Απορρίφθηκε ως απαράδεκτο το αίτημα ακύρωσης εγκυκλίου του υπουργείου Εργασίας το 2019 με την οποία δινόντουσαν οδηγίες για την εφαρμογή του νέου κατώτατου μισθού των 586 ευρώ και την καταβολή τριετιών στους υπαλλήλους και τους εργατοτεχνίτες όλης της χώρας.
Κατώτατος μισθός: Απορριπτική ήταν η απάντηση του Συμβουλίου της Επικρατείας στην αίτηση ακύρωσης του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) και άλλων περιφερειακών εργοδοτικών Ενώσεων που ζητούσαν να ακυρωθεί η εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας της 18ης Φεβρουαρίου 2019, με την οποία δινόντουσαν οδηγίες για την εφαρμογή του νέου κατώτατου μισθού των 586 ευρώ και την καταβολή τριετιών στους υπαλλήλους και τους εργατοτεχνίτες όλης της χώρας.
Την απόφαση αυτή ανέμεναν χιλιάδες εργαζόμενοι, αφού το επίδομα υπηρεσίας είχε «παγώσει» από το 2012, και πλέον αναμένεται να κρίνει και τις κατώτατες αποδοχές. Η αίτηση των εργοδοτικών Οργανώσεων απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, αφού οι σύμβουλοι Επικρατείας του Δ΄ Τμήματος, έκριναν ότι η επίμαχη εγκύκλιος του υπουργού Εργασίας που παρείχε οδηγίες «για την εφαρμογή του κατώτατου μισθού και του κατώτατου ημερομισθίου για τους υπαλλήλους και εργατοτεχνίτες όλης της χώρας» είναι καθαρά ερμηνευτική εγκύκλιος και δεν μπορεί να προσβληφθεί στο ΣτΕ.
Το Δ΄ Τμήμα του ΣτΕ απέρριψε ως απαράδεκτη την αίτηση του ΣΕΒ εξηγώντας ότι η εν λόγω εγκύκλιος «δεν είναι εκτελεστή διότι έχει χαρακτήρα ερμηνευτικής εγκυκλίου» και προσθέτοντας ότι με την επίμαχη εγκύκλιο το υπουργείο Εργασίας παρέχει υποδείξεις για την ορθή εφαρμογή και συμμόρφωση του ισχύοντος νομικού πλαισίου, που όμως οι υποδείξεις αυτές «δεν είναι καθ΄ ευατές δεσμευτικές για τους αποδέκτες και δεν αποτελούν νομική δέσμευση γι΄ αυτούς».
«Δεν παράγονται δεσμευτικές έννομες συνέπειες από τις υποδείξεις σχετικά με το ύψος των καταβλητέων αποδοχών, η δε προσβαλλόμενη πράξη δεν αποτελεί κατόπιν τούτων εκτελεστή διοικητική πράξη». Μάλιστα, στο σκεπτικό της απόφασης ξεκαθαρίζεται ότι οι εργοδότες «μπορούν να μη συμμορφωθούν στο περιεχόμενο της εγκυκλίου αναλαμβάνοντας την ευθύνη για τις προβλεπόμενες τυχόν από το νόμο κυρώσεις, στην περίπτωση που οι ενέργειες τους δεν θα είναι πράγματι νόμιμες» συμπληρώνουν οι δικαστές.