Αριθμός 1435/2016
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης
Διαδικασία Πιστωτικών Τίτλων
– Ακάλυπτη επιταγή. Έκδοση διαταγής πληρωμής. Ανακοπή. Παραγραφή εν επιδικία.
– Σύμφωνα με το άρθρο 52 εδ. α΄ του Ν. 5960/1933 «περί επιταγής», οι αξιώσεις του κομιστή της επιταγής κατά των οπισθογράφων, κατά του εκδότη και κατά των άλλων υπόχρεων παραγράφονται μετά έξι μήνες αρχόμενη από τη λήξη της προθεσμίας προς εμφάνιση της για πληρωμή, κατά το άρθρο 52 εδ. α΄ του Ν. 5960/1933, υποκείμενη, κατά το άρθρο 61 του ίδιου Νόμου σε αναστολή ή διακοπή κατά τις κοινές διατάξεις του Α.Κ. ή άλλων ειδικών νόμων (βλ. ΕφΑθ 4835/1998 ΕΕμπΔ Ν.331, ΕφΑθ 2053/1996 ΕΕμπΔ ΜΓ.772, ΕφΘεσ 1541/1990 ΕλΔνη 32.1379). Από τη λήξη της προθεσμίας προς εμφάνιση της επιταγής, κατά δε το άρθρο 634 παρ.1 και 2 του ΚΠολΔ, η επίδοση της διαταγής πληρωμής διακόπτει την παραγραφή και την αποσβεστική προθεσμία (παρ. 1), αν δε ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής η παραγραφή ή η αποσβεστική προθεσμία θεωρείται ότι έχει ανασταλεί από την επίδοση της διαταγής πληρωμής ώσπου να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για την ανακοπή (παρ. 2). Με το ανωτέρω άρθρο 634 παρ. 2 ορίζεται η άσκηση της ανακοπής ως ειδικό ανασταλτικό γεγονός του χρόνου νέας παραγραφής της αξιώσεως, ο οποίος διαφορετικά θα άρχιζε αμέσως μετά τη διακοπή που επέρχεται με την επίδοση της διαταγής πληρωμής και είναι, αν η διαταγή στηρίζεται σε αξιόγραφο, η βραχυπρόθεσμη για την αντίστοιχη αξίωση παραγραφή. Το ανασταλτικό αυτό αποτέλεσμα εξακολουθεί από του ανωτέρου σημείου διακοπής και για όσο διαρκεί η δίκη της ανακοπής, αποκλείοντας την παραγραφή της αξιώσεως, που στηρίζει τη διαταγή, εν επιδικία και μάλιστα, όχι μόνο στην περίπτωση που ακυρωθεί η διαταγή, όπως ρητώς ορίζεται στο νόμο, αλλά προδήλως και δη κατά μείζονα λόγο, και όταν απορριφθεί η ανακοπή, δηλονότι σε κάθε περίπτωση κατά τη διάρκεια της δίκης επί της ανακοπής και μέχρι περατώσεώς της με τελεσίδικη απόφαση δεν κινείται η με την επίδοση της διαταγής διακοπείσα παραγραφή (βλ ΑΠ 200/2003, ΕλΔνη 45, 445). Πιο ειδικά, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 623, 626 παρ. 1 εδ. α’ και 2, 628 παρ. 1 στοιχ. α΄, 629 εδ. α’ , 632 παρ. 1 εδ. α΄ και 633 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι αντικείμενο της δίκης που ιδρύεται με την ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής είναι το έγκυρο ή μη της έκδοσης της. Συνεπώς, οι ισχυρισμοί που ανάγονται σε επιγενόμενη από την έκδοση της διαταγής πληρωμής απόσβεση της απαίτησης δεν μπορούν να αποτελέσουν λόγους της ανακοπής των άρθρων 632 και 633 του ΚΠολΔ, ούτε να προταθούν με οποιοδήποτε τρόπο στη σχετική δίκη, αφού, εξ ορισμού, δεν υπήρχαν κατά την έκδοση της διαταγής πληρωμής και, συνεπώς, δεν είναι λογικώς δυνατό να επιδρούν στο έγκυρο της έκδοσης της (βλ. ΑΠ 201/2003 ΕλΔνη 45.417, ΑΠ 1568/2002 Νο.Β. 51.1198, ΑΠ 538/1994 Δ.Ε.Ε. 1995. 76, ΑΠ 536/1994 ΕλΔνη 38.1076, ΕφΑθ 6176/1998 ΕΕμπΔ ΝΣΓ 533, ΕφΑθ 4835/1998 ό.π., ΕφΘεσ 1910/2004 ΕΕμπΔ ΝΣΓ 551). Τα επιγενόμενα της έκδοσης της διαταγής πληρωμής περιστατικά (παραγραφή της απαίτησης κ.λπ.) μπορούν να προταθούν μέσω της κατά το άρθρο 933 του ΚΠολΔ ανακοπής κατά της εκτέλεσης (βλ. ΑΠ 201/2003 ό.π., ΕφΘεσ 1910/2004 ό.π.). Περαιτέρω, η διαταγή πληρωμής αποτελεί μεν εκτελεστό τίτλο, σύμφωνα με το άρθρο 631 του ΚΠολΔ, η παραγραφή, όμως, της αξίωσης, που επιδικάζεται με αυτή, αν τυχόν είναι μικρότερη των είκοσι ετών, δεν γίνεται εικοσαετής, βάσει του άρθρου 268 του ΑΚ, με μόνη την έκδοση της, αλλά μόνο από τότε που θα αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου είτε με την τελεσίδικη απόρριψη της ανακοπής που ασκήθηκε κατ΄ αυτής κατά το άρθρο 632 του ΚΠολΔ, είτε με προϋποθέσεις του άρθρου 633 παρ. 2 του ΚΠολΔ (βλ. ΑΠ 464/1997 ΕλΔνη 39. 376, ΑΠ 576/1994 ΕλΔνη 36.865, ΑΠ 536/1994 ό.π., ΕφΑθ 8263/1998 ΕλΔνη 40.1583, ΕφΑθ 6176/1998 ό.π., ΕφΑθ 4835/1998 ό.π.). Συνεπώς, μέχρις ότου η διαταγή πληρωμής αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου, εξακολουθεί να τρέχει η προβλεπόμενη από το νόμο για την απαίτηση βραχύτερη παραγραφή (βλ. ΑΠ 464/1997 ό.π., ΑΠ 576/1994 ό.π., ΕφΑθ 6176/1998 ό.π., ΕφΑθ 4835/1998 ό.π.) η οποία, για να επιμηκυνθεί, δεν πρέπει να έχει στο μεταξύ συμπληρωθεί, δεδομένου ότι η κατά το άρθρο 268 του Α.Κ. επιμήκυνση του χρόνου της παραγραφής έχει, ως αναγκαία προϋπόθεση την ύπαρξη αξίωσης που δεν έχει υποκύψει στη μέχρι την τελεσιδικία της δικαστικής απόφασης ή την κτήση ισχύος δεδικασμένου της διαταγής πληρωμής βραχυχρόνια παραγραφή (βλ. ΟλΑΠ 24/2003 ΕλΔνη 44.949, ΟλΑΠ 44/1996 ΝοΒ 45.451, ΟλΑΠ 38/1996 ΕλΔνη 38.41, ΟλΑΠ 23/1994 ΕλΔνη 36.577, ΑΠ 1372/2005 ΝοΒ 54.812, ΑΠ 738/2003 ΕλΔνη 44.1577).