Η Κίνα δεν επιθυμούσε τον πόλεμο στην Ουκρανία, επισημαίνει το Politico. Tώρα που συνέβη, όμως, το Πεκίνο πιθανότατα θα βρει τρόπους για να στηρίξει τη Ρωσία, εκμεταλλευόμενο παράλληλα την κρίση προς δικό του όφελος.
Οι δηλώσεις της Κίνας τις τελευταίες εβδομάδες, που από τη μια πλευρά διατυμπανίζει τη στρατηγική της συνεργασία με τη Ρωσία, αλλά από την άλλη τηρεί επιφυλακτική στάση ως προς τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, κάνει πολλούς να αναρωτιούνται αν θα ενωθούν αυτές οι δυο αυταρχικές δυνάμεις, γράφει σε άρθρο του στο Politico ο Jacob Stokes, πρώην σύμβουλος του Λευκού Οίκου και του Κογκρέσου των ΗΠΑ, και fellow στο Πρόγραμμα Ασφαλείας Ινδο-Ειρηνικού του Center for a New American Security. Επισημαίνει δε πως υπήρξαν και εικασίες πως ο Ρώσος πρόεδρος Vladimir Putin συσκέφθηκε με τον Κινέζο ομόλογό του Xi Jinping, προτού αποφασίσει να εισβάλλει, ή πως η Κίνα θα «κρατήσει σημειώσεις» για μια μελλοντική εισβολή στην Ταϊβάν.
Κατά τον Stokes, η πραγματικότητα είναι πως η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δεν ήταν το αποτέλεσμα που προτιμούσε η Κίνα, ωστόσο, τώρα που συνέβη, το Πεκίνο πιθανότατα θα βρει τρόπους για να στηρίξει τη Ρωσία, εκμεταλλευόμενο παράλληλα την κρίση προς δικό του όφελος.
Οι δυο χώρες έχουν κοινή κοσμοθεωρία ως προς τη Δύση, θεωρώντας πως αυτή είναι ο επιτιθέμενος και η Κίνα και η Ρωσία τα θύματα. Επίσης, η Κίνα θα προσπαθήσει να κερδίσει από την οικονομική και πολιτική απομόνωση της Ρωσίας.
Η Κίνα πιθανότατα θα συνεχίσει να κινείται σε τεντωμένο σκοινί προκειμένου να αποφύγει τη διεθνή καταδίκη, όπως φάνηκε από την επικοινωνία που είχαν την περασμένη Παρασκευή ο Xi και ο Putin. Αλλά αυτός ο πόλεμος ταιριάζει απόλυτα με την παγκόσμια τάξη που προτιμά η Κίνα: έναν κόσμο στον οποίον οι μεγάλες χώρες χαίρουν μιας «σφαίρας επιρροής» που τους δίνει τελικό λόγο σε πολιτικές, στρατιωτικές και οικονομικές υποθέσεις στη γειτονιά τους.
Στις 4 Φεβρουαρίου οι δυο άνδρες συναντήθηκαν κατ’ ιδίαν για πρώτη φορά μετά από δυο χρόνια, και εξέδωσαν μια κοινή δήλωση-σταθμό, στην οποία κήρυτταν πως η συνεργασία τους -που βαθαίνει εδώ και δεκαετίες, αλλά έφτασε σε νέα ύψη υπό την ηγεσία των Xi και Putin- «δεν έχει όρια». Ωστόσο, τις ημέρες που ακολούθησαν, οι Κινέζοι διπλωμάτες συνέχισαν να ζητούν από όλες τις πλευρές συγκράτηση, ενώ εσκεμμένα έπαιρναν μη δεσμευτικές θέσεις, λέγοντας, για παράδειγμα, πως θα πρέπει να στηρίζονται «οι νόμιμες ανησυχίες ασφάλειας» όλων των χωρών.
Όμως, με την επικείμενη εισβολή, η Κίνα γρήγορα στράφηκε στην αντι-αμερικανική ρητορική ως μέσο να υπεκφυγής των ερωτήσεων για τη Ρωσία. Την Τετάρτη, λίγο πριν την εισβολή, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Hua Chunying προσπάθησε να επιρρίψει τις ευθύνες στις ΗΠΑ, λέγοντας πως είναι «o υπαίτιος των τρεχουσών εντάσεων αναφορικά με την Ουκρανία», ενώ επίσης φάνηκε να επιβεβαιώνει πως η Κίνα δεν θα επιβάλλει κυρώσεις στη Ρωσία, αν και κάποια κινεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα φέρεται να λαμβάνουν μέτρα για να αποφύγουν το ενδεχόμενο να παραβιάσουν τις αμερικανικές κυρώσεις.
Ο Hua επανέλαβε την μακροχρόνια άποψη πως «οι παράνομες μονομερείς» κυρώσεις δεν είναι ποτέ θεμελιωδώς αποτελεσματικός τρόπος επίλυσης προβλημάτων». Την ακριβώς επόμενη ημέρα ο Hua επανήλθε στην αντι-αμερικανικη ρητορική, λέγοντας πως «το ΝΑΤΟ εξακολουθεί να χρωστά στον κινεζικό λαό ένα χρέος αίματος» από τον κατά λάθος βομβαρδισμό της κινεζικής πρεσβείας στο Βελιγράδι το 1999.
Σύμφωνα με τον Stokes, η ρητορική δείχνει δυο βασικούς τρόπους με τους οποίους αλληλεπικαλύπτονται οι κοσμοθεωρίες του Πεκίνου και της Μόσχας –και ιδιαίτερα του Xi και του Putin. Ο ένας αφορά τον ανταγωνισμό προς τις ΗΠΑ και ο δεύτερος έχει να κάνει με την κοινή συμπεριφορά των δυο χωρών ως προς τα εθνικά τους σύνορα και γενικότερα την εθνική κυριαρχία. Μια φράση-κλειδί στην κοινή δήλωση λέει πως «οι πλευρές επιβεβαιώνουν την ισχυρή αμοιβαία τους υποστήριξη για την προστασία των βασικών τους συμφερόντων, την κρατική κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα, και αντιτίθενται στις παρεμβάσεις εξωτερικών δυνάμεων στις εσωτερικές τους υποθέσεις».
Αυτή η φράση μπορεί να μοιάζει ειρωνική δεδομένης της θρασύτατης εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ωστόσο, όσο αντιφατική και αν μοιάζει η λογική αυτή, τόσο το Πεκίνο όσο και η Μόσχα υποστηρίζουν πως ο μεγαλύτερος κίνδυνος δεν είναι η κυριαρχία και η ασφάλεια της Ουκρανίας, αλλά αυτή της Ρωσίας. Και συμφωνούν πως αυτός ο κίνδυνος προέρχεται από «αποκλειστικά μπλοκ και συμμαχίες συμφέροντος».
Κοιτάζοντας στην περιφέρειά τους, τόσο η Κίνα όσο και η Ρωσία βλέπουν ένα τοίχος συμμάχων και εταίρων των ΗΠΑ που προσπαθούν να τις «περιορίσουν». Για τη Ρωσία είναι το ΝΑΤΟ, για την Κίνα είναι οι συμμαχίες των ΗΠΑ με την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα και η πρόσφατη συμφωνία Αυστραλίας-Ηνωμένου Βασιλείου-ΗΠΑ (AUKUS).
Χαρακτηριστικό είναι πως η κοινή δήλωση αντιτίθεται ξεκάθαρα τόσο στην επέκταση του ΝΑΤΟ, όσο και στην AUKUS, δείχνοντας πόσο όμοιες είναι οι αντιλήψεις των δυο χωρών για τις απειλές που δέχονται.
Η Κίνα και η Ρωσία πιστεύουν πως οι μεγάλες δυνάμεις θα πρέπει να έχουν ειδικά προνόμια για την προστασία της κυριαρχίας τους – προφανώς συμπεριλαμβανομένου και ενός βέτο επί των επιλογών των μικρότερων γειτόνων τους. Για αυτές, η προστασία της κυριαρχίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη δική τους –ή του καθεστώτος τους- πολιτική ασφάλεια, ενώ αντίθετα στη Δύση ο όρος γενικότερα αφορά ισότιμα όλα τα κράτη χωρίς ειδικές προβλέψεις για τις ισχυρότερες χώρες. Τελικά, όταν ανταγωνίζονται η κυριαρχία της Ουκρανίας και η «κυριαρχία» της Ρωσίας, η Κίνα θα ταχθεί με τη Ρωσία –εν μέρει επειδή το Πεκίνο θέλει παρόμοια προνόμια στην Ανατολική Ασία, σχολιάζει ο Stokes.
Όπως υποστηρίζει, ο πόλεμος της Μόσχας στην Ουκρανία αντανακλά τις ευθυγραμμισμένες γεωπολιτικές φιλοσοφίες των δυο χωρών, θα μπορούσε όμως να δίνει στο Πεκίνο απτές ευκαιρίες, πέραν της υποστήριξης ενός αυταρχικού συντρόφου. Η Κίνα χαίρεται να είναι το ισχυρότερο κράτος στην άνιση συνεργασία με τη Ρωσία και ευχαρίστως παρέχει στον Πούτιν τον δημόσιο συμβολισμό μιας ισότιμης συνεργασίας, αρκεί το Πεκίνο να κερδίζει σε ό,τι αφορά τα ουσιαστικά οφέλη.
Από τότε που η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία το 2014, η εξάρτηση της Ρωσίας από την Κίνα έχει αυξηθεί αναλογικά με την απομόνωσή της από τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και τις δημοκρατίες της Ασίας, ιδιαίτερα την Ιαπωνία. Το διμερές εμπόριο έχει υπερδιπλασιαστεί από το 2015 όταν η Δύση επέβαλλε για πρώτη φορά κυρώσεις. Τώρα οι τιμωρίες της Δύσης για τον πόλεμο στην Ουκρανία πιθανότατα θα αναγκάσουν τον Putin να είναι ακόμα πιο ενδοτικός προς τον Xi.
Αναμφίβολα, γράφει ο Stokes, οι Κινέζοι αξιωματούχοι έχουν ήδη αρχίσει να καταρτίζουν «λίστα επιθυμιών» και η Κίνα πιθανότατα θα απαιτήσει περαιτέρω εκπτώσεις για τις ρωσικές ενεργειακές προμήθειες, καθώς το ενεργειακό «όπλο» τις Μόσχας θα στρέφεται κατά της Ρωσίας, η οποία θα έχει λιγότερους ευρωπαίους αγοραστές. Η Κίνα δεν μπορεί να καλύψει όλο το εμπόριο και την τεχνολογία που θα χάσει η Ρωσία λόγω των κυρώσεων, όμως αυτό είναι πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα για τη Μόσχα, παρά για το Πεκίνο.
Η τεχνολογική συνεργασία μεταξύ των δυο, που ήδη αποτελεί πυλώνα της συνεργασίας, πιθανότατα θα αυξηθεί, με την Κίνα να πιέζει τη Ρωσία να υιοθετήσει τα δικά της πρότυπα. Η ουκρανική κρίση δίνει ώθηση στην Κίνα και τη Ρωσία να προστατευθούν ακόμα περισσότερο έναντι κυρώσεων, επιδιώκοντας να βρουν τρόπους για να παρακάμψουν το σύστημα πληρωμών SWIFT και άλλα μέτρα.
Στρατιωτικά, η Κίνα βλέπει την προοπτική η προσοχή και οι πόροι των ΗΠΑ να στραφούν από την περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού στο Ευρωπαϊκό θέατρο, ενώ η Ρωσία θα πρέπει να κλίνει περισσότερο προς την Κίνα όταν εξετάζει μέτρα που μπορεί να ισορροπήσουν την κινεζική εξουσία στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις πωλήσεις high-end όπλων σε χώρες όπως η Ινδία και το Βιετνάμ.
Ως προς την Ταϊβάν, μέχρι τώρα δεν φαίνεται πως η Κίνα θα αδράξει την ευκαιρία που της δίνει ένας πόλεμος στην Ευρώπη για να κινηθεί εναντίον της νήσου, καθώς κάτι τέτοιο είναι πολύ ριψοκίνδυνο βραχυπρόθεσμα και οποιαδήποτε ολοκληρωτική εισβολή θα απαιτούσε εκ των προτέρων συγκέντρωση τεράστιων δυνάμεων. Η Κίνα πιθανότατα ενδιαφέρεται περισσότερο για τον συμβολισμό και το προηγούμενο που θα δημιουργούνταν στην περίπτωση που μια δημοκρατία που τείνει προς τη Δύση συντριβεί από μια γειτονική αυταρχική δύναμη. Σε μια δυνητική κατάληψη της Ταϊβάν, η Κίνα πιθανότατα θα χρησιμοποιούσε ανάλογες αιτιολογήσεις, όπως η Ρωσία έκανε με το Ντονιέτσκ και το Λουχάνσκ, στις οποίες θεωρεί πως έχει ιστορικά δικαιώματα.
Οπωσδήποτε η ρωσική επίθεση είναι γεωπολιτικά μια ανάμεικτη υπόθεση για την Κίνα, αφού τα σοκ στις παγκόσμιες χρηματαγορές και τις αγορές ενέργειας θα μπορούσαν να προστεθούν στα οικονομικά προβλήματα που ήδη αντιμετωπίζει η Κίνα, σε μια πολιτικά ευαίσθητη χρονιά (το φθινόπωρο ο Xi θα διεκδικήσει την τρίτη πενταετή θητεία του στην ηγεσία της χώρας).
Επίσης υπάρχουν και οι σχέσεις της Κίνας με την ίδια την Ουκρανία, που σε διπλωματικό επίπεδο μετρούν 30 χρόνια. Η Ουκρανία έχει ενταχθεί επισήμως στην Πρωτοβουλία Ζώνη και Δρόμος το 2017, ενώ οι δυο χώρες έχουν εμπόριο αγροτικών προϊόντων και εξαρτημάτων αεροσκαφών. Αλλά αν η Ρωσία δημιουργήσει ένα πελατειακό κράτος, αυτό θα μπορούσε μελλοντικά να αποδειχθεί εξίσου καλός εταίρος για την Κίνα, όσο είναι και η σημερινή στηριζόμενη από τη Δύση κυβέρνηση της Ουκρανίας.
Η Κίνα ανησυχεί ξεκάθαρα για το ενδεχόμενο να μπει στο στόχαστρο δευτερογενών κυρώσεων για τις business της με τη Ρωσία, όμως το Πεκίνο ήδη υπόκειται σε μια σειρά περιορισμών και ήδη δημιουργεί εργαλεία για να αμβλύνουν τις επιπτώσεις και να προχωρήσει σε αντίποινα για τις κυρώσεις, αναμένοντας ακόμα περισσότερες. Επιπλέον, η εισβολή της Ρωσίας θα έχει επιπτώσεις και στη συνθήκη για τη μη διάδοση των πυρηνικών, που η Κίνα ισχυρίζεται πως υποστηρίζει.
Τέλος, η ανοικτή ή έμμεση υποστήριξη της ρωσικής επιθετικότητας θα μπορούσε να σκληρύνει τη στάση ευρωπαϊκών χωρών έναντι της Κίνας, καθώς η Ευρώπη αρχίζει να αντιμετωπίζει την Κίνα ως «συστημικό αντίπαλο».
Για τους λόγους αυτούς, καταλήγει ο Stokes, φαίνεται απίθανο ο Xi να ενθαρρύνει ή ακόμα και να συμφωνήσει με την απόφαση του Putin να χρησιμοποιήσει βία κατά της Ουκρανίας. Μια από τις βασικές αρχές της όλο και βαθύτερης σχέσης Κίνας-Ρωσίας, ήταν πως «δεν είμαστε πάντα μαζί, αλλά δεν είμαστε ποτέ ο ένας εναντίον του άλλου». Το Πεκίνο μπορεί να μην στηρίζει απόλυτα την απόφαση της Μόσχας, αλλά ο Xi θα είναι απρόθυμος να ταχθεί εναντίον της –και πρόθυμος να επωφεληθεί από αυτήν.