ΠΔ 25/2022 – ΦΕΚ τεύχος Α 66/30.03.2022
Προϋποθέσεις χορήγησης διαβατηρίων, χρονική ισχύς, αντικατάσταση, απώλεια και ακύρωση αυτών.
Άρθρο 1
Προϋποθέσεις χορήγησης διαβατηρίου
1. Διαβατήριο είναι το έγγραφο που εκδίδεται από τη Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, με το οποίο ο κάτοχος μπορεί νόμιμα να εξέρχεται και να εισέρχεται στη χώρα, μέσω των καθορισμένων για το σκοπό αυτό σημείων.
2. Τα διαβατήρια είναι ατομικά και χορηγούνται σε Έλληνες πολίτες. Δεν χορηγείται διαβατήριο σε πρόσωπο που:
α. Έχει καταδικαστεί τελεσίδικα για πλαστογραφία, πλαστογραφία πιστοποιητικών, υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης, υπεξαγωγή εγγράφων, ψευδή κατάθεση ή ψευδή δήλωση [άρθρα 216, 217, 220, 222 και 224 Ποινικού Κώδικα και παρ. 6 του άρθρου 22 του ν. 1599/1986 (Α΄ 75)] εφόσον η τέλεση αυτών σχετίζεται με την έκδοση, τη χρήση, την απώλεια ή την κλοπή του διαβατηρίου ή του δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, ή για αρπαγή, εμπορία ανθρώπων, αρπαγή ανηλίκων (άρθρα 322, 323Α, 324 του Ποινικού Κώδικα) ή για τις πράξεις των παρ. 5, 6 και 7 του άρθρου 29 και των παρ. 1 και 2 του άρθρου 30 του ν. 4251/2014 (Α΄ 80), όπως ισχύουν.
Η απαγόρευση ισχύει για πέντε (5) έτη από την έκδοση της καταδικαστικής απόφασης, αν πρόκειται για πλημμέλημα, και για δέκα (10) έτη από την έκδοση της καταδικαστικής απόφασης, αν πρόκειται για κακούργημα και εφόσον και στις δύο περιπτώσεις η ποινή έχει εκτιθεί.
β. Εκκρεμεί σε βάρος του μέτρο απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα.
γ. Έχει κηρυχθεί ανυπότακτος ή λιποτάκτης
δ. Εκτίει στερητική της ελευθερίας ποινή ή είναι υπόδικος και του έχει επιβληθεί προσωρινή κράτηση.
ε. Εκκρεμεί σε βάρος του τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση που δεν έχει εκτελεστεί ή ένταλμα σύλληψης.
3. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η χορήγηση διαβατηρίου σε πολίτη που εμπίπτει σε απαγόρευση της προηγούμενης παραγράφου, σε περίπτωση που με δικαστική απόφαση ή εισαγγελική διάταξη, αίρεται προσωρινά η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και εφόσον είναι αναγκαία η μετάβασή του στην αλλοδαπή σε περίπτωση:
α. νοσηλείας στην αλλοδαπή του ιδίου ή του συζύγου ή του συμβίου ή συγγενούς αυτού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι β΄ βαθμού για σοβαρούς λόγους υγείας, ή
β. θανάτου ή σοβαρής ασθένειας στην αλλοδαπή του συζύγου ή του συμβίου ή συγγενούς αυτού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι β΄ βαθμού.
Ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται μόλις εκλείψει η αιτία για την οποία εκδόθηκε το διαβατήριο ή παρέλθει το χρονικό διάστημα προσωρινής άρσης του μέτρου, να παραδώσει αυτό προς ακύρωση στην υπηρεσία όπου κατέθεσε το αίτημα.
Αν το διαβατήριο δεν παραδοθεί εντός δύο (2) μηνών από την έκδοσή του, ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να υποβάλει υπεύθυνη δήλωση στην αρμόδια αστυνομική ή προξενική αρχή για τη χρήση του διαβατηρίου και τους λόγους μη παράδοσής του, προσκομίζοντας εκ νέου πρόσφατα κατά περίπτωση δικαιολογητικά ώστε να επιβεβαιώνεται η αναγκαιότητα για την συνέχιση της κατοχής του διαβατηρίου.
Εφόσον η αιτία για την οποία εκδόθηκε το διαβατήριο εξακολουθεί, ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται σε νέα υπεύθυνη δήλωση εντός δύο (2) μηνών από την υποβολή της προηγούμενης, προσκομίζοντας εκ νέου τα ως άνω δικαιολογητικά. Αν δεν υποβληθεί η υπεύθυνη δήλωση ή αν από τα κατατεθέντα δικαιολογητικά δεν επιβεβαιώνεται η αναγκαιότητα της κατοχής του διαβατηρίου ή διαπιστωθεί ότι το διαβατήριο εκδόθηκε με τη χρήση ψευδών δικαιολογητικών, αυτό ακυρώνεται από την υπηρεσία.
4. Επίσης, επιτρέπεται η χορήγηση διαβατηρίου:
α. στους ανυπότακτους του εξωτερικού αποκλειστικά για την εφαρμογή του άρθρου 46 του π.δ. 292/2003 (Α΄ 248), όπως ισχύει και
β. σε περίπτωση μεταγωγής κρατουμένου από σωφρονιστικό κατάστημα της αλλοδαπής στην ημεδαπή και αντιστρόφως. Στην τελευταία αυτή περίπτωση το διαβατήριο επιστρέφεται στη Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, αμέσως μόλις εκλείψει η αιτία για την οποία εκδόθηκε και τηρείται στην υπηρεσία αυτή μέχρι τη λήξη του χρόνου ισχύος του.
5. Για τη χορήγηση διαβατηρίου απαιτείται η υποβολή αιτήσεως του ενδιαφερομένου στις υπηρεσίες που καθορίζονται με την απόφαση της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3103/2003 (Α΄ 23) μαζί με τα κατά περίπτωση απαιτούμενα δικαιολογητικά.
Η αίτηση για χορήγηση διαβατηρίου σε ανήλικο κάτω των 18 ετών υποβάλλεται από τον ασκούντα την επιμέλεια ή την επιτροπεία αυτού. Επίσης, η αίτηση για τη χορήγηση διαβατηρίου σε ενήλικο που έχει τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση υποβάλλεται από το δικαστικό συμπαραστάτη του. Στην περίπτωση μεταγωγής κρατουμένου το διαβατήριο εκδίδεται κατόπιν αιτήσεώς του ή αυτεπαγγέλτως και αποκλειστικώς για το λόγο της μεταγωγής με βάση έγγραφο της αρχής που διέταξε τη μεταγωγή στο οποίο αναφέρονται τα στοιχεία του κρατουμένου και ο χρόνος μεταγωγής.
Άρθρο 2
Χρονική ισχύς διαβατηρίου
1. Η διάρκεια ισχύος των διαβατηρίων καθορίζεται σε πέντε (5) έτη από την έκδοσή τους για τα διαβατήρια των ενηλίκων, καθώς και των ανηλίκων, που έχουν συμπληρώσει τα δεκατέσσερα (14) έτη της ηλικίας τους και τρία (3) έτη για τα διαβατήρια των λοιπών ανηλίκων.
2. Σε περίπτωση που η λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων είναι προσωρινά αδύνατη, η διάρκεια ισχύος των διαβατηρίων καθορίζεται σε οκτώ (8) μήνες.
3. Η διάρκεια ισχύος των διαβατηρίων που χορηγούνται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 1 και την παρ. 3 του άρθρου 4, καθορίζεται σε δεκατρείς (13) μήνες και των διαβατηρίων που χορηγούνται σύμφωνα με την περ. β΄ της παρ. 4 του άρθρου 1 καθορίζεται σε τρεις (3) μήνες.
Άρθρο 3
Αντικατάσταση διαβατηρίων
1. Αντικατάσταση του ισχύοντος διαβατηρίου γίνεται από την υπηρεσία που το εξέδωσε, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, όταν συντρέχει μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α. Έχουν συμπληρωθεί όλες οι σελίδες του, ώστε η περαιτέρω χρησιμοποίησή του να είναι ανέφικτη.
β. Επήλθαν μεταβολές στοιχείων της προσωπικής κατάστασης του κατόχου που αναγράφονται στο διαβατήριο.
γ. Υπάρχουν αλλοιώσεις στη φωτογραφία ή στις εσωτερικές εγγραφές ή επήλθε φθορά του διαβατηρίου.
δ. Περιλαμβάνονται στις σελίδες του διαβατηρίου ενδείξεις κράτους, οι οποίες καθιστούν αδύνατη τη μετάβαση του κατόχου σε συγκεκριμένο κράτος.
ε. Επήλθαν μεταβολές στην εξωτερική εμφάνιση του κατόχου με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η ταυτοποίησή του με το πρόσωπο που απεικονίζεται στη φωτογραφία του κατεχόμενου διαβατηρίου.
2. Το νέο διαβατήριο, το οποίο χορηγείται σε αντικατάσταση του παλαιού, ισχύει για όσο χρόνο απομένει μέχρι τη λήξη του.
3. Η αρμόδια για την παράδοση του νέου διαβατηρίου υπηρεσία προβαίνει στην ακύρωση του διαβατηρίου που αντικαθίσταται και επιστρέφει αυτό στον κάτοχο. Η ακύρωση του διαβατηρίου γίνεται με απλή διάτρηση του εμπρόσθιου εξωφύλλου και των εσώφυλλων, στην άνω και κάτω γωνία της δεξιάς πλευράς αυτού, με παράλληλη επίθεση σφραγίδας με την ένδειξη «ΑΚΥΡΟΝ – CANCELLED», σε σημεία που δεν θα θίγονται οι φερόμενες σ’ αυτό θεωρήσεις. Η ακύρωση του οπισθίου εξωφύλλου γίνεται με πολλαπλές διατρήσεις σε ολόκληρη την επιφάνεια αυτού κατά τρόπο ώστε να καταστρέφεται το ανεπαφικό πλινθίο.
Άρθρο 4
Απώλεια ή κλοπή διαβατηρίου
1. Σε περίπτωση απώλειας ή κλοπής ή ολικής κατα-στροφής (από οποιαδήποτε αιτία) ελληνικού διαβατηρίου, ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να υποβάλει αμέσως στην πλησιέστερη αρμόδια ελληνική αστυνομική, λιμενική, πυροσβεστική ή προξενική αρχή υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (Α΄ 75), για τον τόπο, το χρόνο και τις συνθήκες απώλειας ή κλοπής ή καταστροφής του διαβατηρίου του. Ανάλογη υποχρέωση έχει και στην περίπτωση ανεύρεσης του απολεσθέντος ή κλαπέντος διαβατηρίου. Η αρχή που δέχθηκε την δήλωση, εφ’ όσον αφορά διαβατήριο εκδοθέν βάσει των διατάξεων του ν. 3103/2003 (Α΄ 23), οφείλει να ενημερώσει αμέσως την Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και τις υπηρεσίες που ασκούν διαβατηριακό έλεγχο.
2. Για τις συνθήκες απώλειας ή κλοπής του διαβατη-ρίου ενεργείται έρευνα από τις αρμόδιες αρχές, η οποία μπορεί να διαρκέσει μέχρι τρεις μήνες από την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης. Σε περίπτωση νέας δήλωσης για απώλεια ή κλοπή διαβατηρίου εντός πενταετίας, η έρευνα μπορεί να διαρκέσει μέχρι ένα έτος ανάλογα με τη σοβαρότητα της περίπτωσης.
3. Όσο διαρκεί η έρευνα της παρ. 2, δεν χορηγείται νέο διαβατήριο στον δικαιούχο του απολεσθέντος ή κλαπέντος, εκτός εάν:
α) συντρέχει περίπτωση από τις αναφερόμενες στην παρ. 3 του άρθρου 1, η οποία εφαρμόζεται ανάλογα ή
β) συντρέχει σοβαρός λόγος άμεσης μετάβασης του ενδιαφερομένου στην αλλοδαπή, όπως ναυτολόγηση ναυτικού ή επιστροφή μονίμου κατοίκου του εξωτερικού.
Στις περιπτώσεις αυτές συνιστάται επιτροπή, η οποία είναι αρμόδια να αξιολογεί τις περιπτώσεις απώλειας ή κλοπής διαβατηρίων και να αποφαίνεται σχετικά με τη χορήγηση νέου διαβατηρίου στον δικαιούχο του απολεσθέντος ή κλαπέντος. Η Επιτροπή αυτή συγκροτείται με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας και αποτελείται από τον Υπαρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, τον Προϊστάμενο του Κλάδου Ασφάλειας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας.
4. Διαβατήριο για το οποίο έχει δηλωθεί απώλεια, κλοπή ή ολική καταστροφή θεωρείται αυτοδικαίως άκυρο από την υποβολή της σχετικής δήλωσης. Σε περίπτωση ανεύρεσής του, παραδίδεται στην υπηρεσία, στην οποία δηλώθηκε η απώλεια ή κλοπή ή στην πλησιέστερη ελληνική αστυνομική ή προξενική αρχή, η οποία, αφού προβεί στην ακύρωσή του, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 3, το επιστρέφει στον δικαιούχο, εκτός αν έχει κατασχεθεί στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας. Σε περίπτωση ανεύρεσης διαβατηρίου, για το οποίο δεν έχει υποβληθεί δήλωση απώλειας ή κλοπής, αυτό θεωρείται αυτοδικαίως άκυρο και αποστέλλεται αμέσως στη Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, όπου φυλάσσεται μέχρι την υποβολή δήλωσης κλοπής ή απώλειας, οπότε και επιστρέφεται ακυρωμένο στο νόμιμο κάτοχό του ή καταστρέφεται όταν παρέλθει η ημερομηνία λήξης του.
5. Διαβατήριο, το οποίο αποτελεί αντικείμενο υπεξαίρεσης, θεωρείται αυτοδικαίως άκυρο από τη Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας από την υποβολή της σχετικής έγκλησης. Στην περίπτωση που η πράξη έλαβε χώρα στο εξωτερικό, ο πολίτης υποχρεούται να δηλώσει τα γεγονός και στην αρμόδια ελληνική προξενική αρχή. Η αρχή, η οποία δέχθηκε την έγκληση ή τη δήλωση, οφείλει να ενημερώσει αμέσως τη Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και τις υπηρεσίες που ασκούν διαβατηριακό έλεγχο. Ο κάτοχος υπεξαιρεθέντος διαβατηρίου δύναται να εφοδιαστεί αμέσως με νέο μετά την υποβολή σχετικού αιτήματος. Στην περίπτωση αυτή μεταξύ των δικαιολογητικών απαιτείται η προσκόμιση αντιγράφου από το Βιβλίο Αδικημάτων, Συμβάντων, Συλλήψεων, Συστάσεων και Παραπόνων της αρμόδιας αστυνομικής αρχής, στην οποία υποβλήθηκε η σχετική έγκληση ή σχετική βεβαίωση από την αρμόδια προξενική αρχή, στην περίπτωση που η πράξη έλαβε χώρα στο εξωτερικό.
6. Όταν κατά την παραλαβή του νέου διαβατηρίου, το οποίο εκδίδεται είτε κατόπιν ανανέωσης του προηγουμένως εκδοθέντος και χωρίς να έχει παρέλθει η ημερομηνία λήξης της ισχύος του, είτε κατόπιν αντικατάστασης για τις προβλεπόμενες από την παρ. 1 του άρθρου 3 περιπτώσεις, δεν προσκομισθεί το προς ανανέωση – αντικατάσταση σε ισχύ διαβατήριο, αλλά δηλωθεί κλοπή ή απώλειά του, το νέο διαβατήριο δεν παραδίδεται, αλλά επιστρέφεται στη Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας προς φύλαξη και ενημερώνεται ο πολίτης προκειμένου να προβεί σε δήλωση κλοπής ή απώλειας στις κατά τόπους αρμόδιες αρχές. Η επιστροφή του διαβατηρίου στον ενδιαφερόμενο πραγματοποιείται κατόπιν αιτήσεώς του, ενώ εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των παρ. 2, 3 ,4 και 5 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 5
Ακύρωση – αφαίρεση διαβατηρίου
1. Διαβατήριο που εκδόθηκε με τη χρήση πλαστών, νοθευμένων, παραποιημένων, άκυρων ή ψευδών δικαιολογητικών κατάσχεται από την υπηρεσία που διαπιστώνει το γεγονός. Το διαβατήριο αυτό ακυρώνεται άμεσα από την Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και σε περίπτωση που εκδοθεί σχετικώς αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου καταστρέφεται. Διαβατήριο που φέρει ενδείξεις νόθευσης, αλλοίωσης ή παραποίησης των στοιχείων του κατάσχεται από την υπηρεσία που διαπιστώνει το γεγονός και αποστέλλεται στη Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας καταστρέφεται μετά την παρέλευση πέντε (5) ετών από την παραλαβή του. Διαβατήριο που ανήκε σε θανόντα επιστρέφεται με επιμέλεια των οικείων ή νομίμων κληρονόμων του στη Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, όπου ακυρώνεται και ακολούθως καταστρέφεται.
2. Εφόσον κατά τον έλεγχο από τις αρμόδιες αστυ-νομικές ή προξενικές αρχές διαπιστωθεί ότι σε βάρος κατόχου διαβατηρίου εκκρεμεί απόφαση απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα ή ο κάτοχος σε ισχύ διαβατηρίου εκτίει στερητική της ελευθερίας ποινή, το διαβατήριο αφαιρείται και αποστέλλεται προς φύλαξη στη Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας. Σε περίπτωση που το διαβατήριο δεν παραδοθεί εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της σχετικής απόφασης αφαίρεσης, αυτό ακυρώνεται από τη Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας. Ο κάτοχος του διαβατηρίου που αφαιρέθηκε ή ακυρώθηκε μπορεί να το παραλάβει ή να εκδώσει νέο μετά την άρση της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα ή μετά την έκτιση της στερητικής της ελευθερίας ποινή αντιστοίχως. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η επιστροφή του διαβατηρίου που αφαιρέθηκε σύμφωνα με τα προαναφερόμενα ενώ εξακολουθεί να υφίσταται ο λόγος αφαίρεσής του σε πολίτη που εμπίπτει στις διατάξεις της παρ. 3 και της περ. β΄ της παρ. 4 του άρθρου 1, οι οποίες εφαρμόζονται αναλόγως.
3. Σε περίπτωση που μεταβληθούν τα στοιχεία προσωπικής κατάστασης του κατόχου που αναγράφονται στο διαβατήριο, αυτό ακυρώνεται, σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 3, ανεξαρτήτως της υποβολής αίτησης αντικατάστασης.
Άρθρο 6
Αρμόδια όργανα – προσφυγή
1. Επί των αιτήσεων για χορήγηση ή αντικατάσταση διαβατηρίου αποφαίνεται ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας.
2. Κατά της απόφασης που απορρίπτει αίτημα από τα αναφερόμενα στην προηγούμενη παράγραφο, ο ενδιαφερόμενος δύναται, εντός δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση σ’ αυτόν της απόφασης, να προσφύγει ενώπιον του Προϊσταμένου του Κλάδου Ασφάλειας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, ο οποίος αποφαίνεται επί της προσφυγής εντός δέκα (10) ημερών από της υποβολής της.
Άρθρο 7
Καταργούμενες Διατάξεις
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καταργείται το π.δ. 25/2004 «Προϋποθέσεις χορήγησης διαβατηρίων, χρονική ισχύς, αντικατάσταση, απώλεια και ακύρωση αυτών» (Α΄ 17).
Άρθρο 8
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος διατάγματος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
http://www.odigostoupoliti.eu/diavatiria-chorigisi-chroniki-ischys-antikatastasi-apoleia-akyrosi/