Ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει μετά τη συλλογή των σχετικών δεδομένων και πριν από τη διαβίβασή τους σε τρίτους να ενημερώνει για τη συλλογή και διαβίβαση τα υποκείμενα των δεδομένων, μεταξύ άλλων, και για τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων του (είτε πρόκειται για αποδέκτες στους οποίους προβλέπεται η μεταβίβαση των δεδομένων ήδη από το στάδιο της συλλογής, είτε πρόκειται για αποδέκτες που προστέθηκαν αργότερα. Η σχετική ενημέρωση πρέπει να γίνεται το αργότερο πριν από τη μετάδοση των προσωπικών δεδομένων. Η ενημέρωση κατά το αρχικό στάδιο συλλογής δεδομένων δεν αρκεί (βλ. ΣτΕ 2251/2005). Ο τρίτος-αποδέκτης ασκεί κι αυτός επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, συνεπώς οφείλει μόλις έλθει σε πρώτη επαφή με το υποκείμενο των δεδομένων να το ενημερώσει εγγράφως για την πρόθεσή του να κάνει χρήση των δεδομένων του, για το σκοπό της χρήσης και για τον υπεύθυνο επεξεργασίας αυτών, από το αρχείο του οποίου θα γίνει η άντληση των δεδομένων. Καταρρίπτεται πλήρως ο ισχυρισμός της τράπεζας ότι με τα προδιατυπωμένα κειμενάκια στις συμβάσεις δανείων καλύπτουν την υποχρέωση ενημέρωσης κατά το στάδιο σύναψης της σύμβασης. Ευθύνη εις ολόκληρον τράπεζας και εισπρακτικής για καταβολή ποσού 6.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.
ΑΡΙΘΜΟΣ 273/2016
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη Ιφιγένεια Ιγνατιάδου, που ορίστηδε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, και από τη Γραμματέα Περχανίδου Ελένη
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του, την 1-12-2015, για να δικάσει την εξής υπόθεση, μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ : …, κατοίκου Αθηνών, οδός …, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Γεωργίου Πουλή
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) της Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία Eurobank Ergasias Α.Ε. που εδρεύει στην Αθήνα Αττικής επί της οδού Οθωνος 8, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, της εταιρείας με την επωνυμία «Eurobank Υπηρεσίες Ενημέρωσης Οφειλετών Α.Ε.” που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Κύπρου 27 & Αρχιμήδους, ΤΚ 18346, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, οι οποίες παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Αλέξανδρου Κεραμιδά
Η ενάγουσα με την από 2-3-2015 αγωγή της, που κατατέθηκε με αρ. κατάθεσης 346/2015 και ορίσθηκε χρόνος για συζήτηση η 22-5-2015 και μετά από αναβολή αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας ζήτησε όσα περιέχονται σ’ αυτή.
Ακολούθησε συζήτηση όπως αναφέρεται στα πρακτικά
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
ΜΕ το Ν.2472/1997 «Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία Δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» – ο οποίος εκδόθηκε για την προσαρμογή της Ελληνικής νομοθεσίας, σύμφωνα με τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης του 1981 (που κυρώθηκε με το Ν. 2068/1992) και την 95/46/ΕΚ Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης της 24-10-1995 «Για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών» – ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: Στο άρθρο 1 ότι: «Αντικείμενο του παρόντος νόμου είναι η θέσπιση των προϋποθέσεων για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς προστασία των δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών των φυσικών προσώπων και ιδίως της ιδιωτικής ζωής», στο άρθρο 2, ότι: «Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου νοούνται ως α) «δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» κάθε πληροφορία που αναφέρεται στο υποκείμενο των δεδομένων…β)…γ) «υποκείμενο των δεδομένων» το φυσικό πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί… δ) «επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» («επεξεργασία») κάθε εργασία ή σειρά εργασιών που πραγματοποιείται από το Δημόσιο ή από νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου ή ένωση προσώπων ή φυσικό πρόσωπο με ή χωρίς τη βοήθεια αυτοματοποιημένων μεθόδων και εφαρμόζονται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώρηση, η οργάνωση, η διατήρηση ή αποθήκευση, η τροποποίηση, η εξαγωγή, η χρήση, η διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλης μορφής διάθεση…, ζ) «υπεύθυνος επεξεργασίας» οποιοσδήποτε καθορίζει το σκοπό και τον τρόπο επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δημόσια αρχή ή υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός… η) «Εκτελών την επεξεργασία» οποιοσδήποτε επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για λογαριασμό υπεύθυνου επεξεργασίας, όπως φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δημόσια αρχή ή υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός, θ) «τρίτος» κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δημόσια αρχή ή υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός, εκτός από το υποκείμενο των δεδομένων, τον υπεύθυνο επεξεργασίας και τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να επεξεργάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, εφόσον ενεργούν υπό την άμεση εποπτεία ή για λογαριασμό του υπευθύνου επεξεργασίας. 1) «Αποδέκτης», το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχή ή υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός, στον οποίο ανακοινώνονται ή μεταδίδονται τα δεδομένα, ανεξαρτήτως αν πρόκειται για τρίτο ή όχι, ια) «Συγκατάθεση» του υποκειμένου των δεδομένων, κάθε ελεύθερη, ρητή και ειδική δήλωση βουλήσεως, που εκφράζεται με τρόπο σαφή και εν πλήρη επιγνώσει και με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων, αφού προηγουμένως ενημερωθεί, δέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει πληροφόρηση τουλάχιστον για το σκοπό της επεξεργασίας, τα δεδομένα ή τις κατηγορίες των δεδομένων που αφορά η επεξεργασία, τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και το όνομα, την επωνυμία και τη διεύθυνση του υπεύθυνου επεξεργασίας και του τυχόν εκπροσώπου του. Στο άρθρο 4 παρ.1 ορίζεται ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για να τύχουν νόμιμης επεξεργασίας πρέπει: α) να συλλέγονται κατά τρόπο θεμιτό και νόμιμο για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς και να υφίστανται θεμιτή και νόμιμη επεξεργασία εν όψει των σκοπών αυτών, β)…, γ) Στο άρθρο 5 παρ.1 ορίζεται ότι επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται μόνον όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει τη συγκατάθεση του…. Με το άρθρο 11 παρ.1 ορίζεται ότι «ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει, κατά το στάδιο συλλογής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, να ενημερώνει με τρόπο πρόσφορο και σαφή το υποκείμενο για τα εξής τουλάχιστον στοιχεία: α) …. β) το σκοπό της επεξεργασίας, γ) τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων» και με την παρ.2 του εν λόγω άρθρου ορίζεται ότι «εάν κατά τη συλλογή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ο υπεύθυνος επεξεργασίας ζητεί τη συνδρομή του υποκειμένου, οφείλει να το ενημερώνει ειδικώς και εγγράφως, για τα στοιχεία της παρ.1 του παρόντος άρθρου, καθώς και για τα δικαιώματα του, σύμφωνα με τα άρθρα 11 έως 13 του παρόντος νόμου….», ενώ με την παρ.3 του άρθρου αυτού ορίζεται ότι «εάν τα δεδομένα ανακοινώνονται σε τρίτους, το υποκείμενο ενημερώνεται για την ανακοίνωση πριν από αυτούς». Με το άρθρο 23 παρ.1 ορίζεται ότι «φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που κατά παράβαση του παρόντος νόμου προκαλεί περιουσιακή βλάβη, υποχρεούται σε αποζημίωση. Αν προκάλεσε ηθική βλάβη υποχρεούται σε χρηματική ικανοποίηση. Η ευθύνη υπάρχει και όταν ο υπόχρεως όφειλε να γνωρίζει την πιθανότητα να επέλθει βλάβη σε άλλον». Από τις διατάξεις που προαναφέρθηκαν προκύπτει ότι η ρύθμιση του Ν.2472/1997 συμπληρώνει το προϋπάρχον αυτού νομικό πλαίσιο (άρθρα 2 παρ. 1, 5 παρ. 1, 9 παρ. 1 εδ.2 και 19 του Συντάγματος, άρθρο 57 του ΑΚ κλπ.), συγκεκριμενοποιεί τον ευρύτερο κανόνα προστασίας της προσωπικότητας του άρθρου 57 του ΑΚ και διευρύνει την έννοια των παράνομων προσβολών της προσωπικότητας σε σχέση με το άρθρο 57 ΑΚ, ώστε να θεωρείται – κατ’ αρχήν απαγορευμένη κάθε επέμβαση στα προσωπικά δεδομένα άλλου (ευμενή ή δυσμενή), χωρίς την τήρηση ορισμένων διατυπώσεων που τάσσονται από τις διατάξεις του νόμου (βλ. μελέτη Μιχ. Σταθόπουλου σε ΝοΒ 48, σελ. 1-19). Ετσι, ο Ν.2472/1997 απαγορεύει την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων φυσικού προσώπου, όταν γίνεται, πλην άλλων περιπτώσεων, και χωρίς την προηγούμενη ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων, δικαίωμα που προστατεύεται αυτοτελώς, αλλά αποτελεί και την προϋπόθεση για την αποτελεσματική άσκηση των δικαιωμάτων πρόσβασης και αντίρρησης του υποκειμένου των δεδομένων (βλ. εισηγ. έκθεση ν.2472/1997 στο ΝοΒ 1997. 505). Σύμφωνα δε με τις διατάξεις που προαναφέρθηκαν, ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει – μετά τη συλλογή των σχετικών δεδομένων και πριν από τη διαβίβαση τους σε τρίτους – να ενημερώνει για τη συλλογή και διαβίβαση τα υποκείμενα των δεδομένων, μεταξύ άλλων, και για τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων του (είτε πρόκειται για αποδέκτες στους οποίους προβλέπεται η μεταβίβαση των δεδομένων ήδη από το στάδιο της συλλογής, είτε πρόκειται για αποδέκτες που προστέθηκαν αργότερα). Η σχετική ενημέρωση πρέπει να γίνεται το αργότερο πριν από τη μετάδοση των προσωπικών δεδομένων στους αποδέκτες – τρόπους. Εξάλλου, ο τρίτος – αποδέκτης, ο οποίος κατά το ν.2472/1997 (άρθρο 2 παρ.δ) ασκεί και αυτός επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, οφείλει μόλις έλθει σε πρώτη επαφή με το υποκείμενο των δεδομένων να το ενημερώσει εγγράφως για την πρόθεση του να κάνει χρήση των δεδομένων του, για το σκοπό της χρήσης και για τον υπεύθυνο επεξεργασίας αυτών, από το αρχείο του οποίου θα γίνει η άντληση των δεδομένων (σύμφωνα με τις με αρ. 050/20-1-2000 και 109/31-3-1999 Αποφάσεις της Αρχής). Τέλος, εάν στο υποκείμενο των δεδομένων έχει προκληθεί ηθική βλάβη από πράξεις του υπευθύνου επεξεργασίας και του αποδέκτη αυτών (ή των οργάνων τους) κατά παράβαση των διατάξεων του ν.2472/1997 (παράνομα) και όταν αυτοί όφειλαν να γνωρίζουν την πιθανότητα επέλευσης της βλάβης, τότε παρέχεται στον πρώτο η κατά το άρθρο 932 ΑΚ αξίωση χρηματικής ικανοποίησης για την ηθική του βλάβη, η οποία ορίζεται κατ’ ελάχιστο όριο στο ποσό των 2.000.000 δρχ. (ή 5.869,61 ευρώ), εκτός αν ζητήθηκε μικρότερο ποσό ή η παράβαση που προκάλεσε την ηθική βλάβη οφείλεται σε αμέλεια (βλ Εφ Αθηνών 1437/2014 Εφ.Αθ. 3833/2003, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κατά το άρθρο 281 ΑΚ, άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικώς, όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου που προηγήθηκε ή η πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν την γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκηση του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, αφού τείνει στην ανατροπή κατάστασης που δημιουργήθηκε υπό ορισμένες ειδικές συνθήκες και διατηρήθηκε για πολύ χρόνο, με επακόλουθο να συνεπάγεται επαχθείς συνέπειες για τον υπόχρεο. Απαιτείται δηλαδή, για να χαρακτηρισθεί καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος, να έχει δημιουργηθεί στον υπόχρεο, από την συμπεριφορά του δικαιούχου, σε συνάρτηση και με εκείνη του υπόχρεου, και μάλιστα ευλόγως, η πεποίθηση ότι ο δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμα του. Απαιτείται ακόμη οι πράξεις του υπόχρεου και η υπ’ αυτού δημιουργηθείσα κατάσταση, επαγόμενη ιδιαιτέρως επαχθείς για τον υπόχρεο επιπτώσεις, να τελούν σε αιτιώδη σύνδεσμο με την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου. Μόνη η μακροχρόνια αδράνεια του δικαιούχου και όταν ακόμη δημιούργησε την εύλογη πεποίθηση στον υπόχρεο ότι δεν υπάρχει το δικαίωμα η ότι δεν πρόκειται αυτό να ασκηθεί, δεν αρκεί για να καταστήσει καταχρηστική τη μεταγενέστερη άσκηση του, αλλά απαιτείται να συντρέχουν, προσθέτως, ειδικές συνθήκες και περιστάσεις, προερχόμενες, κυρίως, από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου και του υπόχρεου, ενόψει των οποίων και της αδρανείας του δικαιούχου, η επακολουθούσα άσκηση του δικαιώματος, τείνουσα στην ανατροπή της κατάστασης ου διαμορφώθηκε υπό τις ανωτέρω ειδικές συνθήκες και διατηρήθηκε για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, να εξέρχεται των υπό της ανωτέρω διάταξης διαγραφομένων ορίων (ΑΠ 13/2013 Α Δημοσίευση Νόμος ) Η ενάγουσα με την αγωγή της, εξέθεσε ότι η πρώτη εναγομένη τραπεζική εταιρία προέβη σε παράνομη επεξεργασία των συλλεγέντων από αυτήν – κατά την κατάρτιση δανειακής συμβάσεως – προσωπικών δεδομένων της, με τη διαβίβαση στην δεύτερη εναγομένη εισπρακτική εταιρία, παραλείποντας να την ενημερώσει, όπως όφειλε, αφ’ ενός κατ’ άρθρο 11 παρ.1 Ν.2472/1997 με τρόπο σαφή για τους σκοπούς της επεξεργασίας κατά το στάδιο συλλογής των δεδομένων αυτών κατά το χρόνο καταρτίσεως της επίδικης συμβάσεως δανείου, αφετέρου δε κατ’ άρθρο 11 παρ.3 του ιδίου νόμου, κατά το χρόνο πριν από τη διαβίβαση τους στην επικαλούμενη από τον ίδιο δεύτερη εναγομένη εισπρακτική εταιρία (αποδέκτρια) για τη μέλλουσα ανακοίνωση των προσωπικών του δεδομένων προς αυτήν. Οτι η δεύτερη εναγομένη εισπρακτική εταιρία παρανόμως επεξεργάσθηκε ως αποδέκτρια τα ως άνω προσωπικά του δεδομένα, τα οποία μη νομίμως συνέλεξε από την πρώτη εναγομένη και καταχώρησε αυτά στο αρχείο της (ηλεκτρονικό υπολογιστή), ακολούθως δε τα χρησιμοποίησε καλώντας την δια των υπαλλήλων της τηλεφωνικώς στο σταθερό της τηλέφωνο κατά το χρονικό διάστημα από 7-2-2014 έως 17-10-2014 δέκα πέντε φορές, δημιουργώντας σ αυτήν φόβο ότι θα χάσει το σπίτι της προκαλώντας της κρίσεις πανικού και επιληψίας ασθένεια από τη οποία πάσχει από 19-7-2013. Ζητεί δε να υποχρεωθούν οι εναγόμενες εις ολόκληρον να της καταβάλλουν, μετά την νόμιμο περιορισμό του αιτήματος της με δήλωση της η οποία καταγράφηκε στα πρακτικά το ποσό των 7000 ευρώ με τον νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής για χρηματική της ικανοποίηση προς αποκατάσταση της προκληθείσης σ’ αυτήν εκ της άνω αιτίας ηθικής βλάβης. Να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν οι εναγόμενες στην δικαστική της δαπάνη Η αγωγή παραδεκτά φέρεται προς εκδίκαση κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών των άρθρων 663 επ. ΚΠολΔ, ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, που είναι αρμόδιο καθ ύλην και κατά τόπον (7-10, 14 παρ. 1 εδ. α’, άρθρ. 25 παρ. 2 και 37 παρ. 1 ΚΠολΔ, 23 παρ. 3 εδ α’ Ν. 2472/1997 “Προστασία τού ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα” , 14 παρ. 3 Ν. 3471/2006) και είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 71, 914, 922, 926, 932, 346, 353 ΑΚ, 1-4, 10-11 και 23 παρ. 1 Ν. 2472/1997, 907, 908 και 176 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, αφού καταβλήθηκαν τα νόμιμα τέλη, να ερευνηθεί περαιτέρω η ένδικη αγωγή για την ουσιαστική βασιμότητα της δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το νόμιμο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις υπέρ τρίτων αναλογούσες προσαυξήσεις (βλ. τα υπ’ αριθμ. 420066 και 249721 Σειρά Α’ παράβολα αγωγόσημου – τα επικολληθέντα επ’ αυτών υπέρ ΕΤΑΑ-ΤΑΝ και ΕΤΑΑ-Τ.Υ.-Π.Δ.Α. ένσημα).
Περαιτέρω οι εναγόμενες ισχυρίσθηκαν με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου τους που καταγράφηκε στα πρακτικά αλλά και με τις προτάσεις τους ότι καταχρηστικά ασκεί το δικαίωμα της η ενάγουσα, αφού γνώριζε ότι είχε δώσει την συναίνεση της για την δέουσα επεξεργασία των προσωπικών της δεδομένων και αφετέρου δεν ήταν σε θέση να καταβάλλει την οφειλή της σε δόσεις. Η ανωτέρω ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος της είναι νόμω αβάσιμη, καθώς και αληθή υποτιθέμενα τα επικαλούμενα από τις εναγόμενες για τη θεμελίωση της ένστασης αυτής πραγματικά περιστατικά, αυτά δεν καθιστούν σύμφωνα με όσα στην μείζονα σκέψη της παρούσας αναφέρονται την άσκηση του ένδικου δικαιώματος προφανώς αντίθετη στα αντικειμενικά όρια της καλής πίστης ή των χρηστών ηθών ή του κοινωνικού ή οικονομικού σκοπού του δικαιώματος, που θέτει η διάταξη του προαναφερθέντος άρθρου 281 ΑΚ.
Από τα έγγραφα τα οποία επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων στο ακροατήριο, αποδείχθηκαν τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά : Στις 20.06.2013 η ενάγουσα συνήψε με την πρώτη εναγόμενη την υπ’ αριθ. … αίτηση-σύμβαση χορήγησης προσωπικού καταναλωτικού δανείου και ανοίγματος λογαριασμού καταθέσεων δυνάμει της οποίας εγκρίθηκε και εκταμιεύτηκε με τον υπ’ αριθ. … δανειακό λογαριασμό καταναλωτικό δάνειο ποσού πέντε χιλιάδων διακοσίων (5.200) ευρώ με τους ειδικότερους όρους του που διαλαμβάνονται στην ως άνω σύμβαση, το παράρτημα αυτής καθώς και το δελτίο τυποποιημένων πληροφοριών τα οποία επισυνάπτονται στη σύμβαση και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής. Για την εξυπηρέτηση του παραπάνω δανειακού λογαριασμού ανοίχτηκε ο υπ’ αριθ. … λογαριασμός εξυπηρέτησης δανείου. Κατά την κατάρτιση της ως άνω υπ’ αριθ. … συμβάσεως χορήγησης καταναλωτικού δανείου, η πρώτη εναγόμενη συνέλεξε από την ενάγουσα προσωπικά της δεδομένα και συγκεκριμένα το όνομα της, το επώνυμο της «το όνομα πατρός της, την ημερομηνία γέννησης της, τον αριθμό δελτίου ταυτότητας της το φύλο της τη διεύθυνση κατοικίας της την κατάσταση κατοικίας της τον αριθμό τηλεφώνου της, το επάγγελμα της, ΑΦΜ κλπ Στις αρχές του έτους 2014 η ενάγουσα άρχισε να αντιμετωπίζει πρόβλημα στην αποπληρωμή των μηνιαίων δόσεων του δανείου της. Περαιτέρω έλαβε δύο επιστολές από την πρώτη εναγομένη μία στις 2-10-2014 για ληξιπρόθεσμη οφειλή 222,85 Ευρώ και μία στις 4-11-2014 για ληξιπρόθεσμη οφειλή ποσού 300,34 Ευρώ Στις αρχές Φεβρουάριου 2014, και συγκεκριμένα στις 7.2.2014 και ώρα 2:40 μμ έλαβε τηλεφωνική όχληση στο κινητό της τηλέφωνο από την κ. … προστηθείσα υπάλληλο της δεύτερης εναγομένης της οποίας την ύπαρξη η ενάγουσα μέχρι τότε αγνοούσε, και η οποία υπάλληλος την αιφνιδίασε λέγοντας της ότι καλεί εκ μέρους της δεύτερης εναγομένης και κατ’ εντολή της πρώτης εναγομένης, την ενημέρωσε για την ληξιπρόθεσμη οφειλή της παραπάνω αναφερθείσας σύμβασης δανείου. Στην συνέχεια οι παρακάτω υπάλληλοι της δεύτερης εναγομένης την κάλεσαν στο σταθερό της τηλέφωνο και μίλησαν είτε με την ίδια είτε με οικείους της, οχλώντας την για την καταβολή των ληξιπρόθεσμων δόσεων εκτός της προαναφερθείσας στις 7.2.2014, την 13.2.2014 και ώρα 1:25μμ (κα …), την 28.2.2014 και ώρα 1:50μμ (κα …), την 9.9.2014 και ώρα 3:44μμ (κα …), την 30.9.2014 και ώρα 10:16ττμ (κα …), την 30-9-2014 και ώρα 5:31 μμ (κα …), την 2.10.2014 και ώρα 3:38μμ (κα …), την 6.10.2014 και ώρα 3:37μμ (κα …), την 10-10-2014 και ώρα 9:10πμ (κα …), την 10.10.2014 και ώρα 1:29μμ (κος …), την 13.10.2014 και ώρα 12:45μμ (κος …), την 13.10.2014 και ώρα 2:01 μμ (κα …), την 13.10.2014 και ώρα 6:10 μμ (κος …), την και ώρα 3:44μμ (κος …). Επίσης, υπάλληλοι της δεύτερης εναγομένης την κάλεσαν στο σταθερό της τηλέφωνο την 20.10.2014 και ώρα 9:23πμ (κος …) και την 27.10.2014 και ώρα 10:47πμ (κα …) (βλ με αριθμό πρ. …/26-11-2014 επιστολή της δεύτερης εναγομένης Κατά την κατάρτιση της σύμβασης και στον με στοιχείο Α όρο της σύμβασης «ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ» η εναγομένη αναφέρει ότι η Τράπεζα «Υπεύθυνος Επεξεργασίας» ή τρίτοι κατ’ εντολή και για λογαριασμό της (εκτελούντες την επεξεργασία) θα επεξεργάζονται τα προσωπικά δεδομένα των φυσικών προσώπων που υπογράφουν την παρούσα (υποκείμενα) προς το σκοπό αξιολόγησης της, εκτέλεσης των σχετικών συμβάσεων, προάσπισης των συμφερόντων της Τράπεζας και εκπλήρωσης των υποχρεώσεων της καθώς και προώθησης διαφήμισης τραπεζικών υπηρεσιών, εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις Αποδέκτες των δεδομένων 1) Όσον αφορά την σύμβαση του δανείου: α) για την εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων των υποκειμένων: οι εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών, δικηγόροι συμβολαιογράφοι και δικαστικοί επιμελητές β) Για τη προστασία της πίστης και των οικονομικών συναλλαγών: Η Τειρεσίας ΑΕ 2) Για την εκπλήρωση κάθε σκοπού επεξεργασίας Η Διοίκηση και οι υπηρεσίες της Τράπεζας, οι θυγατρικές ή συνδεδεμένες με αυτήν επιχειρήσεις καθώς και συνεργαζόμενα με αυτή νομικά ή φυσικά πρόσωπα, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους Το κείμενο όμως αυτό της προσκομιζόμενης ως άνω σύμβασης, ουδόλως αποδεικνύεται από τις εναγόμενες – που έχουν το βάρος απόδειξης της ενημέρωσης κατά τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη – ότι αυτή κατά τον παραπάνω χρόνο της συλλογής των δεδομένων είχαν ενημερώσει την ενάγουσα κατά τρόπο σαφή για το σκοπό της επεξεργασίας (διαβίβασης) και για τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες των αποδεκτών, όπως απαιτείτο κατ’ άρθρο 11 παρ. 1β, γ. (βλ. Ειρ Αθηνών 3277/2014 α Δημοσίευση Νόμος). Περαιτέρω η πρώτη εναγομένη δεν επικαλέσθηκε, ούτε απέδειξε ότι είχε προβεί σε τέτοια ενημέρωση μεταγενέστερα, μετά τη συλλογή των δεδομένων και πριν από τη διαβίβαση τους στην ως άνω εισπρακτική εταιρία (βλ. ΣΤΕ 2251/2005 Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ).
Συνοψίζοντας η πρώτη εναγόμενη, αφού συνέλεξε κατά την κατάρτιση της ως άνω υπ’ αριθ. … αίτησης-σύμβασης χορήγησης προσωπικού καταναλωτικού δανείου τα προσωπικά δεδομένα της ενάγουσας τα διαβίβασε προς τη δεύτερη εναγόμενη στις 7.2.2014 μαζί με το οικονομικό δεδομένο για το ύψος της οφειλής του καταναλωτικού της δανείου, παρανόμως αφού ουδέποτε την ενημέρωσε εγγράφως, ως όφειλε, εκ των προτέρων για την επικείμενη διαβίβαση τους αλλά ούτε και εκ των υστέρων. Η δεύτερη εναγόμενη, ως αποδέκτρια των παραπάνω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, δια των αναφερομένων στην παρούσα προστηθέντων υπαλλήλων επίσης παρανόμως τα επεξεργάστηκε, αφότου προηγουμένως τα είχε συλλέξει παρανόμως από την πρώτη εναγόμενη, και στη συνέχεια τα καταχώρισε στο προσωπικό της αρχείο (ηλεκτρονικό υπολογιστή) και ακολούθως τα χρησιμοποίησε χωρίς ουδέποτε να την ενημερώσει και αυτή για το ότι τα έχει λάβει, για το όνομα του υπευθύνου επεξεργασίας και για το σκοπό της επεξεργασίας τους. Οι συνεχείς κλήσεις των υπαλλήλων της δεύτερης εναγομένης, προκάλεσαν στην ενάγουσα, η οποία πάσχει από κρίσεις επιληψίας και ψυχοσιόμορφες εκδηλώσεις επί εδάφους χειρουργηθέντος αιμαγγειώματος εγκεφάλου (βλ από 25-7-2014 πιστοποιητικό ΙΚΑ) μεγάλη ψυχική αναστάτωση, από το γεγονός ότι τα απόρρητα κατά τον ως άνω νόμο προσωπικά της δεδομένα είχαν ανακοινωθεί και διαρρεύσει χωρίς καμιά δική της ενημέρωση σε τρίτους. Οι προαναφερόμενες παράνομες και υπαίτιες (από πρόθεση) πράξεις και παραλείψεις των εναγομένων (δια των προστηθέντων οργάνων τους) προσέβαλαν την προσωπικότητα της ενάγουσας και προκάλεσαν σ’ αυτήν σημαντική ηθική βλάβη, ενώ τα όργανα των εναγομένων, κατά την επεξεργασία (διαβίβαση, λήψη, καταχώρηση, χρήση) των προσωπικών δεδομένων αυτής, χωρίς την προηγούμενη ενημέρωση της, όφειλαν να γνωρίζουν την πιθανότητα επέλευσης της προαναφερόμενης ηθικής βλάβης. Ενόψει δε του είδους του θιγομένου αγαθού, του μεγέθους της προσβολής, των συνθηκών τέλεσης αυτής, του βαθμού υπαιτιότητας των οργάνων της εναγομένης και της κοινωνικής και οικονομικής καταστάσεως των διαδίκων μερών, η καταβλητέα εύλογη χρηματική ικανοποίηση πρέπει να ορισθεί στο ποσό των 6000 ευρώ Κατόπιν αυτών θα πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η αγωγή και να υποχρεωθούν οι εναγόμενες να καταβάλλουν στην ενάγουσα αλληλεγγύως και εις ολόκληρον το ποσόν των 6000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής Το παρεπόμενο αίτημα περί κήρυξης της παρούσας προσωρινά εκτελεστής θα πρέπει να απορριφθεί καθόσον, κατά την εκτίμηση του, δεν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγο. προς τούτο και η καθυστέρηση στην εκτέλεση της παρούσας δεν θα προκαλέσει στην ενάγουσα σημαντική ζημία (907, 908 ΚΠολΔ). Τέλος, η δικαστική δαπάνη πρέπει να συμψηφιστεί μεταξύ των διαδίκων κατ’ άρθρ. 179 περ. γ’ ΚΠολΔ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται εν μέρει την αγωγή
Υποχρεώνει τις εναγόμενες να καταβάλλουν στην ενάγουσα αλληλεγγύως και εις ολόκληρον το ποσό των έξι χιλιάδων (6000) Ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής
Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα στις 4-3-2016 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΙΓΝΑΤΙΑΔΟΥ ΕΛΕΝΗ ΠΕΡΧΑΝΙΔΟΥ