Απόφαση Α13659/2021
Τμήμα 13ο Τριμελές
Πρόεδρος: Βασιλική Κοτσιμπού. Εισηγήτρια: Ευαγγελία-Δόξα Κουσιουρή
Επιλογή ασφαλιστικού φορέα. Προθεσμία.
Προσφυγή του Ε.Φ.Κ.Α. κατά απόφασης Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής με την οποία έγινε δεκτή ένσταση ασφαλισμένης και εξαιρέθηκε αυτή από την υποχρεωτική ασφάλιση του προϋφιστάμενου Ο.Α.Ε.Ε.
Με τις διατάξεις του άρθρου 39 παρ. 1 και 2 και του άρθρου 43 παρ. 1 εδ. α΄ του ν. 2084/1992 καθιερώθηκε η αρχή της επιλογής ενός ασφαλιστικού φορέα για τα πρόσωπα τα οποία υπάγονται για πρώτη φορά στην αγορά εργασίας και στην υποχρεωτική ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα από 1.1.1993, ενώ ρυθμίστηκαν και οι προϋποθέσεις άσκησης του αντίστοιχου δικαιώματος επιλογής ασφαλιστικού φορέα. Τα πρόσωπα, δηλαδή, αυτά υπάγονται υποχρεωτικώς, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 39 του ν. 2084/1992, σε έναν μόνο φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο, σε έναν φορέα επικουρικής ασφάλισης, σε έναν φορέα ασφάλισης ασθένειας και σε έναν φορέα ασφάλισης πρόνοιας. Επομένως, εάν για κάποιον ασφαλισμένο που ανήκει στην ανωτέρω κατηγορία συντρέχουν οι προϋποθέσεις για υποχρεωτική ασφάλισή του σε περισσότερους από έναν ασφαλιστικούς φορείς, οι οποίοι χορηγούν της ίδιας κατηγορίας παροχές (π.χ. λόγω ιδιότητας ή απασχόλησης ή λόγω διπλής απασχόλησης με διαφορετικούς φορείς ασφάλισης για κάθε απασχόληση), ο ασφαλισμένος αυτός θα ασφαλιστεί υποχρεωτικά σε έναν μόνο φορέα (βλ. ΣτΕ 2492, 2493/2020, 1320/2019 Ολ., 40/2014, 339-340/2009 7μ., 523/2009 7μ., 1608/2009 7μ. κ.ά.). Τον φορέα αυτόν επιλέγει ο ίδιος ο ασφαλισμένος με υπεύθυνη δήλωσή του που υποβάλλεται στους εργοδότες και στους φορείς ασφάλισης, το δικαίωμα δε επιλογής, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες στην προκείμενη περίπτωση διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 2556/1997, που εξακολουθούν να ισχύουν και μετά τη θέσπιση του ν. 4254/2014, ασκείται μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από το χρονικό σημείο κατά το οποίο δημιουργείται η υποχρέωση ασφάλισης στον δεύτερο φορέα (βλ. ΣτΕ 2492, 2493/2020, 40/2014, 1889/2011, 748, 2067/2010), ενώ σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης εντός της προθεσμίας αυτής, ισχύει κατ’ αρχήν ο κανόνας ότι η υποχρεωτική ασφάλιση χωρεί στον φορέα στην ασφάλιση του οποίου υπάγεται η απασχόληση ή αυτοαπασχόληση που αναλήφθηκε ή η ιδιότητα που αποκτήθηκε για πρώτη φορά (βλ. ΣτΕ 2492, 2493/2020, 40/2014, 1889/2011, 2067/2010). Περαιτέρω, κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων, το δικαίωμα επιλογής ασφαλιστικού φορέα δεν ασκείται άπαξ αλλά, όπως ρητώς ορίζεται στην προεκτεθείσα παρ. 2 του άρθρου 39 του ν. 2084/1992, απαιτείται να ασκείται κάθε φορά που στον εργασιακό βίο του ασφαλισμένου ανακύπτει ζήτημα υπαγωγής σε περισσότερους από έναν ασφαλιστικούς φορείς, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση επανέναρξης παράλληλης απασχόλησης που είχε διακοπεί προσωρινά ή στην περίπτωση ανάκτησης ασφαλιστέας ιδιότητας, η οποία είχε απωλεσθεί προσωρινά. Ειδικότερα, όταν διακόπτεται η άσκηση της ασφαλιστέας στον φορέα επιλογής παράλληλης απασχόλησης και, ως εκ τούτου, ο ασφαλισμένος παύει να είναι υπακτέος στην παράλληλη ασφάλιση περισσότερων του ενός ασφαλιστικών φορέων, εξακολουθεί όμως να είναι υπακτέος στην ασφάλιση του μη επιλεγέντος φορέα από τον οποίο ζήτησε να εξαιρεθεί λόγω της παράλληλης απασχόλησής του που τελικώς διακόπηκε, επανέρχεται στην υποχρεωτική εκ του νόμου ασφάλιση του φορέα αυτού στον οποίο υπάγεται λόγω της δραστηριότητας ή της ιδιότητας που εξακολουθεί να διατηρεί και τον οποίο οφείλει να ενημερώσει για τη διακοπή της παράλληλης αυτής απασχόλησης και ασφάλισής του. Αν δε, στη συνέχεια, ανακύψει νέα παράλληλη απασχόληση ή ιδιότητα ως εκ της οποίας ο ασφαλισμένος πρέπει να υπαχθεί στην ασφάλιση δεύτερου ασφαλιστικού φορέα, ακόμη και αν είναι η ίδια για την οποία είχε ήδη ασκήσει το δικαίωμα επιλογής ασφαλιστικού φορέα, είναι υποχρεωμένος εντός εξαμήνου από την ανάληψη της δεύτερης αυτής απασχόλησης ή την κτήση της ιδιότητας να ασκήσει εκ νέου δικαίωμα επιλογής ασφαλιστικού φορέα, υποβάλλοντας νέα υπεύθυνη δήλωση στους εκάστοτε εργοδότες και στους φορείς ασφάλισης. Αν δεν ασκήσει το σχετικό αυτό δικαίωμα, αυτός συνεχίζει να ασφαλίζεται υποχρεωτικώς όχι στον φορέα που είχε την πρώτη φορά επιλέξει αλλά σε αυτόν που υπαγόταν κατά νόμον πριν αναλάβει τη νέα παράλληλη απασχόληση ή αποκτήσει την ιδιότητα και στον οποίο είχε, κατά τα προεκτεθέντα, επανέλθει (βλ. ΣτΕ 1959, 1956, 1783, 1441, 1159/2021, 2492-2493/2020 κ.α).
Η καθ’ ης εγγράφηκε στις 8-6-2012 στα μητρώα ασφαλισμένων του Ο.Α.Ε.Ε. (πρώην Ταμείο Επαγγελματιών και Βιοτεχνών Ελλάδος), για την επαγγελματική δραστηριότητα «ταχυμεταφορές», ως μέλος σε εταιρεία, με έναρξη ασφάλισης από 1-6-2012. Εν συνεχεία, με διαδοχικές αποφάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος Ο.Α.Ε.Ε. Ηλιούπολης, εξαιρέθηκε από την ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. λόγω παράλληλης ασφάλισης στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., από 1-6-2012 έως 1-6-2013 και από 1-6-2013 έως 1-4-2015, δοθέντος όμως ότι δεν συμπλήρωνε 25 ημέρες ασφάλισης στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. κατά την χρονική περίοδο από τον 4ο έως 6ο/2015, σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. 2 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014, στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. από 1-4-2015. Περί τα τέλη του έτους 2015, προσελήφθη με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και ζήτησε εκ νέου να εξαιρεθεί από την ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε., η αίτησή της, ωστόσο, απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι είχε υποβληθεί εκπροθέσμως, δηλαδή μετά την πάροδο της προβλεπόμενης στο άρθρο 39 του ν. 2084/1992 εξάμηνης προθεσμίας από την ημερομηνία ανάληψης της δεύτερης απασχόλησης, για την οποία δημιουργήθηκε υποχρέωση για ασφάλισή της στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Κατά της τελευταίας αυτής απόφασης η καθ’ ης άσκησε ένσταση, με την οποία επικαλέστηκε προσωπικά προβλήματα, συνιστάμενα στην ανατροφή του δυόμισι ετών τέκνου της, αλλά και άγνοια της τασσόμενης προθεσμίας. Η Τ.Δ.Ε της Γ΄ Περιφερειακής Διεύθυνσης Μη Μισθωτών Αττικής – Αθηνών – Νοτίου Τομέα του Ε.Φ.Κ.Α., αφού έλαβε υπόψη τα στοιχεία του φακέλου της ασφαλισμένης, την αρνητική εισήγηση της υπηρεσίας αλλά και όσα προβλήθηκαν προφορικά ενώπιόν της, έκανε δεκτή την ένσταση και αποφάσισε την εξαίρεση της καθ’ ης από την ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. αρχής γενομένης από 1-1-2016.
Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η καθ’ ης, αφότου ανέλαβε απασχόληση υπαγόμενη στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., την 31-12-2015, μπορούσε να ασκήσει εκ νέου το δικαίωμα επιλογής ασφαλιστικού φορέα, προκειμένου να εξαιρεθεί από την ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε., στον οποίο είχε εν πρώτοις ασφαλιστεί, υποβάλλοντας αίτηση εξαίρεσης μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από την ανάληψη της νέας μισθωτής απασχόλησης, ήτοι μέχρι 30-6-2016. Εντούτοις, η καθ’ ης υπέβαλε την αίτηση αυτή μετά την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας, υποβλήθηκε εκπροθέσμως, όταν πλέον είχε απωλέσει το δικαίωμα επιλογής ασφαλιστικού φορέα, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την υποχρεωτική υπαγωγή της στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε., ήτοι του φορέα στον οποίο είχε ήδη υπαχθεί για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο είχε διακοπεί η μισθωτή απασχόλησή της. Εξάλλου, από καμία διάταξη δεν προκύπτει υποχρέωση του Ο.Α.Ε.Ε. προς ενημέρωση των ασφαλισμένων σχετικά με την ευχέρεια επιλογής ασφαλιστικού φορέα βάσει της διάταξης του άρθρου 39 του ν. 2084/1992 (πρβλ. ΣτΕ 1165/2020, 1479/2014) και, σε κάθε περίπτωση, η άγνοια του νόμου δεν συγχωρείται και δεν συνιστά λόγο ανωτέρας βίας, που δικαιολογεί, κατ’ εξαίρεση, την υπέρβαση της προαναφερόμενης εξάμηνης προθεσμίας (πρβλ. ΣτΕ 2666/2014, 22/2010, 2944/2001, 886/1973 7μ., βλ. ΔΕφΑθ 1701, 833/2021). Ούτε, άλλωστε, συνιστά, εν προκειμένω, λόγο ανωτέρας βίας η επίκληση της προσωπικής κατάστασης της καθ’ ης (μητέρα δυόμισι ετών τέκνου), η οποία, μάλιστα, ανεξαρτήτως του ότι δεν αποδεικνύεται, δεν αποτελεί γεγονός απρόοπτο και αιφνίδιο και δεν οδηγεί σε αδυναμία επιμέλειας των ασφαλιστικών της υποθέσεων (πρβλ. ΣτΕ 2706/2008). Κατά συνέπεια, παρανόμως η Τ.Δ.Ε. αποφάσισε ότι η καθ’ ης έπρεπε να εξαιρεθεί από την ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε., λόγω παράλληλης ασφάλισής της στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.
Κατόπιν αυτού, το Δικαστήριο έκανε δεκτή την προσφυγή και ακύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση.