Η αποδοχή ή η αποποίηση κληρονομίας μπορεί να είναι αποτέλεσμα πλάνης, που δεν αναφέρεται στο λόγο της επαγωγής ή που είναι αποτέλεσμα απάτης ή απειλής. Ο κληρονόμος μπορεί να προσβάλει την πλασματική αποδοχή της κληρονομίας, που προέκυψε λόγω παρόδου της προθεσμίας αποποίησης, όταν η αποδοχή δεν συμφωνεί με τη βούλησή του από ουσιώδη πλάνη, που μπορεί να οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των νομικών διατάξεων. Σε πλασματική αποδοχή ανηλίκου τα στοιχεία κρίνονται στο πρόσωπο εκείνου, που τον εκπροσωπεί. Αποποίηση, που γίνεται, ενώ έχει χωρήσει πλασματική αποδοχή της κληρονομίας, δεν επιφέρει έννομες συνέπειες. Η αγωγή και η ένσταση προς ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας λόγω πλάνης στρέφονται, κατά διασταλτική ερμηνεία του άρθρου 155 ΑΚ, κατά εκείνου, που έλκει άμεσο κληρονομικό συμφέρον από την έκπτωση αυτού που αποδέχθηκε και κατά του δανειστή της κληρονομίας. Ακύρωση πλασματικής αποδοχής ανηλίκων κατά το χρόνο συμπλήρωσης της προθεσμίας αποποίησης, επειδή συνέτρεχε πλάνη στο πρόσωπο των γονέων τους, βάσει νομικής συμβουλής δικηγόρου, ότι δεν απαιτείτο να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια, αλλά θα αποποιούνταν οι ανήλικοι μετά την ενηλικίωσή τους.
Αριθμός απόφασης: 56/2019
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΒΟΛΟΥ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές, Κωνσταντίνο Μαρτίνο, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Θωμαή Γιαννέκου, Πρωτοδίκη, και Μαρία Τσέπη, Πρωτοδίκη-Εισηγήτρια, και από τη Γραμματέα Αικατερίνη Ρεντζελά.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 5 Ιουνίου 2018, για να δικάσει τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΤΠ ./5-12-2017 αγωγή, μεταξύ :
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) … και 5) …, κατοίκων Αχίλλειου Πτελεού Ν. Μαγνησίας, που εκπροσωπήθηκαν στη δίκη από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Ευαγγελία Μουζούρη του Αδάμου Δ.Σ. Βόλου (ΑΜΔΣΒΟΛ 848), που προκατέθεσε προτάσεις, κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α ΚΠολΔ και δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: Ελληνικού Δημοσίου, με Α.Φ.Μ. …, νομίμως εκπροσωπουμένου από τον Υπουργό Οικονομικών, το οποίο εδρεύει στην Αθήνα, οδός Καραγεώργη Σερβίας αριθ. 10, που εκπροσωπήθηκε στη δίκη από τη Δικαστική Πληρεξούσια του ΝΣΚ, Δήμητρα Καββαδά, που προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις, κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α ΚΠολΔ και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
Οι ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 5-12-2017 αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης ΤΠ./5-12-2017, και η οποία, μετά το πέρας των προθεσμιών που προβλέπουν τα άρθρα 237 και 238 ΚΠολΔ, προσδιορίστηκε να συζητηθεί με την από 2-5-2018 έκθεση ορισμού δικασίμου της Προϊσταμένης του Πρωτοδικείου Βόλου, κατά την δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, και γράφτηκε στο πινάκιο.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 1 και 2 ΑΚ, η αποδοχή ή η αποποίηση της κληρονομιάς είναι αμετάκλητη ενώ η αποδοχή ή η αποποίηση που οφείλεται σε πλάνη ή απάτη ή απειλή κρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες. Δεν αποκλείεται όμως, παρά το ότι η διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 1 ΑΚ καθιερώνει το αμετάκλητο της αποδοχής ή της αποποίησης ως μονομερούς δικαιοπραξίας, με προφανή σκοπό τη δημιουργία βεβαιότητας u ως προς το πρόσωπο του κληρονόμου, η αποδοχή και η αποποίηση να είναι συνέπεια πλάνης που δεν αναφέρεται στο λόγο της επαγωγής, ή που είναι αποτέλεσμα απάτης ή απειλής. Στις περιπτώσεις αυτές, η διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 2 ΑΚ παραβλέπει τη δυνατότητα ακύρωσης της αποδοχής ή αποποίησης, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις για τις ακυρώσιμες δικαιοπραξίες (άρθρ. 140 επ. 147 επ. 150 επ.), που εφαρμόζονται ενόσω δεν τροποποιούνται από τις ιδιαίτερες ρυθμίσεις των διατάξεων του άρθρου 1857 παρ. 2-4 ΑΚ (βλ. σχετ. ΑΠ 572/2016 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 725/2014 ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, από τις διατάξεις των άρθρων 1847 παρ. 1 εδ. α’, 1850, 1857, 140 και 141 του ΑΚ προκύπτει ότι η αποδοχή της κληρονομιάς που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας αποποιήσεώς της μπορεί να προσβληθεί από τον κληρονόμο λόγω πλάνης, όταν η αποδοχή που συνάγεται με τον τρόπο αυτόν κατά πλάσμα του νόμου δεν συμφωνεί με τη βούληση του κληρονόμου από ουσιώδη πλάνη, δηλαδή από άγνοια ή εσφαλμένη γνώση της καταστάσεως που διαμόρφωσε τη βούληση του, όταν αυτή αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομιάς, ώστε αν ο κληρονόμος γνώριζε την αληθή κατάσταση ως προς το σημείο αυτό δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία της αποποίησης. Η δε εσφαλμένη αυτή γνώση ή άγνοια που δημιουργεί τη διάσταση μεταξύ βουλήσεως και δηλώσεως, η οποία όταν είναι ουσιώδης θεμελιώνει δικαίωμα προσβολής της δηλώσεως λόγω πλάνης, μπορεί να οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομιάς (βλ. σχετ. ΟλΑΠ 3/1989 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 189/2017 ΝΟΜΟΣ: ΑΠ 827/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 572/2016 ο.π., ΑΠ 173/2014 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 496/2013 ΝΟΜΟΣ). Συγκεκριμένα, υπάρχει πλάνη περί το δίκαιο της αποδοχής της κληρονομιάς και όταν ο κληρονόμος τελεί σε άγνοια που ανάγεται α) στο σύστημα της κτήσης της κληρονομιάς κατά τον ΑΚ που επέρχεται αμέσως μετά το θάνατο του κληρονομουμένου, οπότε η προθεσμία του άρθρου 1847 ΑΚ δεν αρχίζει γιατί η άγνοια αποκλείει τη γνώση της επαγωγής της κληρονομιάς και β) σε άγνοια μόνο της ύπαρξης της προθεσμίας του άρθρου 1847 ΑΚ προς αποποίηση ή της κατά το άρθρο 1850 ΑΚ νομικής σημασίας της παρόδου της προθεσμίας αυτής άπρακτης (βλ. σχετ. ΑΠ 827/2017 οπ., ΑΠ 572/2016 ο.π. ΑΠ 951/2013 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1087/2011 ΝΟΜΟΣ). Τα ως άνω δε στοιχεία, όταν πρόκειται για κληρονομιά που επάγεται σε ανήλικο κρίνονται από το πρόσωπο που τον εκπροσωπεί και το οποίο έπρεπε να προβεί στην εμπρόθεσμη αποποίηση της κληρονομιάς για λογαριασμό του ανηλίκου, τηρώντας τις διατυπώσεις του άρθρου 1625 του ΑΚ, ενόψει του όπ, του νόμου μη διακρίνοντος (άρθρα 1847, 1850 ΑΚ), η προθεσμία της αποποίησης τρέχει και κατά προσώπων που είναι ανίκανα προς δικαιοπραξία (βλ. σχετ. ΑΠ 173/2014 οπ., ΑΠ 333/2004 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 442/2017 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, εάν έχει χωρήσει πλασματική αποδοχή της κληρονομιάς λόγω της προαναφερθείσας πλάνης η έναρξη της προθεσμίας αποποίησης προϋποθέτει την ακύρωση της πλασματικής αποδοχής τελεσιδίκως, ώστε η εν συνεχεία αποποίηση να επιφέρει τα έννομα αποτελέσματα της. Αποποίηση που γίνεται ενώ έχει επέλθει πλασματική αποδοχή λόγω πλάνης, δεν επιφέρει τις έννομες συνέπειες της, μη ανατρέπουσα από μόνη της τις συνέπειες της πλασματικής αποδοχής η ακύρωση της οποίας μόνο με αγωγή ή αντίστοιχη ένσταση του άρθρου 1857 παρ. 2 ΑΚ μπορεί να γίνει (βλ. σχετ. ΑΠ 572/2016 ο.π.). Η δε αγωγή προς ακύρωση της αποδοχής της κληρονομιάς και η αντίστοιχη ένσταση στρέφεται, σύμφωνα με τη διασταλτική ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 155 ΑΚ και κατά του αμέσως έλκοντος έννομο κληρονομικό συμφέρον από την έκπτωση αυτού που ακυρωσίμως – δηλαδή συνεπεία πλάνης – αποδέχθηκε και που στη συνέχεια θα αποποιηθεί, δηλαδή κατ’ εκείνου, στον οποίο θα επαχθεί η κληρονομιά μετά την αποδοχή της αγωγής και την αποποίηση του ενάγοντος στην περί ακυρώσεως δίκη, καθώς επίσης και κατά του δανειστή της κληρονομιάς (βλ. σχετ. ΑΠ 572/2016 ο.π., ΑΠ 951/2013 ο.π., ΑΠ 1087/2011 ο.π , ΕφΠατρ 506/2017 ο.π.).
Στην προκείμενη περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή, οι ενάγοντες εκθέτουν ότι την 14-2-2002 απεβίωσε, χωρίς να αφήσει διαθήκη, ο παππούς τους, …, κάτοικος εν ζωή Αχίλλειου Πτελεού Αλμυρού Μαγνησίας. Ότι ο πατέρας τους, …, κατέστη εξ αδιαθέτου κληρονόμος του ως άνω αποβιώσαντος κατά ποσοστό 1/8 εξ αδιαιρέτου. Ότι, την 12-6-2002, ο πατέρας τους προέβη σε νομότυπη και εμπρόθεσμη αποποίηση της επαχθείσας σ’ αυτόν κληρονομιάς λόγω των οφειλών του αποβιώσαντος έναντι του εναγομένου. Ότι μετά την αποποίηση αυτή η κληρονομιά επήχθη, κατά τις διατάξεις των άρθρων 1813 και 1856 ΑΚ, στους ίδιους, που είναι εγγόνια του θανόντος και οι οποίοι κατά το χρόνο του θανάτου του ήταν ανήλικοι Ότι αυτοί δεν προέβησαν κατά το χρόνο της επαγωγής σε εμπρόθεσμη αποποίηση της κληρονομιάς, δεδομένου ότι ο δικηγόρος που συμβουλεύθηκαν οι γονείς τους, τους διαβεβαίωσαν ότι οι αποποιήσεις έπρεπε να γίνουν με δήλωση των ίδιων των εναγόντων σε προθεσμία ενός έτους από την ενηλικίωση τους. Ότι, αμέσως μετά την ενηλικίωση τους προέβησαν σε αποποίηση του επαχθέντος σε αυτούς ποσοστού της κληρονομιάς, κατά τις αναφερόμενες στην αγωγή ημεροχρονολογίες. Ότι οι δηλώσεις αυτές αποποίησης της κληρονομιάς του ως άνω θανόντος δεν έγιναν εμπρόθεσμα, διότι οι γονείς τους, λόγω εσφαλμένης νομικής συμβουλής, αγνοούσαν καθ’ όλο το χρονικό διάστημα που ήταν ανήλικοι την ύπαρξη προθεσμίας αποποίησης της κληρονομιάς του παππού τους πριν την ενηλικίωση τους και κατ’ επέκταση τις απορρέουσες από την άπρακτη παρέλευση της έννομες συνέπειες. Ότι για το λόγο αυτό, οι νόμιμοι εκπρόσωποι τους τελούσαν σε πλάνη, η οποία ήταν ουσιώδης και συνεχίσθηκε και στο πρόσωπο τους μετά την ενηλικίωση τους έως και την 7-6-2017, οπότε η Δ.Ο.Υ. Βόλου επέδωσε σ’ αυτούς ως εξ αδιαθέτου κληρονόμους του ως άνω αποβιώσαντος ατομικές ειδοποιήσεις ληξιπρόθεσμων χρεών του αποβιώσαντος προς το εναγόμενο. Με βάση τα ανωτέρω, οι ενάγοντες ζητούν α) Να ακυρωθεί η εκ μέρους τους αποδοχή της κληρονομιάς του ως άνω αποβιώσαντος, που κατά πλάσμα του νόμου θεωρήθηκε ότι έγινε λόγω παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας αποποίησης και β) να αναγνωριστεί ότι οι προαναφερόμενες δηλώσεις αποποίησης κληρονομιάς είναι έγκυρες, έγιναν εμπρόθεσμα και, ως εκ τούτου, δεν τυγχάνουν κληρονόμοι του ως άνω αποβιώσαντος, άλλως και όλως επικουρικά, να χορηγηθεί σε αυτούς τετράμηνη προθεσμία για την αποποίηση της ως άνω κληρονομιάς. Παρεπομένως δε, ζητούν να καταδικαστεί το εναγόμενο στη δικαστική τους δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο η υπό κρίση αγωγή αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού κατά την τακτική διαδικασία (άρθρα 18, 30 ΚΠολΔ). Ωστόσο, το αίτημα της να αναγνωριστεί ότι οι δηλώσεις αποποίησης κληρονομιάς είναι έγκυρες, έγιναν εμπρόθεσμα και, ως εκ τούτου, οι ενάγοντες δεν τυγχάνουν κληρονόμοι ίου ως άνω αποβιώσαντος είναι απορριπτέο ως απαράδεκτο, ελλείψει εννόμου συμφέροντος, καθώς ζητείται η διαπίστωση απλών πραγματικών περιστατικών και όχι η αναγνώριση της ύπαρξης ή ανυπαρξίας κάποιας έννομης σχέσης, ενώ οι ενάγοντες δεν επικαλούνται ότι υπάρχει αμφισβήτηση των αναφερόμενων στο δικόγραφο της αγωγής τους δηλώσεων αποποίησης κληρονομιάς (ΑΠ 356/2013, ΕφΠειρ 304/2016, ΠΠρΙωαν 67/2018 ΝΟΜΟΣ). Επισημαίνεται, ότι η κρινόμενη αγωγή, παραδεκτά στρέφεται κατά ίου εναγομένου, δάνειο ι ή ι ης κληρονομίας, παρά τον περί του αντιθέτου ισχυρισμό αυτού περί απόρριψης της αγωγής ως απαράδεκτης λόγω έλλειψης παθητικής του νομιμοποίησης, καθώς, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία μείζονα σκέψη της παρούσας η αγωγή προς ακύρωση της αποδοχής της κληρονομιάς στρέφεται, σύμφωνα με τη διασταλτική ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 155 ΑΚ, και κατά του δανειστή της κληρονομιάς Κατά το μέρος που κρίθηκε παραδεκτή, η κρινόμενη αγωγή είναι και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 140, 141, 1510, 1813, 1846, 1847, 1848, 1850, 1856 και 1857, 1912 ΑΚ, καθώς και 68, 70, 176 και 191 παρ 2 ΚΠολΔ. Το επικουρικό αίτημα των εναγόντων να τους χορηγηθεί τετράμηνη προθεσμία για την αποποίηση της ως άνω κληρονομιάς τυγχάνει απορριπτέο ως μη νόμιμο, καθώς, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία μείζονα σκέψη της παρούσης, σε κάθε περίπτωση, μετά την τελεσιδικία της απόφασης που ακυρώνει την αποδοχή, ο κληρονόμος πρέπει να προβεί εμπρόθεσμα και νομότυπα σε αποποίηση της κληρονομιάς, δίχως να χορηγείται σχετική προθεσμία από το Δικαστήριο. Πρέπει, επομένως, η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη, να ερευνηθεί, περαιτέρω, και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Σύμφωνα με το άρθρο 1857 παρ. 2 ΑΚ, η αγωγή για την ακύρωση της αποδοχής της κληρονομιάς λόγω πλάνης παραγράφεται μετά από ένα εξάμηνο. Με βάση τη διάταξη του ανωτέρω άρθρου, κατ’ απόκλιση από τις γενικές διατάξεις, κατά τις οποίες το δικαίωμα ακύρωσης ακυρώσιμης δικαιοπραξίας αποσβέννυται μετά την πάροδο διετίας από την δικαιοπραξία ή από την παρέλευση της πλάνης και, σε κάθε περίπτωση, μετά την πάροδο εικοσαετίας από την δικαιοπραξία (άρθρο 157 του ΑΚ), το δικαίωμα ακύρωσης της αποδοχής της κληρονομιάς, καίτοι κατά τη φύση του διαπλαστικό, υποβάλλεται σε εξάμηνη παραγραφή. Ο χρόνος της παραγραφής αρχίζει από την επομένη ημέρα της αποδοχής επί, δε, πλασματικής αποδοχής από την παρέλευση της προθεσμίας αποποίησης (βλ. σχετ. ΑΠ 858/1990 ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 1920/2013 ΝΟΜΟΣ, Ε φ AG 2226/2013 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 549/2011 ΝΟΜΟΣ). Αν, όμως, η πλάνη εξακολουθήσει και μετά την αποδοχή, κατ’ ανάλογη εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 157 εδ. β’ και γ’ του ΑΚ, το εξάμηνο αρχίζει από τότε που παρήλθε η κατάσταση αυτή, από την άρση δηλαδή της πλάνης, και, σε κάθε περίπτωση, όταν περάσουν είκοσι χρόνια από την αποδοχή (βλ. σχετ. ΑΠ 572/2016 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 173/2014 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 442/2017 ΝΟΜΟΣ).
Το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο, με τις νόμιμα και εμπρόθεσμα κατατεθείσες προτάσεις του, ισχυρίζεται ότι το δικαίωμα των εναγόντων να ζητήσουν τη ακύρωση της πλασματικής αποδοχής της κληρονομιάς του αποβιώσαντος παππού τους έχει υποπέσει στην εξάμηνη παραγραφή, που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 2 ΑΚ, δεδομένου ότι έχει επέλθει άρση της πλάνης, στην οποία κατά τους ισχυρισμούς των εναγόντων ευρίσκονταν τόσο οι γονείς τους όσο και οι ίδιοι. Συγκεκριμένα, ότι επήλθε άρση της ισχυριζόμενης πλάνης τους, για το λόγο ότι αυτοί γνώριζαν ότι η κληρονομιά ήταν κατάχρεη, ο μεν πατέρας τους και υιός του αποβιώσαντος ήδη από την 12-6-2002, οπότε προέβη σε δήλωση αποποίησης της κληρονομιάς, οι δε ενάγοντες κατά το χρόνο, που ο καθένας εξ αυτών προέβη σε δήλωση αποποίησης της κληρονομιάς, μετά την ενηλικίωση τους, ήτοι κατά τις αναφερόμενες στις προτάσεις τους ημεροχρονολογίες, μεταξύ των ετών 2007-2013, οπότε και μέχρι την άσκηση της υπό κρίση αγωγής (5-12-2017) παρήλθε το εξάμηνο, που προβλέπει η ανωτέρω διάταξη, και επήλθε η παραγραφή του δικαιώματος. Ο ισχυρισμός αυτός αποτελεί ένσταση παραγραφής, στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 1857 παρ. 2 και 157 ΑΚ και πρέπει να ερευνηθεί, περαιτέρω, κατ’ ουσίαν.
Από τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικό περιστατικά. Την 14-2-2002 απεβίωσε στο Αχίλλειο Πτελεού Ν. Μαγνησίας, χωρίς να αφήσει διαθήκη, ο παππούς των εναγόντων, …, κάτοικος εν ζωή Αχίλλειου Πτελεού Ν. Μαγνησίας. Ο τελευταίος, μετά τον επελθόντα θάνατο του, κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου : 1) από τη σύζυγο του, …, 2) από το τέκνο του, …, 3) από το τέκνο του …, 4) από το τέκνο του, … και 5) από το τέκνο του, …, ως μόνους πλησιέστερους συγγενείς αυτού κατά το χρόνο του θανάτου του, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1813 και 1820 ΑΚ. Ο ως άνω κληρονόμος του αποβιώσαντος, …, πατέρας των εναγόντων, γνωρίζοντας τα χρέη του κληρονομούμενου προς το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο, προέβη σε νομότυπη και εμπρόθεσμη δήλωση αποποίησης της κληρονομιάς, συνταχθείσας ως προς τούτο της υπ’ αριθμ. ./Τόμος ./12-6-2002 έκθεσης αποποίησης κληρονομιάς ενώπιον της Γραμματέως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου. Συνεπεία της ως άνω αποποίησης, η κληρονομιά του αποβιώσαντος επήχθη, κατά τις διατάξεις των άρθρων 1813 και 1856 ΑΚ, στους ενάγοντες, ήτοι στα τέκνα του ως άνω …, ως εγγονούς του ως άνω αποβιώσαντος, που κατά το χρόνο εκείνο (της επαγωγής) ήταν ανήλικοι, καθώς ο μεν πρώτος εξ αυτών είχε γεννηθεί την 17-3-1988, ο δεύτερος εξ αυτών την 25-9-1991, η τρίτη εξ αυτών την 20-10-1994, ο τέταρτος εξ αυτών την 23-7-1989 και ο πέμπτος εξ αυτών την 26-3-1993 Οι έχοντες, όμως, τη γονική μέριμνα γονείς των ως άνω ανηλίκων, … και …, προτιθέμενοι ως νόμιμοι αντιπρόσωποι αυτών να αποποιηθούν την κληρονομιά και για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων τους (εναγόντων), αφού συμβουλεύθηκαν δικηγόρο, ο οποίος τους διαβεβαίωσε ότι η συγκεκριμένη αποποίηση μπορούσε να γίνει με δήλωση των ίδιων των τέκνων τους σε προθεσμία ενός έτους από την ενηλικίωση τους, που θα επερχόταν την 17-3-2006 για τον πρώτο ενάγοντα, την 25-9-2009 για τον δεύτερο, την 20-10-2012 για την τρίτη ενάγουσα, την 23-7-2007 για τον τέταρτο ενάγοντα και την 26-3-2011 για τον πέμπτο, δεν προέβησαν μέχρι τότε σε οποιαδήποτε ενέργεια, αφήνοντας έτσι, από άγνοια και παρά τη θέληση τους, εξαιτίας της εσφαλμένης ενημέρωσης, να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποίησης της κληρονομιάς για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων τους. Επομένως, έκτοτε, θεωρείται ότι οι ενάγοντες, κατά πλάσμα του νόμου, αποδέχτηκαν την κληρονομιά του παππούς τους, …, με το ευεργέτημα της απογραφής (άρθρα 1847, 1850, 1856 σε συνδυασμό με το άρθρο 1627 ΑΚ). Η ανωτέρω πλάνη των γονέων των εναγόντων για την αποδοχή της επαχθείσας σ’ αυτούς (ενάγοντες) κληρονομιάς κα’ την έναρξη της προθεσμίας αποποίησης τους, που προκλήθηκε δικαιολογημένα από την εσφαλμένη ενημέρωση τους, αφού οι ίδιοι δεν διέθεταν νομικές γνώσεις (ο πατέρας τους ήταν κτηνοτρόφος – αγρότης), διατηρούμενη μέχρι την ενηλικίωση των εναγόντων, κατά τις προαναφερόμενες ημεροχρονολογίες, μεταφέρθηκε εύλογα στους τελευταίους, οι οποίοι μετά την ενηλικίωση τους, πιστεύοντας ότι είχαν σχετικό δικαίωμα προέβησαν, από άγνοια και παρά τη θέληση τους, σε άκυρες δηλώσεις αποποίησης, κατ’ άρθρο 1850 ΑΚ, ενώπιον της γραμματέως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου, συνταχθεισών ως προς τούτο των υπ’ αριθμ. ./Τόμος ./9-10-2007, ./Τόμος ./7-12-2009, ./Τόμος ./25-1-2013, ./Τόμος ./9-10-2007 και ./14-12-2011 σχετικών εκθέσεων αποποίησης κληρονομιάς, αντί να συντάξουν την επιβαλλόμενη από το άρθρο 1912 ΑΚ απογραφής της. Σημειωτέον ότι, οι ως άνω δηλώσεις αποποίησης ήταν άκυρες, δεδομένου ότι είχε ήδη επέλθει πλασματική αποδοχή της κληρονομιάς από τους ενάγοντες, αφού είχε παρέλθει από την αποποίηση του πατέρα τους, αρχικού κληρονόμου του ως άνω αποβιώσαντος, που έλαβε χώρα την 12-6-2002 οπότε και επήχθη η κληρονομιά στους ενάγοντες, και έως και τις ως άνω αποποιήσεις, η προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 1847 ΑΚ, τετράμηνη προθεσμία, η οποία σύμφωνα με τα προαναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, τρέχει και κατά προσώπων, που είναι ανίκανα προς δικαιοπραξία, και συνεπώς έτρεξε και κατά των εναγόντων, οι γονείς των οποίων, ως νόμιμοι αντιπρόσωποι αυτών, όφειλαν, λόγω της ανηλικότητας αυτών κατά το χρόνο της επαγωγής, να προβούν σε δήλωση αποποίησης της κληρονομιάς για λογαριασμό τους εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών από την επαγωγή της κληρονομιάς σ’ αυτούς, τηρώντας τις διατυπώσεις του άρθρου 1625 ΑΚ. Έτσι μετά την άπρακτη πάροδο της οριζόμενης στο ανωτέρω άρθρο 1912 ΑΚ ετήσιας προθεσμίας, ήτοι την 17-3-2C07, την 25-9-2010, την 20-10-2013, την 23-7-2008 και την 26-3-2012, αντίστοιχα, οι ενάγοντες εξέπεσαν του ευεργετήματος της απογραφής, ευθυνόμενοι έκτοτε απεριορίστως για το χρέη του παππού τους, … σύμφωνα με το άρθρο 1901 ΑΚ, γεγονός που πληροφορήθηκαν πρώτη φορά την 7-6-2017, όταν τους απεστάλησαν αττό τη Δ.Ο. Υ. Βόλου, ως υπηρεσία του εναγομένου και δανειστή της κληρονομιάς, οι υπ’ αριθμ. πρωτ………/29-5-2017 ατομικές ειδοποιήσεις ληξιπρόθεσμων χρεών της Δ.Ο.Υ. Βόλου για οφειλή συνολικού ποσού 86,271,54 ευρώ (κεφάλαιο 39.683,32 ευρώ και προσαυξήσεις 46.588,22 ευρώ). Το γεγονός ότι οι ενάγοντες παρέλαβαν τις ως άνω ατομικές ειδοποιήσεις ληξιπρόθεσμων χρεών από τη Δ.Ο.Υ. Βόλου, την 7-6-2017, δεν αμφισβητείται ειδικά από το εναγόμενο. Επομένως, με βάση τα προαναφερόμενα πραγματικά περιστατικά, αποδεικνύεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ότι στην προκείμενη περίπτωση, τόσο οι νόμιμοι αντιπρόσωποι των εναγόντων, ήτοι οι έχοντες την επιμέλεια γονείς τους, όσο και οι ίδιοι στη συνέχεια, καθ’ όλο το χρόνο που έπρεπε να αποποιηθούν την κληρονομιά και μέχρι την ενημέρωση τους από το εναγόμενο, την 7-6-2017, αγνοούσαν την ύπαρξη προθεσμίας αποποίησης πριν την ενηλικίωση τους και κατ’ επέκταση τις απορρέουσες από την άπρακτη παρέλευση της έννομες συνέπειες. Η πλάνη τους δε αυτή, η οποία δεν σχετίζεται με το κατάχρεο της κληρονομιάς, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται το εναγόμενο, και είναι πράγματι ουσιώδης, θεμελιώνει την ακύρωση της πλασματικής – κατά το νόμο – αποδοχής της ανωτέρω κληρονομιάς εκ μέρους των εναγόντων, αφού αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομιάς, που αν οι γονείς αυτών γνώριζαν την πραγματική κατάσταση δεν θα άφηναν να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποίησης, λαμβάνοντας υπόψη ως προς τούτο και του ότι λόγω της γνώσης του κατάχρεου της κληρονομίας ο πατέρας των εναγόντων προέβη σε αποποίηση της επαχθείσας σε αυτόν κληρονομίας.
Ενόψει των ανωτέρω, η ένσταση παραγραφής του εναγομένου Ελληνικού Δημοσίου πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, αφού η πλάνη των εναγόντων εξακολούθησε μέχρι την 7-6-2017, όταν έλαβαν γνώση των ατομικών ειδοποιήσεων των ληξιπρόθεσμων οφειλών του αποβιώσαντος, και συνεπώς από το χρόνο αυτό (7-6-2017), που επήλθε η άρση της πλάνης των εναγόντων και που αποτελεί το χρονικό σημείο έναρξης της εξάμηνης προθεσμίας, που προβλέπεται από τα άρθρα 1857 παρ. 2 και 157 ΑΚ, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, έως και την κατάθεση της αγωγής, την 5-12-2017 (βλ. τη με αριθμ. ./5-12-2017 έκθεση κατάθεσης δικογράφου αγωγής του Πρωτοδικείου Βόλου), δεν είχε παρέλθει η προθεσμία αυτή και δεν έχει υποπέσει το δικαίωμα των εναγόντων σε παραγραφή. Συνεπώς, εφόσον με βάση τα προαναφερόμενα, οι ενάγοντες και προηγουμένως οι γονείς τους βρίσκονταν σε νομική πλάνη, η οποία ήταν ουσιώδης, η υπό κρίση αγωνή πρέπει να γίνει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη κατά το ως άνω υπό στοιχ. α’ αίτημα της και να ακυρωθεί η πλασματική αποδοχή κληρονομιάς, στην οποία προέβησαν οι ενάγοντες, λόγω άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας αποποίησης, σχετικά με την κληρονομιά του αποβιώσαντος, την 14-2-2002, …. Τέλος, πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας τους (άρθρ. 22 § 2 ν. 3693/1957), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.
ΑΚΥΡΩΝΕΙ την εκ μέρους των εναγόντων πλασματική αποδοχή της κληρονομιάς του αποβιώσαντος, την 14-2-2002, …
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στο Βόλο την 23-7-2019.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στο Βόλο στο ακροατήριο του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 13-9-2019, με άλλη σύνθεση, αποτελούμενη από τους Κωνσταντίνο Μαρτίνο, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Λεοντή Πασχαλίδη και Αιμιλία-Ελένη Χατζηκώστα, Πρωτοδίκες, λόγω μετάθεσης της Θωμαής Παννέκου, Πρωτοδίκη, και ευρισκόμενης σε άδεια του μέλους της αρχικής σύνθεσης, Μαρίας Τσέπη, Πρωτοδίκη – Εισηγήτριας, κατ’ άρθρο 306 παρ. 2 ΚΠολΔ, και χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
http://www.dsanet.gr/Epikairothta/Nomologia/pprvol%2056_2019.htm