Περίληψη:
Ιδιόγραφη διαθήκη. Προϋποθέσεις κύρους αυτής. Εννοιολογικοί προσδιορισμοί των όρων συνείδησης τω πραττομένων και της ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής. Χρονικό σημείο στο οποίο κρίνεται η ικανότητα για σύνταξη έγκυρης ιδιόγραφης διαθήκης 559 αρ 19. Ζητήματα. Τα επιχειρήματα δε συνιστούν αιτιολογίες. Μόνο τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε πρέπει να αναφέρεται πλήρως και σαφώς και όχι γιατί αποδείχθηκε 55 αρ 11 περ α και περ γ 559 αρ 20 απαιτείται διαγνωστικό και όχι εκτιμητικό λάθος.
Αριθμός 1341/2015
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ’ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Μπιχάκη Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, Ελένη Διονυσοπούλου, Ευγενία Προγάκη, Διονυσία Μπιτζούνη και Πέτρο Σαλίχο Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 21 Οκτωβρίου 2015, με την παρουσία και της γραμματέως Σπυριδούλας Τζαβίδη, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειουσών:1)Χ. συζ. Α. Κ., το γένος Γ. Χ., κατοίκου …, 2)Θ. χας Ν. Φ. το γένος Γ. Χ., κατοίκου …, που παραστάθηκαν μετά η 1η , δια η 2η του πληρεξουσίου Δικηγόρου Γεωργίου Παπαλάμπρου.
Της αναιρεσίβλητης: Π. συζ. Π. Γ., το γένος Α. Σ., κατοίκου … που παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου Βασιλείου Κόλια.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 7-7-2009 αγωγή των ήδη αναιρεσειουσών που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 3940/2010 μη οριστική απόφαση και 2229/2011 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 5554/2014 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησαν οι αναιρεσείουσες με την από 5-12-2014 αίτησή τους και τους από 10-9-2015 πρόσθετους λόγους επ’ αυτής.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Ευγενία Προγάκη, ανέγνωσε την από 7-10-2015 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης και οι πρόσθετοι λόγοι επ’ αυτής .
Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειουσών ζήτησε να γίνουν δεκτοί η αίτηση αναίρεσης και οι πρόσθετοι λόγοι, ο πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης ζήτησε την απόρριψή τους καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή κατά τη διάταξη του άρθρου 1718 ΑΚ, διαθήκη για την οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις των άρθρων 1719 έως 1757 είναι άκυρη, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 1719 αρ.3 του ίδιου κώδικα, όπως ήδη ισχύει μετά την τροποποίησή της με τη διάταξη του άρθρου 3 του ν.2447/1996, ανίκανοι να συντάσσουν διαθήκη είναι….όσοι κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης δεν έχουν συνείδηση των πράξεών τους ή βρίσκονται σε ψυχική ή διανοητική διαταραχή, που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής τους. Στην αμέσως πιο πάνω διάταξη προβλέπονται δύο περιπτώσεις ανικανότητας προς σύνταξη διαθήκης, δηλαδή α)η έλλειψη συνείδησης των πράξεων, η οποία υπάρχει όταν το πρόσωπο από αίτιο νοσηρό ή μη (όπως λ.χ. μέθη, ύπνωση κ.λπ.) δεν έχει τη δύναμη να διαγνώσει την ουσία και το περιεχόμενο της διαθήκης που συντάσσει, καθώς και την ικανότητα να συλλάβει τη σημασία των επί μέρους διατάξεων της διαθήκης, χωρίς να απαιτείται γενική και πλήρης έλλειψη συνείδησης του εξωτερικού κόσμου ή πλήρης έλλειψη της λειτουργίας του νού και β)η ψυχική ή διανοητική διαταραχή που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησης του διαθέτη. Ως ψυχική ή διανοητική διαταραχή που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησης του διαθέτη, νοείται ειδικότερα κάθε διαταραχή που μειώνει σημαντικά την ικανότητα για αντικειμενικό έλεγχο της πραγματικότητας, όταν, δηλαδή εξαιτίας της διαταραχής αυτής αποκλείεται, κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης, ο ελεύθερος προσδιορισμός της βούλησης του διαθέτη με λογικούς υπολογισμούς, καθόσον ο τελευταίος κυριαρχείται από παραστάσεις, αισθήματα, ορμές ή επιρροές τρίτων. Οι ασθένειες που μπορούν να οδηγήσουν στην πιο πάνω διαταραχή είναι οι γνωστές ψυχώσεις, όπως λ.χ. μανιοκατάθλιψη, η σχιζοφρένεια, οι παράνοιες, αλλά και οργανικοψυχικές παθήσεις, όπως λ.χ. η γεροντική άνοια, όταν από αυτήν προκαλείται μόνιμη διαταραχή της λειτουργίας του νού και σε βαθμό που αποκλείει την ύπαρξη λογικής κρίσης, η ολιγοφρένεια κ.α. Η ανικανότητα κρίνεται κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης, ενώ η μεταγενέστερη επέλευσή της ή η ύπαρξή της σε προγενέστερο χρόνο δεν ασκεί καμμία έννομη επιρροή. Στην περίπτωση ειδικά που ο διαθέτης πάσχει από ψυχική ή διανοητική διαταραχή, αν μεν πρόκειται για πάθηση περιοδικού ή παροδικού χαρακτήρα, απαιτείται και πάλι να αποδειχθεί η ψυχική ή διανοητική διαταραχή του διαθέτη κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης, αν, όμως πρόκειται για πάθηση μη ιάσιμη ή βαριά ψυχική διαταραχή, αρκεί η απόδειξη ότι ο διαθέτης κατά την εποχή περίπου της σύνταξης της διαθήκης “όχι ακριβώς και κατά το χρόνο σύνταξής της” έπασχε από μόνιμη πνευματική νόσο.
Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.19 του ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζητήματα που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Έλλειψη νόμιμης βάσης, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, υπάρχει, όταν από το αιτιολογικό της απόφασης, που συνιστά την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν προκύπτουν κατά τρόπο πλήρη, σαφή και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία, σύμφωνα με το νόμο, είναι αναγκαία για την κρίση, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ότι συντρέχουν οι όροι της διάταξης που εφαρμόσθηκε, ή ότι δεν συντρέχουν οι όροι εφαρμογής της. Ελλείψεις αναγόμενες μόνο στην ανάλυση και στάθμιση των αποδεικτικών μέσων και γενικότερα στην αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αν αυτό διατυπώνεται σαφώς, δεν συνιστούν ανεπαρκείς αιτιολογίες. Δηλαδή μόνο τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε είναι ανάγκη να εκτίθεται στην απόφαση πλήρως και σαφώς και όχι γιατί αποδείχθηκε. Ως ζητήματα των οποίων η μη αιτιολόγηση ή η αιτιολόγηση κατά τρόπο ανεπαρκή ή αντιφατικό, στερεί την απόφαση από νόμιμη βάση, νοούνται μόνο οι ισχυρισμοί που έχουν αυτοτελή ύπαρξη, που τείνουν δηλαδή στη θεμελίωση ή κατάλυση του δικαιώματος που ασκήθηκε, είτε ως επιθετικό, είτε ως αμυντικό μέσο, όχι όμως και τα πραγματικά ή νομικά επιχειρήματα που συνέχονται με την αξιολόγηση και στάθμιση των αποδείξεων, για τα οποία η έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας δεν ιδρύει λόγο αναίρεσης. Τα επιχειρήματα δηλαδή αυτά, δεν συνιστούν παραδοχές, επί τη βάσει των οποίων διαμορφώνεται το αποδεικτικό πόρισμα και ως εκ τούτου δεν αποτελούν “αιτιολογία” της απόφασης, ώστε αυτή να επιδέχεται στο πλαίσιο της διάταξης του άρθρου 559 αρ.19 ΚΠολΔ, μομφή για αντιφατικότητα ή ανεπάρκεια.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλομένης αποφάσεως (αρθρ.561 παρ.2 ΚΠολΔ) το Εφετείο, μετά από συνεκτίμηση των νομίμως σ’ αυτό, επικληθέντων και προσκομισθέντων αποδεικτικών στοιχείων, δέχθηκε, κατ’ ανέλεγκτη κρίση, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, ως προς την αποτελούσα αντικείμενο της αναίρεσης κύρια βάση της αγωγής, για ακύρωση της ένδικης διαθήκης, λόγω συνδρομής της περιπτώσεως της διατάξεως του άρθρου 1719 αρ.3 ΚΠολΔ, περί διανοητικής διαταραχής του διαθέτη, κατά το χρόνο συντάξεώς της: “Στις 8.3.2008 απεβίωσε στο Νοσοκομείο Ευαγγελισμός όπου νοσηλευόταν ο Ι. Τ., κάτοικος εν ζωή … Αττικής, ηλικίας 86 ετών. Ο αποβιώσας ήταν άγαμος, κατά το χρόνο του θανάτου του άφησε πλησιέστερους συγγενείς του : 1] Τα τέκνα της προαποβιώσασας αδελφής του Β. Χ. ήτοι τους: α] Θ. σύζυγο Ν. Φ. δεύτερη ενάγουσα, β] Α. Τ., γ] Χ. Χ. ήδη σύζυγο Α. Κ., πρώτη ενάγουσα, δ] Θ. Χ., ε] Π. Χ.. 2] Τον ετεροθαλή αδελφό του Γ. Τ.. 3] Την ετεροθαλή αδελφή του Π. Σ.. 4] Τα τέκνα του προαποβιώσαντος ετεροθαλούς αδελφού του Χ. Τ. ήτοι τους: α] Θ. Τ., β] Κ. Τ.. 5] Τα τέκνα του προαποβιώσαντος ετεροθαλούς αδελφού του Η. Τ. ήτοι τους: α] Α. Τ., β] Γ. Τ., γ] Θ. Τ., δ] Μ. Τ., ε] Κ. Τ., στ] Δ. Τ.. 6] Τα τέκνα της προαποβιώσασας ετεροθαλούς αδελφής του Θ. Α., ήτοι τους: α] Σ. Κ., β] Μ. Κ. και γ] Θ. Α.. Ο θανών με την από 2-2-2004 έως 10-2-2004 ιδιόγραφη διαθήκη του, η οποία δημοσιεύθηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών με το 3862/20-6-2008 πρακτικό, εγκατέστησε μοναδική κληρονόμο του σε όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία του την εναγομένη. Η τελευταία εργάζεται ως μαγείρισσα στο νοσοκομείο Παίδων. Από το έτος 1998 είχε αναλάβει μαζί με τον σύζυγο της την φροντίδα και την περιποίηση του θανόντος, ο οποίος ήταν άγαμος και δεν είχε τέκνα, αντιμετώπιζε δε προβλήματα υγείας. Συγκεκριμένα ο αποβιώσας ήδη από το έτος 1980 είχε καρδιολογικά προβλήματα, εξαιτίας των οποίων συνταξιοδοτήθηκε το έτος 1988 από το ΤΕΒΕ λόγω αναπηρίας. Το έτος 2000 είχε διαγνωστεί στον θανόντα καρκίνος του προστάτη, ενώ το 2005 νοσηλεύτηκε στον Ευαγγελισμό και υποβλήθηκε σε εσωτερική οστεοσύνθεση για την αντιμετώπιση αμφισφύριου κατάγματος αριστερά. Έκτοτε είχε αστάθεια και δυσχέρεια στη βάδιση. Στις 11-2-2008 εισήλθε στον Ευαγγελισμό με εστιακές κρίσεις λόγω μικρού υποσκληρίδιου αιματώματος μετά από ελαφρά κάκωση της κεφαλής. Αρχικά η κατάσταση του αντιμετωπίστηκε συντηρητικά, δύο όμως ημέρες από την εισαγωγή του στο νοσοκομείο παρουσίασε πυρετό και αναπνευστική δυσχέρεια, τέθηκε σε μηχανική υποστήριξη και υποβλήθηκε σε επέμβαση αφαίρεσης αιματώματος. Λόγω της συνεχιζόμενης αναπνευστικής δυσχέρειας επήλθε επιβάρυνση της καρδιακής λειτουργίας του και κατέληξε στις 8-3-2008 [βλ. το με την ίδια ημερομηνία πιστοποιητικό του νοσοκομείου Ευαγγελισμός]. Σύμφωνα με την έκθεση ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης, την οποία διενήργησε ο διορισθείς από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών νευρολόγος-ψυχίατρος Σ. Κ., “ο θανών έπασχε από οργανικό σύνδρομο συνεπεία των παθήσεων του με αποτέλεσμα την πλημμελή αιμάτωση του εγκεφάλου του. Η πορεία του οργανικού συνδρόμου ήταν αργή και προοδευτική. Με τη λήψη της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής δεν μπορούσε να έχει πλήρη διαύγεια και πνευματική ικανότητα διότι τα διαθέσιμα από την επιστήμη φάρμακα δεν θεραπεύουν τη νόσο, αλλά μόνο επιβραδύνουν την επιδείνωση της. Κατά το επίδικο χρονικό διάστημα της σύνταξης της διαθήκης [Φεβρουάριος του 2004], ο διαθέτης έπασχε από οργανικό ψυχοσύνδρομο, το οποίο είχε επηρεάσει τις ανώτερες νοητικές λειτουργίες μνήμης, κρίσης και αντίληψης. Ήταν ευάλωτος και εξαρτημένος και είχε ανάγκη βοήθειας άλλου ατόμου. Τα ανωτέρω περιορίζουν αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησης του. Η ανικανότητα του μπορεί να μην ήταν εν όλω, αλλά οπωσδήποτε ήταν εν μέρει”. Το τελικό αυτό συμπέρασμα της πραγματογνωμοσύνης ανατρέπεται πρωτίστως από το προσκομισθέν βιβλιάριο υγείας [ΙΚΑ] του διαθέτη, στο οποίο καταγράφονται οι ασθένειες από τις οποίες αυτός έπασχε, ήτοι καρδιολογικά προβλήματα, καρκίνο του προστάτη, καταρράκτη των οφθαλμών και δυσχέρεια βάδισης λόγω κατάγματος ποδιού καθώς και τα φάρμακα που του χορηγούνταν γι’ αυτές, από το 1985 μέχρι το θάνατο του, τα οποία είχαν άμεση σχέση με τις παραπάνω παθήσεις του και ουδέν φάρμακο ελάμβανε για ενδοκρανιακές κακώσεις και για άνοια. Επίσης, από τα προσκομισθέντα ιατρικά πιστοποιητικά ουδόλως προκύπτει ότι ο θανών κατά τον επίδικο χρόνο σύνταξης της διαθήκης [2 έως 10-2-2004], παρουσίαζε διατάραξη των νοητικών του λειτουργιών. Ειδικότερα, η έλλειψη παθολογικής αιτίας για κάτι τέτοιο, αποδεικνύεται από τα αποτελέσματα της αξονικής τομογραφίας εγκεφάλου, θώρακος και λιθοειδών του θανόντος, που αναγράφονται στο από 20-10-2005 έγγραφο του Νοσοκομείου “ΑΓΙΑ ΟΛΓΑ”, με υπογραφή του επιμελητή Α’ Ι. Σ., στο οποίο αναφέρεται μεταξύ άλλων, ότι η αξονική εγκεφάλου απεικονίζει άριστη και πλήρη υγεία και απολύτως φυσιολογικά και υγιή στοιχεία και έλλειψη επίσης κάθε εστίας παθολογικής πυκνότητας όλων των μερών του εγκεφάλου, το κοιλιακό σύστημα του οποίου εμφανίστηκε απόλυτα φυσιολογικό ως προς όλες τις παραμέτρους. Επίσης, από το από 8-3-2008 ιατρικό πιστοποιητικό του Νοσοκομείου Ευαγγελισμός προκύπτει ότι ο θανών που νοσηλεύθηκε από τις 11-2-2008 έως 8-3-2008 και κατέληξε, εισήλθε στο νοσοκομείο με εστιακές κρίσεις αριστερά λόγω μικρού υποσκληριδίου αιματώματος μετά από ελαφρά κάκωση της κεφαλής και ότι πλην των υποσκληριδίων συλλογών που προήλθαν από την κάκωση αυτή, ο ασθενής δεν παρουσίαζε εγκεφαλική ατροφία. Με αυτό συμπορεύεται και ο διορισθείς από την εναγομένη τεχνικός σύμβουλος της πραγματογνωμοσύνης, καθηγητής ψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Β. Α., ο οποίος στην έκθεση του αναφέρει ότι “δεν υπάρχουν πληροφορίες για ψυχοδιανοητικές διαταραχές του διαθέτη πριν ή κατά τον επίδικο χρόνο σύνταξης της διαθήκης” και ότι από το σύνολο των δεδομένων, ήτοι αξονικών τομογραφιών Οκτωβρίου 2005, Απριλίου 2007 και Φεβρουάριου 2008 και από την εν γένει κοινωνική και συναλλακτική δραστηριότητα για την οποία θα γίνει λόγος παρακάτω, ο θανών δεν παρουσίαζε διατάραξη στις νοητικές του λειτουργίες κατά τον επίδικο χρόνο σύνταξης της διαθήκης. Η επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από τις ενάγουσες με αριθμό …/1982 απόφαση του ΤΕΒΕ, με την οποία ο θανών συνταξιοδοτήθηκε εφ’ όρου ζωής με ποσοστό σωματικής αναπηρίας 67%, ουδόλως προσδιορίζει την πνευματική του κατάσταση κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης ήτοι το Φεβρουάριο του 2004. Επίσης, η προσκομιζόμενη από τις ίδιες [ενάγουσες], με ημερομηνία 10-12-2008 ιατροδικαστική γνωμοδότηση του ιατροδικαστή Ο. Π., είναι άσχετη με το κρίσιμο, για την παρούσα δίκη, ζήτημα της πνευματικής κατάστασης του Ι. Τ. κατά το χρόνο σύνταξης της επίδικης διαθήκης του, αφού το ερώτημα στο οποίο απαντά ο συντάξας την γνωμοδότηση αυτή, είναι αν ο διαθέτης ήταν στις 8-3-2008, την ημέρα δηλαδή που απεβίωσε, ικανός να συντάξει διαθήκη. Στερείται επίσης αποδεικτικής αξίας η προσκομιζόμενη από τις ενάγουσες από 7-6-2009 έκθεση του ιδιώτη ιατρού νευρολόγου-ψυχίατρου Γ. Δ., στην οποία αυτός βεβαιώνει ότι ο θανών έπασχε, κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης [έτος 2004], από οργανικό ψυχοσύνδρομο ενώ ο ίδιος που είχε εξετάσει, ως ιατρός του ΙΚΑ, στις 20-12-2005 τον θανόντα, συνταγογράφησε φάρμακα όπως το vastarel, beytina και dagrilan, που δεν είχαν σχέση με διατάραξη των νοητικών του λειτουργιών, αλλά με τις αναφερόμενες παραπάνω ασθένειες [καρδιολογικά προβλήματα, υπέρταση, καρκίνος του προστάτη και νεφρικές διαταραχές]. Από το προσκομιζόμενο βιβλιάριο υγείας του θανόντος, αποδεικνύεται ότι το φάρμακο aricept, για το οποίο ισχυρίζεται στην κατάθεσή του ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ο εν λόγω μάρτυρας των εναγουσών, ότι το συνταγογράφησε μαζί με τα παραπάνω αναφερθέντα φάρμακα κατά τον παραπάνω χρόνο [20-12-2005] λόγω διαγνωσθείσας απ’ αυτόν εξασθένησης της μνήμης του ασθενούς, της κρίσης και της αντίληψης αυτού, διαγράφηκε την ίδια ημερομηνία από τον μάρτυρα-ιατρό, προφανώς λόγω εσφαλμένης διάγνωσης. Η καλή πνευματική κατάσταση του διαθέτη, κατά τον χρόνο σύνταξης της διαθήκης, αποδεικνύεται και από τις μαρτυρικές καταθέσεις ατόμων που τον έζησαν από το έτος 1990 και εντεύθεν και δη των Π. Κ. δικηγόρου του, Χ. Π. επιστάτη των κτημάτων του, Ε. Τ. και Χ. Τ. φίλων του, οι οποίοι είναι κατηγορηματικοί ως προς την απόλυτη διαύγεια και την φυσιολογική διανοητική κατάσταση του διαθέτη με τον οποίο, σύμφωνα με τις καταθέσεις τους, είχαν επικοινωνία και μέχρι δύο μήνες πριν τον θάνατο του, αναφέρουν δε ότι ο διαθέτης άφησε την περιουσία του στην εναγομένη σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για την αμέριστη συμπαράσταση και τις υπηρεσίες που αυτή και ο σύζυγος της εν ζωή του πρόσφεραν. Πέραν αυτών όμως, αδιάψευστο αποδεικτικό στοιχείο για την άριστη διανοητική κατάσταση του διαθέτη, αποτελεί το λογικό και κατανοητό κείμενο της ιδιόγραφης διαθήκης του, που είναι γραμμένο με πλήρη και απόλυτο ειρμό σκέψης, με σταθερή και καθαρή γραφή σε ευθύγραμμες σειρές, η οποία [γραφή] έχει αρχαιοπρεπή ορθογραφία με πνεύματα, δασείες και ψιλές. Μια τέτοια διαθήκη δεν θα μπορούσε να συντάξει άνθρωπος που δεν είχε συνείδηση των πραττομένων ή στερείτο της χρήσης του λογικού. Αδιαμφισβήτητη απόδειξη της πνευματικής υγείας του Ι. Τ. αποτελεί και το γεγονός ότι οι ενάγουσες σε ουδεμία ενέργεια προέβησαν προκειμένου να τεθεί ο δήθεν πνευματικά ασθενής θείος τους υπό δικαστική συμπαράσταση, πρωτίστως για την προστασία των περιουσιακών συμφερόντων του ιδίου, αλλά και των δικών τους μελλοντικών δικαιωμάτων στην κληρονομιά του. Αν πράγματι συνέβαινε κάτι τέτοιο, σε καμμία περίπτωση δεν θα παρέμεναν οι ενάγουσες απλοί θεατές, εγκαταλείποντας τον διανοητικώς πάσχοντα θείο τους, στην καταστρεπτική επιρροή της εναγομένης. Να σημειωθεί ότι κανένας άλλος από τους αναφερόμενους εξ αδιαθέτου κληρονόμους του θανόντος, που θα ωφελούνταν σε περίπτωση ακύρωσης της διαθήκης του, δεν συνέπραξε στην άσκηση της ένδικης αγωγής των εναγουσών και τούτο διότι διαφωνούσαν με την ενέργεια αυτή των τελευταίων. Μέχρι το έτος 2007 ο Ι. Τ. είχε κοινωνική ζωή συμμετέχοντας σε διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις, κατά δε τα έτη 2003 και 2005 μετέβη αεροπορικώς στην Μυτιλήνη για διακοπές [βλ. τα από 4-7-2003 και 5-7-2003 ιδιόχειρα σημειώματα του αποβιώσαντος και φωτοαντίγραφα των αεροπορικών εισιτηρίων]. Η καλή όμως διανοητική κατάσταση του θανόντος, αποδεικνύεται και από τις προσκομιζόμενες από την εναγομένη συμβολαιογραφικές του πράξεις με διάφορους συμβαλλομένους, οι οποίες συντάχθηκαν κατά τα έτη 2001 έως 2007 σε πέντε διαφορετικά συμβολαιογραφικά γραφεία. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ο διαθέτης το έτος 2001 με το …/27-12-2001 συμβόλαιο αγοραπωλησίας της Συμβολαιογράφου Κορωπίου Παναγιώτας Καρναμπάκου, πώλησε στην εναγομένη διαμέρισμα ιδιοκτησίας του στο Γουδί. Το έτος 2002 με το …/5-2-2002 συμβόλαιο αγοραπωλησίας της Συμβολαιογράφου Κρωπίας Δήμητρας Κόλλια, αγόρασε αγρό. Επίσης, το ίδιο έτος, προέβη στην κατάρτιση του …/27-11-2002 ειδικού πληρεξουσίου προς την εναγομένη ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών Γαρυφαλλιάς Καρακασιλιώτη-Μαυροφόρου. Το έτος 2003 με το 1988/10-1-2003 συμβόλαιο αγοραπωλησίας του Συμβολαιογράφου Αθηνών Σπυρίδωνα Αλμπάνη πώλησε ισόγειο κατάστημα ιδιοκτησίας του στο Γουδί. Το έτος 2004 και συγκεκριμένα στις 9-2-2004. ήτοι την παραμονή της σύνταξης της διαθήκης, συμβλήθηκε στο γραφείο του Συμβολαιογράφου Νέας Μάκρης Γεωργίου Μανδρακούκα με την εργολαβική εταιρία “Ν. Β. Κ. -Ε. Β. Κ. ΟΕ” και συνέπραξε στην με αριθμό …/9-2-2004 τροποποίηση πράξης σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας. Επίσης, σε μικρό χρονικό διάστημα από την ημέρα, που κατά τους ισχυρισμούς των εναγουσών, διαπιστώθηκε ότι ο θανών έπασχε από διανοητική διαταραχή και μάλιστα τέτοια που δεν είχε επαφή με την πραγματικότητα, συμβλήθηκε ως αγοραστής αγροτεμαχίου στο … Αττικής δυνάμει του …/27-12-2005 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Κορωπίου Παναγιώτας Καρναμπάκου, με αντισυμβαλλόμενο τον Α. Π. Το έτος 2007 προέβη στην σύνταξη του …/22-10-2007 πληρεξουσίου προς την εναγομένη και του …/23-10-2007 πληρεξουσίου προς τους δικηγόρους Παναγιώτη και Βασίλειο Κόλια, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Κορωπίου Παναγιώτας Καρναμπάκου. Οι ανωτέρω μερικές από τις συμβολαιογραφικές πράξεις, στις οποίες συμβλήθηκε ο διαθέτης Ι. Τ., αποτελούν σημαντικό αποδεικτικό στοιχείο για την καλή ψυχική και διανοητική υγεία του, όχι μόνο κατά τον επίμαχο χρόνο σύνταξης της διαθήκης, αλλά καθ’ όλο το διάστημα μέχρι την εισαγωγή του στο Νοσοκομείο Ευαγγελισμός, στις 11-2-2008. Είναι προφανές ότι στην αντίθετη περίπτωση κανένας από τους ανωτέρω Συμβολαιογράφους, δεν θα προέβαινε στην σύνταξη οποιασδήποτε συμβολαιογραφικής πράξης, από πρόσωπο που δεν θα είχε συνείδηση των πραττομένων. Η συναλλακτική δραστηριότητα του διαθέτη και η καλή πνευματική του κατάσταση αποδεικνύεται και από τις συνεχείς παραστάσεις του, ως διαδίκου, στα ακροατήρια διαφόρων πολιτικών δικαστηρίου όπως βεβαιώνεται από τις προσκομιζόμενες δικαστικές αποφάσεις, στις οποίες αναφέρεται ότι παρίστατο μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του. Ειδικότερα, κατά τον κρίσιμο χρόνο σύνταξης της διαθήκης, παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Π. Κ. ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, στις 5-2-2004 για την εκδίκαση αγωγής του κατά της ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία “Α. Γ. – Γ. Κ. Ο.Ε.” [βλ. προσκομισθείσα 2064/2004 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών]. Επίσης, με τον ίδιο πληρεξούσιο δικηγόρο παραστάθηκε στο ακροατήριο του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά την εκδίκαση αγωγής του στις 10-2-2004, δηλαδή την ημέρα κατάρτισης της διαθήκης, όπως προκύπτει από την προσκομισθείσα 4606/2004 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Για την ίδια υπόθεση παραστάθηκε, ως εφεσίβλητος, με αντιδίκους την Α. Π. και την κοινοπραξία “Μ. Π. – Α. Π.”, στο ακροατήριο του Εφετείου Αθηνών, στις 14-4-2005 κατά την εκδίκαση έφεσης που άσκησαν οι ως άνω αντίδικοι του, όπως προκύπτει από την προσκομισθείσα 8006/2005 απόφαση του Εφετείου Αθηνών. Ο θανών παρίστατο αυτοπροσώπως στα ακροατήρια των δικαστηρίων κατά την εκδίκαση των υποθέσεών του, διότι ήθελε να είναι ενήμερος για την πορεία αυτών, γεγονός που καταμαρτυρεί την πνευματική του διαύγεια η οποία ενισχύεται και από τις με απόλυτο ειρμό και λογική συνοχή, ένορκες καταθέσεις του ως μάρτυρα, στις 12.11.2004 ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών και στις 25.1.2005 ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (βλ. προσκομιζόμενες 297/2005 και από 25.1.2005 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης των παραπάνω δικαστηρίων”. Ακολούθως το Εφετείο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση που είχε κρίνει ομοίως.
Στην προκειμένη περίπτωση, με το τρίτο μέρος του πέμπτου λόγου της αναιρέσεως, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση, η πλημμέλεια του αρ.19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, κατά την οποία το Εφετείο κατά τον σχηματισμό της κρίσης του για την καλή ψυχική και διανοητική υγεία του διαθέτη, δέχθηκε χωρίς καμμιά προς τούτο αιτιολογία ότι “ο ιατρός Γ.Δ. έκανε λανθασμένη διάγνωση όσον αφορά το οργανικό ψυχοσύνδρομο, το οποίο διέγνωσε την 20.12.2005 στον εξετασθέντα, τότε, στο ΙΚΑ …, διαθέτη”. Με τον δεύτερο πρόσθετο λόγο και υπό την επίκληση της ίδιας διατάξεως αποδίδεται στην προσβαλλομένη ότι ως προς το προαναφερθέν ζήτημα το Εφετείο δέχθηκε με ανεπαρκείς αιτιολογίες α)ότι ο διαθέτης μέχρι το 2007 είχε κοινωνική ζωή συμμετέχοντας σε διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις, κατά δε τα έτη 2003 και 2005 μετέβη αεροπορικώς στη Μυτιλήνη για διακοπές, β)ότι η καλή διανοητική κατάσταση του θανόντος προκύπτει και από τις προσκομιζόμενες από την εναγομένη συμβολαιογραφικές του πράξεις με διάφορους συμβαλλόμενους, οι οποίες συντάχθηκαν κατά τα έτη 2001 έως 2007 σε πέντε διαφορετικά συμβολαιογραφικά γραφεία…Οι ανωτέρω μερικές από τις συμβολαιογραφικές πράξεις στις οποίες συμβλήθηκε ο διαθέτης Ι. Τ., αποτελούν σημαντικό αποδεικτικό στοιχείο για την καλή ψυχική και διανοητική υγεία του, όχι μόνο κατά τον επίμαχο χρόνο σύνταξης της διαθήκης, αλλά καθ’ όλο το διάστημα μέχρι την εισαγωγή του στο Νοσοκομείο Ευαγγελισμός στις 11.2.2008. Είναι προφανές ότι στην αντίθετη περίπτωση κανένας από τους ανωτέρω συμβολαιογράφους, δεν θα προέβαινε στη σύνταξη οποιοσδήποτε συμβολαιογραφικής πράξης από πρόσωπο που δεν θα είχε συνείδηση των πραττομένων, γ)ότι η συναλλακτική δραστηριότητα του διαθέτη και η καλή πνευματική του κατάσταση αποδεικνύεται και από τις συνεχείς παραστάσεις του, ως διαδίκου, στα ακροατήρια διαφόρων πολιτικών δικαστηρίων, όπως βεβαιώνεται από τις προσκομιζόμενες δικαστικές αποφάσεις, στις οποίες αναφέρεται ότι παρίστατο, μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του….Ο θανών παρίστατο αυτοπροσώπως στα ακροατήρια των δικαστηρίων κατά την εκδίκαση των υποθέσεων του διότι ήθελε να είναι ενήμερος για την πορεία αυτών, γεγονός που καταμαρτυρεί την πνευματική του διαύγεια, η οποία ενισχύεται από τις με απόλυτο ειρμό και λογική ένορκες καταθέσεις του ως μάρτυρα, στις 12.11.2004 ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών και στις 25.1.2005 ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών”. Οι αιτιάσεις των λόγων αυτών (πέμπτος – τρίτο μέρος και δεύτερος πρόσθετος) αφορούν σε κατά τη γνώμη των αναιρεσειουσών, ελλείψεις, ως προς την αξιολόγηση των όσων από τις αποδείξεις προέκυψαν, οι οποίες όμως δεν ιδρύουν την επικαλούμενη αναιρετική πλημμέλεια, καθόσον, κατά τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη, μόνο τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε είναι ανάγκη να εκτίθεται στην απόφαση πλήρως και σαφώς και όχι γιατί αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε.
Με τον πρώτο πρόσθετο λόγο, υπό την επίκληση της ίδιας διατάξεως και για το ίδιο ζήτημα αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση ότι το Εφετείο χωρίς καμμιά, προς τούτο, αιτιολογία δέχθηκε ότι “από το προσκομιζόμενο βιβλιάριο υγείας του θανόντος, αποδεικνύεται ότι το φάρμακο Aricept, για το οποίο ισχυρίζεται στην κατάθεσή του ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ο μάρτυρας των εναγουσών ιατρός Γ.Δ. ότι το συνταγογράφησε μαζί με τα παραπάνω αναφερθέντα φάρμακα στις 20.12.2005, λόγω διαγνωσθείσας από αυτόν εξασθένησης της μνήμης του ασθενούς, της κρίσης και της αντίληψης αυτού, διαγράφηκε την ίδια ημερομηνία από τον μάρτυρα ιατρό, προφανώς λόγω εσφαλμένης διάγνωσης”. Οι αιτιάσεις αυτές αφορούν σε παραδοχές, οι οποίες δεν περιέχουν ισχυρισμούς με αυτοτελή ύπαρξη που να τείνουν σε κατάλυση του ασκηθέντος με την αγωγή δικαιώματος, αλλά περιέχουν πραγματικά επιχειρήματα που συνέχονται με την αξιολόγηση, στάθμιση και συνεκτίμηση των αποδείξεων και δεν αποτελούν, κατά τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη αιτιολογίες της απόφασης, επιδεχόμενες μομφή από την επικαλούμενη διάταξη του αριθμού 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Για την ίδια αιτία είναι απορριπτέος και ο τρίτος πρόσθετος και από την ίδια διάταξη λόγος, κατά την οποία το Εφετείο με ανεπαρκείς αιτιολογίες και ως προς το ίδια ζήτημα δέχθηκε ότι “αδιαμφισβήτητη απόδειξη της πνευματικής υγείας του Ι. Τ. αποτελεί και το γεγονός ότι οι ενάγουσες σε ουδεμία ενέργεια προέβησαν προκειμένου να τεθεί ο δήθεν πνευματικά ασθενής θείος τους υπό δικαστική συμπαράσταση, πρωτίστως για την προστασία των περιουσιακών συμφερόντων του ίδιου, αλλά και των δικών τους μελλοντικών δικαιωμάτων στην κληρονομιά. Αν πράγματι συνέβαινε κάτι τέτοιο, σε καμία περίπτωση δεν θα παρέμεναν οι ενάγουσες απλοί θεατές, εγκαταλείποντας τον διανοητικώς πάσχοντα θείο του στην καταστροφική επιρροή της εναγομένης”. Εξάλλου η αιτίαση τυ πρώτου πρόσθετου λόγου, με την οποία και υπό την επίκληση του αριθμού 10 του ίδιου άρθρου αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση ότι το Εφετείο δέχθηκε, χωρίς τούτο να προκύπτει από τις αποδείξεις, ότι ο διαθέτης δεν έπασχε από οργανικό ψυχοσύνδρομο, είναι απαράδεκτη, γιατί αποδίδει στην απόφαση εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και συνακόλουθα πλήττει την, κατά το άρθρο 561 παρ.1 ΚΠολΔ, ανέλεγκτη, ως προς την εκτίμηση πραγματικών περιστατικών, κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Ενόψει τούτων οι παραπάνω λόγοι (τρίτο μέρος του πέμπτου λόγου, πρώτος, δεύτερος και τρίτος πρόσθετοι) πρέπει να απορριφθούν.
Επειδή κατά τη διάταξη του αριθμού 11 περ.α και περ.γ του άρθρου 559 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται και αν το δικαστήριο έλαβε υπόψη του αποδεικτικά μέσα που ο νόμος δεν επιτρέπει ή παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Από τη διάταξη αυτή συνδυαζόμενη με εκείνες των άρθρων 335, 338 έως 340 και 346 του ίδιου κώδικα, προκύπτει ότι το δικαστήριο της ουσίας προκειμένου να σχηματίσει δικανική πεποίθηση για τη βασιμότητα των πραγματικών ισχυρισμών των διαδίκων, που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, που επιδρούν δηλαδή στο διατακτικό της αποφάσεως (Ολ.ΑΠ 2/2008), οφείλει να λάβει υπόψη τα νομίμως προσκομισθέντα είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων αποδεικτικά μέσα, εφόσον γίνεται σαφώς και ορισμένη επίκληση αυτών από τον διάδικο. Καμμιά ωστόσο διάταξη δεν επιβάλλει την ειδική μνεία και τη χωριστή αξιολόγηση καθενός από τα αποδεικτικά μέσα που επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι, αλλά αρκεί η μνεία των κατ’ είδος αποδεικτικών μέσων (έγγραφα, μάρτυρες, ένορκες βεβαιώσεις κ.λπ), ενώ στα πλαίσια της ελεύθερης, κατά το άρθρο 340 ΚΠολΔ, εκτίμησης των αποδείξεων, το δικαστήριο μπορεί να αποδώσει μεγαλύτερη βαρύτητα και αξιοπιστία σε κάποια αποδεικτικά μέσα από ότι σε άλλα, η δε εκτίμησή του αυτή, κατά το άρθρο 561 παρ.1 του ίδιου κώδικα δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου. Μόνο αν από τη γενική, ή και ρητή ακόμη αναφορά, σε συνδυασμό με το περιεχόμενο της απόφασης, δεν προκύπτει κατά τρόπο αναμφίβολο (Ολ.ΑΠ 2/2008) ή κατ’ άλλη έκφραση αδιστάκτως βέβαιο (Ολ.ΑΠ 14/2005) ότι λήφθηκε υπόψη κάποιο συγκεκριμένο αποδεικτικό μέσο, στοιχειοθετείται ο λόγος του αριθ.11γ του παραπάνω άρθρου.
Με το δεύτερο λόγο της αναιρέσεως και με το πρώτο μέρος του, αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, η από την παραπάνω διάταξη του αριθμού 11γ του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, κατά την οποία το Εφετείο κατά το σχηματισμό του δικανικού του πορίσματος, ως προς τη διανοητική ικανότητα του διαθέτη της ένδικης διαθήκης, δεν έλαβε υπόψη του το από 2.3.2011 ιατρικό πιστοποιητικό του Νοσοκομείου Αγία Όλγα, στο οποίο αναφερόταν ότι το από 20.10.2005 έγγραφο του ίδιου Νοσοκομείου, που βεβαιώνει ότι “η αξονική τομογραφία εγκεφάλου απεικονίζει άριστη και πλήρη υγεία και απολύτως φυσιολογικά και υγιή στοιχεία και έλλειψη κάθε εστίας παθολογικής πυκνότητας όλων των μερών του εγκεφάλου, το κοιλιακό σύστημα του οποίου εμφανίσθηκε απόλυτα φυσιολογικό ως προς όλες τις παραμέτρους” δεν αφορά τον αποβιώσαντα 86ετή, κατά τον χρόνο του θανάτου του (8.3.2008) διαθέτη, αλλά έτερο συνονόματο του διαθέτη πρόσωπο, ήτοι τον γεννηθέντα το 1967 Ι. Τ., εάν δεν λάμβανε υπόψη το πιστοποιητικό αυτό της 2.3.2011 θα κατέληγε σε διαφορετικό ως προς την διανοητική κατάσταση του διαθέτη πόρισμα. Ο λόγος αυτός είναι απαράδεκτος, καθόσον αναφέρεται σε έγγραφο που αφορά σε απόδειξη ισχυρισμό που δεν ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης και δη σε πλεοναστικό ισχυρισμό, αφού αναφέρεται στην κατάσταση της υγείας του διαθέτη στις 20.10.2005, ήτοι σε χρόνο που είναι πολύ μεταγενέστερος της 2 έως 10.2.2004 που είναι ο χρόνος συντάξεως της ένδικης διαθήκης (21 περίπου μηνών) δεδομένου ότι κατά τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη η ανικανότητα κρίνεται κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης, ενώ η μεταγενέστερη επέλευσή της, ή η ύπαρξή της σε προγενέστερο χρόνο δεν ασκεί καμμία έννομη επιρροή. Σε κάθε περίπτωση από το περιεχόμενο της απόφασης προκύπτει ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη και τα δύο επίμαχα πιστοποιητικά και κατά ανέλεγκτη κρίση θεώρησε περισσότερο αξιόπιστο το πρώτο πιστοποιητικό το περιεχόμενο του οποίου ρητά αναφέρει, και που ανταποδεικτικά και ανέλεγκτα δεν καταλύθηκε (το περιεχόμενο) από το δεύτερο (άρθρο 440 ΚΠολΔ). Με το δεύτερο μέρος του ίδιου λόγου της αναιρέσεως, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η πλημμέλεια της διατάξεως του αριθμού 11α του άρθρου 559 ΚΠολΔ, κατά την οποία το Εφετείο έλαβε υπόψη του μη επιτρεπόμενο αποδεικτικό μέσο και ειδικότερα το από 8.3.2008 ιατρικό πιστοποιητικό του Νοσοκομείου Ευαγγελισμός, το οποίο αναφέρει την κατάσταση της υγείας του διαθέτη κατά το χρόνο θεραπείας του στο Νοσοκομείο αυτό, από 11.2.2008 έως 8.3.2008, οπότε και απεβίωσε, το οποίο δεν έπρεπε να ληφθεί υπόψη γιατί εκδόθηκε από καθ’ ύλην αναρμόδια υπηρεσία του Νοσοκομείου και δη τη Γραμματεία Εξωτερικών ιατρείων, ενώ έπρεπε να εκδοθεί από τη Κεντρική Γραμματεία του Νοσοκομείου, αφού ο διαθέτης δεν εξετάστηκε στα εξωτερικά ιατρεία του Νοσοκομείου, αλλά νοσηλεύτηκε σ’ αυτό, ενώ προσέτι το πιστοποιητικό αυτό δεν φέρει αριθμό πρωτοκόλλου και η ορθή ημερομηνία εκδόσεώς του είναι η 28.1.2009. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, καθόσον αυτοαναιρείται από το περιεχόμενο του, όπου αναφέρεται ότι το επίμαχο πιστοποιητικό εκδόθηκε από το αρμόδιο Νευροχειρουργικό Τμήμα και τον αρμόδιο ιατρό Α.Χ., του οποίου το γνήσιο της υπογραφής θεωρήθηκε από αναρμόδια γραμματεία. Η πλημμέλεια όμως αυτή, που αφορά την εσωτερική λειτουργία του Νοσοκομείου, καθώς και η έλλειψη αριθμού πρωτοκόλλου δεν καθιστούντο επίμαχο έγγραφο άκυρο, ούτε του στερούν την αποδεικτική του δύναμη ως δημοσίου εγγράφου, εσφόσον ανταποδεικτικά δεν ανατράπηκε το περιεχόμενό του (αρθρ.440 ΚΠολΔ). Αλλά και αν ακόμη αυτό ήταν άκυρο, ήταν επιτρεπτό αποδεικτικό μέσο, καθόσον κατά τη διάταξη του άρθρου 270 παρ.2 εδ.β ΚΠολΔ, όπως τούτο τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 του Ν.2915/2001, το δικαστήριο, στις υποθέσεις της τακτικής διαδικασίας της πρωτοβάθμιας, αλλά και της κατ’ έφεση δίκης (αρθρ.524 παρ.1 ΚΠολΔ), συμπληρωματικά προς τα πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα, μπορεί να λαμβάνει υπόψη και να εκτιμά ελεύθερα και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου, όπως είναι τα υποστατά μεν πλήν όμως ελαττωματικά και γι’ αυτό άκυρα έγγραφα (Ολ.ΑΠ 15/2003). Ενόψει τούτων ο λόγος αυτός (δεύτερος) και κατά το μέρος του αυτό (δεύτερο) πρέπει να απορριφθεί.
Επειδή από το άρθρο 559 αρ.20 ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως ιδρύεται, αν το δικαστήριο της ουσίας παραμόρφωσε το περιεχόμενο εγγράφου, με το να δεχθεί πραγματικά γεγονότα προφανώς διαφορετικά από εκείνα που αναφέρονται στο έγγραφο αυτό. Παραμόρφωση υπάρχει μόνο όταν το δικαστήριο υποπίπτει ως προς το έγγραφο σε διαγνωστικό λάθος, δηλαδή σε λάθος αναγόμενο στην ανάγνωση του εγγράφου (“σφάλμα ανάγνωσης”), με την παραδοχή ότι περιέχει περιστατικά προφανώς διαφορετικά, από εκείνα που πράγματι περιλαμβάνει, όχι δε και όταν από το περιεχόμενο του εγγράφου, το οποίο σωστά ανέγνωσε, συνάγει αποδεικτικό πόρισμα διαφορετικό από εκείνο που ο αναιρεσείων θεωρεί ορθό, καθόσον στην περίπτωση αυτή πρόκειται για παράπονο αναφερόμενο στην εκτίμηση πραγματικών γεγονότων, που εκφεύγει του αναιρετικού ελέγχου (Ολ.ΑΠ 2/2008). Πάντως για να θεμελιωθεί ο προαναφερόμενος λόγος αναιρέσεως θα πρέπει το δικαστήριο της ουσίας να έχει στηρίξει το αποδεικτικό του πόρισμα, αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στο έγγραφο, το περιεχόμενο του οποίου φέρεται ότι παραμορφώθηκε, χωρίς να το εξαίρει, αναφορικά με το πόρισμα στο οποίο κατέληξε, για την ύπαρξη ή μη του αποδεικτέου γεγονότος. Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της αναίρεσης, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η από την παραπάνω διάταξη του αριθμού 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔ αναιρετική πλημμέλεια, κατά την οποία το Εφετείο παραμόρφωσε το περιεχόμενο του ασφαλιστικού βιβλιαρίου του ΙΚΑ του διαθέτη, με το να δεχθεί ότι από αυτό και παρά τις περί του αντιθέτου εγγραφές του, προκύπτει ότι αυτός (διαθέτης) δεν έπασχε από οργανικό ψυχοσύνδρομο και δεν λάμβανε κάποιο φάρμακο για ενδοκρανιακές κακώσεις και άνοια και ότι λόγω της παραμορφώσεως αυτής του εγγράφου δέχθηκε ότι το περιεχόμενό του ανατρέπει το συμπέρασμα της διενεργηθείσας ψυχιατρικής πραγ/νης, από τον προς τούτο διορισθέντα ως πραγ/να, με την υπ’ αριθμ.3940/2010 απόφαση του Πολ.Πρωτ.Αθηνών, νευρολόγο ψυχίατρο Σ. Κ. Ο λόγος αυτός είναι, κατά τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη απαράδεκτος, γιατί δεν αφορά σε “διαγνωστικό λάθος” του εγγράφου, το οποίο ορθά αναγνώσθηκε, αλλά σε λανθασμένη κατά την άποψη των αναιρεσειουσών, εκτίμηση του περιεχομένου του, από την οποία το δικαστήριο κατέληξε σε πόρισμα αντίθετο από το αναφερόμενο στην πραγ/νη, το οποίο εκείνες (αναιρεσείουσες) θεωρούσαν ορθό. Δηλαδή η επικαλούμενη αιτίαση αφορά σε παράπονο αναγόμενο στην ανέλεγκτη αναιρετικά εκτίμηση των αποδείξεων και του περιεχομένου του εγγράφου. Με τον τέταρτο λόγο της αναιρέσεως, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφασή η από την ίδια διάταξη αναιρετική πλημμέλεια, κατά την οποία το Εφετείο “απέδωσε περιεχόμενο ολοφάνερα διαφορετικό από το αληθές στα με αριθμούς …/20.12.2005 και …/20.12.2005 φύλλα συνταγολογίου του βιβλιαρίου υγείας του διαθέτη”, με το να δεχθεί ότι τα συνταγολογηθέντα σε αυτά φάρμακα, ήτοι το vastarel, το beytina, το dagrilan και το lexotanil δεν έχουν σχέση με τη διατάραξη των νοητικών λειτουργιών του διαθέτη και το οργανικό ψυχοσύνδρομο, αλλά με καρδιολογικά προβλήματα, υπέρταση, καρκίνο του προστάτη και νεφρικές διαταραχές. Επίσης με το δεύτερο μέρος του πέμπτου λόγου της αναιρέσεως και με την επίκληση της ίδιας αναιρετικής πλημμέλειας, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση ότι παραμόρφωσε το περιεχόμενο του βιβλιαρίου υγείας του διαθέτη, με το να δεχθεί ότι το συνταγογραφημένο στις 20.12.2005 φάρμακο Aricept, που αφορά σε διανοητικές παθήσεις, διαγράφτηκε την ίδια ημέρα από τον γιατρό που το συνταγογράφησε (Γ.Δ.) “προφανώς λόγω εσφαλμένης διάγνωσης” καθόσον δεν προκύπτει ότι η διαγραφή αυτή έγινε από τον γιατρό. Οι λόγοι αυτοί είναι απαράδεκτοι για την ίδια με τον πρώτο λόγο αιτία και ειδικότερα γιατί αφορούν σε λανθασμένη κατά την εκτίμηση των αναιρεσειουσών εκτίμηση του περιεχομένου των εγγράφων. Ενόψει τούτων οι παραπάνω λόγοι (1ος, 4ος και 2ο μέρος 5ου) πρέπει να απορριφθούν.
Επειδή κατά το άρθρο 559 αρ.8 του ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης και όταν το δικαστήριο της ουσίας, παρά το νόμο έλαβε υπόψη πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. “Πράγματα” κατά την έννοια της διατάξεως αυτής είναι οι αυτοτελείς ισχυρισμοί των διαδίκων, που συγκροτούν την ιστορική βάση της αγωγής και επομένως θεμελιώνουν το αίτημα της αγωγής ένστασης ή αντένστασης ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, που ασκήθηκε είτε ως επιθετικό, είτε ως αμυντικό μέσο. Ενόψει τούτων δεν αποτελούν “πράγματα” με την παραπάνω έννοια οι αιτιολογημένες αρνήσεις, οι νομικές αναλύσεις, καθώς και τα επιχειρήματα ή συμπεράσματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου, που αντλούνται από το νόμο ή από την εκτίμηση των αποδείξεων. (Ολ.ΑΠ 14/2004). “Πράγμα” αποτελεί και ο λόγος εφέσεως, με τον οποίο εκφέρεται παράπονο σχετικό με αυτοτελή ισχυρισμό και όχι με αρνητικό ισχυρισμό της αγωγής ή με επιχειρήματα που στηρίζουν τον ίδιο ή άλλο λόγο εφέσεως, ενώ αντίστοιχα δεν στοιχειοθετείται ο λόγος αν το δικαστήριο έλαβε υπόψη τον ισχυρισμό που προτάθηκε και τον απέρριψε για οποιοδήποτε λόγο τυπικό ή ουσιαστικό, έστω και αν η απόρριψη δεν είναι ρητή, αλλά συνάγεται από το περιεχόμενο της απόφασης (Ολ.ΑΠ 25/2003). Εξάλλου τα αποδεικτικά μέσα πρέπει μεν να αναφέρονται σε απόδειξη ισχυρισμών, αλλά δεν αποτελούν ισχυρισμούς, ήτοι “πράγματα” κατά την απαιτουμένη κατά των εν λόγω διάταξη έννοια. Με τον τρίτο λόγο της αναιρέσεως και κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου του, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση, η από την παραπάνω διάταξη του αριθμού 8 εδ.β του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, κατά την οποία το Εφετείο δεν εξέτασε λόγο εφέσεως, που αφορούσε σε παράπονο, για το ότι λήφθηκε υπόψη η αναφερομένη παραπάνω στο δεύτερο αναιρετικό λόγο, από 20.10.2005 ιατρική γνωμάτευση, του Νοσοκομείου Αγία Όλγα, ενώ από το από 2.3.2011 έγγραφο του ίδιου Νοσοκομείου προκύπτει ότι τούτο αφορά άλλο ασθενή συνονόματο του διαθέτη. Ο λόγος αυτός είναι απαράδεκτος γιατί δεν αφορά σε “πράγματα” με την εκτιθέμενη στη νομική σκέψη έννοια, αλλά σε αποδεικτικά μέσα, τα οποία αναφέρονται σε απόδειξη ισχυρισμών, αλλά δεν αποτελούν ισχυρισμούς, οι ίδιες δε αιτιάσεις ούτε ως περιεχόμενο λόγου εφέσεως συνιστούν “πράγμα”, αφού αναφέρονται σε αποδεικτικά μέσα και όχι σε αυτοτελή ισχυρισμό θεμελιώνοντα την αγωγή, ενώ από το περιεχόμενο της απόφασης προκύπτει ότι και ο λόγος αυτός της εφέσεως λήφθηκε υπόψη και απορρίφθηκε. Με τον πέμπτο λόγο της αναιρέσεως και κατά το πρώτο μέρος του, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση, η από την παραπάνω διάταξη του άρθρου 8 εδ.α του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια κατά την οποία το Εφετείο δέχθηκε, χωρίς τούτο να έχει προταθεί και χωρίς να αποτελεί κεφάλαιο της εφέσεως, ότι το φάρμακο Aricept που ο μάρτυρας ιατρός Γ.Δ. κατέθεσε ότι το συνταγογράφησε μαζί με άλλα φάρμακα στις 20.12.2005 “λόγω διαγνωσθείσας από αυτόν εξασθένησης της μνήμης του διαθέτη καθώς και της κρίσης και αντίληψης αυτού” διαγράφηκε από τον ίδιο (ιατρό) προφανώς λόγω εσφαλμένης διάγνωσης. Οι αιτιάσεις αυτές δεν στοιχειοθετούν τον επικαλούμενο λόγο, καθόσον αναφέρονται σε συμπεράσματα και επιχειρήματα του δικαστηρίου, που τούτο συνήγαγε από την εκτίμηση των αποδείξεων, τα οποία δεν μεταβάλουν την ιστορική βάση της αγωγή και δεν συνιστούν “πράγματα” κατά την έννοια της ερευνώμενης αναιρετικής διατάξεως. Ενόψει τούτων και οι λόγοι αυτοί (3ος και 1ο μέρος 5ου) καθώς και η αναίρεση και οι πρόσθετοι λόγοι, στο σύνολό τους πρέπει να απορριφθούν και να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος παραβόλου (αρθρ.495 παρ.4 ΚΠολΔ). Οι αναιρεσείουσες, λόγω της ήττας τους (αρθρ.183 και 176 ΚΠολΔ) πρέπει να καταδικασθούν στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσίβλητης κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 5.12.2014 και τους από 10.9.2015 πρόσθετους λόγους της Χ. συζ. Α. Κ., το γένος Γ. Χ. και Θ. χας Ν. Φ. το γένος Γ. Χ. κατά της Π. συζ. Π. Γ., το γένος Α. Σ., για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 5554/2014 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών.
Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος παραβόλου.
Καταδικάζει τις αναιρεσείουσες στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσίβλητης, την οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2700) ευρώ. ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, την 4 Νοεμβρίου 2015.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, την 25 Νοεμβρίου 2015.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ