Ο κανονισμός για τα δικαιώματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών δεν θίγει την αρχή της πλήρους και αποκλειστικής κυριαρχίας του κράτους στον εναέριο χώρο του αναφέρει το Ευρωδικαστήριο
Οι επιβάτες πτήσης που καθυστέρησε μπορούν να αξιώσουν αποζημίωση από μη κοινοτικό αερομεταφορέα σε περίπτωση που αυτός εκτελεί το σύνολο της πτήσης για λογαριασμό κοινοτικού αερομεταφορέα αναφέρει σε σχετική απόφασή του το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Συγκεκριμένα η απόφαση αφορά σε αγωγή τριών επιβατών αεροπορικών μεταφορών οι οποίοι προέβησαν, μέσω πρακτορείου ταξιδίων, σε ενιαία κράτηση στη Lufthansa για πτήση που θα αναχωρούσε από τις Βρυξέλλες (Βέλγιο) με προορισμό το Σαν Χοσέ (Ηνωμένες Πολιτείες), με ενδιάμεση στάση στο Νιούαρκ (Ηνωμένες Πολιτείες).
Η πτήση εκτελέστηκε στο σύνολό της από την United Airlines, αερομεταφορέα εγκατεστημένο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι τρεις επιβάτες αφίχθησαν στον τελικό προορισμό τους με καθυστέρηση 223 λεπτών. Η εταιρία Happy Flights, στην οποία εκχωρήθηκε η απαίτησή τους, άσκησε αγωγή αποζημίωσης κατά της United Airlines ενώπιον του ολλανδόφωνου πρωτοδικείου επιχειρηματικών διαφορών Βρυξελλών, υποστηρίζοντας ότι ο κανονισμός για τα δικαιώματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών είχε εφαρμογή.
Με τη σημερινή του απόφαση, το Δικαστήριο υπενθυμίζει καταρχάς ότι μια πτήση με μία ή περισσότερες ανταποκρίσεις για την οποία έχει γίνει ενιαία κράτηση αποτελεί ένα σύνολο όσον αφορά το προβλεπόμενο από το δίκαιο της Ένωσης δικαίωμα αποζημίωσης των επιβατών. Ειδικότερα, η δυνατότητα εφαρμογής του κανονισμού για τα δικαιώματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών πρέπει να εκτιμάται με γνώμονα τον αρχικό τόπο αναχώρησης και τον τελικό προορισμό.
Εξάλλου, το Δικαστήριο διευκρινίζει ότι ο μη κοινοτικός αερομεταφορέας (United Airlines), ο οποίος δεν συνήψε σύμβαση μεταφοράς με τους επιβάτες, αλλά εκτέλεσε την πτήση, μπορεί να υποχρεούται σε αποζημίωση των επιβατών. Ειδικότερα, ο αερομεταφορέας ο οποίος, στο πλαίσιο της δραστηριότητάς του μεταφοράς επιβατών, λαμβάνει την απόφαση να διεξαγάγει συγκεκριμένη πτήση, καθορίζοντας και το δρομολόγιο, συνιστά τον πραγματικό αερομεταφορέα. Επομένως, ο εν λόγω αερομεταφορέας θεωρείται ότι ενεργεί για λογαριασμό του συμβληθέντος μεταφορέα (Lufthansa). Το Δικαστήριο τονίζει πάντως ότι ο πραγματικός αερομεταφορέας (United Airlines) που υποχρεούται να αποζημιώσει τον επιβάτη διατηρεί το δικαίωμα να απαιτήσει αποζημίωση από οποιοδήποτε πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των τρίτων, σύμφωνα με το ισχύον δίκαιο.
Όσον αφορά το κύρος του κανονισμού για τα δικαιώματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών υπό το πρίσμα της αρχής του εθιμικού διεθνούς δικαίου κατά την οποία κάθε κράτος έχει πλήρη και αποκλειστική κυριαρχία στον εναέριο χώρο του, το Δικαστήριο διευκρινίζει ότι μια πτήση με ανταπόκριση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού για τον λόγο ότι οι επιβάτες άρχισαν το ταξίδι τους από αερολιμένα ευρισκόμενο σε κράτος μέλος. Το Δικαστήριο προσθέτει ότι το εν λόγω κριτήριο εφαρμογής δεν προσκρούει στις προϋποθέσεις εφαρμογής της αρχής της πλήρους και αποκλειστικής κυριαρχίας του κράτους στον εναέριο χώρο του.
Επισημαίνεται ότι η προδικαστική παραπομπή παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, να υποβάλουν στο Δικαστήριο ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, κατά τον ίδιο τρόπο, τα άλλα εθνικά δικαστήρια που επιλαμβάνονται παρόμοιου προβλήματος.