Μονομερώς επιβαλλόμενη εκ περιτροπής εργασία.
Τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις νομιμότητάς της.
Το σύστημα εκ περιτροπής εργασίας αποτελεί συλλογικό μέτρο, για να το επιβάλει δηλαδή νομίμως ο εργοδότης προϋποτίθεται αναγκαίως εναλλαγή εργαζομένωνστην ίδια ή περισσότερες θέσεις εργασίας σε διαφορετικές χρονικές περιόδουςενώ η λειτουργία της επιχείρησης παραμένει συνεχής.
Προϋποτίθεται περαιτέρω ο περιορισμός της δραστηριότητας της επιχείρησης,ο οποίος πρέπει να είναι τέτοιοςπου θα οδηγούσε σε απολύσεις για οικονομικοτεχνικούς λόγους.
Στις προϋποθέσεις νομιμότητας επιβολής του μέτρου περιλαμβάνεται και η υποχρέωση ενημέρωσης καιδιαβούλευσης με τους εκπροσώπους των εργαζομένων ή, σε περίπτωση έλλειψης εκπροσώπων, με το σύνολο του προσωπικού.
Περιεχόμενο και τρόπος διεξαγωγής της διαδικασίας ενημέρωσης και διαβούλευσης.
Η τήρηση της υποχρέωσης ενημέρωσης και διαβούλευσης αφορά όλες τις επιχειρήσεις στις οποίες ο εργοδότης προτίθεται να επιβάλει το εν λόγω μέτρο, ανεξαρτήτως του αριθμού των εργαζομένων σε αυτές, και ειδικότερα ανεξαρτήτως του αν αυτές απασχολούν μικρότερο αριθμό εργαζομένων από τον προβλεπόμενο για την εφαρμογή τους στο άρθρο 3 του π.δ. 240/2006 και στο άρθρο 1 του ν. 1767/1988, αφού η σχετική παραπομπήστις διατάξεις των νόμων αυτών αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο λαμβάνει χώρα ηενημέρωση καιδιαβούλευση και όχι στο μέγεθος της επιχείρησης.
Αν δεν τηρούνται οι ανωτέρω τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις, δεν υφίσταταιδικαίωμα του εργοδότη για επιβολή εκ περιτροπής εργασίας,επέρχεται δε μονομερήςβλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας κατά την έννοια του άρθρου 7 ν. 2112/1920.
Κρίση ότι, εν προκειμένω, η επιβολή εκ περιτροπής εργασίας επιβλήθηκε (και) στον ενάγοντα παρανόμως, για τον λόγο ότι δεν πραγματοποιήθηκε ενημέρωση και διαβούλευση κατά τον κατάλληλο χρόνο, τρόπο και περιεχόμενο.
Δηλαδή δεν έγινε ενημέρωση και διαβούλευση σχετικά με την πρόσφατη και την πιθανή εξέλιξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας και της οικονομικής κατάστασης της επιχείρησης, καθώς και σχετικά με την κατάσταση, τη διάρθρωση και την πιθανή εξέλιξη της απασχόλησης στην επιχείρηση και τα μέτρα πρόληψης για την εξασφάλιση των απειλούμενων θέσεων εργασίας, ούτε διαβιβάστηκαν στους εργαζομένους, πριν από τη διαβούλευση, τα αναγκαία στοιχεία ώστε να ενημερωθούν για τον πρόσφατο περιορισμό της επιχειρηματικήςκαι δεν δόθηκεο κατάλληλος χρόνος προετοιμασίας για διαβούλευση.
Έτσι, η μονομερής επιβολή εκ περιτροπής εργασίαςείναι άκυρη και συνιστάμονομερήβλαπτική για τον ενάγοντα-εφεσίβλητο-αναιρεσίβλητο μεταβολή των όρων της εργασιακής του σύμβασης, την οποία αυτός απέκρουσε ρητάκαι δήλωσε ότι ασκεί το δικαίωμα επίσχεσης εργασίας.
Η εν λόγω επίσχεση εργασίας δεν έχει καταχρηστικό χαρακτήρα, καθόσονη καθυστέρηση καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών ήταν μακράς χρονικής διάρκειας, οι αποδοχές αυτές ήταν το μοναδικό εισόδημα του αναιρεσίβλητου, που ήταν έγγαμος, πατέρας ενός ανήλικου τέκνου και με σύζυγο άνεργη και σε κατάσταση εγκυμοσύνης, και δεν προκλήθηκε δυσβάστακτη ζημία στην αναιρεσείουσα.
Οι οικονομικές δε δυσχέρειες της αναιρεσείουσας δεν αίρουν την υπερημερία ως προς την καταβολή των δεδουλευμένων (Απόφαση Αρείου Πάγου, «Επιθεώρησις Εργατικού Δικαίου», τόμος 80ός(2021), σελ. 967).