Ο Ρήγας Φεραίος , ο πρωτομάρτυρας της Ελληνικής Επανάστασης
Μαθητής στο Ελληνομουσείο της Ζαγοράς
O Ρήγας γεννήθηκε στο Βελεστίνο της Θεσσαλίας (όπου η αρχαία πόλη Φεραί) το 1757, από εύπορη οικογένεια. Ο πατέρας του ονομαζόταν Κυριαζής και η μητέρα του Μαρία και φέρεται πως είχε μία αδελφή την Ασήμω. Ο Pouqeville αναφέρει πως είχε και αδελφό, ο οποίος μάλιστα συμμετείχε στην επανάσταση του 1821. «Ρήγας» είναι το βαπτιστικό του όνομα, το οποίο ήταν πολύ συνηθισμένο τότε στην περιοχή της Μαγνησίας. Ο Ρήγας, γνωστός στο Βελεστίνο ως γιος του Κυρίτση, όταν βρέθηκε στο γειτονικό Πήλιο, μαθητής, έγινε εκεί περισσότερο γνωστός ως «Ρήγας Βελεστινλής». Πήρε λοιπόν και κράτησε το Βελεστινλής ως επώνυμο, και σε όλα τα έργα του υπογράφεται «Ρήγας Βελεστινλής Θετταλός».
Το Βελεστίνο, εύφορη περιοχή της Θεσσαλίας και κόμβος συγκοινωνιών, ήταν κατοικημένο από πολλούς τούρκους. Στους χριστιανικούς μαχαλάδες τους οι Έλληνες ζούσαν μια δύσκολη ζωή, εκτεθειμένοι σε καθημερινούς κινδύνους. Ο Ρήγας ήταν ίσως από ευκατάστατη οικογένεια γι’ αυτό και τον έστειλαν στο γειτονικό Πήλιο να μάθει γράμματα. Τα νεανικά χρόνια του Ρήγα Φεραίου είναι βυθισμένα στην αχλύ του θρύλου και είναι δύσκολο να ανιχνευθούν τα πραγματικά γεγονότα. Τα πρώτα του γράμματα λέγεται ότι τα διδάχθηκε από ιερέα του Βελεστίνου και κατόπιν στη Ζαγορά. Καθώς διψούσε για μάθηση, ο πατέρας του τον έστειλε στα Αμπελάκια για περαιτέρω μόρφωση.
Στη Ζαγορά του Πήλιου λειτουργούσε τότε το καλύτερο σχολείο της περιοχής. Είχαν φροντίσει και φρόντιζαν γι’ αυτό ταξιδεμένοι Ζαγοριανοί, ο συγχωριανός τους τέως πατριάρχης Καλλίνικος Γ΄, ο οποίος είχε αποσυρθεί τότε στη γενέτειρά του, ο Ιωάννης Πρίγκος, που είχε φέρει από την Ευρώπη μια πλούσια βιβλιοθήκη κ.ά.
Ο Ρήγας βρήκε εκεί καλούς δασκάλους και πήρε την καλύτερη μόρφωση που μπορούσε να πάρει τότε ένας φιλομαθής Θεσσαλός. Διδάχθηκε τα «καλά γράμματα» της εποχής, αλλά και κάποιες «επιστημονικές» γνώσεις.
Ο Ρήγας ήταν 12 χρονών περίπου, όταν ξέσπασαν τα Ορλοφικά (1769-1774, αναβρασμός του πρώτου Ρωσοτουρκικού Πολέμου και τις φοβερές αντεκδικήσεις τακτικών και άτακτων στιφών που κατέβαιναν να καταπνίξουν τις επαναστατικές κινήσεις των ραγιάδων). Λέγεται ότι μετά την αποφοίτησή του από το σχολείο της Ζαγοράς, διετέλεσε και δάσκαλος για ένα χρόνο στο γειτονικό χωριό Κισσός.
Στην ηλικία των είκοσι ετών σκότωσε στο Βελεστίνο έναν Τούρκο πρόκριτο και κατέφυγε στο Λιτόχωρο του Ολύμπου, όπου κατατάχθηκε στο σώμα των αρματολού θείου του Σπύρου Ζήρα. Αργότερα βρίσκεται στο Άγιο Όρος, φιλοξενούμενος του ηγουμένου της μονής Βατοπεδίου, Κοσμά.
Στην Πόλη, την Βλαχία και την Βιέννη
Στο Άγιο Όρος έμεινε πολύ λίγο. Μετά την Συνθήκη του Κιουτσούκ – Καϊναρτζή (1774), όταν ξανάνοιξαν οι δρόμοι και άρχισαν πάλι τα «Ζαγοριανά καράβια» να διασχίζουν τις θάλασσες, πήρε κι ο Ρήγας τον δρόμο της ξενιτιάς. Πολλοί Πηλιορείτες ταξίδευαν τότε και ήταν άριστα εγκατεστημένοι στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι και ο Ρήγας φεύγει και πηγαίνει στην Κωνσταντινούπολη, όπου μαθαίνει ξένες γλώσσες και αυξάνει τις γνώσεις του κοντά στους Φαναριώτες. Ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, στην οικία του πρίγκιπα Αλέξανδρου Υψηλάντη, όπου διεύρυνε τις σπουδές του στη Γαλλική και τη Γερμανική γλώσσα. Όταν ο Υψηλάντης έφυγε για το Ιάσιο, προκειμένου να γίνει ηγεμόνας της Μολδαβίας, ο Ρήγας τον ακολούθησε. Διαφωνώντας με τον Υψηλάντη έγινε γραμματέας του ηγεμόνα της Βλαχίας Μαυρογένη και ταξίδεψε για το Βουκουρέστι, όντας πλέον στην ηλικία των 30 χρόνων. Μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο και την ήττα της Τουρκίας ο Μαυρογένης αποκεφαλίστηκε ως υπαίτιος της ήττας και ο Ρήγας κατέφυγε στη Βιέννη, την οποία έκανε έδρα της επαναστατικής δράσης του.
Η δεκαετία του 1780 υπήρξε αποφασιστικής σημασίας για τη διαμόρφωση του ιδεολογικού προσανατολισμού του Ρήγα. Οι ιδέες του ωρίμασαν υπό την επίδραση του γαλλικού φιλοσοφικού εγκυκλοπαιδισμού, ο οποίος δέσποζε στην όψιμη φαναριώτικη παιδεία των παρίστριων ηγεμονιών. Στο Βουκουρέστι ο Ρήγας βρέθηκε στην πνευματική τροχιά της φαναριώτικης λογιοσύνης που περιέβαλλε τον μεγάλο κλουτζιάρη Δημήτριο Καταρτζή, την πιο επιβλητική πνευματική φυσιογνωμία της εποχής, γνήσιο φορέα του εγκυκλοπαιδισμού. Στο πνευματικό αυτό περιβάλλον ο Ρήγας φαίνεται ότι συνδέθηκε ιδιαίτερα με τον ριζοσπαστικότερο εκπρόσωπο του Διαφωτισμού στη Βλαχία, τον Ιώσηπο Μοισιόδακα. Γνωρίστηκε επίσης και συνδέθηκε φιλικά με τους πιο αξιόλογους Έλληνες λογίους στον κύκλο του Καταρτζή: τον Γρηγόριο Κωνσταντά και τον Δανιήλ Φιλιππίδη, Πηλιορείτες συγγραφείς της Νεωτερικής Γεωγραφίας, τον Παναγιώτη Κοδρικά, μεταφραστή του Fontenelle, τον Νεόφυτο Δούκα, τον Κωνσταντίνο Σταμάτη και τον Αθανάσιο Χριστόπουλο, που απάρτιζαν τη γενεά της ωριμότητας του ελληνικού Διαφωτισμού. Ο Ρήγας ανέπτυξε επίσης δεσμούς με φιλελεύθερους Γάλλους διανοουμένους και διπλωμάτες στο Βουκουρέστι […]. Σ’ αυτό το πνευματικό περιβάλλον κατέστρωσε το διαφωτιστικό του πρόγραμμα, το οποίο προσπάθησε να θέσει σε εφαρμογή μέσω των εκδοτικών του δραστηριοτήτων. Κατά τη διάρκεια δύο τουλάχιστον επισκέψεών του στη Βιέννη, στη δεκαετία του 1790, συγκρότησε ένα εντυπωσιακό corpusέργων, που έθεταν το Διαφωτισμό σε πράξη, με την εκλαΐκευση της πνευματικής και ηθικής του φυσιογνωμίας και τη ρητή διατύπωση ριζοσπαστικών πολιτικών αιτημάτων.
Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης, Ρήγας Βελεστινλής. Θεωρία και πράξη, Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα 1998, 19-21.Εξώφυλλο του βιβλίου «Σχολείον των ντελικάτων εραστών»
σε μετάφραση του Ρήγα (Βιέννη, 1790).
Αργότερα, εγκαταστάθηκε στη Βλαχία, όπου υπήρχε κάποια ελευθερία και γειτνίαζε με την Ευρώπη. Εκεί διορίστηκε γραμματέας του ηγεμόνα της Βλαχίας Νικολάου Καρατζά. Το 1788 έχει ένα μεγάλο κτήμα με πολλά υποστατικά, κοπάδια κ.λπ. Ένας «γραμματικός» μπορούσε να είναι και υπάλληλος της ηγεμονικής Αυλής, αλλά και ελεύθερος επαγγελματίας. Με τις πνευματικές και τις άλλες του ικανότητες κατόρθωσε να σταδιοδρομήσει στις παραδουνάβιες Ηγεμονίες και να αναδειχθεί. 30 χρονών περίπου, ήταν ήδη ευκατάστατος, γνωστός στην «καλή κοινωνία» των Φαναριωτών και των βογιάρων της Βλαχίας.
Το 1790 ο Ρήγας είχε την ευκαιρία να βρεθεί για 6 περίπου μήνες στη Βιέννη. Τον πήρε μαζί του από το Βουκουρέστι, ως διερμηνέα και «γραμματικό» του, ένας ανώτερος αξιωματούχος, ο Μέγας Σερδάρης Χριστόδουλος Κιρλιάνος, ο οποίος, για τις εκδουλεύσεις που είχε προσφέρει στους Αυστριακούς, τιμήθηκε από τον Αυτοκράτορα με τίτλο ευγενείας και έγινε Βαρώνος του Λάνγκενφελτ. Ο Ρήγας ως συνοδός και διερμηνέας του Βαρώνου, έζησε μαζί του την μεγάλη ζωή της Βιέννης και είχε εκεί υψηλές γνωριμίες.
Στη Βιέννη συνεργάτες του ήσαν κυρίως Έλληνες έμποροι ή σπουδαστές, αλλά οι σημαντικότεροι από αυτούς ήταν οι αδελφοί Πούλιου, από τη Σιάτιστα της Μακεδονίας, τυπογράφοι. Στο τυπογραφείο τους τύπωσε την επαναστατική του προκήρυξη σε χιλιάδες αντίτυπα, προκειμένου να μοιραστούν στους Έλληνες των υπόλοιπων φιλελεύθερων περιοχών των Βαλκανίων. Το πρώτο μέλημα του Ρήγα, μόλις έφθασε στη Βιέννη, ήταν να κατευθυνθεί στα εκεί τυπογραφεία και να παραδώσει για έκδοση τα χειρόγραφα 2 βιβλίων που έφερνε μαζί του. Το πρώτο ήταν το «Σχολείον των ντελικάτων εραστών» και το δεύτερο βιβλίο «Φυσικής Απάνθισμα».
Ο Ρήγας απέβλεπε στην απελευθέρωση και ενοποίηση όλων των Βαλκανικών λαών και φυσικά όλου του ελληνικού στοιχείου που ήταν διασκορπισμένο στην Ανατολή και τα ευρωπαϊκά κέντρα. Επηρεασμένος από τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, πίστεψε βαθιά στην ανάγκη της επαφής των Ελλήνων με τις νέες ιδέες που σάρωναν την Ευρώπη και αυτό τον ώθησε στη συγγραφή ή μετάφραση βιβλίων σε δημώδη γλώσσα και τη σύνταξη της Χάρτας, ενός μνημειώδους για την εποχή του χάρτη, διαστάσεων 2,07 x 2,07 μ, που αποτελείτο από επί μέρους τμήματα.
Παράλληλα με τις εκδοτικές του δραστηριότητες, ο Ρήγας προετοίμαζε και την αναχώρησή του από την Αυστρία, κυρίως εξαιτίας του επαναστατικού κλίματος που είχε καλλιεργήσει η Γαλλική Επανάσταση και της διάθεσής του να ενισχύσει τις προσπάθειες του Ναπολέοντα. Οι πληροφορίες για τη μυστική επαναστατική δράση του Ρήγα είναι ασαφείς και προέρχονται κυρίως από μαρτυρίες βιογράφων και και πληροφορίες τις οποίες απέσπασε η ανάκριση των Αυστριακών αρχών μετά τη σύλληψη του Ρήγα και των συντρόφων του. Το συμπέρασμα ούτως ή άλλως είναι ότι δεν υπήρχε οργανωμένος επαναστατικός συνομωτικός πυρήνας αλλά διάσπαρτες επαφές με ομοεθνείς, τους οποίους διήγειρε ο επαναστατικός ενθουσιασμός του Ρήγα. Η τελευταία φάση προετοιμασίας του συνδέεται με δύο επαναστατικές προκηρύξεις, το Επαναστατικό Μανιφέστο και την Προκήρυξη, που τυπώθηκε σε μεγάλο αριθμό αντιτύπων. Οι δύο προκηρύξεις στάλθηκαν στον Αντώνη Νιώτη στην Τεργέστη, για να τα παραλάβει ο Ρήγας και να τα προωθήσει στην Ελλάδα. Η επιστολή, όμως, με την οποία ενημέρωνε ο Ρήγας για την αποστολή των εντύπων του, έπεσε στα χέρια του Δημητρίου Οικονόμου, εμπορικού συνεργάτη του Αντώνιου Κορωνιού, προς τον οποίο απευθυνόταν η επιστολή. Ο Οικονόμου κατέδωσε και τους δύο στην αυστριακή αστυνομία.
Το 1791 επιστρέφει και πάλι στο Βουκουρέστι, έχοντας κοντά του την μητέρα του και τον αδελφό του. Ο Ρήγας πηγαινοερχόταν στο κτήμα του, ήταν αρκετά γνωστός και είχε πολλές σχέσεις με τους εκεί Γάλλους.
Στην Βιέννη επιστρέφει το 1796. Εκεί τυπώνει, πρώτα, μια σειρά από χάρτες (όπως την «Χάρτα της Ελλάδος»), μετά το «Νέος Ανάχαρσις» και έπειτα το «Ηθικός Τρίπους», ο «Θούριος» κ.ά.
Το πρώτο του δημοσίευμα είναι στα 1790, μια μετάφραση, το Σχολείον των ντελικάτων εραστών, ήτοι βιβλίον ηθικόν περιέχον τα περίεργα συμβεβηκότα των ωραιοτέρων γυναικών των Παρισίων ακμαζουσών κατά τον παρόντα αιώνα. Πιθανότατα έχει προηγηθεί ο Ανώνυμος του 1789, από κλίμα οικείο στον Ρήγα. Πάντως το Σχολείον προωθεί έντονα την ελληνική παιδεία και ειδικότερα την λογοτεχνία μέσα σε ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό: ο Ανώνυμος μαρτυρεί τι εσκέπτονταν τότε κάποιες ομάδες λογίων· το Σχολείον μάς πληροφορεί τι εδιάβασαν οι χρήστες του ελληνικού βιβλίου. Ως τον χρόνο αυτόν, οι απόπειρες για σύνθεση ή δημοσίευση μυθιστορημάτων στα νεοελληνικά είναι αδέξιες και χωρίς πραγματικό ενδιαφέρον.
Κ.Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ως την εποχή μας, Εκδόσεις «Γνώση», Αθήνα 2000 (9η έκδ.), 221.
Τον ίδιο χρόνο με το Σχολείον, το 1790, στη Βιέννη πάντα, εκδίδει ο Ρήγας και ένα εγχειρίδιο φυσικής (Φυσικής απάνθισμα), συνερασμένο από γαλλικά και γερμανικά βιβλία. Αναγγέλλει επίσης ότι θα τυπώσει μια μετάφραση του Esprit des lois του Montesquieu. Το πνεύμα του γαλλικού διαφωτισμού και η εκλαϊκευμένη επιστήμη προσφερμένα στην υπηρεσία του έθνους. […]
Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1998 (9η έκδ.), 127.
[…] Για να κάνει τη συνεισφορά στον διαφωτισμό των συμπατριωτών του πιο αποτελεσματική, συνέθεσε το έργο [Φυσικής απάνθισμα] σε μορφή διαλόγου, με συνομιλητές έναν δάσκαλο και έναν μαθητή, ακολουθώντας τη μέθοδο του Fontenelle. Καθώς αναπτυσσόταν ο διάλογος, ο φωτισμένος δάσκαλος αναιρούσε τις πλανημένες και αυθαίρετες δοξασίες του μαθητή του σχετικά με τα φυσικά φαινόμενα και του μετέδιδε τις βασικές γνώσεις της νεότερης επιστήμης. Πρόθεση αυτής της μεθόδου ήταν να ανοίξει τους ορίζοντες της σύγχρονης επιστημονικής γνώσης κεντρίζοντας το ενδιαφέρον του νέου για τις μαθηματικές επιστήμες, ώστε να τον καταστήσει ικανό να διαβάζει «βαθύτερα βιβλία περί αυτής της επιστήμης». […] Στόχος του ήταν η σαφήνεια στην έκθεση των πραγμάτων, έτσι ώστε «η ακατάληπτος φυσική» να γίνει κατανοητή σε όλους. Γι’ αυτό διάλεξε να γράψει «εις απλούν ύφος», ακολουθώντας και στο ζήτημα της γλώσσας τη διδασκαλία του Μοισιόδακα. […] Με τις επιλογές αυτές ο Ρήγας, όπως και οι συγγραφείς της Νεωτερικής Γεωγραφίας, προανήγγειλε τη στράτευση της τρίτης γενεάς των Ελλήνων «φιλοσόφων» στην υπηρεσία των ιδεών του δημοκρατικού Διαφωτισμού. Η ανεπιφύλακτη προτίμηση για το έργο του Rousseau ήταν αποκαλυπτική του νέου ιδεολογικού κλίματος που είχε αντικαταστήσει τον «αριστοκρατικό» Διαφωτισμό του Βούλγαρη.
Η κριτική ήταν η κατ’ εξοχήν μέθοδος της νέας αντίληψης του Διαφωτισμού. Στο έργο Φυσικής Απάνθισμα ο Ρήγας κατηύθυνε την κριτική του κατά της αυθεντίας και της δεισιδαιμονίας. […]
[…]
Οι κραδασμοί που η νέα επιστήμη θα δημιουργούσε έγιναν αντιληπτοί όταν η συζήτηση έφτασε στο αμφιλεγόμενο ακόμη για την ελληνική κοινωνία κοσμολογικό ζήτημα της κίνησης της Γης. Ο Ρήγας γνώριζε ότι όσοι έπαιρναν την Παλαιά Διαθήκη κατά γράμμα και επαναπαύονταν στην κοσμολογία των ιερών κειμένων υποστήριζαν τη γεωκεντρική άποψη και πίστευαν ότι ο Ήλιος κινείται γύρω από τη Γη. Ένας σοφός Ιταλός όμως, ο Γαλιλαίος, είχε διαπιστώσει το παράλογο αυτής της αντίληψης και υποστήριξε πρώτος την ηλιοκεντρική θεωρία, αλλά φιμώθηκε από την Ιερά Εξέταση και μόλις κατάφερε να αποφύγει την πυρά. Ωστόσο η αλήθεια τελικά εθριάμβευσε, έστω και αν σίγησε ο Γαλιλαίος, γιατί ένας Πρώσος, ο Νικόλαος Κοπέρνικος, που είχε την τύχη να ζει «εις έναν τόπον, όπου βασιλεύει η ελευθερία», μακριά από «τους ιερούς κεραυνούς των αφορισμών του αγίου θρόνου του πάπα», είχε ήδη επεξεργαστεί τις ίδιες ιδέες συνάγοντας τα σχετικά επιστημονικά συμπεράσματα. Αυτή η μεγάλη νίκη της επιστήμης και της αλήθειας, η οποία είχε εκτοπίσει τις ψευδείς δοξασίες και την αμάθεια τόσων αιώνων, μπορούσε να επιτευχθεί μόνο σε μια χώρα όπου βασίλευε η ελευθερία και όπου η ρήση του AlbrechtvonHaller «Όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά» είχε πρακτική ισχύ. Αυτό ήταν το πραγματικό μήνυμα του Ρήγα προς τους συμπατριώτες του στο Φυσικής Απάνθισμα.
Το όραμά του για την ελευθερία δεν περιοριζόταν στη χειραφέτηση του πνεύματος των συμπατριωτών του από τα δεσμά της δεισιδαιμονίας. Ένιωθε ότι η απελευθέρωση θα έπρεπε να επεκταθεί και στο χώρο του συναισθήματος. Διαφωτισμός της σκέψης και ελευθερία των συναισθημάτων εμπέδωναν από κοινού την ανθρώπινη χειραφέτηση. Οι σκέψεις αυτές κατοπτρίζονταν σε ένα άλλο τμήμα της πρώτης περιόδου του διαφωτιστικού προγράμματος του Ρήγα, και συγκεκριμένα στη διασκευή για Έλληνες αναγνώστες μιας συλλογής έξι διηγημάτων από το έργο του Restif de la Bretonne, Les Contemporaines mêlées. Το βιβλίο του Ρήγα δημοσιεύτηκε το 1790 με τον τίτλο Σχολείον των ντελικάτων εραστών. Το περιεχόμενο ήταν αρκετά τολμηρό για τα ήθη της εποχής και γι’ αυτό στο προλογικό του σημείωμα προς τους αναγνώστες ο Ρήγας θέλησε να προλάβει τις ενδεχόμενες σεμνότυφες επικρίσεις, επισημαίνοντας ότι οι ερωτικές ιστορίες των διηγημάτων κατέληγαν όλες «εις υπανδρείαν, η οποία είναι μυστήριον». Πρόθεσή του ήταν να συνεισφέρει στην αναμόρφωση της κοινωνικής ηθικής κατά το πρότυπο της ευρωπαϊκής εμπειρίας, απευθυνόμενος στην ευαισθησία των νέων και των δύο φύλων. Οι ιστορίες διαδραματίζονταν στο Παρίσι, το οποίο, από τις αρχές ήδη του δέκατου όγδοου αιώνα, ασκούσε τη γοητεία της πρωτεύουσας των φώτων στα πνεύματα των Ελλήνων.
Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης, Ρήγας Βελεστινλής. Θεωρία και πράξη, Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα 1998, 23-28.
Μελοποιημένα ποιήματα του Ρήγα.
[…] Η παράλληλη δημοσίευση επιστημονικών έργων και λογοτεχνικών μεταφράσεων θα εξακολουθήσει και κατά τη δεύτερη παραμονή του Ρήγα στη Βιέννη· μόνο που τώρα θα προστεθούν οι χάρτες και τα επαναστατικά φυλλάδια. Από όλη αυτή τη γόνιμη παραγωγή, ένα έργο πρωτότυπο πρέπει ιδιαίτερα να τραβήξει την προσοχή μας: ο Θούριος, η έμμετρη επαναστατική προκήρυξη του Ρήγα:
Ως πότε παλικάρια να ζούμεν στα στενά
μονάχοι σαν λιοντάρια στες ράχες, στα βουνά
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Καλλιό ’ναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή
παρά σαράντα χρόνοι σκλαβιά και φυλακή!
[…] Ο Θούριος είναι μια επαναστατική φωνή, βαλμένη σε μέτρα ποιητικά, φωνή όμως που προδίδει έναν πύρινο ενθουσιασμό και μια ψυχή που πραγματικά φλέγεται. Ποίημα δεν είναι, αλλά και δεν είναι απλό μανιφέστο· […] Συγκινητικός είναι και ο τρόπος με τον οποίο διαδίδονταν: ο Ρήγας καλούσε τους φίλους του στο δωμάτιό του, τους έπαιζε σε φλογέρα το σκοπό και τους μάθαινε να τον τραγουδούν· ή στη Βιέννη στα καφενεία αποζητούσε τους Έλληνες και τους μοίραζε κρυφά το κείμενο, κι αυτοί, έμποροι οι πιο πολλοί από τη Βιέννη, το Σεμλίνο, το Τριέστι, το διέδιδαν ύστερα στα Εφτάνησα και σ’ όλη την Ελλάδα. Ο μαρτυρικός θάνατος του ποιητή έδωσε στο Θούριο την καθιέρωση της θυσίας.
Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1998 (9η έκδ.), 127-128.
Η δεύτερη μετάβαση και παραμονή του στη Βιένη [sic] (Αύγουστος 1796-φθινόπωρο 1797) ήταν ακόμη πιο πλούσια σε έργο, όχι μόνο συγγραφικό και εκδοτικό, αλλά, τη φορά αυτή, και δημοκρατικό, πατριωτικό-εθνικό. Μέσα στο κλίμα των επιτυχιών της Γαλλικής Επανάστασης και των πρώτων στρατηγών της, ο Ρήγας εκφράζεται με στιχουργήματα, ποιητικές μεταφράσεις, μελοποιήσεις, με τη συγγραφή και κυκλοφορία δημοκρατικών, πολιτικών-νομικών και εθνεγερτικών συγγραμμάτων και φυλλαδίων, με τη σύνταξη και εκτύπωση χαρτών του «μείζονος ελληνισμού» και των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών (Μολδαβίας και Βλαχίας) και εικόνων (χαλκογραφιών) του Μεγάλου Αλεξάνδρου: όλα, προς την κατεύθυνση της υπενθύμισης της αρχαίας δόξας, και ενός φιλελεύθερου και γόνιμου κλασικισμού, καθώς και προς την κατεύθυνση του σχεδιασμού μιας «βαλκανικής» ή και ευρύτερης, δημοκρατικής συμπολιτείας λαών και θρησκειών.
Γιώργος Κεχαγιόγλου, «Ιωάννης Βηλαράς». Η παλαιότερη πεζογραφία μας. Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, τ. Β΄,2. 15ος αιώνας – 1830, Εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα 1999, 325-326.Τμήμα από τη «Χάρτα της Ελλάδος»
(τυπώθηκε στη Βιέννη το 1797 από τον Ρήγα) [πηγή: Ελληνομνήμων].
Ο Ρήγας […] ζει και ανδρώνεται σε μια περίοδο, που η άνθηση και κυκλοφορία των ιδεών μέσω του Τύπου αλλά και των παντός είδους εντύπων, αποτελεί μια πραγματικότητα που καλύπτει όλη, σχεδόν, την ευρωπαϊκή ήπειρο. Είναι μια εποχή που μέσω των εντύπων δημοσιοποιούνται και απλώνονται οι ιδέες, διαμορφώνοντας βασανιστικά αυτά που σήμερα ονομάζουμε νεωτερικότητα, ελευθεροτυπία, κ.λπ.
[…]
Ο Ρήγας, όπως η δράση του μας φανερώνει, αναζητούσε εναγωνίως κάθε τρόπο, κάθε δίαυλο που θα του έδινε την δυνατότητα να επικοινωνήσει με τους σε δεινή θέση ευρισκόμενους συμπατριώτες του. Γι’ αυτό και ξεκινάει από τις πιο απλές και πρακτικές μορφές πληροφόρησης, που είναι η προφορική ζύμωση και προπαγάνδα ή η απαγγελία με συνοδεία αυλού (συμβολικός τρόπος) επαναστατικών τραγουδιών· […] για να καταλήξει στο χειρόγραφο σημείωμα, την ανακοίνωση και τη διαφήμιση μέσω εφημερίδας ή βιβλίου και να φτάσει στην ανώτερη μορφή μαζικής εκδόσεως —σε μεγάλο για την εποχή του αριθμό αντιτύπων— βιβλίων, φυλλαδίων, εικόνων και χαρτών, έντυπου με δύο λόγια επικοινωνιακού υλικού, μέσα στο οποίο συνυπάρχουν —πέραν της κυρίως ύλης— στοιχεία πληροφόρησης, διαφήμισης και προπαγάνδας.
[…]
Στην ίδια κατεύθυνση λειτουργεί και το όλο εκδοτικό πρόγραμμα, το οποίο όσον αφορά τον δεύτερο εκδοτικό κύκλο (Ηθικός Τρίπους, Νέος Ανάχαρσις, Νέα Πολιτική Διοίκησις και Εγκόλπιον [Στρατιωτικόν]), είναι κυριολεκτικά στρατευμένο στις επιταγές του αγώνα.
[…]
Ασφαλώς όλα τα παραπάνω δεν συνιστούν παρθενογένεση στον χώρο των εκδόσεων, του Τύπου και των λοιπών μέσων μαζικής επικοινωνίας της εποχής του Ρήγα. Συγκροτούν όμως ένα σύνολο αντιλήψεων και πρακτικών που οργανικά εντάσσουν τον μεγάλο Θεσσαλό, στον χώρο των ανθρώπων που έχουν διακριτή παρουσία στο λυκαυγές της νεότερης ιστορίας μας, στα ζητήματα κατοχύρωσης της ελευθερογνωμίας, της δημόσιας έκφρασης, του λόγου, της ελευθεροτυπίας και προπαντός της ανοχής στην διαφορετική άποψη και πίστη, όπως αμετάκλητα αποτύπωσε στους αθάνατους στίχους του Θουρίου του.
Λουκάς Αξελός, Ρήγας Βελεστινλής. Σταθμοί και όρια στην διαμόρφωση της εθνικής και κοινωνικής συνείδησης στην Ελλάδα, Στοχαστής, Αθήνα 2003, 439-442.
Ρήγας, «Νέα Πολιτική Διοίκησις…» (το χειρόγραφο Κυθήρων, 1797).
Τα σχέδια και τα οράματα του Ρήγα αποτελούν την πιο εύγλωττη έκφραση των ζυμώσεων που η Γαλλική Επανάσταση προκάλεσε στην ελληνική πολιτική σκέψη και γενικότερα στη βαλκανική κοινωνία. Το μεγάλο του επίτευγμα συνίσταται στο ότι κατόρθωσε να συλλάβει ένα γενικό κοινωνικό αίσθημα ανάτασης και προσδοκίας και το εξέφρασε με τους συγκεκριμένους διανοητικούς και πολιτικούς όρους που μπορούσαν καλύτερα να το διατυπώσουν: αυτή ήταν η γλώσσα του ελληνικού δημοκρατικού πατριωτισμού. Θεωρητικά το επίτευγμά του ήταν σημαντικό, γιατί συνδύασε τον πόθο για εθνική απελευθέρωση με την ανάγκη για ριζικό κοινωνικό μετασχηματισμό, καθώς και για βαθιά ηθική αναμόρφωση της προσωπικότητας. Στην πολιτική του σκέψη η δημοκρατική ελευθερία, η κοινωνική δικαιοσύνη και η εθνική ανεξαρτησία ήταν έννοιες αλληλένδετες σε μια ενιαία λογική αλληλουχία. Η διαλεκτική αυτή επεκτεινόταν και στην πρακτική διάσταση του έργου του Ρήγα. Το συστηματικό πρόγραμμα του Διαφωτισμού που παρουσίασε, με όλο τον πνευματικό του ριζοσπαστισμό και τον υψηλόφρονα ιδεαλισμό του, δεν παρέβλεψε ποτέ την αναγκαιότητα να υπηρετήσει συγκεκριμένους πρακτικούς στόχους· αυτό ήταν που το έκανε πρόσκληση για επανάσταση. Η ενότητα θεωρίας και πράξης, την οποία επέτυχε ο Ρήγας στο έργο του, κατοπτριζόταν άριστα στην απήχηση που είχε το μήνυμά του σ’ εκείνους προς τους οποίους κυρίως απευθυνόταν. Μολονότι τα σχέδιά του για επαναστατική δράση στην Ελλάδα τα πρόλαβε ο μαρτυρικός του θάνατος, οι Έλληνες πατριώτες παντού ένιωσαν να ενισχύονται στην απόφασή τους να στραφούν κατά της τυραννίας από το παράδειγμα της θυσίας του.
Οι διανοούμενοι της διασποράς εξύμνησαν το έργο και τη θυσία του Ρήγα ως την πρώτη συνεισφορά στη σταυροφορία της ελευθερίας. Τόσο ο Αδαμάντιος Κοραής στην Αδελφική Διδασκαλία (1799), όσο και ο ανώνυμος πατριώτης που συνέταξε την Ελληνική Νομαρχία (1806) απέτισαν φόρο τιμής στη μνήμη του Ρήγα και παρότρυναν το έθνος να ακολουθήσει το ηρωικό του παράδειγμα. Αλλά —πράγμα ακόμη πιο σημαντικό— το μήνυμα του Ρήγα διαδόθηκε στις μάζες των υπόδουλων Ελλήνων, ιδιαίτερα στις δυνάμεις της αντίστασης, και συγκεκριμένα στις ομάδες των κλεφτών, των ορεινών πολεμιστών που με τη ληστεία και την περιφρόνηση της εξουσίας Οθωμανών και Χριστιανών αρχόντων εξέφραζαν την κοινωνική διαμαρτυρία που υπέβοσκε στον υπόδουλο λαό. […]
Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης, Ρήγας Βελεστινλής. Θεωρία και πράξη, Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα 1998, 95-98.Ρήγας, Αναγεννηθείσα Ελλάς, Κοραής.
Ασπρόμαυρη λιθογραφία [πηγή: Εθνικό Ιστορικό Μουσείο].
Ο δρόμος της Επανάστασης
Ο Ρήγας αναπτύσσει την εποχή αυτή ηγετικές πρωτοβουλίες, ικανός να εμπνέει και να συναρπάζει, είναι συνάμα ο πολιτικός νους μιας Επανάστασης μεγάλων διαστάσεων, ο οποίος σκέπτεται όχι μόνον τα πρώτα, αλλά και τα επόμενα βήματά της.
Ο Ελληνικός λαός και όλοι οι συνυπόδουλου λαοί, που θα αποτινάξουν το ζυγό του Σουλτάνου, έπρεπε να εγκαθιδρύσουν και να οργανώσουν την ελεύθερη δημοκρατική πολιτεία τους. Αυτό ακριβώς απασχολούσε την σκέψη του Ρήγα και αυτό προετοίμαζε.
Πριν ξεκινήσει από την Βιέννη για να κατέβει στην Ελλάδα το 1797, τυπώνει μυστικά σε χιλιάδες αντίτυπα την Διακήρυξη που θα απευθύνει, προς όλες τις κατευθύνσεις, η Επανάσταση συνοδευμένη από τον Καταστατικό Χάρτη της δημοκρατικής κοινοπολιτείας που θα εγκαθιδρυθεί στην ελεύθερη επικράτεια και θα ονομάζεται «Ελληνική Δημοκρατία».
Τα κιβώτια με τα επαναστατικά έντυπα στάλθηκαν, ως εμπορεύματα δήθεν, από την Βιέννη στην Τεργέστη, λιμάνι τότε της Αυστρίας. Και ενώ είχε πάρει διαβατήριο από την αυστριακή αστυνομία με σκοπό να κατέβει στην Ελλάδα, όταν φθάνει και ο ίδιος στην Τεργέστη συλλαμβάνεται έπειτα από προδοσία του Έλληνα εμπόρου Δημητρίου Οικονόμου. Η αυστριακή αστυνομία μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε αντιληφθεί την επαναστατική κίνηση του Ρήγα.
Η σύλληψη και ο θάνατος
Ο Ρήγας συνελήφθη στην Τεργέστη την 1η Δεκεμβρίου του 1797. Την παραμονή της μεταγωγής του για την Βιέννη, ο Ρήγας επιχειρεί να αυτοκτονήσει. Τον ξεκίνησαν τελικά για την Βιέννη 1 μήνα περίπου αργότερα, όπου ανακρίθηκε μαζί με τους υπόλοιπους συντρόφους του. Κατάληξη των ανακρίσεων, σε συνδυασμό με τις συνεννοήσεις με τον Σουλτάνο, ήταν να εκτοπισθούν από τους συλληφθέντες οι Αυστριακοί και άλλων εθνοτήτων υπήκοοι, εκτός από τους Οθωμανούς, που απελάθηκαν. Ο Ρήγας και οι επτά σύντροφοί του που ανήκαν στην ίδια κατηγορία, ο Ευστράτιος Αργέντης, ο Δημήτριος Νικολίδης, ο Αντώνιος Κορωνιός, ο Ιωάννης Καρατζάς, ο Θεοχάρης Γεωργίου Τουρούντζιας, ο Ιωάννης Εμμανουήλ και ο Παναγιώτης Εμμανουήλ, με συνοδεία των αυστριακών αρχών παραδόθηκαν στο Σεμλίνο, παραδουνάβιο φρούριο της Αυστρίας τότε, και αργότερα στις 10 Μαΐου 1798 στο αντικρινό φρούριο του Βελιγραδίου, στον εκεί Τούρκο διοικητή. όπου φυλακίστηκαν στον πύργο Neboisa, παραποτάμιο φρούριο του Βελιγραδίου.
Εκεί, ύστερα από συνεχή βασανιστήρια 40 περίπου μέρες, στις 24 Ιουνίου του 1798, ήρθε το σχετικό φιρμάνι από την Κωνσταντινούπολη και στραγγαλίστηκαν και τα σώματά τους ρίχτηκαν στον Δούναβη.
Ο Ρήγας χαρακτηρίζεται εθνεγέρτης, διότι με το Θούριο του “Ως πότε παλικάρια”, τη Χάρτα του, το Σύνταγμά του συνέβαλε σημαντικά στην αφύπνιση των συνειδήσεων των σκλαβωμένων Ελλήνων. Τόνωσε το ηθικό τους πως με τις δικές τους δυνάμεις θα αποκτήσουν την πολυπόθητη ελευθερία και τους δίδαξε τον τρόπο με τον οποίο θα την αποκτούσαν.
Ο ανδριάντας του Ρήγα στην είσοδο του Πανεπιστημίου Αθηνών (Ι. Κόσσος, 1871)
Βιογραφικό σημείωμα για τον Ρήγα.
Προς τιμήν του ανεγέρθηκαν αγάλματα, πρώτα έξω από το Πανεπιστήμιο Αθηνών (κατά ειρωνικό τρόπο δίπλα σε άγαλμα του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄, ο οποίος τον είχε αφορίσει αλλά μαρτύρησε με τη σειρά του το 1821), και αργότερα άλλα στο Βελεστίνο, στον Βόλο και στο Βελιγράδι. Παράλληλα ήλθαν στο φως οπτικά κατάλοιπά του: η υπογραφή του στον τοίχο ενός βιεννέζικου καφενείου, καθώς και πολλά πορτραίτα, το πρώτο από τα οποία δημοσιεύθηκε στην Αγγλία το 1859. Περί το 1850 ένας Γάλλος περιηγητής είδε τη Χάρτα της Ελλάδος στον τοίχο ενός ελληνικού σχολείου στην Τουρκία […].
Το όνομα του Ρήγα συμβολίζει για τους φιλελεύθερους Έλληνες την πρωτοκαθεδρία της εκπαίδευσης και της πολιτιστικής χειραφέτησης, καθώς και τη συνταγματική και κοινωνική μεταρρύθμιση. Εκπροσωπεί αυτά τα πράγματα για όλους τους Έλληνες, για ορισμένους όμως από αυτούς εκπροσωπεί και άλλα. Για τους συντηρητικούς είναι ο αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας και ταυτόχρονα ο εθνικιστής πατριώτης, ενώ για τους Μαρξιστές αντιπροσωπεύει τον αστικό καπιταλισμό που χαρακτηρίζει την ανάδυση της εθνικής συνείδησης μέσα από τον αριστοκρατικό φεουδαρχισμό. Επιπλέον για εκείνους αποτελεί και τον πρωτοπόρο της υπέρβασης του βαλκανικού εθνικισμού, η οποία κάποια ημέρα μοιραία θα αναδυθεί μέσα από τους εθνικούς σωβινισμούς. Ο ρόλος αυτός συμβολίζεται από το άγαλμα που αναγέρθηκε προς τιμήν του στο Βελιγράδι, μολονότι ο Ρήγας δεν επισκέφθηκε ποτέ αυτή την πόλη παρά μόνο καθ’ οδόν προς το μαρτυρικό του θάνατο, τον Ιούνιο του 1798.
Πόσα απ’ όλα τα παραπάνω θα τον εξέπλητταν; Ο Ρήγας ήταν ένας άνθρωπος που εκφραζόταν απλά, αλλά και ένας άνθρωπος με ισχυρές πεποιθήσεις. Δύο ρητά του είναι διαφωτιστικά τόσο για την απλότητα όσο και για τη δύναμη αυτών των πεποιθήσεων: το πρώτο, «όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά» —λόγια που διασώζονται με την ιδιόχειρη γραφή του στο χειρόγραφο του Απανθίσματος Φυσικής, και το δεύτερο, «εκ των γραμμάτων γεννάται η προκοπή, με την οποίαν λάμπουν τα ελεύθερα έθνη» — η δική του προσθήκη στο άρθρο 22 των «Δικαίων του Ανθρώπου». Η λέξη «ελεύθερος-ελευθερία» είναι ο σύνδεσμος μεταξύ τους.
C.M. Woodhouse, Ρήγας Βελεστινλής. Ο πρωτομάρτυρας της Ελληνικής Επανάστασης, Με 12 εικόνες εκτός κειμένου, μτφ. Νίκος Νικολούδης, Εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 1997, 223 & 226-227.
Θούριος ήτοι Oρμητικός Πατριωτικός Ύμνος πρώτος, εις τον ήχον, MIA ΠPOΣTAΓH MEΓAΛH. Ώς πότε παλικάρια να ζούμεν στα στενά, Mονάχοι σα λιοντάρια, σταις ράχαις στα βουνά; Σπηλαίς να κατοικούμεν, να βλέπωμεν κλαδιά, Nα φεύγωμ’ απ’ τον Kόσμον, για την πικρή σκλαβιά. Nα χάνωμεν αδέλφια, Πατρίδα, και Γονείς, Tους φίλους, τα παιδιά μας, κι’ όλους τους συγγενείς. Καλλιώναι μίας ώρας ελεύθερη ζωή, Παρά σαράντα χρόνοι σκλαβιά, και φυλακή. Τι σ’ ωφελεί αν ζήσης, και είσαι στη σκλαβιά, Στοχάσου πως σε ψένουν καθ’ ώραν στη φωτιά. Βεζύρης, Δραγουμάνος, Aφέντης κι’ αν σταθής, O Tύραννος αδίκως, σε κάμει να χαθής. Δουλεύεις όλ’ ημέρα, σε ό,τι κι’ αν σοι πη, Kι’ αυτός πασχίζει πάλιν, το αίμα σου να πιη. Ο Σούτζος, κι’ ο Μουρούζης, Πετράκης, Σκαναβής, Γγίκας, και Μαυρογένης, καθρέπτης, είν’ να ιδής. Ανδρείοι Kαπετάνοι, Παπάδες, λαϊκοί, Σκοτώθηκαν κι’ Aγάδες, με άδικον σπαθί. Kι’ αμέτρητ’ άλλοι τόσοι, και Τούρκοι, και Ρωμιοί, Zωήν, και πλούτον χάνουν, χωρίς καμμιά ‘φορμή. Ελάτε μ’ έναν ζήλον, σε τούτον τον καιρόν, Nα κάμωμεν τον όρκον, επάνω στον Σταυρόν. Συμβούλους προκομμένους, με πατριωτισμόν, Nα βάλλωμεν εις όλα, να δίδουν ορισμόν. Oι νόμοι νάν’ ο πρώτος, και μόνος οδηγός, Kαι της πατρίδος ένας, να γένη Aρχηγός. Γιατί κ’ η αναρχία, ομοιάζει την σκλαβιά, Nα ζούμε σα θηρία, είν’ πλιο σκληρή φωτιά. Και τότε με τα χέρια, ψηλά στον Oυρανόν, Aς πούμ’ απ’ την καρδιά μας, ετούτα στον Θεόν. Εδώ συκώνονται οι Πατριώται ορθοί, και υψώνοντες τας χείρας προς τον Oυρανόν, κάμνουν τον όρκον . Όρκος κατά της Tυραννίας, και της αναρχίας. Ω Bασιλεύ του Kόσμου, ορκίζομαι σε σε, Στην γνώμην των τυράννων, να μην ελθώ ποτέ. Μήτε να τους δουλεύσω, μήτε να πλανηθώ, Eις τα ταξίματά τους, για να παραδοθώ. Εν όσω ζω στον Kόσμον, ο μόνος μου σκοπός, Για να τους αφανίσω, θε νάναι σταθερός. Πιστός εις την Πατρίδα, συντρίβω τον ζυγόν, Aχώριστος για νάμαι, υπό τον Στρατηγόν. Κι’ αν παραβώ τον όρκον, να στράψ’ ο Oυρανός, Kαι να με κατακάψη, να γένω σαν καπνός. Tέλος του Όρκου. Σ’ Aνατολή και Δύσι, και Nότον και Bοριά, Για την Πατρίδα όλοι, νάχωμεν μια καρδιά. Στην πίστιν του καθ’ ένας, ελεύθερος να ζη, Στην δόξαν του πολέμου, να τρέξωμεν μαζύ. Βουλγάροι, κι’ Αρβανήτες, Αρμένοι και Ρωμιοί, Aράπιδες, και άσπροι, με μια κοινή ορμή. Για την ελευθερίαν, να ζώσωμεν σπαθί, Πως είμασθ’ αντρειωμένοι, παντού να ξακουσθή. Όσ’ απ’ την τυραννίαν, πήγαν στη ξενητιά, Στον τόπον του καθ’ ένας, ας έλθη τώρα πια. Kαι όσοι του πολέμου, την τέχνην αγροικούν, Eδώ ας τρέξουν όλοι, τυράννους να νικούν. H Ρούμελη τους κράζει, μ’ αγκάλαις ανοιχταίς, Tους δίδει βιο, και τόπον, αξίαις και τιμαίς. Ώς πότ’ Oφφικιάλος, σε ξένους Bασιλείς. Έλα να γένης στύλος, δικής σου της φυλής. Κάλλιο για την Πατρίδα, κανένας να χαθή, Ή να κρεμάση φούντα, για ξένον στο σπαθί. Και όσοι προσκυνήσουν, δεν είναι πλιο εχθροί, Aδέλφια μας θα γένουν, ας είναι κ’ εθνικοί. Μα όσοι θα τολμήσουν, αντίκρυ να σταθούν, Eκείνοι και δικοί μας, αν είναι ας χαθούν. Σουλλιώταις, και Μανιώταις, λιοντάρια ξακουστά, Ώς πότε σταις σπηλαίς σας, κοιμάσθε σφαλιστά. Μαυροβουνιού καπλάνια, Ολύμπου σταυραητοί, Kι’ Αγράφων τα ξευτέρια, γεννήτε μια ψυχή. Ανδρείοι Μακεδόνες, ορμήσατε για μια, Kαι αίμα των τυράννων, ρουφήστε σα θεριά. Του Σάββα και Δουνάβου, αδέλφια Xριστιανοί, Mε τ’ άρματα στο χέρι, καθ’ ένας ας φανή. Tο αίμα σας ας βράση, με δίκαιον θυμόν, Mικροί μεγάλ’ ομώστε, τυράννου τον χαμόν. Λεβέντες αντριωμένοι, Μαυροθαλασσινοί, O βάρβαρος ώς πότε, θε να σας τυραννή. Μη καρτερήτε πλέον, ανίκητοι Λαζοί, Xωθήτε στο μπογάζι, μ’ εμάς κ’ εσείς μαζί. Δελφίνια της θαλάσσης, αζδέρια των Nησιών, Σαν αστραπή χυθήτε, κτυπάτε τον εχθρόν. Της Κρήτης, και της Νίδρας, θαλασσινά πουλιά, Kαιρός είν’ της Πατρίδος, να κούστε την λαλιά. Κι’ όσ’ είστε στην Aρμάδα, σαν άξια παιδιά, Oι Nόμοι σάς προστάζουν, να βάλλετε φωτιά. Μ’ εμάς κ’ εσείς Μαλτέζοι, γεννήτ’ ένα κορμί, Kατά της τυραννίας, ριχθήτε με ορμή. Σας κράζει η Ελλάδα, σας θέλει σας πονεί, Zητά την συνδρομήν σας, με μητρικήν φωνή. Τι στέκεις, Παζβαντζίουγλου, τόσον εκστατικός; Tεινάξου στο Μπαλκάνι, φώλιασε σαν αητός. Tους μπούφους, και κοράκους, καθόλου μη ψηφάς, Mε τον ραγιά ενώσου, αν θέλης να νικάς. Σηλίστρα, και Μπραΐλα, Σμαήλι και Κυλί, Μπενδέρι, και Χωτήνι, εσένα προσκαλεί. Στρατεύματά σου στείλε, κ’ εκείνα προσκυνούν, Γιατί στην τυραννίαν, να ζήσουν δεν ‘μπορούν. Γγιουρτζή πλια μη κοιμάσαι, συκώσου με ορμήν, Tον Mπρούσια να μοιάσης, έχεις την αφορμήν. Και συ που στο Χαλέπι, ελεύθερα φρονείς, Πασιά καιρόν μη χάνεις, στον κάμπον να φανής. Mε τα στρατεύματά σου, ευθύς να συκωθής, Στης Πόλης τα φερμάνια, ποτέ να μη δοθής. Του Μισιργιού ασλάνια, για πρώτη σας δουλιά, Δικόν σας ένα Mπέι, κάμετε Bασιλιά. Xαράτζι της Αιγύπτου, στην Πόλ’ ας μη φανή, Για να ψοφήσ’ ο λύκος, οπού σας τυραννεί. Με μια καρδιάν όλοι, μία γνώμην, μία ψυχή, Kτυπάτε του τυράννου, την ρίζαν να χαθή. Ν’ ανάψωμεν μία φλόγα, σε όλην την Τουρκιά, Nα τρέξ’ από την Μπόσνα, και ώς την Αραπιά. Ψηλά στα μπαϊράκια, συκώστε τον Σταυρόν, Kαι σαν αστροπελέκια, κτυπάτε τον εχθρόν. Ποτέ μη στοχασθήτε, πως είναι δυνατός, Kαρδιοκτυπά και τρέμει, σαν τον λαγώ κι’ αυτός. Τρακόσιοι γκιρτζιαλίδες, τον έκαμαν να διή, Πως δεν ‘μπορεί με τόπια, μπροστά τους να ευγή. Λοιπόν γιατί αργήτε, τι στέκεσθε νεκροί; Ξυπνήσατε μην είσθε, ενάντιοι κ’ εχθροί. Πώς οι Προπάτορές μας, ορμούσαν σα θεριά, Για την ελευθερίαν, πηδούσαν στη φωτιά. Έτζι κ’ ημείς, αδέλφια, ν’ αρπάξωμεν για μια, T’ άρματα και να βγούμεν, απ’ την πικρή σκλαβιά. Να σφάξωμεν τους λύκους, που στον ζυγόν βαστούν, Kαι Χριστιανούς, και Τούρκους, σκληρά τους τυραννούν. Στεργιάς, και του πελάγου, να λάμψη ο Σταυρός, Kαι στην δικαιοσύνην, να σκύψη ο εχθρός. O Kόσμος να γλυτώση, απ’ αύτην την πληγή, K’ ελεύθεροι να ζώμεν, αδέλφια εις την Γη. Πέρας μεν ώδε, H δε αυ πράξις τέρας. |
(από το Επαναστατικά τραγούδια του Ρήγα και ο ύμνος στον Μποναπάρτε του Περραιβού. Η έκδοση της Κέρκυρας 1798, ΚΕΜΝΕ 1998) |