Η προσφυγή από τον εργαζόμενο στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων για την προσωρινή ρύθμιση καταστάσεως από τη βλαπτική μεταβολή της συμβάσεως εργασίας ανταποκρίνεται στους σκοπούς και στις προϋποθέσεις της διαδικασίας αυτής, προκειμένου ν’ αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος από την παράνομη συμπεριφορά του εργοδότη, η οποία επιφέρει επαχθείς συνέπειες για τον εργαζόμενο και δεν δημιουργεί (η προσφυγή στη διαδικασία αυτή) αμετάκλητη κατάσταση. Με το άρθρο 32 περ. 4 του Ν.2172/1993 (ΦΕΚ Α,207) καταργήθηκε η παρ. 6 του άρθρου 692 ΚΠολΔ με την οποία είχε απαγορευθεί η προσφυγή των εργαζομένων στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και επετράπη η τοιαύτη προσφυγή. Η προσωρινή ρύθμιση καταστάσεως επιτρέπει να διατηρηθεί ζωντανή η υπηρεσιακή κατάσταση του μισθωτού μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της κυρίας δίκης, χωρίς να δημιουργείται αμετάκλητη κατάσταση. Άκυρη η απόλυση τραπεζικού υπαλλήλου λόγω παραβίασης της ΠΝΠ περί τραπεζικής αργίας λόγω μη επιβολής προστίμου προς την Τράπεζα.
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
Αριθμός αποφάσεως 5520/2016
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Βασίλειο Πορτοκάλλη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, ο οποίος ορίστηκε κατόπιν κληρώσεως σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.3327/2005.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 15 Απριλίου 2016, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αιτούσας … του .., κατοίκου Φιλοθέης Αττικής, η οποία παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου της Ευγενίας Φωτοπούλου.
Της καθ’ ής η αίτηση ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…ΑΝΩΝΥΜΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» που εδρεύει στην Αθήνα, νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Ιωάννη Πίκουλα.
Η αιτούσα ζητά να γίνει δεκτή η από 19/11/2015 αίτηση της που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό 105502/12932/2015 και προσδιορίστηκε για τις 15/1/2016 και κατόπιν αναβολών για την παραπάνω δικάσιμο.
Κατά την συζήτηση της υποθέσεως, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την υπό κρίση αίτηση, η αιτούσα εκθέτει ότι από τις 23/2/2006 τυγχάνει υπάλληλος της καθ’ ης, εργαζόμενη στο υποκατάστημα Ασπροπύργου Αττικής και ότι την 1/10/2015, η καθ’ ης κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου βάσει της οποίας παρείχε τις υπηρεσίες της, λόγω παράβασης, από μέρους της αιτούσας, της υπ’ αριθ. 65/28-6-2015 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ) περί τραπεζικής αργίας. Ότι η ως άνω καταγγελία τυγχάνει άκυρη για τους λόγους που αναφέρει στην αίτηση της και στην από 4/11/2015 αγωγή της που έχει ήδη καταθέσει κατά της καθ’ ης ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (διαδικασία εργατικών διαφορών). Με το ως άνω περιεχόμενο και επικαλούμενη επείγουσα περίπτωση, ζητά να υποχρεωθεί η καθ’ ης να αποδέχεται προσωρινά τις υπηρεσίες της, με τα ίδια καθήκοντα και καταβάλλοντος τις συμφωνημένες αποδοχές της, μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της ως άνω κύριας αγωγής της καθώς και να καταδικαστεί η καθ’ ης στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Με το παραπάνω περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αίτηση αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπον φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού κατά την ειδική διαδικασία των διατάξεων των άρθρων 686 επ. ΚΠολΔ (άρθρα 25 §2, 683 §§1,4 ΚΠολΔ), είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 176, 731, 732 ΚΠολΔ και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.
Περαιτέρω με επ’’ ακροατηρίω δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της, η καθ’ ης προέβαλε ένσταση έλλειψης κατεπείγοντος, η οποία προβάλλεται νόμιμα και θα εξετασθεί στην ουσία της καθώς επίσης και ένσταση περί ικανοποίησης δικαιώματος (άρθρο 692 §4 ΚΠολΔ) η οποία πρέπει να απορριφθεί επειδή η υπό κρίση αίτηση δεν έρχεται σε σύγκρουση με τον απαγορευτικό περί πλήρους ικανοποιήσεως του δικαιώματος κατ’ εφαρμογή του άρθρου 692 παρ. 4 ΚΠολΔ για τους εξής λόγους: Η προσφυγή από τον εργαζόμενο στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων για την προσωρινή ρύθμιση καταστάσεως από τη βλαπτική μεταβολή της συμβάσεως εργασίας είναι εύλογη και ανταποκρίνεται στους σκοπούς και στις προϋποθέσεις της διαδικασίας αυτής, προκειμένου ν’ αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος από την παράνομη συμπεριφορά του εργοδότη, η οποία επιφέρει επαχθείς συνέπειες για τον εργαζόμενο και δεν δημιουργεί (η προσφυγή στη διαδικασία αυτή) αμετάκλητη κατάσταση. Η ασφαλιστέα αξίωση δεν εξαντλείται σε μια εφάπαξ παροχή, αλλά αποτελεί ειδικότερη εκδήλωση μιας διαρκούς εννόμου σχέσεως, που τίθεται σε προσωρινή λειτουργία (βλ. Κ. Μπέη Δ. 12,140,Ντάσιο Εργ.Δικ.Δίκαιο τόμος Α711 σελ. 948 επ., Ντάσιου: “Αξιώσεις του μισθωτού από την παράνομη μετάθεση και ασφαλιστικά μέτρα”, Βλαστό: “η κατάχρηση δικαιώματος στις εργασιακές σχέσεις και η δικονομική της μεταχείριση”, εκδ.1988 παρ. 151, σελ. 184 και επ., Μ.Π.Α 6641/2005, 7856/2005, 7791/2005, 8607/2004, 8627/2003 αδημ., Μ.Π.Α 1685/95, ΕΕΔ 55,669 Μ.Π.Α 13519/90, ΕΕΔ 50,61, Μ.Π.Πειραιά 2369/90, ΕΕΔ 50,62). Επίσης η περί ασφαλιστικών μέτρων απόφαση δεν αποστερεί το διάδικο από τη δίκαιη εκδίκαση της υπόθεσης, εντός των πλαισίων και με τις εγγυήσεις της τακτικής διαγνωστικής διαδικασίας, αφού σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 695 ΚΠολΔ, έχει προσωρινή μόνο ισχύ και δεν επηρεάζει την κυρία υπόθεση (ΜΠΘεσσ 29460/96, ΔΕΝ 53,289). Πέραν όμως αυτών με το άρθρο 32 περ. 4 του Ν.2172/1993 (ΦΕΚ Α,207) καταργήθηκε η παρ. 6 του άρθρου 692 ΚΠολΔ με την οποία είχε απαγορευθεί η προσφυγή των εργαζομένων στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και επετράπη η τοιαύτη προσφυγή. Έτσι δε από αυτό, αλλά και από την αιτιολογική έκθεση της διατάξεως αυτής δημιουργήθηκε σοβαρό νομοθετικό έρεισμα υπέρ της απόψεως την οποία δέχεται και το Δικαστήριο τούτο (ΜΠΑ 10109/94). Τέλος, η προσωρινή ρύθμιση καταστάσεως επιτρέπει να διατηρηθεί ζωντανή η υπηρεσιακή κατάσταση του μισθωτού μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της κυρίας δίκης, χωρίς να δημιουργείται αμετάκλητη κατάσταση, καθώς η κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων εκδιδόμενη απόφαση είναι προσωρινής ισχύος και βραχύβια και δεν επηρεάζει την έκβαση της κυρίας υπόθεσης (βλ.ΑΠ 1497/2000, Μ.Π.Θεσσ 21763/2005, Μ.Π.Α 1082, 1083/2004). Η λύση αυτή αρμόζει τόσο στην προστασία που παρέχει το ουσιαστικό δίκαιο και μάλιστα το Σύνταγμα στην προσωπικότητα και στο δικαίωμα εργασίας του μισθωτού, όσο και στην έννοια των ασφαλιστικών μέτρων (βλ. Λεβέντη σχόλια κάτω από την Μ.Π.Βόλου NOB 1982 1313 επ.), χωρίς να πρέπει να τίθεται με δικαστική απόφαση σε χειρότερη μοίρα το ένα από τα υποκείμενα της εργασιακής σχέσης και της δίκης, διότι τούτο επίσης προσκρούει στο Σύνταγμα και στις γενικές αρχές του δικαίου, που σε δεδομένο δημοκρατικό πολίτευμα έχουν ταχθεί για την προστασία και εξισορρόπηση των αμοιβαίων συμφερόντων (βλ. Αλ. Μητρόπουλου: «η απαγόρευση των ασφαλιστικών μέτρων στις εργατικές διαφορές» ΕΕΔ 50,σελ. 673 επ.).
Από την ένορκη εξέταση της μάρτυρος της αιτούσας ΜΒ, η οποία εξετάστηκε στο ακροατήριο, την υπ’ αριθ. 1204/2016 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Ειρηνοδίκου Αθηνών Ελένης Χύτα, την οποία προσκομίζει η αιτούσα, την εκτίμηση των εγγράφων που προσκομίζουν οι διάδικοι και από όλη γενικά τη διαδικασία πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα: Η αιτούσα, από τις 23/2/2006 τυγχάνει υπάλληλος της καθ’’ ης, με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, εργαζόμενη στο υποκατάστημα Ασπροπύργου Αττικής, ως υπάλληλος στατιστικών και οικονομικών υπηρεσιών, με μηνιαίες μικτές αποδοχές, που τελευταία ανέρχονταν σε ποσό 2.043,27 ευρώ. Στις 27/6/2015 προκηρύχθηκε από την Κυβέρνηση της Ελλάδας η διενέργεια δημοψηφίσματος για τις 5/7/2015 και κατόπιν αυτού δημοσιεύθηκε στις 28/6/2015 (ΦΕΚ Α 65) η υπ’ αριθ. 65/2015 Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ), με την οποία κηρύχθηκε τραπεζική αργία για το χρονικό διάστημα 28/6 – 6/7/2015, το οποίο παρατάθηκε μέχρι τις 20/7/2015. Κατά το διάστημα αυτό απαγορεύονταν η διενέργεια κάθε τραπεζικής εργασίας πλην των εξαιρέσεων που προβλέπονταν στο άρθρο πρώτο παρ. 2 του ΠΝΠ, ενώ στην παρ. 6 του πρώτου άρθρου της ΠΝΠ οριζόταν ότι «Η Τράπεζα της Ελλάδος επιβάλλει στα πιστωτικά ιδρύματα για κάθε παράβαση της παρούσας πρόστιμο ύψους έως του 1/10 του ποσού της αντίστοιχης συναλλαγής. Επιπλέον το πιστωτικό ίδρυμα υποχρεούται να καταγγείλει την σύμβαση εργασίας ή έργου του προσώπου που ευθύνεται για την παράβαση». Στα πλαίσια εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων, στις 2/7/2015, απεστάλη από την Διεύθυνση Οργάνωσης & Εταιρικού Σχεδιασμού της καθ’ ης, προς τις Μονάδες Δικτύου και τις Μονάδες Διοίκησης της, το υπ’ αριθ. 5207 υπηρεσιακό σημείωμα με θέμα την «απαγόρευση χρήσης θυρίδων καταστημάτων στο πλαίσιο λειτουργίας της ΠΝΠ 65/28-6-2015», σύμφωνα με το οποίο «απαγορεύεται ρητά η πρόσβαση στον χώρο των θυρίδων τόσο για τους μισθωτές όσο και για τα πληρεξούσια άτομα αυτών». Διαπιστώθηκε περαιτέρω ότι στις 3/7/2015, η μητέρα της αιτούσας, …, προσήλθε στο κατάστημα Αγίας Παρασκευής της καθ’ ης, όπου και συνοδευόμενη από την υπάλληλο της καθ’ ής …, ανέλαβε χρηματικό ποσό από την θυρίδα που εκμίσθωνε σε αυτό. Από την έρευνα που διενήργησε η καθ’ ης, δεδομένου ότι το ως άνω γεγονός συνιστούσε κατ’ αυτήν παράβαση της ως άνω ΠΝΠ, διαπιστώθηκε ότι η αιτούσα είχε επικοινωνήσει τηλεφωνικά με την … και την είχε παρακαλέσει να επιτρέψει στην μητέρα της την πρόσβαση στην θυρίδα της καθόσον είχε προκύψει ένα σοβαρό οικογενειακό πρόβλημα υγείας και ότι η πρόσβαση αυτή της επετράπη, με την σύμφωνη γνώμη του Αναπληρωτή Διευθυντή Κέντρου Επιχειρηματικής Τραπεζικής ΑΠ και της διευθύντριας του υποκαταστήματος …. Ακολούθως η καθ’ ης έκρινε ότι η αιτούσα ήταν συνυπαίτια της κατ’ αυτήν ως άνω παραβίασης της ως άνω ΠΝΠ, για το λόγο δε αυτό προέβη στην από 1/10/2015 καταγγελία της σύμβασης εργασίας της αιτούσας. Στη συνέχεια η αιτούσα άσκησε την από 4/11/2015 αγωγή της κατά της καθ’ ής, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (διαδικασία εργατικών διαφορών) με την οποία ζητά να αναγνωριστεί η ακυρότητα της ως άνω καταγγελίας για τους λόγους που αναφέρει σε αυτήν, να υποχρεωθεί η καθ’ ής να αποδέχεται τις υπηρεσίες της και να τις καταβάλει τις νόμιμες αποδοχές υπερημερίας της. Πιθανολογήθηκε περαιτέρω η ακυρότητα της ως άνω καταγγελίας δεδομένου ότι δεν προκύπτει ότι για το ανωτέρω περιστατικό διαπιστώθηκε από την Τράπεζα της Ελλάδος παράβαση των διατάξεων της επίδικης ΠΝΠ, δεν επιβλήθηκε πρόστιμο στην καθ’ ής σύμφωνα με το άρθρο πρώτο παρ. 6 της υπ’ αριθ. 65/2015 ΠΝΠ, ύψους έως του 1/10 του ποσού της αντίστοιχης συναλλαγής, όρος ο οποίος κρίνεται αναγκαίος για την καταγγελία της σύμβασης της αιτούσας, δεδομένου ότι ως μοναδικός λόγος αυτής φέρεται η παράβαση της ως άνω ΠΝΠ. Εφόσον λοιπόν δεν προηγήθηκε εποπτικός έλεγχος και επίσημη διαπίστωση της παράβασης από την Τράπεζα της Ελλάδος, με συνακόλουθη επιβολή προστίμου στην καθ’ ής, η συμμόρφωση της τελευταίας με τις διατάξεις του άρθρου πρώτου παρ. 6 της ΠΝΠ και η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας της αιτούσας καθίσταται άκυρη και καταχρηστική, εφόσον μοναδικός λόγος αυτής ορίζεται η παράβαση της ως άνω ΠΝΠ και δεν είναι δυνατόν για τις ίδιες παραβάσεις να υπέχει ευθύνη μόνο ο υπάλληλος, απειλούμενος μάλιστα με απόλυση και όχι η εργοδότρια τράπεζα. Επίσης πιθανολογήθηκε ότι συντρέχει επείγουσα περίπτωση για την προσωρινή ρύθμιση της εργασιακής σχέσης της αιτούσας με την καθ’ ής δεδομένου ότι ο μισθός της αιτούσας αποτελούσε το βασικό μέσο βιοπορισμού της, με αποτέλεσμα μετά την απόλυση της να μην μπορεί να ανταπεξέλθει στα αυξημένα έξοδα διαβίωσης της, αλλά και σε αυτά των ασθενών υπερηλίκων γονέων της τους οποίους ενισχύει οικονομικά. Για τους ανωτέρω λόγους πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση, να υποχρεωθεί η καθ’ ής να αποδέχεται προσωρινά τις υπηρεσίες της αιτούσας, με τα ίδια καθήκοντα και τις ίδιες αποδοχές πριν την από 1/10/2015 καταγγελία της καθ’ ης και μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της από 4/11/2015 και με αριθ. κατάθ. 113353/4115/2015 κύριας αγωγής της ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (διαδικασία εργατικών διαφορών) και να συμψηφισθεί η δικαστική δαπάνη των διαδίκων, ενόψει της ιδιαίτερης δυσχέρειας της ερμηνείας των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν (άρθρο 179 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
Δέχεται την αίτηση.
Υποχρεώνει την καθ’ ης να αποδέχεται προσωρινά τις υπηρεσίες της αιτούσας, με τα ίδια καθήκοντα και αποδοχές που αυτή είχε, πριν την από 1/10/2015 καταγγελία της σύμβασης εργασίας της από την καθ’ ης, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της από 4/11/2015 και με αριθ. κατάθ. 113353/4115/2015 κύριας αγωγής της αιτούσας ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (διαδικασία εργατικών διαφορών).
Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα σε έκτακτη δημόσια συνεδρίασή του στις 4 Οκτωβρίου 2016.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ