιη διακοπή της δίκης, όσον αφορά στην πρώτη από 11-12-2017 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2017) κύρια αγωγή, καθόσον ο αρχικώς ενάγων …….. απεβίωσε στις 22-12-2017, αφήνοντας εξ αδιαθέτου κληρονόμους του τις: α) ……., β) ……. γ) ………., δ) ………. και ε) ……., που συνέχισαν τη δίκη. Το ανωτέρω Δικαστήριο εξέδωσε την προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 446/2019 απόφαση, στην οποία, από παραδρομή, όσον αφορά στις από 14-2-2018 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2018) και από 14-2-2018 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2018) ανακοινώσεις δίκης – προσεπικλήσεις – παρεμπίπτουσες αγωγές της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………..», θεώρησε ότι προσεπικαλούμενος-παρεμπιπτόντως εναγόμενος, πέραν της …………….. …………….., ήταν και ο πρώην σύζυγός της . ………………και όχι η ανήλικη θυγατέρα τους . …………….., που είχε παρασταθεί προσηκόντως ενώπιον του Δικαστηρίου. Ειδικότερα, ως προς τον . …………….., για τον οποίο απλώς αναφερόταν στα σχετικά δικόγραφα ότι συνασκούσε με τη μητέρα της ανήλικης τη γονική μέριμνα της τελευταίας, απορρίφθηκαν οι ως άνω παρεμπίπτουσες αγωγές και καταδικάσθηκε η ως άνω ασφαλιστική εταιρεία να του καταβάλει τα δικαστικά έξοδα γι’ αυτές. Κατά τα λοιπά, έγιναν εν μέρει δεκτές οι από 11-12-2017 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2017) και από 26-1-2018 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2018) κύριες αγωγές και έγιναν δεκτές οιαπό 14-2-2018 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2018) και από 14-2-2018 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2018) ανακοινώσεις δίκης – προσεπικλήσεις – παρεμπίπτουσες αγωγές ως προς την …………….. ……………… Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι εκκαλούσες των ως άνω εφέσεων για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων. Ζητούν δε να εξαφανισθεί και, ακολούθως, οι εκκαλούσες της πρώτης έφεσης ζητούν να απορριφθούν τόσο οι κύριες αγωγές, όσο και οι εναντίον τους ασκηθείσες παρεμπίπτουσες αγωγές, ενώ η εκκαλούσα της δεύτερης έφεσης ζητεί να μην υποχρεωθεί στην καταβολή δικαστικών εξόδων στον . …………….., επιπλέον δε, να γίνουν δεκτές οι ως άνω προσεπικλήσεις – παρεμπίπτουσες αγωγές της καθόσον αφορά και στην πρώτη εφεσίβλητη . ………………
Κατά το άρθρο 516 ΚΠολΔ, δικαίωμα έφεσης έχουν, εφόσον ηττήθηκαν ολικά ή εν μέρει στην πρωτόδικη δίκη, ο ενάγων, ο εναγόμενος, εκείνοι που άσκησαν κύρια ή πρόσθετη παρέμβαση, οι καθολικοί διάδοχοί τους, οι ειδικοί διάδοχοί τους, εφόσον απέκτησαν την ιδιότητα αυτή μετά την άσκηση της αγωγής και οι εισαγγελείς πρωτοδικών, αν ήταν διάδικοι, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 517 ΚΠολΔ, η έφεση απευθύνεται κατ` εκείνων οι οποίοι ήταν διάδικοι στην πρωτόδικη δίκη ή των καθολικών διαδόχων ή των κληροδόχων τους. Ως «διάδικοι στην πρωτόδικη δίκη» νοούνται από την ως άνω διάταξη εκείνοι, οι οποίοι ήταν στη δίκη εκείνη αντίδικοι του εκκαλούντος (βλ. Σ. Σαμουήλ, Η Έφεση, έκδ. 2009, παρ. 336, σελ. 152). Από τις ανωτέρω διατάξεις, σε συνδυασμό με αυτές των άρθρων 68, 79, 80, 81 παρ.1, 88, 89, 277 περ. 4 και 325 ΚΠολΔ προκύπτει ότι ο υπόχρεος σε αποζημίωση (δικονομικός εγγυητής), που προσεπικαλείται από τον εναγόμενο και ενάγεται από αυτόν για να τον αποζημιώσει σε περίπτωση που θα γίνει δεκτή η κύρια αγωγή, αν δεν προσέρχεται ή προσέρχεται και χωρίς να ασκήσει παρέμβαση, περιορίζεται απλώς στην απόκρουση της προσεπίκλησης και στην άρνηση της υποχρέωσής του για αποζημίωση, δεν γίνεται διάδικος στην κύρια δίκη και, σε περίπτωση που ηττηθεί, απαραδέκτως στρέφεται με την έφεσή του κατά του ενάγοντος της κύριας αγωγής και δεν μπορεί να προτείνει λόγους που αφορούν στην κύρια αγωγή. Συνεπώς, αυτός δεν μπορεί να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης ως προς τις διατάξεις της, που αφορούν στην κύρια αγωγή, ενώ μπορεί να εφεσιβάλει την απόφαση μόνο ως προς την παρεμπίπτουσα δίκη της προσεπίκλησης, δηλαδή μόνο ως προς τις διατάξεις της, που δέχονται την προσεπίκληση και τον υποχρεώνουν σε αποζημίωση, εφόσον είχε ενωθεί και παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης (βλ. ΑΠ 1430/2007 ΝοΒ 2008/107, ΕφΠειρ. 292/2014, ΕφΠατρ 16/2007 ΑχΝομ 2008/316, Σ. Σαμουήλ, Η Έφεση παρ. 303, σελ. 137, Νίκας, Πολιτική Δικονομία, τόμ. ΙΙΙ, έκδ. 2007, σελ. 138, αριθ. 27 και Μαργαρίτης σε Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα, ΕρμΚΠολΔ, άρθρο 516, αριθ. 4, σελ. 909).
Στην προκειμένη περίπτωση, η ως άνω από 4-4-2019 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2019) έφεση της…………….., που ενεργούσε και ως νόμιμη εκπρόσωπος της ανήλικης θυγατέρας της…………….., οι οποίες είχαν προσεπικληθεί από την ασφαλιστική εταιρεία «……..», στις δίκες επί των ως άνω κύριων αγωγών, απευθύνθηκε και κατά της . …………….. και των κληρονόμων του . …………….., που είχαν συνεχίσει τη δίκη του τελευταίου επί της πρώτης κύριας αγωγής και ήταν οι ενάγουσες της δεύτερης κύριας αγωγής. Οι ανωτέρω είχαν κλητευθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 20-2-2020, κατά την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε εκ του πινακίου για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσα (βλ. τις υπ’ αριθμ…….΄και ….. …΄/5-9-2019 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Βορείου Αιγαίου, …., για τις ….. και ………. αντίστοιχα και τις υπ΄αριθμ. ………΄ και …….΄/14-5-2019 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών, ……, για τις ………. και…………….. αντίστοιχα και την υπ΄ αριθμ. .΄/15-5-2019 έκθεση επίδοσης της ίδιας ως άνω δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών, για την ………..), πλην όμως αυτές, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, δεν εμφανίσθηκαν στο ακροατήριο, οπότε πρέπει να δικαστούν ερήμην και, κατ’ άρθρο 524 παρ. 4 ΚΠολΔ, να προχωρήσει η συζήτηση σαν να ήταν και αυτές παρούσες. Σύμφωνα, δε, με τα προεκτεθέντα, εφόσον οι παραπάνω εκκαλούσες δεν είχαν ασκήσει πρόσθετες παρεμβάσεις, δεν μπορούν να ασκήσουν έφεση κατά της απόφασης ως προς τις διατάξεις της, που αφορούν στις κύριες αγωγές, στρεφόμενες κατά των εναγουσών, ενώ μπορούν να εφεσιβάλουν την απόφαση μόνο ως προς τις παρεμπίπτουσες δίκες των προσεπικλήσεων, δηλαδή μόνο ως προς τις διατάξεις της, που δέχονται τις προσεπικλήσεις και τις παρεμπίπτουσες αγωγές και τις υποχρεώνουν σε αποζημίωση. Επιπλέον, ως προς τη…………….., η έφεσή της είναι απαράδεκτη και σε σχέση με την εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρεία «…………», ασκούμενη χωρίς έννομο συμφέρον, καθόσον, όπως προαναφέρθηκε, η εκκαλούμενη απόφαση εσφαλμένα δεν ασχολήθηκε μ’ αυτήν και, συνεπώς, δεν μπορεί να θεωρηθεί ηττηθείσα διάδικος (άρθρο 516 ΚΠολΔ). Εξάλλου, η από 17-2-2020 έφεση (με αριθμ. κατάθ. …………./2020) της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………..» παραδεκτώς στρέφεται και κατά του…………….., καθόσον, έστω και εσφαλμένα, η εκκαλουμένη τον θεώρησε ως διάδικο και μάλιστα επιδίκασε υπέρ αυτού και σε βάρος της ασφαλιστικής εταιρείας «……….» δικαστικές δαπάνες. Συνεπώς, η από 4-4-2019 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2019) έφεση της …………….. …………….., κατά το μέρος της που στρέφεται κατά της εταιρείας «………» και η από 17-2-2020 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2020) έφεση της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…………» έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 499, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ), αρμοδίως, δε, φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ). Σημειώνεται, εξάλλου, ότι έχουν κατατεθεί από τις εκκαλούσες των δύο εφέσεων τα νόμιμα παράβολα, ποσού εκατό (100) ευρώ στην καθεμία, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, οι εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές, κατά τα ανωτέρω και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι η . …………….., η οποία ήδη ενηλικιώθηκε, συνεχίζει τη δίκη παριστάμενη πλέον η ίδια ατομικά.
Από τη διάταξη του άρθρου 11 παρ. 1 του Ν. 489/1976 σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 927Α.Κ.προκύπτει ότι η καλύπτουσα ασφαλιστικώς την αστική ευθύνη εξ αυτοκινήτου εταιρεία, σε περίπτωση εξαιρέσεως από την ασφαλιστική ευθύνη, δικαιούται, αν εναχθεί από το ζημιωθέντα τρίτο, να στραφεί αναγωγικά κατά του ασφαλισμένου, του αντισυμβαλλομένου και του οδηγού, απαιτώντας όσα κατέβαλε ή θα καταβάλει στον τρίτο. Το δικαίωμα αναγωγής ασκείται είτε με αυτοτελή αγωγή του ασφαλιστή μετά την καταβολή, που έκανε αυτός προς τον τρίτο, είτε με παρεμπίπτουσα αγωγή, πριν από την καταβολή, αν συνενάγονται ως απλοί ομόδικοι ο ασφαλιστής, ο ασφαλισμένος, ο αντισυμβαλλόμενος και ο οδηγός. Στην τελευταία περίπτωση, εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 69 παρ. 1 περ. ε’ του ΚΠολΔ, δηλαδή είναι επιτρεπτή η αγωγή εξ αναγωγής και πριν από την καταβολή του ασφαλιστή προς τον τρίτο (βλ. ΑΠ 1467/2009 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 4 του Ν. 3557/2007, μετά το άρθρο 6 του π.δ/τος 237/1986, (που κωδικοποίησε τον Ν 489/1976), προστίθενται δύο νέα άρθρα, τα 6α’ και 6β’, από τα οποία το δεύτερο (6β’ ) αναφέρει: “1. Εξαιρούνται από τον ασφαλιστή οι ζημίες που προκαλούνται: α) από οδηγό, ο οποίος στερείται της αδείας οδήγησης, που προβλέπεται από το νόμο για την κατηγορία του αυτοκινήτου οχήματος που οδηγεί… 2. Με τη σύμβαση ασφάλισης επιτρέπεται να ορίζονται, πέραν των περιπτώσεων της προηγούμενης παραγράφου, και άλλες περιπτώσεις εξαίρεσης από την ασφαλιστική κάλυψη, εφόσον οι περιπτώσεις αυτές αφορούν μόνον προαιρετική κάλυψη. Κάθε άλλη εξαίρεση είναι αυτοδικαίως άκυρη. 3. Ο ασφαλιστής δεν απαλλάσσεται από την ευθύνη του έναντι των ζημιωθέντων τρίτων, προβάλλοντας τις εξαιρέσεις των προηγουμένων παραγράφων, οι οποίες ισχύουν αποκλειστικά στο πλαίσιο της σχέσης του με τον ασφαλισμένο”. Παρόμοια απαλλακτική ρήτρα υπέρ του ασφαλιστή, η οποία, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 1 επ. ν. 2496/1997 και του άρθρου 11 παρ. 1 ν. 489/1976, σε συνδυασμό προς τη διάταξη του άρθρου 361 του ΑΚ, (που ορίζει ότι “για τη σύσταση ή αλλοίωση ενοχής από δικαιοπραξία απαιτείται σύμβαση, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά”), μπορεί εγκύρως να συμφωνηθεί μεταξύ ασφαλιστή και ασφαλισμένου και να συμπεριληφθεί ως συμβατικός όρος στην ασφαλιστική σύμβαση, δεν απαλλάσσει μεν τον ασφαλιστή από την υποχρέωσή του να αποζημιώσει το ζημιωθέντα τρίτο, παρέχει όμως σε αυτόν το δικαίωμα να εναγάγει τον ασφαλισμένο του και να ζητήσει από αυτόν ό,τι κατέβαλε στον ζημιωθέντα τρίτο για την αποκατάσταση της ζημίας του. Η απαλλακτική αυτή ρήτρα δεσμεύει τον ασφαλισμένο, ακόμη και αν αυτός δεν υπέγραψε τη σύμβαση ασφαλίσεως που την περιέχει, αρκεί να έλαβε γνώση αυτής και να την αποδέχτηκε (βλ. ΑΠ 426/2002, ΑΠ 843/2001, ΑΠ 588/2001, ΑΠ 535/2001 ΝΟΜΟΣ). Εκ των ως άνω διατάξεων προκύπτει, αφενός μεν ότι απαγορεύεται η οδήγηση οδικού οχήματος από οδηγό, ο οποίος στερείται άδειας οδηγήσεως, αφετέρου δε ότι αποκλείονται της ασφαλίσεως ζημίες, οι οποίες προκαλούνται κατά τον χρόνο που ο οδηγός στερείται της ανωτέρω αδείας, δηλαδή δημιουργείται κατά τον ως άνω τρόπο δέσμευση του ασφαλισμένου από τους όρους της ασφαλιστικής συμβάσεως (βλ. ΑΠ 1877/2017, ΑΠ 390/2013, ΑΠ 751/2000 ΝΟΜΟΣ).
Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 923 παρ. 1 του ΑΚ, που ορίζει ότι «όποιος έχει την εποπτεία ανηλίκου ή ενηλίκου, ο οποίος τελεί υπό δικαστική συμπαράσταση, ευθύνεται για τη ζημία που τα πρόσωπα αυτά προξενούν παράνομα σε τρίτον, εκτός αν αποδείξει ότι άσκησε την προσήκουσα εποπτεία ή ότι η ζημία δεν μπορούσε να αποτραπεί» προκύπτει ότι, σε περίπτωση προκλήσεως από τον εποπτευόμενο παρανόμου ζημίας σε βάρος τρίτου, τεκμαίρεται η συνδρομή στο πρόσωπο του έχοντος την εποπτεία του ανηλίκου τόσο της υπαίτιας παραμέλησης της εποπτείας αυτού όσο και της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ αυτής και της παράνομης συμπεριφοράς του εποπτευομένου και της εντεύθεν ζημίας του τρίτου. Η τυχόν μη ανατροπή των τεκμηρίων αυτών συνεπάγεται την ευθύνη του έχοντος την εποπτεία του ανηλίκου να αποκαταστήσει τη ζημία του τρίτου. Για τη θεμελίωση της ευθύνης του εποπτεύοντας τον ανήλικο απαιτείται η συνδρομή των παρακάτω προϋποθέσεων: 1) Ύπαρξη υποχρέωσης εποπτείας ανηλίκου, που πηγάζει από το νόμο ή τη σύμβαση. Μεταξύ των εποπτευομένων καταλέγονται και οι ανήλικοι, που δεν συμπλήρωσαν το 18° έτος της ηλικίας τους (άρθρο 127 ΑΚ) κατά το χρόνο της πράξης. Υπόχρεοι εποπτείας ανηλίκου από το νόμο είναι οι γονείς αυτού στα πλαίσια άσκησης της γονικής μέριμνας (άρθρα 1510, 1513, 1514, 1515 ΑΚ), οι οποίοι ευθύνονται σε ολόκληρο (926 ΑΚ), στην περίπτωση που ασκούν την γονική μέριμνα από κοινού. Το μέτρο της εποπτείας εξαρτάται από το σύνολο των περιστάσεων και ιδίως από την ηλικία, την ωριμότητα, τη μόρφωση, αλλά και από την κατάσταση της σωματικής και πνευματικής υγείας του εποπτεύοντας και του εποπτευομένου, καθώς και από τη δυνατότητα πρόβλεψης ή την επικινδυνότητα της ζημιογόνου ενέργειας ή από άλλες παρόμοιες περιστάσεις (βλ. ΑΠ 476/2013 ΧΡΙΔ 2014/346). 2) Υπαίτια παραμέληση της εποπτείας, που έχει ανατεθεί στον εποπτεύοντα από τον νόμο, η οποία τεκμαίρεται μαχητά σε περίπτωση που ο εποπτευόμενος προκάλεσε παράνομα ζημία σε τρίτον. 3) Παράνομη πρόκληση ζημίας από τον εποπτευόμενο σε τρίτο, υπό την έννοια ότι η ζημιογόνος συμπεριφορά του εποπτευομένου στοιχειοθετεί την αντικειμενική υπόσταση μιας από τις προβλεπόμενες στη διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ αδικοπραξίες, χωρίς να απαιτείται οπωσδήποτε και πταίσμα του εποπτευομένου. Σε περίπτωση που ο εποπτευόμενος είναι ικανός προς καταλογισμό και ενήργησε υπαίτια, ευθύνεται και ο ίδιος προσωπικά σε αποζημίωση διατηρούμενης σε ολόκληρο της (συν)ευθύνης του εποπτεύοντας, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 923 και 926 του ΑΚ. 4) Ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας ανάμεσα στην παραμέληση της εποπτείας από τον εποπτεύοντα και στη ζημιογόνο συμπεριφορά του εποπτευομένου και στην εντεύθεν ζημία του τρίτου. Η συνάφεια αυτή τεκμαίρεται μαχητά σε περίπτωση που ο εποπτευόμενος προκάλεσε παράνομη ζημία σε τρίτον. Με τη συνδρομή των παραπάνω προϋποθέσεων, σε βάρος του εποπτεύοντας γεννιέται ατομική ευθύνη αυτού για την αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας που ο εποπτευόμενος προξενεί σε τρίτο. Εκτός, όμως, από την άνω ευθύνη, γεννιέται σε βάρος του ιδίου του εποπτεύοντας και υποχρέωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης του τρίτου, βάσει της διατάξεως του άρθρου 932 του ΑΚ. Ο εποπτεύων – εναγόμενος, για να ανατρέψει τα ανωτέρω μαχητά τεκμήρια, πρέπει να επικαλεστεί και αποδείξει ότι άσκησε την προσήκουσα εποπτεία ή ότι η αποτροπή της ζημίας δεν ήταν δυνατή ή ότι δεν τον βαρύνει πταίσμα για την παραμέληση της εποπτείας ή ότι δεν ήταν από τα πράγματα δυνατή η άσκησή της (βλ. ΑΠ 1998/2014, ΑΠ 731/2008, ΑΠ 1366/2003 ΝΟΜΟΣ).
Από τις διατάξεις των άρθρων 2, 6 παρ. 1, 10 παρ. 1 και 11 παρ. 1τουν. 489/1976 “περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως της εξ ατυχημάτων αυτοκινήτων αστικής ευθύνης”, προκύπτει ότι το πρόσωπο στο οποίο προξενήθηκε ζημία από αυτοκίνητο, έχει τη δική του ευθεία και αυτοτελή αξίωση κατά του ασφαλιστή για την αποκατάστασή της, μέχρι το ποσό της ασφαλιστικής συμβάσεως και, αντιστοίχως, ο ασφαλιστής, ο οποίος με ασφαλιστική, κατά τον παραπάνω νόμο σύμβαση, κάλυψε την έναντι τρίτων ασφαλιστική ευθύνη του κυρίου ή κατόχου του από αυτοκίνητο που κυκλοφορεί στην Ελλάδα, οφείλει να αποκαταστήσει τη ζημία αυτήν, χωρίς να μπορεί να αντιτάξει κατά του ζημιωθέντος ενστάσεις που απορρέουν από την ασφαλιστική σύμβαση και ειδικότερα την ένσταση ότι, για οποιοδήποτε λόγο, η ζημία που προκλήθηκε δεν καλύπτεται ασφαλιστικά. Στην περίπτωση αυτή, κατά την οποία ο ασφαλιστής, επειδή δεν είχε το δικαίωμα να προβάλει κατά του ζημιωθέντος την ένσταση, που απέρρεε από την ασφαλιστική σύμβαση, αποκατέστησε τη ζημία του χωρίς να έχει απ` αυτήν τέτοια υποχρέωση έναντι του ασφαλισμένου, έχει από το νόμο δικαίωμα αναγωγής κατά του τελευταίου, η οποία στηρίζεται απλώς στο γεγονός ότι, χωρίς να έχει τέτοια υποχρέωση από την ασφαλιστική σύμβαση, κατέβαλε στο ζημιωθέντα το ποσό της ζημίας του και, με τον τρόπο αυτόν, ελευθέρωσε τον ασφαλισμένο από την ευθύνη εκείνου, υποκαθίσταται δε, κατά τη διάταξη του άρθρου 488 του ΑΚ, στα δικαιώματα του ζημιωθέντος, του οποίου η απαίτηση κατά του ασφαλισμένου μεταβιβάζεται, από το νόμο, αυτοδικαίως σ` αυτόν. Με τον τρόπο αυτόν, ο ασφαλιστής αποκτά το δικαίωμα να στραφεί κατά του ασφαλισμένου και να απαιτήσει απ` αυτόν ό,τι εκείνος όφειλε και αυτός, εξαιτίας της ασφαλιστικής καλύψεως της ευθύνης του, κατέβαλε στο ζημιωθέντα. Την αξίωσή του αυτήν ο ασφαλιστής μπορεί να ασκήσει δικαστικώς κατά του ασφαλισθέντος και πριν ακόμα από την καταβολή της αποζημιώσεως στο ζημιωθέντα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 69 παρ. 1 περ. ε` του ΚΠολΔ. Κατά την άσκηση της αξιώσεως αυτής του ασφαλιστή, ο ασφαλισμένος μπορεί να αντιτάξει ό,τι θα μπορούσε να αντιτάξει κατά του ζημιωθέντος. Τη δυνατότητα αυτή έχει ο ασφαλισμένος και στην περίπτωση ακόμα που, σε δίκη μεταξύ του ζημιωθέντος και του ασφαλιστή, υποχρεώθηκε ο δεύτερος να καταβάλει στον πρώτο ορισμένο ποσό για την αποκατάσταση της ζημίας, την οποία αυτός του προκάλεσε, εφόσον το δεδικασμένο από τη δικαστική απόφαση που εκδόθηκε στη δίκη εκείνη δεν ισχύει, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 324 έως 329 του ΚΠολΔ, και κατά του ασφαλισμένου. Για το λόγο αυτό, ο ασφαλισμένος, εναγόμενος από τον ασφαλιστή για την απόδοση σ` αυτόν του ποσού, το οποίο υποχρεώθηκε δικαστικώς να καταβάλει στο ζημιωθέντα, έχει τη δυνατότητα να αντιτάξει ό,τι θα μπορούσε να αντιτάξει κατά του ζημιωθέντος (βλ. ΑΠ 1459/2012, ΑΠ 194/1992 ΝΟΜΟΣ).
Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων ……….. και ………., που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με επιμέλεια των κυρίως εναγουσών και των καθ’ων η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένων αντίστοιχα, όπως αυτές περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού, των υπ’αριθμ. …/29-10-2018, …/29-10-2018 και …./29-10-2018 ένορκων βεβαιώσεων των ……….. αντίστοιχα, οι οποίες ελήφθησαν με επιμέλεια της παρεμπιπτόντως εναγομένης …………….. …………….. ενώπιον του συμβολαιογράφου Χίου ………, μετά νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση, κατ’ άρθρα 96 επ, 143 και 421 επ. ΚΠολΔ, των πληρεξούσιων δικηγόρων της παρεμπιπτόντως ενάγουσας ασφαλιστικής εταιρείας και των κυρίως εναγουσών (βλ. τις υπ’ αριθμ. …-10-2018 και …..-10-2018 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ……..), της υπ’ αριθμ. ……/24-10-2018 ένορκης βεβαίωσης του ……….. ενώπιον του αυτού συμβολαιογράφου Χίου …….., που λήφθηκε με επιμέλεια του παρεμπιπτόντως εναγομένου ……… …………….., μετά νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της παρεμπιπτόντως ενάγουσας ασφαλιστικής εταιρείας, της παρεμπιπτόντως εναγομένης . …………….. και των κυρίως εναγουσών (βλ.τις υπ’ αριθμ. ……..-10-2018, …….-10-2018, ……..10-10-2018 και ..10-10-2018 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ……, καθώς και τις υπ’αριθμ. ……./10-10-2018, ……../10-10-2018 και ………10-10-2018 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Βορείου Αιγαίου ……..) και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων (εγγράφων) περιλαμβάνονται οι φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται και οι οποίες θεωρούνται ιδιωτικά έγγραφα, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής λογικής και πείρας, τα οποία λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 2-9-2017 και περί ώρα 18:40, ο 68χρονος τότε ………. [σύζυγος της …….., αδελφός των …….. και πατριός της ………………….. (κόρης της ….. από τον Α’ γάμο αυτής με τον … ……………..)] στεκόταν σε στάση λεωφορείων επί του δεξιού πεζοδρομίου της οδού Μητροπολίτου Παντελεήμονος ….., στην περιοχή «Τάγμα» Βροντάδου της νήσου Χίου, στο ανερχόμενο προς την πόλη της Χίου ρεύμα κυκλοφορίας και ειδικότερα στο ύψος της συμβολής της εν λόγω οδού με τις οδούς Ανδριανουπόλεως και Παλαιών Ψαρών. Πρόθεσή του ήταν να διασχίσει κάθετα το οδόστρωμα της οδού Μητροπολίτου ……. και, ειδικότερα, αρχικά το προς την πόλη της Χίου ρεύμα πορείας, κινούμενος από δεξιά προς τα αριστερά ως προς την πορεία των κινούμενων κατά την κατεύθυνση αυτή οχημάτων και, ακολούθως, το προς Δασκαλόπετρα ρεύμα πορείας, προκειμένου να μεταβεί στο απέναντι πεζοδρόμιο της ως άνω οδού, πλάτους ενός (1) μέτρου. Σημειώνεται ότι, στο σημείο εκείνο, η οδός αυτή (Μητροπολίτου …….) είναι ανωφέρεια με μικρή κλίση, διπλής κατεύθυνσης, με μία λωρίδα κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση, συνολικού πλάτους 8 μέτρων (ήτοι πλάτους 4 μέτρων ανά λωρίδα κατεύθυνσης), το δε όριο της μέγιστης επιτρεπόμενης ταχύτητας των επ’ αυτής κινουμένων μοτοποδηλάτων καθορίζεται, ελλείψει σχετικής σημάνσεως, κατά τη διάταξη του άρθρου 20 παρ. 5 του ΚΟΚ, σε 40 χιλιόμετρα την ώρα, λόγω κατοικημένης περιοχής, ενώ δεν υπάρχουν φωτεινοί σηματοδότες ούτε διάβαση πεζών. Κατ’ εκείνη τη χρονική στιγμή, επικρατούσε καλοκαιρία και φως ημέρας, η ορατότητα στο οδόστρωμα δεν περιοριζόταν από φυσικά ή τεχνητά εμπόδια, η κατάσταση αυτού ήταν καλή και ξηρά, ενώ η κυκλοφορία των οχημάτων και των πεζών ήταν κανονική, όπως όλα τα ανωτέρω, αναφορικά με τις επικρατούσες συνθήκες, αποδεικνύονται από τη συνταχθείσα από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα έκθεση αυτοψίας. Ο ………….., μολονότι γνώριζε ότι στο σημείο εκείνο δεν υπήρχε διάβαση πεζών και ότι η ανωτέρω οδός είναι οδός με αρκετή κυκλοφορία, χωρίς να ελέγξει αν κινούνταν οχήματα επί του ρεύματος πορείας προς την πόλη της Χίου και αν είχε τη δυνατότητα να διασχίσει το οδόστρωμα, μη παρεμποδίζοντας την κυκλοφορία των οχημάτων επί του ρεύματος του οδού όπου θα έβαινε, ενεργώντας αμελώς, εισήλθε στο οδόστρωμα και, κινούμενος από δεξιά προς αριστερά σε σχέση με την πορεία των οχημάτων προς την πόλη της Χίου, άρχισε να διασχίζει τη λωρίδα κυκλοφορίας της οδού Μητροπολίτη ……. από τη Δασκαλόπετρα προς τη Χίο καθέτως, ελέγχοντας μόνο το αντίθετο ρεύμα πορείας της εν λόγω οδού (από τη Χίο προς τη Δασκαλόπετρα). Κατά τον ίδιο χρόνο, η ανήλικη, (ηλικίας τότε 16,5 ετών) ………, θυγατέρα της . …………….. και του πρώην συζύγου της . …………….., οδηγούσε (μολονότι η ίδια δεν κατείχε την κατά νόμο σχετική άδεια ικανότητας οδήγησης), με κανονική για την περιοχή ταχύτητα, ήτοι περί τα 40 χλμ/ώρα, το υπ’ αριθμ. ……………..δίκυκλο μοτοποδήλατο, ιδιοκτησίας της μητέρας της, . …………….., το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την αστική ευθύνη προς τρίτους από την κυκλοφορία του στην ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «………..», επί της ως άνω οδού Μητροπολίτη ……., με κατεύθυνση από τη Δασκαλόπετρα προς τη Χίο, κινούμενη στο μέσο περίπου της εν λόγω λωρίδας κυκλοφορίας, έχοντας συνεπιβάτη το φίλο της ……….. Όμως, εξαιτίας της ανεπιτηδειότητάς της περί την οδήγηση και της απειρίας της, καθόσον εστερείτο άδειας ικανότητας οδήγησης, καθώς επίσης και λόγω έλλειψης της σύνεσης και προσοχής, που όφειλε και μπορούσε να καταβάλει, η ανήλικη δεν αντιλήφθηκε εγκαίρως και από ικανή απόσταση τον προαναφερόμενο πεζό, που διέσχιζε κάθετα το οδόστρωμα από δεξιά προς τα αριστερά ως προς την πορεία της, μολονότι τούτο ήταν εφικτό, αν κατέβαλε τη δέουσα προσοχή, δεδομένου ότι η οδός είναι στο σημείο εκείνο ευθεία και η ορατότητά της δεν περιοριζόταν. Περαιτέρω, όταν ο ………. είχε διασχίσει περί τα 3 μέτρα περίπου του ρεύματος κυκλοφορίας προς τη Χίο και πλησίαζε προς τη διπλή διαχωριστική γραμμή, η .. …………….. αντιλήφθηκε την κίνησή του από απόσταση 10 μέτρων περίπου, πλην όμως ενήργησε και πάλι με αμελή και μη προσήκοντα τρόπο. Συγκεκριμένα, αντί να επιχειρήσει άμεση τροχοπέδηση και κατάλληλο αποφευκτικό ελιγμό, επιχείρησε αρχικά απρόσφορο αποφευκτικό ελιγμό προς τ’ αριστερά, πλην όμως, βλέποντας ότι ο πεζός συνέχιζε την πορεία του, έκανε νέο ελιγμό προς τα δεξιά, πέφτοντας με ορμή πάνω του. Εξάλλου, λόγω της απειρίας της, δεν προέβη σε τροχοπέδηση, αλλά πανικοβληθείσα επιχείρησε ανεπιτυχώς να επιβραδύνει το όχημά της και να αποφύγει την πρόσκρουσή του στον πεζό, χρησιμοποιώντας τα πόδια της, που τα έθεσε στο οδόστρωμα, πράγμα που επιχείρησε να κάνει και ο συνεπιβάτης της. Έτσι, επέπεσε με το εμπρόσθιο και αριστερό τμήμα του μοτοποδηλάτου, που αυτή οδηγούσε, στο αριστερό τμήμα του σώματος του πεζού, τον οποίο και παρέσυρε, ρίχνοντάς τον στο οδόστρωμα. Από την άλλη πλευρά, ο πεζός, επιχειρώντας να μεταβεί στο απέναντι πεζοδρόμιο, από έλλειψη της σύνεσης και προσοχής, που όφειλε και μπορούσε να καταβάλει ως μέσος συνετός πεζός, ουδόλως έλεγξε προς τ’ αριστερά του την κίνηση των προς την πόλη της Χίου οχημάτων, μολονότι στο εν λόγω σημείο δεν υπήρχε διάβαση πεζών, ούτε φωτεινός σηματοδότης ρύθμισης της κυκλοφορίας. Εξαιτίας αυτού, δεν αντιλήφθηκε το μοτοποδήλατο που πλησίαζε, με αποτέλεσμα να τον χτυπήσει. Εξάλλου, όπως αποδείχθηκε, ο ………. παρουσίαζε απλώς ένα αργό βάδισμα και στο παρελθόν είχε εμφανίσει ορισμένα ψυχολογικά προβλήματα, που αντιμετώπισε στη συνέχεια επιτυχώς με φαρμακευτική αγωγή, ενώ δεν αποδείχθηκε ότι αυτός δεν είχε πνευματική διαύγεια. Με βάση όλα τα ανωτέρω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, προκύπτει ότι το ένδικο ατύχημα οφείλεται σε συγκλίνουσα αμελή συμπεριφορά αμφοτέρων των εμπλεκομένων, ήτοι της ανήλικης οδηγού του μοτοποδήλατου . …………….. και του πεζού . …………….., οι οποίοι παραβίασαν η μεν πρώτη από αυτούς τις διατάξεις των άρθρων 12 παρ. 1,19 παρ. 1 και 39 παρ. 1 εδάφ. α’ του Κ.Ο.Κ., σε συνδυασμό με το άρθρο 330 εδ. β’ του ΑΚ, ο δε δεύτερος τις διατάξεις των άρθρων 12 παρ. 1 και 38 παρ. 4 στοιχ. ε’ του ΚΟΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 330 εδάφ. β’ του ΑΚ, παραβάσεις οι οποίες συνδέονται αιτιωδώς με το ένδικο συμβάν. Ενόψει όλων των ανωτέρω αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών, το ποσοστό συντρέχοντας πταίσματος, που βαρύνει τους ανωτέρω, ανέρχεται σε 40% για τον πεζό . …………….. και σε 60% για την ανήλικη οδηγό του ζημιογόνου μοτοποδηλάτου, …. ……………… Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι από την παράσυρση αυτή ο ………. τραυματίστηκε σοβαρά, μεταφέρθηκε δε αμέσως στο νοσοκομείο Χίου «Σκυλίτσειο» ως πολυτραυματίας, όπου διαπιστώθηκε ότι είχε υποστεί βαρύτατες κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και συγκεκριμένα ενδοεγκεφαλικό αιμάτωμα δεξιά ινιακά, θλάσεις εγκεφάλου άμφω, υποσκληρίδιο αιμάτωμα δεξιά μετωποκροταφικά, πολλαπλούς μώλωπες και εγκαύματα εκ τριβής στον κορμό, τα άνω και κάτω άκρα, πυκνοατελεκτασίες πνευμόνων άμφω. Για το λόγο αυτό, στο ως άνω νοσοκομείο του έγινε επείγουσα διασωλήνωση, τέθηκε υπό καταστολή με μηχανική υποστήριξη της αναπνοής και εισήχθη στη μονάδα εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ). Στις 23-9-2017, λόγω της κρισιμότητας της κατάστασης της υγείας του ως άνω παθόντος, έγινε επείγουσα αερομεταφορά του στη νευροχειρουργική κλινική του Ασκληπιείου Βούλας, όπου και νοσηλεύθηκε έως τις 16-10-2017, οπότε και διασωληνώθηκε εκ νέου, λόγω οξείας αναπνευστικής ανεπάρκειας εξαιτίας ατελεκτασίας δεξιού πνεύμονα και εισήχθη εκ νέου στη μονάδα εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ), όπου και υπεβλήθη σε τραχειοστομία και μηχανική υποστήριξη της αναπνοής. Στο ως άνω νοσοκομείο νοσηλεύθηκε έως τις 22-12-2017, οπότε και απεβίωσε λόγω πολυοργανικής ανεπάρκειας, καρδιοαναπνευστικής ανακοπής και σηπτικού σοκ, συνεπεία της βαρύτατης κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης, που υπέστη από το ένδικο ατύχημα. Όπως δε κρίθηκε από την πρωτόδικη απόφαση, ενόψει των συνθηκών τέλεσης της αδικοπραξίας, του βαθμού υπαιτιότητας της οδηγού του ζημιογόνου οχήματος, της συνυπαιτιότητας του πεζού στην πρόκληση του ατυχήματος, του είδους και της έκτασης των σωματικών βλαβών του τελευταίου, των φυσικών και ψυχικών πόνων, που αυτός δοκίμασε λόγω του τραυματισμού του, της ηλικίας του κατά το χρόνο του ατυχήματος (68 ετών) και της κοινωνικής και οικονομικής του κατάστασης αυτού, ο αρχικώς ενάγων, …………, υπέστη ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας δικαιούται εύλογης χρηματικής ικανοποίησης, που καθορίστηκε από την πρωτόδικη απόφαση σε 30.000 ευρώ. Συνεπώς, λόγω του μετέπειτα θανάτου αυτού οι κληρονόμοι του (σύζυγος και αμφιθαλείς αδελφές) αποκτούν από την άνω χρηματική ικανοποίηση ποσό ανάλογο με την κληρονομική μερίδα τους, δεδομένου ότι η αξίωση του αποβιώσαντος . …………….. μεταβιβάζεται σ’ αυτές σύμφωνα με τα άρθρα 933, 1710 και 1846 ΑΚ. Περαιτέρω, ενόψει του γεγονότος ότι όλες οι ενάγουσες (σύζυγος, προγονή και αμφιθαλείς αδελφές) της από 26-1-2018 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2018) αγωγής είχαν στενούς δεσμούς στοργής και αγάπης με τον παθόντα, κρίθηκε ότι ο βίαιος, απροσδόκητος και αιφνίδιος θάνατός του, ο οποίος επήλθε εξαιτίας του ένδικου ατυχήματος, προξένησε στα προαναφερθέντα πρόσωπα βαθύ πένθος, πόνο και θλίψη και δημιούργησε έντονα συναισθήματα λύπης και ότι δικαιούνται, για την αιτία αυτή, εύλογης χρηματικής ικανοποιήσεως, κατά τη διάταξη του άρθρου 932 του ΑΚ, για την ικανοποίηση της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν. Ενόψει δε του βαθμού υπαιτιότητας της οδηγού του ζημιογόνου μοτοποδηλάτου, της συνυπαιτιότητας του θανόντος στην πρόκληση του ατυχήματος, της ηλικίας του τελευταίου, της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης των μερών και όλων εν γένει των συνθηκών, λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι ο αρχικός ενάγων δικαιούται από την εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, ως χρηματική ικανοποίηση το ποσό των 30.000 ευρώ, (μόνο καθόσον αφορά στις πρώτη, τρίτη, τέταρτη και πέμπτη των εναγουσών της δεύτερης κύριας αγωγής, που είναι και οι κληρονόμοι αυτού και επομένως ωφελούνται από την επιδίκαση της ως άνω χρηματικής ικανοποίησης), κρίθηκε ότι δικαιούνται: 25.000 ευρώ η πρώτη ενάγουσα – σύζυγός του, 10.000 ευρώ η δεύτερη ενάγουσα – προγονή του και 7.000 ευρώ εκάστη των λοιπών εναγουσών – αμφιθαλών αδελφών του.
Συνακόλουθα, η από 11-12-2017 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2017) αγωγή του αρχικού ενάγοντος …………….. κρίθηκε ως εν μέρει ουσία βάσιμη και αναγνωρίσθηκε η υποχρέωση της εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρείας να καταβάλει για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης του ανωτέρω το συνολικό ποσό των 30.000 ευρώ στις εξ αδιαθέτου κληρονόμους αυτού και ειδικότερα: α) στην ……. [ως εξ αδιαθέτου κληρονόμο – σύζυγο αυτού κατά ποσοστό 50% (άρθρα 1814 και 1820 ΑΚ)] το ποσό των 15.000 ευρώ (ήτοι 30.000 χ 1/2) και β) στις . …………….., . …………….. και …….. [ως εξ αδιαθέτου κληρονόμους – αμφιθαλείς αδελφές του κατ’ ισομοιρία υπόλοιπο ποσό των 15.000 ευρώ (άρθρα 1814 και 1820 ΑΚ)] το ποσό των 5.000 ευρώ σε καθεμία εξ αυτών, με τον νόμιμο τόκο επιδικίας από την επομένη της επίδοσης της αγωγής.
Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι το υπ’αριθμ. κυκλ. ……………..δίκυκλο μοτοποδήλατο, ιδιοκτησίας της . …………….., κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα του ατυχήματος, ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη από τη κυκλοφορία του στην παρεμπιπτόντως ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία, δυνάμει του υπ’αριθμ. …………. ασφαλιστηρίου συμβολαίου. Μάλιστα, μεταξύ των άλλων όρων, στο παραπάνω ασφαλιστήριο συμβόλαιο περιλήφθηκε και ο όρος, σύμφωνα με τον οποίο αποκλείονται της ασφαλίσεως ζημίες που προκαλούνται από οδηγό που δεν έχει την από το νόμο προβλεπόμενη άδεια οδηγήσεως (βλ. ειδικότερα άρθρο 4° στο κεφάλαιο με τον τίτλο «ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΤΡΟΧΑΙΟΥ ΑΤΥΧΗΜΑΤΟΣ ΟΔΗΓΟΥ»). Εφόσον λοιπόν η ως άνω οδηγός του ζημιογόνου (ασφαλισμένου) δικύκλου, κατά τον χρόνο του ατυχήματος, δεν κατείχε άδεια ικανότητας οδηγήσεως, σύμφωνα με τα ανωτέρω, η ζημία που προκάλεσε δεν καλύπτεται από την ασφάλιση. Η ως άνω παρεμπιπτόντως εναγομένη, . …………….., ιδιοκτήτρια του παραπάνω δίκυκλου και μητέρα της …………….. . είχε την αποκλειστική επιμέλεια της ως άνω ανήλικης, δυνάμει της υπ’αριθμ. 308/2007 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χίου (Διαδικασία Εκούσιας Δικαιοδοσίας), με την οποία απαγγέλθηκε η λύση του γάμου αυτής με τον . …………….. (πατέρα της ανήλικης) και επικυρώθηκε η από 5-2-2007 έγγραφη συμφωνία αυτών, που αφορούσε στην επιμέλεια της . …………….. και την επικοινωνία της με τον πατέρα της. Η ανωτέρω παρεμπιπτόντως εναγομένη, έχουσα εκ του νόμου την ευθύνη της εποπτείας της ανήλικης (με την οποία και διέμενε), δεν άσκησε την προσήκουσα επιτήρηση και επίβλεψη, ώστε να την αποτρέψει να οδηγεί χωρίς να έχει άδεια ικανότητος οδηγού, γεγονός που δεν αμφισβητείται από την εκκαλούσα στην ως άνω έφεσή της. Επομένως, αυτή ευθύνεται έναντι της παρεμπιπτόντως ενάγουσας ασφαλιστικής εταιρείας για την αποζημίωση, που θα καταβάλει η τελευταία στους κυρίως ενάγοντες και θεμελιώνεται δικαίωμα αυτής από την παραπάνω αιτία να στραφεί αναγωγικώς εναντίον της ως άνω παρεμπιπτόντως εναγομένης, απαιτώντας το ποσό που θα καταβάλει στους τρίτους (κυρίως ενάγοντες των ως άνω κύριων αγωγών). Παραλλήλως, όπως προεκτέθηκε, ευθύνεται σε ολόκληρο έναντι της παρεμπιπτόντως ενάγουσας ασφαλιστικής εταιρείας και η συνυπαίτια του ατυχήματος, οδηγός του ανασφάλιστου δικύκλου, . ……………… Συνακόλουθα, πρέπει να γίνουν δεκτές ως ουσία βάσιμες οι υπό κρίση προσεπικλήσεις-παρεμπίπτουσες αγωγές ως προς αμφότερες τις παρεμπιπτόντως εναγόμενες και να αναγνωρισθεί ότι αυτές υποχρεούνται, σε ολόκληρο, να καταβάλουν στην παρεμπιπτόντως ενάγουσα όποιο ποσό θα καταβάλει α) στις κληρονόμους του . …………….., βάσει της ως άνω πρώτης κύριας αγωγής και β) στις ενάγουσες της ως άνω δεύτερης κύριας αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την καταβολή. Ενόψει των ανωτέρω, η προσβαλλόμενη απόφαση, ορθώς μεν έκρινε επί της ευθύνης της . …………….., πλην όμως έσφαλε, επιδικάζοντας δικαστικά έξοδα υπέρ του . …………….., σε βάρος της προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως ενάγουσας και μη ερευνώντας τις προσεπικλήσεις-παρεμπίπτουσες αγωγές ως προς την ………………… Συνεπώς, πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, ως προς το σκέλος της που αναφέρεται στις προσεπικλήσεις-παρεμπίπτουσες αγωγές, όσον αφορά στα ανωτέρω. Ακολούθως, πρέπει να απορριφθεί η από 4-4-2019 (με αριθμ. κατάθ. ……………../8-4-2019) έφεση, να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, που κατατέθηκε για την άσκησή της στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να καταδικαστούν οι εκκαλούσες, λόγω της ήττας τους, στα δικαστικά έξοδα της αντιδίκου τους ασφαλιστικής εταιρείας του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό. Εξάλλου, πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν η από 17-2-2020 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2020) έφεση της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…………» και, αφού κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό και ερευνηθεί κατ’ ουσίαν, πρέπει να γίνουν δεκτές ως ουσιαστικά βάσιμες οι υπό κρίση προσεπικλήσεις-παρεμπίπτουσες αγωγές και ως προς την παρεμπιπτόντως εναγόμενη ……………… Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου, που κατατέθηκε για την άσκηση της έφεσης στην καταθέσασα (άρθρο 495 παρ.3 ΚΠολΔ) και να καταδικαστούν οι εφεσίβλητοι λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ) στα δικαστικά έξοδα της αντιδίκου τους του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (καθόσον στον πρώτο βαθμό υπήρξε παραδρομή του Δικαστηρίου), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων: Α) την από 4-4-2019 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2019) έφεση της …………….. …………….., για την ίδια προσωπικά και ως ασκούσα την αποκλειστική επιμέλεια της ανήλικης θυγατέρας της …………….. (ήδη ενηλικιωθείσας) κατά των α) …., β) . …………….., γ) …… . …………….., δ) . …………….., ε) …………….. . και στ) της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………» και Β) την από 17-2-2020 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2020) έφεση της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…….» κατά της …………….. και του ………………
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ως απαράδεκτη την από 4-4-2019 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2019) έφεση, όσον αφορά στην . …………….., καθόσον αυτή στρέφεται κατά των πέντε πρώτων εφεσιβλήτων και όσον αφορά στη . …………….. σε σχέση με όλους τους εφεσιβλήτους.
ΔΕΧΕΤΑΙ κατά το τυπικό της μέρος και
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατά το ουσιαστικό της μέρος την ως άνω έφεση, όσον αφορά στην . …………….., καθόσον αυτή στρέφεται κατά της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……..».
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τις εκκαλούσες της ως άνω έφεσης στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…………..», που ορίζει για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας σε εξακόσια (600) ευρώ.
ΔΙΑΤΑΖΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου, που κατατέθηκε για την άσκηση της παραπάνω έφεσης, στο δημόσιο ταμείο.
ΔΕΧΕΤΑΙ κατά το τυπικό και ουσιαστικό της μέρος την από 17-2-2020 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2020) έφεση.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη υπ’ αριθμ. 446/2019 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατά την προβλεπόμενη στο άρθρο 614 παρ. 6 ΚΠολΔ ειδική διαδικασία των περιουσιακών (αυτοκινητικών) διαφορών, ως προς το σκέλος της που έκρινε επί των από 14-2-2018 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2018) και από 14-2-2018 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2018) ανακοινώσεων δίκης – προσεπικλήσεων – παρεμπιπτουσών αγωγών και, ειδικότερα, όσον αφορά α) στην επιδίκαση δικαστικών εξόδων υπέρ του . …………….., σε βάρος της προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως ενάγουσας ασφαλιστικής εταιρείας και β) στην προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως εναγόμενη …. ………………
ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση.
ΔΙΚΑΖΕΙ επί της ουσίας τις ως άνω προσεπικλήσεις-παρεμπίπτουσες αγωγές ως προς τη …… ………………
ΔΕΧΕΤΑΙ τις ως άνω προσεπικλήσεις – παρεμπίπτουσες αγωγές ως προς την ανωτέρω.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι η παρεμπιπτόντως εναγόμενη ….. …………….. υποχρεούται να καταβάλει, σε ολόκληρο με την . …………….., στην παρεμπιπτόντως ενάγουσα όποια ποσά θα καταβάλει η τελευταία α) στις κληρονόμους του . …………….., δυνάμει της ως άνω από 11-12-2017 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2017) κύριας αγωγής και β) στις ενάγουσες της ως άνω από 26-1-2018 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2018) κύριας αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της καταβολής τους.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εφεσιβλήτους της ανωτέρω από 17-2-2020 (με αριθμ. κατάθ. ……………../2020) έφεσης στα δικαστικά έξοδα της αντιδίκου τους, που ορίζει για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας σε εξακόσια (600) ευρώ.
ΔΙΑΤΑΖΕΙ την επιστροφή του παραβόλου, που κατατέθηκε για την άσκηση της έφεσης, στην καταθέσασα.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 30 Σεπτεμβρίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων όσων εξ αυτών παραστάθηκαν.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ