ΑΠΟΦΑΣΗ
N.B. κ.α. κατά Γαλλίας της 31.03.2022 (αριθ. προσφ. 49775/20)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Διοικητική κράτηση οκτάχρονου ανηλίκου αλλοδαπού. Υποχρέωση των αρχών για προστασία από κάθε απάνθρωπη μεταχείριση, ιδιαιτέρως λόγω της ευπάθειας του.
Η υπόθεση αφορούσε τη διοικητική κράτηση των προσφευγόντων, δύο γονέων μαζί με το ανήλικο παιδί τους ηλικίας 8 ετών, εν αναμονή της απομάκρυνσης τους από τη Γαλλία. Στην εν λόγω χώρα είχαν υποβάλει αίτηση ασύλου που απορρίφθηκε και διατάχθηκε η απέλαση τους. Κατά την διάρκεια της κράτησης υπέβαλαν αίτηση προσωρινών μέτρων στο ΕΔΔΑ που έκανε δεκτό το αίτημα τους για άρση της κράτησης. Το καθ’ ού κράτος εφάρμοσε τα προσωρινά μέτρα επτά ημέρες μετά την έκδοση τους. Άσκησαν προσφυγή για παραβίαση των άρθρων 3 και 34 της ΕΣΔΑ.
Το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι η τοποθέτηση ανήλικων παιδιών σε διοικητική κράτηση λόγω της ευαλωτότητάς τους, χρήζει ιδιαίτερης προσοχής. Τρία κριτήρια λαμβάνονται υπόψη για την νομιμότητα της κράτησης: η ηλικία των ανηλίκων, η υλική υποδομή των εγκαταστάσεων εάν είναι ή όχι προσαρμοσμένες σε σχέση με τις ιδιαίτερες ανάγκες τους και η διάρκειά της. Επίσης η ευπάθεια του ανήλικου είναι καθοριστική και υπερισχύει της ιδιότητας του παράνομου διαμένοντα γονέα του.
Εν προκειμένω το Δικαστήριο σημείωσε ότι ο αρχές δεν έλαβαν υπόψη την νομοθεσία για το άσυλο που ορίζει ότι «το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού πρέπει να είναι πρωταρχικής σημασίας». Η κράτησή του επέφερε βλάβη στον ψυχισμό του λόγω των ιδιαίτερων καταστάσεων, δηλαδή κρατήθηκε για 14 ημέρες σε ένα κέντρο με θόρυβο σε συνδυασμό με το νεαρό της ηλικίας του. Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η παράλειψη των εγχώριων αρχών να αξιολογήσουν την νομιμότητα της κράτησης με γνώμονα το συμφέρον του ανηλίκου, συνιστά παραβίαση του άρθρου 3 ως προς τον ανήλικο. Αντιθέτως το ΕΔΔΑ έκρινε ότι οι ενήλικες γονείς του δεν απέδειξαν με πειστικά επιχειρήματα ότι η κράτηση του ανήλικου παιδιού τους είχε προκαλέσει σε αυτούς ιδιαίτερο άγχος και έκρινε ότι δεν υπάρχει παραβίαση του άρθρου 3 ως προς αυτούς.
Ακολούθως το ΕΔΔΑ έκρινε ότι ελλείψει οποιουδήποτε λόγου που να δικαιολογεί τη μη εφαρμογή του προσωρινού μέτρου της άρσης της κράτησης, οι αρχές δεν είχαν συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις τους βάσει του άρθρου 34. Παραβίαση του άρθρου 34 .
Το ΕΔΔΑ επιδίκασε στον ανήλικο ποσό 5.000 ευρώ για ηθική βλάβη.
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 3,
Άρθρο 34
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Οι προσφεύγοντες Ν.Β. και Ν.Γ. και ο γιος τους K.G., είναι υπήκοοι Γεωργίας που γεννήθηκαν το 1988, το 1984 και το 2012 αντίστοιχα.
Εισήλθαν παράνομα στη Γαλλία το 2019 και οι αιτήσεις τους για άσυλο απορρίφθηκαν. Στο πλαίσιο της βίαιης απομάκρυνσής τους, η περιφέρεια των Αρδεννών προγραμμάτισε αεροπορικώς την επιστροφή τους στη Γεωργία για τις 7 Νοεμβρίου 2020. Στις 6 Νοεμβρίου 2020 ο Νομάρχης της περιοχής εξέδωσε διαταγές για την τοποθέτηση του Ν.Β. και Ν.Γ. σε διοικητική κράτηση.
Η υπόθεση αφορούσε την 14ήμερη διοικητική κράτηση του ζευγαριού και του παιδιού τους, που τότε ήταν οκτώ ετών. Οι αρχές παρέλειψαν να άρουν την διοικητική κράτηση και οι προσφεύγοντες παρέμειναν υπό κράτηση, μετά από απόφαση του ΕΔΔΑ που έκανε δεκτή το αίτημά τους για προσωρινά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 39 του Κανονισμού του Δικαστηρίου με σκοπό την διακοπή της κράτησής τους.
Επικαλούμενοι το άρθρο 3 (απαγόρευση απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης) της ΕΣΔΑ, οι προσφεύγοντες ισχυρίστηκαν ότι η διοικητική κράτησή τους ισοδυναμούσε με απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση. Σύμφωνα με το άρθρο 34 (δικαίωμα ατομικής αίτησης) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, διαμαρτύρονται για το γεγονός ότι οι γαλλικές αρχές παρέλειψαν να άρουν την κράτηση μετά την απόφαση του Δικαστηρίου που έκανε δεκτό το αίτημά τους για προσωρινά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 39 του Κανονισμού του Δικαστηρίου με σκοπό τον τερματισμό στην κράτησή τους.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Άρθρο 3
Το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι η τοποθέτηση ανήλικων παιδιών σε διοικητική κράτηση εγείρει συγκεκριμένα ερωτήματα στο βαθμό που, είτε συνοδεύονται είτε όχι, είναι ιδιαίτερα ευάλωτα και απαιτούν ειδική φροντίδα λόγω της ηλικίας τους και της έλλειψης αυτονομίας τους. Το Δικαστήριο αξιολογεί την ύπαρξη παραβίασης του άρθρου 3 της Σύμβασης εκτιμώντας τους ακόλουθους τρεις παράγοντες: την ηλικία των ανηλίκων, την υλική υποδομή των εγκαταστάσεων εάν είναι ή όχι προσαρμοσμένες σε σχέση με τις ιδιαίτερες ανάγκες τους και τη διάρκεια της κράτησης.
(α) Εφαρμογή των γενικών αρχών στην παρούσα υπόθεση
Σχετικά με το ανήλικο παιδί
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι στην παρούσα υπόθεση, ο ανήλικος προσφεύγων συνοδευόταν από τους δύο γονείς του κατά την περίοδο της κράτησης. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η κατάσταση ιδιαίτερης ευπάθειας του ανήλικου τέκνου είναι καθοριστική και υπερισχύει της ιδιότητας του παράνομου διαμένοντα γονέα του.
Όσον αφορά το κριτήριο σχετικά με την ηλικία του παιδιού, το Δικαστήριο σημείωσε ότι επρόκειτο για ανήλικο παιδί ηλικίας οκτώ ετών κατά την ημερομηνία της διοικητικής κράτησης. Ακόμα κι αν η ηλικία είναι μόνο ένα από τα τρία κριτήρια που πρέπει να συνδυαστούν, και είναι αλήθεια ότι ο KG ήταν μεγαλύτερος από ορισμένα παιδιά για τα οποία το Δικαστήριο έχει διαπιστώσει παραβίαση του άρθρου 3, ένα οκτάχρονο παιδί που δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει επαρκή διάκριση για να κατανοήσει την κατάσταση της υπόθεσης, παραμένει σε μια κατάσταση ιδιαίτερης ευπάθειας.
Όσον αφορά το κριτήριο που αφορά τις συνθήκες υποδοχής, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το κέντρο Metz-Queuleu ήταν μεταξύ εκείνων που επιτρέπεται να υποδέχονται οικογένειες. Το Δικαστήριο έχει ήδη σημειώσει ότι οι ανακοινώσεις από το κέντρο που μεταδίδονται από μεγάφωνα εκθέτουν τους ανθρώπους που κρατούνται εκεί σε σοβαρή όχληση. Το Δικαστήριο έχει ήδη επισημάνει ότι οι συνθήκες υποδοχής στο κέντρο κράτησης Metz-Queuleu, αν και αποτελούν κατ’ ανάγκη σημαντικές πηγές άγχους για ένα μικρό παιδί, δεν επαρκούν από μόνες τους για να επιτευχθεί το όριο που απαιτείται, (AM κ.α. κατά Γαλλίας). Επιβεβαιώνεται, από την άλλη πλευρά, ότι πέρα από μια σύντομη περίοδο κράτησης, η επανάληψη και η συσσώρευση των επιπτώσεων που προκαλεί, ιδίως στο ψυχικό και συναισθηματικό επίπεδο, η στέρηση της ελευθερίας έχει αναγκαστικά επιζήμιες συνέπειες σε ένα μικρό παιδί. Ως εκ τούτου, η πάροδος του χρόνου έχει ιδιαίτερη σημασία από αυτή την άποψη.
Απομένει να εφαρμοστεί το κριτήριο που αφορά τη διάρκεια της κράτησης. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι ακόμη και αν, όπως υποστηρίζει η Κυβέρνηση, οι εθνικές αρχές έλαβαν αρχικά όλα τα απαιτούμενα μέτρα για να εκτελέσουν το μέτρο μεταφοράς όσο το δυνατόν γρηγορότερα και έτσι να περιορίσουν τη διάρκεια της κράτησης όσο το δυνατόν περισσότερο, το απόλυτο δικαίωμα που προστατεύεται από το άρθρο 3, απαγορεύει σε συνοδευόμενο ανήλικο να κρατηθεί υπό τις προαναφερθείσες συνθήκες για χρονικό διάστημα του οποίου η υπερβολική διάρκεια έχει συμβάλει στη υπέρβαση του επιτρεπόμενου χρονικού ορίου. Το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι η συμπεριφορά των γονέων, συγκεκριμένα, στην προκειμένη περίπτωση, η άρνηση των προσφευγόντων να επιβιβαστούν, δεν ήταν καθοριστική ως προς το αν έχει υπερβεί το επιτρεπόμενο όριο διάρκειας όσον αφορά το ανήλικο παιδί. Στην παρούσα υπόθεση, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η κράτηση ενός ανηλίκου παιδιού ηλικίας οκτώ ετών υπό τις συνθήκες που υφίστανται, κατά την ημερομηνία των επίδικων γεγονότων, στο κέντρο του Metz-Queuleu, η οποία διήρκεσε δεκατέσσερις (14) μέρες, ήταν υπερβολική όσον αφορά τις απαιτήσεις που απορρέουν από το άρθρο 3. Σημείωσε επίσης, ενόψει όλων των λόγων των διαταγών της 9ης Νοεμβρίου 2020 και της 12ης Νοεμβρίου 2020, ότι παρόλο που το τελευταίο εδάφιο του άρθρου L. 551-1 IIIα ορίζει ότι στο θέμα αυτό «το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού πρέπει να είναι πρωταρχικό μέλημα», προτού αξιολογήσει τη νομιμότητα της αρχικής τοποθέτησης και διατάξει την παράταση της διοικητικής κράτησης για περίοδο είκοσι οκτώ ημερών στο πλαίσιο του δικαστικού ελέγχου που εναπόκειται να ασκήσουν, ο δικαστής δεν έλαβε υπόψη την παρουσία του KG και την ιδιότητά του ως ανήλικου τέκνου .
Οι προηγούμενες σκέψεις αρκούν για να μπορέσει το Δικαστήριο να συμπεράνει ότι, λόγω του νεαρού της ηλικίας του, των συνθηκών κράτησης στο κέντρο Metz-Queuleu και της διάρκειας της κράτησης, οι αρμόδιες αρχές υπέβαλαν το ανήλικο παιδί σε δοκιμασία που υπερέβη το όριο τη σοβαρότητας που απαιτείται από το άρθρο 3 της Σύμβασης. Ως εκ τούτου, υπήρξε παραβίαση του άρθρου 3 της Σύμβασης σε σχέση με το K.G.
Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι εάν ένας γονέας είναι θύμα της κακομεταχείρισης που υφίσταται στο παιδί του εξαρτάται από την ύπαρξη ιδιαίτερων παραγόντων που δίνουν στον γονέα διάσταση και χαρακτήρα διαφορετικό από τη συναισθηματική αγωνία που μπορεί να θεωρηθεί ως αναπόφευκτη για τους στενούς συγγενείς ενός ατόμου που πέφτει θύμα σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μεταξύ αυτών των παραγόντων είναι η εγγύτητα της συγγένειας – στο πλαίσιο αυτό, ο δεσμός γονέα – παιδιού θα είναι πρωταρχικός –, οι ιδιαίτερες συνθήκες της σχέσης, ο βαθμός στον οποίο ο γονέας ήταν μάρτυρας των εν λόγω γεγονότων και ο τρόπος με τον οποίο οι αρχές απάντησαν στις καταγγελίες των προσφευγόντων (βλ. Popov κατά Γαλλίας). Στην παρούσα υπόθεση, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η καταγγελία των ενηλίκων προσφευγόντων σχετικά με την ταλαιπωρία τους στο κέντρο κράτησης δεν ήταν τεκμηριωμένη. Ακόμη και αν αναγνωρίσει ότι η διοικητική κράτηση των γονέων με το ανήλικο παιδί τους μπορεί να είχε δημιουργήσει αίσθημα αδυναμίας και να τους έχει προκαλέσει άγχος και απογοήτευση, το Δικαστήριο δεν ήταν σε θέση να καταλήξει, υπό το φως των αποδεικτικών στοιχείων του φακέλου, ότι βρέθηκαν, κατά τη διάρκεια της κράτησής τους, σε μια κατάσταση που ενδέχεται να φτάσει το όριο σοβαρότητας που απαιτείται για να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3 της Σύμβασης. Ως εκ τούτου, δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 3 της Σύμβασης όσον αφορά τους N.B. και N.G..
Άρθρο 34
Την Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2020 κοινοποιήθηκε στην Κυβέρνηση το προσωρινό μέτρο που υπέδειξε το Δικαστήριο με σκοπό τον τερματισμό της διοικητικής κράτησης των προσφευγόντων εν αναμονή της έκβασης της ενώπιόν του διαδικασίας. Στις 16 Νοεμβρίου 2020, το Δικαστήριο ενημερώθηκε για το γεγονός ότι το μέτρο δεν είχε εφαρμοστεί. Αφού κλήθηκε να σχολιάσει, η Κυβέρνηση ενημέρωσε το Δικαστήριο μέχρι την Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2020 ότι οι προσφεύγοντες είχαν απομακρυνθεί εκείνη την ημέρα, θέτοντας έτσι ένα τέλος στην κράτησή τους.
Η διοικητική κράτηση των προσφευγόντων είχε λήξει μόνο επτά (7) ημέρες μετά την κοινοποίηση του προσωρινού μέτρου.
Ελλείψει οποιουδήποτε λόγου που να δικαιολογεί τη μη εφαρμογή του προσωρινού μέτρου, οι αρχές δεν είχαν συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις τους βάσει του άρθρου 34.
Το ΕΔΔΑ έκρινε ομόφωνα παραβίαση του άρθρου 34.
Δίκαιη ικανοποίηση: το ΕΔΔΑ επιδίκασε ποσό 5.000 ευρώ στον ανήλικο K.G. για ηθική βλάβη. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαπίστωση παραβίασης αποτελούσε από μόνη της επαρκή δίκαιη ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστησαν οι προσφεύγοντες όσον αφορά την παραβίαση του άρθρου 34 (επιμέλεια echrcaselaw.com).