Γενικές οδηγίες προς τους εισαγγελικούς λειτουργούς της χώρας προς αποφυγή συναφών παραβιάσεων της ΕΣΔΑ – Με αφορμή την απόφαση του ΕΔΔΑ στην υπόθεση Λοΐζου κατά Ελλάδας
Με αφορμή την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση Λοΐζου κατά Ελλάδας, η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου απηύθυνε γενικές οδηγίες προς τους εισαγγελικούς λειτουργούς της χώρας προς αποφυγή συναφών παραβιάσεων της ΕΣΔΑ (Εγκύκλιος ΕισΑΠ 4/2022).
Πιο συγκεκριμένα, το ΕΔΔΑ, στην εν θέματι απόφασή του, διαπίστωσε την παραβίαση του άρθρου 5 παρ. 4 της ΕΣΔΑ, καθώς ο προσφεύγων προσωρινά κρατούμενος κατέθεσε τις αντιρρήσεις του στις 8-5-2015, η εισαγγελική πρόταση συντάχθηκε και εισήχθη στο αρμόδιο συμβούλιο εφετών στις 4-9- 2015, το δε δικαστικό συμβούλιο εξέδωσε το βούλευμά του επί των αντιρρήσεων στις 16-9-2015.
Η συνολική διάρκεια της διαδικασίας, τεσσάρων μηνών και οκτώ ημερών, εκ των οποίων, όπως τόνισε η Εισαγγελία, 3 μήνες και 27 ημέρες αναλώθηκαν μέχρι να συνταχθεί η πρόταση του αρμόδιου εισαγγελικού λειτουργού, δεν εναρμονίζεται με την «εντός βραχείας προθεσμίας» δικαστική κρίση του άρθρου 5 της ΕΣΔΑ.
Η Εισαγγελία τόνισε πως πρέπει να δίνεται άμεση και απόλυτη προτεραιότητα, έναντι των υπολοίπων υπηρεσιακών υποχρεώσεων του αρμόδιου εισαγγελέα, στη σύνταξη της εισαγγελικής πρότασης, όταν κρίνεται ζήτημα προσωρινής κράτησης, κατόπιν αντιρρήσεων, προσφυγής ή αιτήσεως του προσωρινά κρατουμένου κατηγορουμένου, ώστε να εισάγεται άμεσα η υπόθεση στο δικαστικό συμβούλιο και να εκδίδεται με την ίδια οφειλόμενη ταχύτητα το σχετικό βούλευμα.
Κύριος υπεύθυνος είναι ο εισαγγελικός λειτουργός, στον οποίον έχει ανατεθεί η συγκεκριμένη υπηρεσιακή ενέργεια. Ωστόσο, όπως τόνισε η Εισαγγελία, την ευθύνη φέρει και ο διευθύνων την Εισαγγελία (Εφετών ή Πρωτοδικών, κατά περίπτωση), ο οποίος έχει υποχρέωση να μην εφησυχάζει, να παρακολουθεί την ταχύτητα διεκπεραίωσης της εκάστοτε ενέργειας, να ελέγχει τυχόν ολιγωρία και, εφόσον παρίσταται ανάγκη, να απευθύνει τις δέουσες συστάσεις προς τον χρονοτριβούντα υφιστάμενό του.
Ενδεχόμενη δε υπαίτια αδράνεια συνιστά, μεταξύ άλλων, πειθαρχικώς ελεγκτέα συμπεριφορά για αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην εκτέλεση των εισαγγελικών καθηκόντων.
Απόσπασμα εγκυκλίου
Σύμφωνα με την (παραβιασθείσα) διάταξη του άρθρου 5 § 4 της ΕΣΔΑ «Παν πρόσωπον στερούμενον τής έλευθερίας του συνεπεία συλλήψεως ή κρατήσεως έχει δικαίωμα προσφυγής ένώπιον δικαστηρίου, ϊνα τούτο άποφασίση εντός βραχείας προθεσμίας έπί του νομίμου τής κρατήσεώς του καί διατάξη τήν άπόλυσίν του έν περιπτώσει παρανόμου κρατήσεως» (βλ. ερμηνευτική και νομολογιακή προσέγγιση της διάταξης από τον Β. Πετρόπουλο σε I. Σαρμά – Ξ. Κοντιάδη – X. Ανθόπουλου, ΕΣΔΑ, κατ’ άρθρο ερμηνεία, 2021, σελ. 239-240). Περίπτωση τέτοιας «προσφυγής» του προσωρινά κρατουμένου κατηγορουμένου, που εντάσσεται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 5 § 4 της ΕΣΔΑ, αποτελεί αναμφίβολα και η προβολή «αντιρρήσεων» ως προς τη συμπλήρωση των νομίμων ορίων προσωρινής κράτησης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 292 § 5 ΚΠΔ (287 § 5 του προϊσχύσαντος ΚΠΔ).
Στο εθνικό δίκαιο, ο Έλληνας νομοθέτης έχει προβλέψει ότι η σύνταξη της εισαγγελικής πρότασης επί προσφυγής του προσωρινά κρατουμένου κατηγορουμένου κατά του εντάλματος προσωρινής κράτησης και η εισαγωγή της στο δικαστικό συμβούλιο πρέπει να γίνεται χωρίς χρονοτριβή (άρθρ. 290 § 1 εδ. γ ΚΠΔ) και συνάμα έχει καθιερώσει σύντομες προθεσμίες για τις δικονομικές ενέργειες που σχετίζονται με τον δικαστικό έλεγχο της διάρκειας της προσωρινής κράτησης (άρθρο 292 §§ 1, 2, 3 ΚΠΔ).
Για την ταυτότητα του λόγου, η ίδια ταχύτητα εισαγγελικής ενέργειας (δηλαδή η χωρίς χρονοτριβή σύνταξη της εισαγγελικής πρότασης) πρέπει να επιδεικνύεται και στην περίπτωση της εισαγωγής των αντιρρήσεων του άρθρου 292 § 5 ΚΠΔ στο αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο. Τ
ο ζήτημα αυτό υπήρξε αντικείμενο της δικανικής κρίσης του ΕΔΔΑ στην εν θέματι απόφασή του, σύμφωνα με την οποία καταφάσκεται παραβίαση του άρθρου 5 § 4 της ΕΣΔΑ διότι ο προσφεύγων προσωρινά κρατούμενος κατέθεσε τις αντιρρήσεις του στις 8-5-2015, η εισαγγελική πρόταση συντάχθηκε και εισήχθη στο αρμόδιο συμβούλιο εφετών στις 4-9- 2015, το δε δικαστικό συμβούλιο εξέδωσε το βούλευμά του επί των αντιρρήσεων στις 16-9-2015.
Είναι προφανές ότι η συνολική διάρκεια της διαδικασίας, τεσσάρων μηνών και οκτώ ημερών (εκ των οποίων 3 μήνες και 27 ημέρες αναλώθηκαν μέχρι να συνταχθεί η πρόταση του αρμόδιου εισαγγελικού λειτουργού) δεν εναρμονίζεται με την «εντός βραχείας προθεσμίας» δικαστική κρίση, την οποία επιτάσσει η διάταξη του άρθρου 5 § 4 της ΕΣΔΑ.
Συνακόλουθα, κρίνουμε απαραίτητο να τονίσουμε και πάλι, όπως και σε ανάλογη περίπτωση κατά το πρόσφατο παρελθόν (βλ. ΕγκΕισΑΠ 10/2019, ΠοινΧρ 2019, 713 και ΠοινΔικ 2019, 1225), ότι όταν κρίνεται ζήτημα προσωρινής κράτησης, κατόπιν αντιρρήσεων, προσφυγής ή αιτήσεως του προσωρινά κρατουμένου κατηγορουμένου πρέπει, έναντι των άλλων υπηρεσιακών υποχρεώσεων του αρμόδιου εισαγγελέα, να δίδεται απόλυτη προτεραιότητα στη σύνταξη της εισαγγελικής πρότασης ώστε να επιτυγχάνεται η άμεση εισαγωγή της υπόθεσης στο δικαστικό συμβούλιο προκειμένου να εκδοθεί (με την ίδια οφειλόμενη ταχύτητα) το σχετικό βούλευμα.
Εν προκειμένω, μείζονα ευθύνη φέρει ο εισαγγελικός λειτουργός, στον οποίον έχει ανατεθεί η συγκεκριμένη υπηρεσιακή ενέργεια, όμως είναι αυτονόητη και η υποχρέωση του διευθύνοντος την Εισαγγελία (Εφετών ή Πρωτοδικών, κατά περίπτωση), μετά τη χρέωση του δικογράφου να μην εφησυχάζει, αλλά να παρακολουθεί (δια των αρμοδίων γραμματέων) την ταχύτητα διεκπεραίωσης, να ελέγχει τυχόν ολιγωρία και (όταν παρίσταται ανάγκη) να απευθύνει τις δέουσες συστάσεις προς τον χρονοτριβούντα υφιστάμενό του.
Ενδεχόμενη υπαίτια αδράνεια, εκτός του ότι συνιστά πειθαρχικώς ελεγκτέα συμπεριφορά για αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην εκτέλεση των εισαγγελικών καθηκόντων (άρθρ. 91 §§ 1,2 περ. ε ΚΟΔΚΔΛ), αμαυρώνει την εικόνα καλής λειτουργίας της αντίστοιχης Εισαγγελίας και της Ελληνικής Δικαιοσύνης γενικότερα και εκθέτει τη Χώρα μας στον κίνδυνο να συρθεί εκ νέου ενώπιον του ΕΔΔΑ.
Μόνον η κατά τον προεκτεθέντα τρόπο εφαρμογή των διατάξεων του ΚΠΔ από τους εισαγγελείς, με την απαιτούμενη ταχύτητα στην άσκηση των εν λόγω καθηκόντων τους, μπορεί να θεωρηθεί συμβατή με το γράμμα και το πνεύμα της διάταξης του άρθρου 5 § 4 της ΕΣΔΑ, που κατοχυρώνει το δικαίωμα του προσωρινά κρατουμένου για έλεγχο της νομιμότητας της προσωρινής κράτησης εντός βραχείας προθεσμίας (a bref delai) και μειώνει την πιθανότητα συναφών δυσμενών για την Ελλάδα αποφάσεων του ΕΔΔΑ.
Δείτε ολόκληρη την εγκύκλιο στο eisap.gr(link is external).