Δεκτή έγινε από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών έφεση ελληνικής εταιρείας, κατόπιν της γενόμενης δεκτής από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο προσφυγής της ισπανικής εταιρείας Inditex (ΤρΔΕφΑθ 386/2022).
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχτηκε ότι υφίσταται σοβαρός κίνδυνος συσχέτισης των ένδικων αντιπαραβαλλόμενων σημάτων («ZARA» της Inditex και «ZARK» της εκκαλούσας ελληνικής εταιρείας) από το καταναλωτικό κοινό, υπό την έννοια ότι είναι δυνατό να προκληθεί παραπλάνηση σε αυτό ως προς την προέλευση των προϊόντων από τη μία ή την άλλη επιχείρηση, ως προς την ταυτότητα των φορέων της επιχείρησης ή ως προς την ύπαρξη οικονομικής συνεργασίας ή οργανωτικής σχέσης μεταξύ δύο επιχειρήσεων, λαμβάνοντας υπόψη και ότι τα δύο αυτά σήματα προορίζονται να διακρίνουν ταυτόσημα προϊόντα. Συνεπώς, έκρινε ότι το ένδικο σήμα «ZARK» μη νομίμως έγινε δεκτό προς καταχώριση από τη Δ.Ε.Σ., λόγω συνδρομής του, προβλεπομένου στη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 εδ. β΄ του ν. 2239/1994, σχετικού απαραδέκτου.
Το εφετείο, ωστόσο, έκρινε διαφορετικά. Έκρινε ότι δεν υπάρχει ομοιότητα μεταξύ των ως άνω σημάτων, κατά τη συνολική οπτική, ακουστική και εννοιολογική εντύπωση, για τη διάκριση των όμοιων (ενδύματα – υποδήματα) ή παρόμοιων προϊόντων της κλάσης 25, στη συνείδηση του μέσου καταναλωτή, που έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος, αλλά σπανίως έχει τη δυνατότητα να προβαίνει σε άμεση σύγκριση των διαφορών σημάτων και συνήθως είναι αναγκασμένος να ανατρέχει στην ατελή εικόνα που έχει συγκρατήσει στη μνήμη του, ώστε να υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως ως προς την προέλευση των προϊόντων από την ίδια επιχείρηση ή από συνδεόμενες μεταξύ του οικονομικώς επιχειρήσεις.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το σκεπτικό του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, δεν υπάρχει πρόδηλη ταυτότητα, ούτε ουσιώδης οπτική ή ηχητική ομοιότητα. Επεσήμανε, ιδίως, ότι το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα στα δύο προς σύγκριση σήματα, τα οποία αμφότερα αναγράφονται με κεφαλαίους λατινικούς χαρακτήρες («ΖARK» και «ΖΑRA») είναι η κατάληξη αυτών, ήτοι το γράμμα «-Κ» και «-Α», αντίστοιχα, οι δε ήχοι που παράγονται από τις δύο λέξεις διακρίνονται σαφώς μεταξύ τους, ενώ το τελικό γράμμα του σήματος της εκκαλούσας διαφοροποιεί οπτικώς και ηχητικώς τα δύο σήματα. Επιπλέον, επεσήμανε ότι το σήμα της εκκαλούσας είναι μονοσύλλαβο, το δε προγενέστερο δισύλλαβο.
Περαιτέρω, το δικαστήριο τόνισε το γεγονός ότι, μετά τη μακροχρόνια λειτουργία της εφεσίβλητης, ο μέσος καταναλωτής με τη συνήθη πληροφόρηση, που είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος, γνωρίζει ότι τα προϊόντα της εφεσίβλητης διατίθενται αποκλειστικά στην αλυσίδα καταστημάτων αυτής («ΖARA»), και όχι μέσω καταστημάτων μαζί με άλλα όμοια ή παρόμοια προϊόντα μόδας, διαφορετικών παραγωγών, μεταξύ των οποίων και εκείνων της εκκαλούσας. Το γεγονός αυτό, κατά την κρίση του δικαστηρίου, συντελεί στην ανυπαρξία του κινδύνου σύγχυσης.
Επιπλέον, το δικαστήριο έκρινε ότι δεν δημιουργείται στο καταναλωτικό κοινό η συνειρμική εντύπωση ότι η εφεσίβλητη δικαιούχος του προγενέστερου σήματος «ZARA» βρίσκεται σε κάποιου είδους οικονομικό και οργανωτικό δεσμό με την επιχείρηση της εκκαλούσας. Και τούτο, διότι, παρά τον έντονο διακριτικό χαρακτήρα του σήματος της εφεσίβλητης, τη μακροχρόνια χρήση του και τη σταθερή προτίμηση των προϊόντων μόδας της από το καταναλωτικό κοινό, η δραστηριότητά της εκκαλούσας περιορίζεται μόνο σε δύο (2) καταστήματα στο Αγρίνιο και τη Λαμία και την προμήθεια εγχώριων εμπόρων (Αττική, νησιά).
Τέλος, έγινε δεκτό ότι από τη χρήση του μεταγενέστερου σήματος της εκκαλούσας δεν βλάπτεται ο διακριτικός χαρακτήρας ή η φήμη του σήματος της εφεσίβλητης, ενώ η εκκαλούσα δεν επωφελείται από την έλξη, τη φήμη και το κύρος του σήματος της εφεσίβλητης, ούτε εκμεταλλεύεται την πολυετή εμπορική προσπάθειά της για την οικοδόμηση και την εδραίωση της φήμης της, χωρίς να καταβάλει κανένα χρηματικό αντίτιμο και χωρίς να μοχθήσει προς τούτο. Συνεπώς, δεν προσβάλλεται το σήμα φήμης της εφεσίβλητης, το οποίο, απολαμβάνει διευρυμένης προστασίας, αφού δεν συντρέχει ούτε ομοιότητα, ούτε κίνδυνος συσχετίσεως των δύο ως άνω σημάτων.
Απόσπασμα απόφασης
Περαιτέρω, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ότι στα ως άνω σήματα της εφεσίβλητης εταιρείας, κυρίαρχο στοιχείο είναι η λέξη «ZARA», το οποίο χρησιμοποιεί, πάντα, για τη διάκριση των προϊόντων, που παράγει και τα οποία διαθέτει στους καταναλωτές μέσω αλυσίδας λιανικής πώλησης σε όλον τον κόσμο, με πάνω από 2700 καταστήματά της σε εξήντα (60) χώρες και τη μεγαλύτερη αλυσίδα λιανικής πώλησης στην Ευρώπη στα καταστήματα μόδας (Μάρτιος του 2006). Στην Ελλάδα τα σήματα αυτά είναι ευρέως γνωστά ως σήμα προϊόντων, μεταξύ άλλων, ενδύσεως – υποδήσεως της κλάσης 25, τα οποία διατίθενται στο καταναλωτικό κοινό μέσω συνολικά σαράντα οκτώ (48) καταστημάτων της και έχουν αποκτήσει, λόγω της μακροχρόνιας χρήσης και την έντονης προβολής των ευρείας κατανάλωσης προϊόντων αυτών πανελλαδικά, ιδιαίτερα καλή φήμη στη συνείδηση, όχι μόνο του μέσου καταναλωτή παρόμοιων προϊόντων, αλλά του μέσου Έλληνα καταναλωτή γενικώς, κατά τα κοινά τοις πάσι. Το παραπάνω σήμα χρησιμοποιείται από την εφεσίβλητη στην Ελλάδα πολλά χρόνια, έχει καθιερωθεί στις εμπορικές συναλλαγές και στο καταναλωτικό κοινό και αποτελεί σαφές και γνωστό διακριτικό εξατομίκευσης της επιχείρησής της και της προέλευσης των προϊόντων της αυτών, έχοντας καταστήσει το παραπάνω σήμα της εφεσίβλητης σήμα φήμης στην Ελλάδα.
Όμως, από κανένα προσκομιζόμενο στοιχείο δεν προκύπτει ότι η οικονομική συμπεριφορά του μέσου καταναλωτή των προϊόντων, για τα οποία έχει καταχωρισθεί το προγενέστερο αυτό σήμα φήμης, έχει μεταβληθεί λόγω της χρησιμοποίησης του μεταγενέστερου σήματος ή υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να επέλθει τέτοια μεταβολή στο μέλλον, δεδομένου, μάλιστα, ότι η εκκαλούσα εταιρεία λειτουργεί μεν, από το έτος 1985 με αντικείμενο την παραγωγή και εμπορία πάσης φύσης αθλητικών ειδών («. ΕΠΕ») και από το 1988, ειδών ενδύσεως και υποδήσεως («. ΕΠΕ» και ήδη μονοπρόσωπη ΕΠΕ), για τη σήμανση των οποίων χρησιμοποιεί την ένδειξη «ZARK», όμως, η δραστηριότητά της, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας και δεν αμφισβητεί η εφεσίβλητη, περιορίζεται μόνο σε δύο (2) καταστήματα στο Αγρίνιο και τη Λαμία και την προμήθεια εγχώριων εμπόρων (Αττική, νησιά).
Έτσι, παρά τον έντονο διακριτικό χαρακτήρα του σήματος της εφεσίβλητης, τη μακροχρόνια χρήση του και τη σταθερή προτίμηση των προϊόντων μόδας της από το καταναλωτικό κοινό, δεν υφίσταται κίνδυνος σύγχυσης ή συσχέτισης με το μεταγενέστερο σήμα της εκκαλούσας, ως προς την προέλευση των προϊόντων από την επιχείρηση της εφεσίβλητης ή ως προς τη διασύνδεση των επιχειρήσεών τους, δηλαδή δεν δημιουργείται στο καταναλωτικό κοινό η συνειρμική εντύπωση ότι η εφεσίβλητη δικαιούχος του προγενέστερου σήματος «ZARA» βρίσκεται σε κάποιου είδους οικονομικό και οργανωτικό δεσμό με την επιχείρηση της εκκαλούσας.
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο dsanet.gr.