Αριθμός 856/2016
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
– Ψευδής καταμήνυση. Συκοφαντική δυσφήμηση.
– Κατά το άρθρο 229 παρ. 1 ΠΚ, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους όποιος εν γνώσει καταμηνύει άλλον ψευδώς ή αναφέρει γι’ αυτόν ενώπιον της αρχής ότι τέλεσε αξιόποινη πράξη ή πειθαρχική παράβαση, με σκοπό να προκαλέσει την καταδίωξη του γι’ αυτήν. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, για τη θεμελίωση του εγκλήματος της ψευδούς καταμήνυσης, απαιτείται : α) να έγινε, με οποιονδήποτε τρόπο, μήνυση ή ανακοίνωση (ή αναφορά) προς αρχή (έστω και αναρμόδια) ότι τελέσθηκε από άλλον αξιόποινη πράξη ή πειθαρχική παράβαση, β) το περιεχόμενο της μήνυσης ή της ανακοίνωσης να είναι αντικειμενικά ψευδές και γ) εκείνος που υπέβαλε τη μήνυση ή έκανε την ανακοίνωση να γνώριζε ότι το περιεχόμενό της είναι ψευδές και να ενήργησε με τον σκοπό να προκαλέσει ποινική ή πειθαρχική δίωξη σε βάρος του καταμηνυόμενου (υπερχείλης υποκειμενική υπόσταση) άσχετα αν πραγματώθηκε ή όχι ο σκοπός αυτός.
– Κατά το άρθρο 366 παρ. 2 ΠΚ, αν στις περιπτώσεις των άρθρων 362, 363, 364 και 365 το γεγονός που ισχυρίστηκε ή διέδωσε ο υπαίτιος είναι πράξη αξιόποινη, για την οποία ασκήθηκε δικαστική δίωξη, αναστέλλεται η δίκη για τη δυσφήμηση μέχρι το τέλος της ποινικής δίωξης και θεωρείται ότι έχει αποδειχτεί η αλήθεια του γεγονότος που αφορά η δυσφήμηση, αν η απόφαση είναι καταδικαστική και η αναλήθεια αυτού, αν η απόφαση είναι αθωωτική και στηρίζεται στο ότι δεν αποδείχτηκε ότι το πρόσωπο που είχε δυσφημισθεί τέλεσε την αξιόποινη πράξη. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, σε περίπτωση που εκείνος που δυσφημίσθηκε αθωωθεί αμετάκλητα (με απαλλακτικό βούλευμα ή με αθωωτική απόφαση), παράγεται νόμιμο αμαχητό τεκμήριο για την αναλήθεια των γεγονότων που συνιστούν το περιεχόμενο της πράξης της συκοφαντικής δυσφήμησης, ώστε να μην επιτρέπεται η επανεξέταση της ουσιαστικής βασιμότητας των ίδιων γεγονότων η δε δίκη για την τελευταία αυτή πράξη αναστέλλεται, μόνο αν η άλλη δίκη αφορά το ίδιο γεγονός, δηλαδή τα ίδια της περιστατικά της συκοφαντικής δυσφήμησης. Η διάταξη, όμως, αυτή και το σχετικό τεκμήριο αναλήθειας δεν έχει εφαρμογή σε άλλα εγκλήματα, όπως το έγκλημα της ψευδούς καταμήνυσης, για την αναλήθεια της πράξης που καταμηνύθηκε ή τα εγκλήματα της ψευδούς ανώμοτης κατάθεσης και της ψευδορκίας μάρτυρα, για την αναλήθεια των περιστατικών που κατατέθηκαν. Αν το δικαστήριο εφαρμόσει το παραπάνω τεκμήριο και καταλήξει στην ενοχή του κατηγορουμένου για τα εγκλήματα αυτά, υποπίπτει τόσο σε εσφαλμένη εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διάταξης του άρθρου 366 παρ. 2 ΠΚ όσο και σε έλλειψη αιτιολογίας, αφού δεν ερευνά και δεν παραθέτει τα περιστατικά, από τα οποία προκύπτει η συνδρομή των αντικειμενικών στοιχείων των σχετικών εγκληματούν, και στοιχειοθετούνται οι λόγοι αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ και Ε’ ΚΠΔ. Αν, όμως, το δικαστήριο επικαλεστεί την εφαρμογή του τεκμηρίου αναλήθειας και συγχρόνως ερευνήσει και δεχτεί περιστατικά που δεν περιέχονται στο απαλλακτικό βούλευμα ή στην αθωωτική απόφαση, τα οποία στηρίζουν αιτιολογημένα τη συνδρομή των αντικειμενικών στοιχείων των εγκλημάτων αυτών, δεν στοιχειοθετούνται οι προαναφερόμενοι λόγοι αναίρεσης, αφού η ενοχή δεν στηρίχτηκε στο τεκμήριο αναλήθειας, το οποίο έτσι δεν άσκησε έννομη επιρροή στη σχετική κρίση του δικαστηρίου.