Κληρώνει τέλος Απριλίου, εν αναμονή του πορίσματος ΚΕΠΕ και της επιτροπής ειδικών. Φόβοι εργοδοτών για σπιράλ αυξήσεων μισθών και υπονόμευση της παραγωγικότητας. Τι ζητούν από την κυβέρνηση. Η διαπραγμάτευση ΟΤΟΕ–Τραπεζών.
- Ρούλα Σαλούρου
- Στο υπουργικό συμβούλιο που έχει οριστεί για τις 29 Απριλίου, αναμένεται να ανακοινωθεί η απόφαση του υπουργού Εργασίας Κωστή Χατζηδάκη για το ύψος του κατώτατου μισθού, όπως θα ισχύσει από την 1η Μαΐου και εφεξής. Η κυβέρνηση προτίθεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να εξαντλήσει όλα τα περιθώρια προκειμένου να έχει πλήρη εικόνα των διεθνών εξελίξεων, που επηρεάζουν άμεσα και την πορεία της εγχώριας οικονομίας.
Ήδη, πάντως, ο πρώτος κύκλος διαβουλεύσεων έχει κλείσει μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και των φορέων, με τις προτάσεις να κινούνται μεταξύ 2,7% – 3,4% από την Τράπεζα της Ελλάδος και 18% από τη ΓΣΕΕ.Remaining Time-0:00FullscreenMute
Στο ενδιάμεσο, οι εκπρόσωποι των εργοδοτών δέχονται μεν αυξήσεις, όμως σημαντικά μικρότερες σε σχέση με αυτές που αρχικά είχαν πέσει στο τραπέζι, μεταξύ 3% με 5%, καθώς το σοκ που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι αλυσιδωτές αντιδράσεις στο επίπεδο των τιμών και του πληθωρισμού επανέφεραν στην επιφάνεια τη συζήτηση για την επίδραση μιας πιθανής σημαντικής αύξησης των μισθών στον πληθωρισμό.
Στο οπλοστάσιο των εργοδοτικών φορέων που δεν συζητούν υψηλές αυξήσεις βρίσκεται επίσης το επιχείρημα ότι μια μεγάλη αύξηση στα κατώτατα όρια θα προκαλέσει σπιράλ διαδοχικών αυξήσεων και θα υπονομεύσει την παραγωγικότητα. Παραμένει δε, στα αιτήματά τους, ο συνδυασμός της «λελογισμένης» αύξησης με παράλληλη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, προκειμένου να υπάρξει στήριξη των εισοδημάτων των εργαζομένων. Από την πλευρά της ΓΣΕΕ βέβαια, επισημαίνεται ότι ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες, η μείωση της αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού αγγίζει το 14%.
Από κυβερνητικούς κύκλους πάντως, αφήνεται να εννοηθεί ότι ιδανικό για την παρούσα κατάσταση θα ήταν ο νέος κατώτατος μισθός που θα ισχύσει από την 1η Μαΐου, να έχει μπροστά το 7, να αγγίξει δηλαδή ή και να ξεπεράσει κατά τι τα 700 ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σε μια αύξηση κοντά στο 5,6%.
Η δύσκολη οικονομικοπολιτική συγκυρία πάντως δημιουργεί προβλήματα και στην υπογραφή της νέας Κλαδικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας στις Τράπεζες, με τη συζήτηση να έχει «κολλήσει» στον τομέα των οικονομικών. Έτσι, οι εκπρόσωποι των τραπεζοϋπαλλήλων διεκδικούν αυξήσεις που σωρευτικά, σε μια τριετία, θα επαναφέρουν τους μισθούς στα επίπεδα του 2013 (+12,5%) ενώ οι εκπρόσωποι των Τραπεζών, που προσήλθαν χθες στη διαπραγμάτευση με βελτιωμένη πρόταση, συζητούν αυξήσεις 4,75% σωρευτικά, για το διάστημα 2022-2024.
Σε επίπεδο πάντως διαδικασίας για τον κατώτατο μισθό, εκκρεμεί η υποβολή του οριστικού πορίσματος από το ΚΕΠΕ και την επιτροπή εμπειρογνωμόνων, στο οποίο θα περιλαμβάνονται και προτάσεις, προκειμένου την τελική απόφαση να λάβει ο υπουργός Εργασίας.
Μάλιστα, ο κ. Χατζηδάκης, μιλώντας χθες στον ραδιοφωνικό σταθμό Παραπολιτικά, επεσήμανε ότι σε σχέση με πέρυσι που η κυβέρνηση κινήθηκε συγκρατημένα, σε μια αύξηση της τάξης του 2%, φέτος υπάρχει πίσω το 2021, με αύξηση του ΑΕΠ πάνω από 8%, το οποίο θα παίξει ρόλο στην τελική απόφαση. Για να συμπληρώσει βέβαια, ότι ρόλο θα παίξει επίσης και το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον που αφορά τους εργαζόμενους, τους επηρεάζει αρνητικά, αφορά όμως και την πλευρά την εργοδοτική, διότι αυξάνει το κόστος παραγωγής.