Η τέχνη της χρυσοκεντητικής, μια παράδοση που κρατούσε από τα βυζαντινά χρόνια, αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στη Μικρά Ασία. Ξακουστή ήταν η Σμύρνη για τις περίφημες κεντήστρες της, ενώ τα χρυσοκέντητα δημιουργήματά της συναγωνίζονταν σε φήμη ακόμη και τα ομοειδή βενετσιάνικα καλλιτεχνήματα.
Ένα απ’ αυτά αποτελεί σήμερα εθνικό κειμήλιο. Πρόκειται για το παραπέτασμα (κουρτίνα) της Ωραίας Πύλης στο τέμπλο του ιστορικού ναού της Μονής Αγίας Λαύρας, το επονομαζόμενο “λάβαρο της Επανάστασης του 1821”.
Σύμφωνα με ελληνικές μαρτυρίες και με φιλελληνικά δημοσιεύματα ευρωπαϊκών εντύπων, στις 25 Μαρτίου 1821 ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε στην Αγία Λαύρα το λάβαρο της Μονής, όρκισε σ’ αυτό τα παλικάρια και βροντοφώναξε το σύνθημα «Ελευθερία ή Θάνατος».
Βέβαια για το συγκεκριμένο γεγονός έχουν διατυπωθεί πολλές αμφισβητήσεις (για την ημέρα έναρξης του Αγώνα, τον τόπο της ορκωμοσίας, την παρουσία του ίδιου του Γερμανού ή άλλου επισκόπου, το αν υψώθηκε το συγκεκριμένο λάβαρο ή κάποιο άλλο κλπ.) και το πιθανότερο είναι ότι πρόκειται για θρύλο, με αδιαμφισβήτητο όμως και στέρεο ιστορικό πυρήνα.
Εντέλει βέβαια μικρή σημασία έχει η διάζευξη: ιστορικό γεγονός ή ιστορικός μύθος, αφού στη συλλογική συνείδηση του Έθνους το λάβαρο έχει συνδεθεί συμβολικά με την εθνεγερσία.
Για το εθνικό αυτό κειμήλιο δεν υπάρχει, εξ όσων γνωρίζουμε, κάποια επιστημονική μελέτη. Το ιστορικό του προκύπτει από διάφορα δημοσιεύματα για τη Μονή της Αγίας Λαύρας, τα οποία βασίζονται στους κώδικες της Μονής, παράλληλα όμως, εικάζουμε, ενσωματώνουν και στοιχεία της προφορικής παράδοσης, ενδεχομένως και του θρύλου.[1]
Σύμφωνα με το αρχείο της Μονής, το λάβαρο ήταν προσφορά των Ελλήνων της Σμύρνης στα τέλη του 16ου αιώνα. Γνωστό είναι ότι το παλαιό μοναστήρι της Αγίας Λαύρας πυρπολήθηκε από τους Τούρκους και καταστράφηκε ολοσχερώς το 1585 και ότι ξαναχτίστηκε στην ίδια θέση το έτος 1600.[2] Μπορούμε λοιπόν να υποθέσουμε ότι το λάβαρο ήταν ένα από τα ιερά κειμήλια που προσέφερε τότε ο ευσεβής ελληνισμός, ώστε να ξαναζωντανέψει η ιστορική μονή.
Αναφέρεται συγκεκριμένα ότι στα τέλη του 16ου αιώνα μοναχοί από τη Αγία Λαύρα έφτασαν στη Σμύρνη για να ζητήσουν οικονομική βοήθεια από την εκεί ορθόδοξη κοινότητα. Εκτός από τους εύπορους Σμυρναίους κινητοποιήθηκαν και οι κοπέλες της πόλης, που προσφέρθηκαν να φιλοτεχνήσουν ένα έργο μοναδικό: Την παράσταση της «Κοίμησης της Θεοτόκου», τη μνήμη της οποίας τιμούσε και τιμά η Μονή. Το έργο ανέλαβε η κεντήστρα Χρύσω με βοηθούς της έναν αγιογράφο και οκτώ κόρες αριστοκρατικών οικογενειών της Σμύρνης.
Κατά το τυπικό της παράδοσης που απαιτούσε η τέχνη τους, οι κεντήστρες άναβαν το καντήλι στο εικονοστάσι και κατά τη διάρκεια του κεντήματος έψελναν συνεχώς τροπάρια. Λόγω των δυσκολιών της πολυπρόσωπης παράστασης και της περίτεχνης σύνθεσης η εργασία κράτησε τρεις ολόκληρους μήνες. Όταν το λάβαρο ολοκληρώθηκε, μεταφέρθηκε στην εκκλησία όπου το ευλόγησε ο ιερέας και επαίνεσε τις Σμυρναίες κοπέλες για την πίστη και την αφοσίωσή τους. Σαράντα ημέρες έμεινε στο Ιερό του Ναού και μετά παραδόθηκε στους μοναχούς, σε επίσημη τελετή, για να εκπληρώσει το πεπρωμένο του στη γη της Αχαΐας.
Το λάβαρο μεταφέρθηκε από το παλαιό στο νέο μοναστήρι το έτος 1735 και ο ηγούμενος Τιμόθεος το τοποθέτησε στην Ωραία πύλη του Ιερού για να το θαυμάζουν όλοι οι εκκλησιαζόμενοι.[2] Όμως το πέρασμα των χρόνων, οι κλιματολογικές συνθήκες και οι καπνοί από τα κεριά είχαν προκαλέσει αλλοιώσεις στο ιερό κειμήλιο. Έτσι στα μέσα του 18ου αιώνα πήρε ξανά το δρόμο για την Ιωνία. Οι έμπειρες κεντήστρες της Σμύρνης αποκατέστησαν τις φθορές με τέτοιο θαυμαστό τρόπο, ώστε, λέγεται, το λάβαρο έδειχνε καλύτερο από την αρχική του μορφή.
Ακολούθησαν περιπέτειες αρπαγής και απομάκρυνσής του από την Αγία Λαύρα. Από το 1770 μέχρι το 1780 βρέθηκε στη Μολδοβλαχία, στη Ρούμελη και στην Ήπειρο. Και στις τρεις περιπτώσεις όμως αγοράστηκε από τη Μονή ή ανταλλάχθηκε με άλλα κειμήλια.
Με το ξέσπασμα της Επανάστασης το λάβαρο χρησιμοποιήθηκε για να εμπνεύσει ενθουσιασμό στους αγωνιστές και να διασαλπίσει το ιερό και δίκαιο του Αγώνα. Έτσι έγινε η πρώτη πολεμική σημαία των επαναστατών. Το κρατούσαν στην πολιορκία των Καλαβρύτων κι εκεί δέχτηκε τουρκικό βόλι, σημάδι που είναι εμφανές στο κεφάλι του αριστερού αγγέλου της εικόνας. Το 1826, όταν η Μονή πολιορκήθηκε και πυρπολήθηκε από τον Ιμπραήμ, οι μοναχοί το διέσωσαν μεταφέροντας το στο νησί Κάλαμο κοντά στην Ιθάκη.
Το 1884 μια εφημερίδα αμφισβήτησε ότι το λάβαρο χρησιμοποιήθηκε για την ορκωμοσία των αγωνιστών. Με αφορμή το δημοσίευμα αναζητήθηκαν οι εν ζωή αυτόπτες μάρτυρες και βρέθηκαν δεκατέσσερις, που πιστοποίησαν το γεγονός (υπάρχουν σχετικές καταγραφές στο αρχείο της Μονής).
Το πολύτιμο αυτό ιστορικό κειμήλιο συντηρήθηκε για τελευταία φορά το 1993 και έκτοτε φυλάσσεται σε ειδική θήκη της Μονής της Αγίας Λαύρας. Στη Μονή διασώζεται κι ένα άλλο τεκμήριο της μικρασιάτικης χρυσοκεντητικής: Ο επιτάφιος που κεντήθηκε στη Σμύρνη το 1754 από την Ελληνίδα Κασσιανή.
Το λάβαρο, ένα ορθογώνιο μεταξωτό ύφασμα κιτρινωπής απόχρωσης, μήκους 1,20 και πλάτους 0,95 μ., φέρει την παράσταση της Κοίμησης της Θεοτόκου. Στο κέντρο εικονίζεται η Παναγία σε οριζόντια θέση. Πάνω από τη νεκρική κλίνη ο Χριστός κρατά στα χέρια του σπαργανωμένο βρέφος, που συμβολίζει την ψυχή της Θεοτόκου. Τη σκηνή περιβάλλουν μορφές αγίων και στο επάνω μέρος της εικόνας εικονίζονται άγγελοι που υποδέχονται την ψυχή της Παναγίας. Οι μορφές κεντήθηκαν με χρυσόνημα (κλωστή στριμμένη με χρυσό και ασημένιο σύρμα), ενώ μαργαριτάρια σχημάτισαν το φωτοστέφανο της Θεοτόκου και διακόσμησαν τις κάθετες πλευρές του υφάσματος. Το κέντημα επικολλήθηκε σε εκλεκτό δαμασκό ύφασμα, χρώματος βαθέος πορφυρού, στο κάτω μέρος του οποίου τοποθετήθηκαν χρυσοκέντητα κρόσια με διπλή σειρά μαργαριταριών. Η όλη σύνθεση είναι φιλοτεχνημένη με έμπνευση, μεγάλη επιμέλεια και βαθύ θρησκευτικό αίσθημα. Υποδηλώνει όμως και την υψηλή τέχνη των δημιουργών του έργου και αποτελεί ένδειξη οικονομική ευρωστίας.
* Δημοσιευμένο στη “Μνήμη” του Συλλόγου Μικρασιατών Καβάλας, φ. 12, Μάιος 2013.
[ 1] Ένα απ’ αυτά τα δημοσιεύματα, σχετικά πρόσφατο, είναι του κ. Τάκη Ιωαννίδη, «Το λάβαρο της Επανάστασης του 1821 και η Σμύρνη», που αποτέλεσε και έναυσμα γι’ αυτό το κείμενο (βλ. http://www.inarcadia.gr/news/arthra/istorika/lavaro-agla.pdf.). Ευχαριστούμε θερμά τον κ. Ιωαννίδη, της Εστίας Νέας Σμύρνης, για τις πληροφορίες και τις διευκρινίσεις του.
[2] Η Μονή της Αγίας Λαύρας κτίστηκε το έτος 961 στη θέση «Παλαιομονάστηρο» (απέχει 300 μέτρα από τωρινό μοναστήρι). Όπως προαναφέραμε, πυρπολήθηκε το 1585 και ανοικοδομήθηκε το έτος 1600. Καταστράφηκε και πάλι (από σεισμό;) το 17ο αιώνα. Η νεότερη Μονή (των χρόνων της Επανάστασης) ανεγέρθηκε (στη σημερινή θέση) το 1689-1692.