Η από το Δημόσιο και τα ν.π.δ.δ. ασκηθείσα αναίρεση κατά των κατ’ αυτών τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων και η προς άσκηση αυτής τασσόμενη προθεσμία αναστέλλουν αυτοδικαίως την εκτέλεση των αποφάσεων
Δεκτή έγινε από το δικαστήριο του Αρείου Πάγου αίτημα του αναιρεσείοντος ν.π.δ.δ. περί αναστολής εκτέλεσης της εφετειακής απόφασης, έως ότου εκδοθεί απόφαση επί της ασκηθείσας αίτησης αναίρεσης (ΑΠ 28/2022).
Συγκεκριμένα, το δικαστήριο δέχθηκε ότι η από τον αναιρεσείοντα Δήμο Αθηναίων άσκηση αναίρεσης αναστέλλει αυτοδικαίως την δικαστική εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, δυνάμει της οποίας ο Δήμος Αθηναίων υποχρεώθηκε να καταβάλει στην αναιρεσίβλητη και ενάγουσα το ποσό των 269.200 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.
Κατά το σκεπτικό του δικαστηρίου, από τη διάταξη του άρθρου 19 του α.ν. 1715/1951, όπως συμπληρώθηκε και ισχύει, κατά τελεσιδίκων δικαστικών αποφάσεων, με τις οποίες υποχρεώνονται το Ελληνικό Δημόσιο και τα ν.π.δ.δ. να καταβάλλουν χρηματικά ποσά σε πρόσωπο (φυσικό ή νομικό), η ασκηθείσα από τα βαρυνόμενα με την καταβολή των επιδικαζόμενων με τις αποφάσεις χρηματικών ποσών Ελληνικό Δημόσιο και ν.π.δ.δ. αναίρεση και η προς άσκηση της αναίρεσης προθεσμία αναστέλλουν την εκτέλεση των αποφάσεων των πολιτικών ή διοικητικών δικαστηρίων.
Περαιτέρω, λαμβάνοντας υπόψη και τη διάταξη του άρθρου 1 του Ν. 3068/2002, το δικαστήριο επεσήμανε πως το Δημόσιο, οι ΟΤΑ και τα λοιπά ν.π.δ.δ. είναι μεν υποχρεωμένα να συμμορφώνονται δίχως καθυστέρηση προς τις δικαστικές αποφάσεις και να προβαίνουν σε όλες τις επιβαλλόμενες, για την εκπλήρωση της υποχρέωσης τους αυτής και για την εκτέλεση των αποφάσεων ενέργειες, ωστόσο ούτε η διάταξη αυτή του Ν. 3068/2002 ούτε κάποια άλλη διάταξη καταργεί το άρθρο 19 του α.ν. 1715/1951.
Συνεπώς, η από το Δημόσιο και τα ν.π.δ.δ. ασκηθείσα αναίρεση κατά των κατ’ αυτών τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων και η προς άσκηση αυτής τασσόμενη προθεσμία αναστέλλουν την εκτέλεση των αποφάσεων.
Απόσπασμα απόφασης
Περαιτέρω, με το άρθρο 19 του α.ν. 1715/1951, το οποίο, όπως συμπληρώθηκε μέ το άρθρο 41 παρ. 11 του ν. 2065/1992, διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 περ. 18 του ΕισΝΚΠολΔ, ορίζεται: “1. Η ασκηθείσα υπό του Δημοσίου, του ταμείου εθνικού στόλου, του ταμείου εθνικής αμύνης και του παλαιού εκκλησιαστικού ταμείου αίτησις αναιρέσεως κατά τελεσιδίκου δικαστικής αποφάσεως, ως και η προς άσκησιν τοιαύτης προθεσμίας, αναστέλλει την κατά των νομικών τούτων προσώπων εκτέλεσιν της αποφάσεως και καθ’ ας έτι περιπτώσεις θα επετρέπετο αύτη. 2. Η εκτέλεση αποφάσεων διοικητικών δικαστηρίων επί διοικητικών διαφορών ουσίας κατά των νομικών αυτών προσώπων, που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, αναστέλλεται μέχρις ότου καταστούν αμετάκλητες”. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι, κατά τελεσιδίκων δικαστικών αποφάσεων, με τις οποίες υποχρεώνονται το Ελληνικό Δημόσιο και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου να καταβάλλουν χρηματικά ποσά σε πρόσωπο (φυσικό ή νομικό), η ασκηθείσα από τα βαρυνόμενα με την καταβολή των επιδικαζόμενων με τις αποφάσεις χρηματικών ποσών Ελληνικό Δημόσιο και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου αναίρεση και η προς άσκηση της αναίρεσης προθεσμία αναστέλλουν την εκτέλεση των αποφάσεων των πολιτικών ή διοικητικών δικαστηρίων.
Εξάλλου, κατά το άρθρο 1 του ν. 3068/2002, “Το Δημόσιο, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και τα λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου έχουν υποχρέωση να συμμορφώνονται χωρίς καθυστέρηση προς τις δικαστικές αποφάσεις και να προβαίνουν σε όλες τις ενέργειες που επιβάλλονται για την εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής και για την εκτέλεση των αποφάσεων. Δικαστικές αποφάσεις κατά την έννοια του προηγούμενου εδαφίου είναι όλες οι αποφάσεις των διοικητικών, πολιτικών, ποινικών και ειδικών δικαστηρίων που παράγουν υποχρέωση συμμόρφωσης ή είναι εκτελεστές κατά τις οικείες δικονομικές διατάξεις και του όρους που κάθε απόφαση τάσσει”.
Με αυτές τις διατάξεις ορίζεται ότι το Δημόσιο, οι ΟΤΑ και τα λοιπά νομικά πρόσωπα— δημοσίουδικαίου είναι υποχρεωμένα να συμμορφώνονται δίχως καθυστέρηση προς τις δικαστικές αποφάσεις και να προβαίνουν σε όλες τις επιβαλλόμενες, για την εκπλήρωση της υποχρέωσης τους αυτής και για την εκτέλεση των αποφάσεων ενέργειες και ότι, κατά την ανωτέρω έννοια, αποφάσεις δικαστικές είναι όλες εκείνες των διοικητικών, πολιτικών, ποινικών και ειδικών δικαστηρίων, οι οποίες παράγουν υποχρέωση συμμόρφωσης ή είναι εκτελεστές κατά τις οικείες δικονομικές διατάξεις και τους όρους που κάθε απόφαση τάσσει. Ούτε, όμως, με το άρθρο αυτό, ούτε με άλλη διάταξη του ν. 3068/2002 καταργείται το άρθρο 19 του α.ν. 1715/1951 (όπως συμπληρώθηκε), με το οποίο, κατά τα προαναφερθέντα, η από το Δημόσιο και τα ΝΠΔΔ ασκηθείσα αναίρεση κατά των κατ’ αυτών τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων και η προς άσκηση αυτής (αναίρεσης) τασσόμενη προθεσμία αναστέλλουν την εκτέλεση των αποφάσεων (ΑΠ 20/2016).
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο dsanet.gr.