«Ίσως κάποιος πιστεύει, ότι τα μουσεία και η τέχνη γενικά βρίσκονται εκτός της πολιτικής. Με όλη την εμπειρία που έχω, θέλω να σας διαβεβαιώσω, ότι αυτό δεν ισχύει. Σε όλη την ιστορία, η τέχνη ήταν και εξακολουθεί να είναι ένα μέρος της πολιτικής, άρρηκτα συνδεδεμένο με τη δημόσια ζωή».
Διευθύντρια του Μουσείου Καλών Τεχνών της Οδησσού η Αλεξάντρα Κόβαλτσεκ είναι μία από τους επικεφαλής των εκατοντάδων μουσείων της χώρας, που αντιμετωπίζει εδώ και μέρες την ρωσική εισβολή.
Η Οδησσός, που για τους Έλληνες αποτελεί ένα κομμάτι του ιστορικού παρελθόντος μας ως προσφιλής πόλη επί αιώνες, διαδραματίζοντας σημαίνοντα ρόλο και στην Επανάσταση του ΄21 είναι υποψήφια και αυτή προς κατάληψη. Κυρίως λόγω της θέσης της, πολύ κοντά στη Χερσώνα (αρχαιοελληνική Χερσόνησος) που έχει ήδη καταληφθεί. Όσο για τα μουσεία της, που είναι πολλά, μαζί και το δικό μας μικρό Μουσείο της Φιλικής Εταιρείας βρίσκονται σε κίνδυνο, όπως όλα. Από τις πολεμικές επιχειρήσεις και από λεηλασίες. Είναι σαφές άλλωστε, ότι η κυρία Κόβαλτσεκ έχει δίκιο. Η τέχνη, ο πολιτισμός γενικά, ανέκαθεν χρησιμοποιήθηκε προς όφελος των δυνατών, ως διαπραγματευτικό όπλο, ως στοιχείο προπαγάνδας, ως λάφυρο.
Είναι γεγονός, ότι οι Ουκρανοί, όσον αφορά την πολιτιστική κληρονομιά τους ήταν ελάχιστα προετοιμασμένοι για την ρωσική εισβολή και τις πιθανές συνέπειές της. Αποδεικνύεται από τις υπεράνθρωπες προσπάθειες που καταβάλλουν σήμερα για την προστασία των πλέον ευπαθών έστω ή πολύτιμων έργων τέχνης, που βρίσκονται σε μεγάλα μουσεία. Φυσικά πάντα υπάρχουν τα σχέδια για έκτακτες καταστάσεις και προφανώς αυτά ακολουθούν. Όπως είναι βέβαιο επίσης, ότι τουλάχιστον τα πολύτιμα χρυσά αντικείμενα –αρχαίοι θησαυροί, εκκλησιαστικά και άλλα– θα έχουν ήδη τοποθετηθεί σε θησαυροφυλάκια ή μυστικές κρύπτες.
Ο κύριος όγκος όμως του περιεχομένου των μουσείων πρέπει να μεταφερθεί με ασφάλεια σε καταφύγια –συνήθως στα υπόγεια των κτιρίων– κάτι που είναι πραγματικά κάτι δύσκολο και χρονοβόρο. Το «σφράγισμα» των μουσείων είναι επίσης επιβεβλημένο. Όσο για το πλήθος των αγαλμάτων που κοσμούν τις πόλεις αλλά δεν μπορούν να μετακινηθούν, η επιλογή του αμπαλαρίσματος με προστατευτικά υλικά, όπως δείχνουν οι εικόνες που φθάνουν από την Ουκρανία μπορεί να είναι μία λύση, όπως επίσης και η κάλυψή τους με σάκους τσιμέντου.
Οι βομβαρδισμοί όσο και οι μάχες μέσα στις πόλεις συνιστούν τον κατ΄εξοχήν κίνδυνο φυσικά, για μνημεία και μουσεία, ακόμα κι αν δεν υπάρχει εξ αρχής πρόθεση για την στόχευσή τους. Ο πόλεμος είναι πόλεμος, εξ ορισμού επιφέροντας την καταστροφή.
Έργα της ουκρανικής και ρωσικής τέχνης, αρχαία ελληνικά, σκυθικά και βυζαντινά, μεσαιωνικά, της νεότερης ιστορίας και της δυτικής τέχνης περιλαμβάνονται στις συλλογές των μουσείων, κρατικών και ιδιωτικών. Ένας πλούτος, που προβάλλει την πολυκύμαντη ιστορία της περιοχής, που βρίσκεται στο όριο Ανατολής-Δύσης με όλα τα πλεονεκτήματα αλλά και τις συνέπειες που είχε αυτό. Ας δούμε έτσι μερικά από τα μουσεία της Ουκρανίας με τους θησαυρούς τους
Οι εθνικοί θησαυροί
Το Εθνικό Μουσείο της Ιστορίας της Ουκρανίας, ένα από τα σπουδαιότερα της χώρας, αφηγείται την ιστορία της από την αρχαιότητα ως σήμερα μέσα από 22.000 εκθέματα, μικρό μέρος των 800.000 που κατέχει. Οι συλλογές του είναι αρχαιολογικές, νομισματικές, εθνογραφικές αλλά και συλλογές όπλων, χειρόγραφα, βιβλία ,εκτυπώσεις, πίνακες , επίσης αντικείμενα διακοσμητικών και εφαρμοσμένων τεχνών, καθώς όμως και στοιχεία του ουκρανικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος του 20ού αιώνα.
Στην διάρκεια της ιστορίας του, από το 1899, που ξεκίνησε ως Μουσείο Αρχαιοτήτων και Τεχνών στο Κίεβο ως σήμερα άλλαξε αρκετές φορές ονομασία αλλά και χώρους στέγασης. Για να βρεθεί όμως από το 1944 στο κτίριο της πρώην σχολής Καλών Τεχνών, που είχε σχεδιάσει ο διάσημος αρχιτέκτονας Ιωσήφ Καράκις. Είχε προηγηθεί ωστόσο στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου η κλοπή από τα γερμανικά ναζιστικά στρατεύματα μεγάλου μέρους των πολύτιμων αντικειμένων του, που είχαν μεταφερθεί στη Γερμανία. Ένα μέρος τους επέστρεψε το 1947 αλλά στο μεταξύ σημαντικός αριθμός τους είχε χαθεί οριστικά.
Παράρτημά του είναι το Μουσείο Ιστορικών Θησαυρών, περισσότερο γνωστό ως «Μουσείο Σκυθικού Χρυσού», που βρίσκεται στην περιοχή του μοναστηριού του σπηλαίου του Κιέβου-Πετσέρσκ. Εδώ πράγματι υπάρχει ο χρυσός των σκυθών βασιλιάδων, λαμπερός και περιζήτητος τόσο, ώστε να έχει ξεκινήσει και ο Ιάσονας με τους Αργοναύτες του για να τον αναζητήσει ως χρυσόμαλλο δέρας…
Σπουδαιότερο κομμάτι της συλλογής είναι ο χρυσός θώρακας, που βρέθηκε στα τάφο σκύθη βασιλιά αλλά και τα κοσμήματα μιας βασίλισσας. Επίσης έργα ρώσων χρυσοχόων του 14ου – 16ου αιώνα, Ευαγγέλια και εκκλησιαστικά σκεύη του 17ου – 18ου αιώνα, εβραϊκά τελετουργικά αντικείμενα και αριστουργήματα πολωνών και γερμανών κοσμηματοπωλών του 19ου – 20ού αιώνα.
Ουκρανική τέχνη
Ένα μουσείο με περιπετειώδη ιστορία πίσω του, αφού άλλαξε ονομασίες αλλά και περιεχόμενο είναι το Εθνικό Μουσείο Τέχνης της Ουκρανίας στο Κίεβο, που παρ΄ότι ιδρύθηκε από τα τέλη του 19ου αιώνα απέκτησε την τελική μορφή του το 1994. Διαθέτει σχεδόν 40.000 εκθέματα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται έργα ουκρανικής ζωγραφικής και γλυπτικής από την εποχή της Ρωσίας του Κιέβου έως τις μέρες μας.
Είναι διάσημο για τις ουκρανικές συλλογές εικόνων, όπως το σπάνιο ξύλινο ανάγλυφο «Άγιος Γεώργιος» του 12ου αιώνα βυζαντινής προέλευσης, επίσης η «Παναγία Οδηγήτρια», «Ο Άγιος Γεώργιος φονεύει τον δράκο», «Το Πάθος του Χριστού» κ.ά. Εξαιρετική είναι επίσης η συλλογή της ουκρανικής τέχνης μπαρόκ και εδώ συναντά κανείς μπαρόκ εικόνες, όπως των Μεγαλομαρτύρων Αναστασίας και Ιουλίας, Βαρβάρας και Αικατερίνης, εικόνες από εργαστήρια της Λαύρας Κιέβου-Πετσέρσκ από το εικονοστάσι της Εισόδου του Καθεδρικού Ναού της Κοίμησης στην Ιερουσαλήμ και της Γέννησης (1729) κ.ά. Πορτρέτα Ουκρανών του 18ου αιώνα, που αντιπροσωπεύουν το πρώτο κοσμικό είδος στην ουκρανική ζωγραφική περιλαμβάνονται επίσης, όπως και συλλογή έργων λαϊκής ζωγραφικής.
Το μουσείο στεγάζεται σε νεοκλασικής αρχιτεκτονικής κτίριο του 1898 με χαρακτηριστικά πέρα από τα άλλα στοιχεία του, τα δύο γλυπτά λιοντάρια στην κορυφή της σκάλας του.
Η Οδησσός αρχαία και νέα
Από τα παλαιότερα αρχαιολογικά μουσεία στην Ουκρανία είναι το Αρχαιολογικό Μουσείο της Οδησσού, αφού ιδρύθηκε το 1825. Η βόρεια ακτή της Μαύρης Θάλασσας, εκεί όπου ίδρυσαν τις αποικίες τους οι αρχαίοι Έλληνες και γενικότερα η νότια Ουκρανία είναι η κατ΄ εξοχήν πηγή από την οποία έχουν προέλθει τα έργα που φιλοξενεί.
Το σημερινό κτίριο του μουσείου ολοκληρώθηκε το 1883 και σ΄ αυτό εκτίθεται ένα μέρος από τα 170.000 αντικείμενα που κατέχει, από την Εποχή του Λίθου ξεκινώντας και φθάνοντας ως τον Μεσαίωνα.
Η συλλογή αρχαιοτήτων είναι η πλουσιότερη στη χώρα, με ιδιαίτερη έμφαση μάλιστα στην αρχαία γλυπτική. Από τα 50.000 νομίσματα που φυλάσσονται στο μουσείο, τα πιο σπάνια από χρυσό και άργυρο όπηκαν στην αρχαία Ελλάδα, τη Ρώμη, το Βυζάντιο και τη Ρωσία του Κιέβου (εκτίθεται και το «χρυσό νόμισμα» του πρίγκιπα Βολοντιμίρ, ενός εκ των δύο στην Ουκρανία και των 11 γνωστών στον κόσμο). Διάσημα επίσης τα ευρήματα από τα σκυθικά και τα σαρματικά νεκροταφεία ενώ η συλλογή αιγυπτιακών αρχαιοτήτων είναι η τρίτη μεγαλύτερη στην πρώην ΕΣΣΔ.
Σε ένα παλάτι των αρχών του 19ου αιώνα στεγάζεται το Εθνικό Μουσείο Καλών Τεχνών της Οδησσού, που φιλοξενεί σήμερα πάνω από 10.000 έργα τέχνης, συμπεριλαμβανομένων και των γνωστότερων Ρώσων και Ουκρανών του τέλους του 19ου και αρχών του 20ού αιώνα. Το κτίριο είναι ένα αρχιτεκτονικό μνημείο νεοκλασικού ρυθμού, που σχεδιάστηκε αρχικά ως κατοικία ενός πλούσιου γαιοκτήμονα και διπλωμάτη του Σεβέριν Ποτότσκι ενώ για ένα διάστημα, από το 1888 είχε αγοραστεί από τον έλληνα δήμαρχο της Οδησσού Γρηγόριο Μαρασλή. Ο ίδιος το πούλησε το 1892 στην Εταιρεία Καλών Τεχνών της Οδησσού και έτσι άρχισε να δημιουργείται το μουσείο με πυρήνα της συλλογής του τους πίνακες, που δωρίστηκαν από την Αυτοκρατορική Ακαδημία Τεχνών της Αγίας Πετρούπολης.
Οι ξένοι
Το Μουσείο Δυτικής και Ανατολικής Τέχνης της Οδησσού διαθέτει μία από τις καλύτερες συλλογές ξένης τέχνης στην Ουκρανία. Ιδρύθηκε το 1923 με βάση ιδιωτικές συλλογές, καθώς και έργα που προήλθαν από το Μουσείο Καλών Τεχνών της Πόλης και το Πανεπιστήμιο Νοβοροσίσκι. Αργότερα, ενισχύθηκε με νέα αποκτήματα από το Ερμιτάζ, το Μουσείο Δυτικής και Ανατολικής Τέχνης του Κιέβου και το Κρατικό Μουσείο Καλών Τεχνών Πούσκιν με αποτέλεσμα σήμερα να διαθέτει μία συλλογή που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων έργα των Καραβάτζιο, Νταβίντ, Ρούμπενς, Φρανς Χολς και άλλων.
Η τέχνη της Κίνας, της Ιαπωνίας, της Ινδίας, του Ιράν και του Θιβέτ, επίσης είναι παρούσα με μεταξωτές ζωγραφιές, πορσελάνες, εκπληκτικά κεντήματα, αρχαία όπλα, αγαλματίδια και άλλα αντικείμενα από τον 16ο και τον 17ο αιώνα. Όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα του «Η συλλογή δεν ισχυρίζεται ότι παρέχει μια εξαντλητική αναπαράσταση όλων των μεγάλων περιόδων της ιστορίας της τέχνης, αλλά περιέχει μια σειρά από λαμπρά έργα από εξαιρετικούς καλλιτέχνες».
Το μουσείο στεγάζεται σε ένα παλάτι των μέσων του 19ου αιώνα, που ενσωματώνει στοιχεία του μπαρόκ, της αυτοκρατορίας και του ροκοκό.
Και τέλος το Μουσείο της Φιλικής Εταιρείας. Το σπίτι του εθνικού ευεργέτη Γρηγορίου Μαρασλή, σπουδαίου επιχειρηματία του 19ου αιώνα στην Οδησσό και δημάρχου της πόλης επί δεκαέξι χρόνια, από το 1878 ως το 1895 ήταν το πρώτο καταφύγιο των Φιλικών. Βρίσκεται στην οδό Κράσνι Παρεούλοκ 18 και από το 1994 που ανακαινίστηκε με πρωτοβουλία του Ιδρύματος Ελληνικού Πολιτισμού μετατράπηκε μαζί με τα γειτονικά του οικήματα σε Μουσείο της Φιλικής Εταιρείας, που είχε ιδρυθεί ήδη από το 1979.
Πρωτότυπα έργα που αναφέρονται στην δράση των Φιλικών, όπως χάρτες, γκραβούρες, έγγραφα με τον κρυπτογραφικό κώδικα της Εταιρείας, χειρόγραφα, επιστολές και χειρόγραφες προκηρύξεις του Αλέξανδρου Υψηλάντη, προσωπογραφίες και σφραγίδες του ίδιου, του Εμμανουήλ Παπά και του Εμμανουήλ Ξάνθου και άλλων, κατάλογοι μελών περιλαμβάνονται στα εκθέματα του μουσείου. Στη βιβλιοθήκη του εξάλλου υπάρχουν περί τις 6.000 τόμοι βιβλίων καθώς επίσης και αυθεντικά αντικείμενα της εποχής.