Μειώθηκε η ποινή της από το δικαστήριο και αποφυλακίζεται
Μια δεύτερη και πολύ σημαντική ευκαιρία έδωσε χθες το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Καλαμάτας στην 27χρονη Γεωργιανή η οποία το Δεκέμβριο του 2019 πέταξε το μόλις πέντε ημερών μωρό της σε υπόγειο κάδο σκουπιδιών στη διασταύρωση των οδών Κανάρη και Αριστοτέλους, τυλιγμένο σε μια κουβέρτα και κλεισμένο σε χάρτινη σακούλα. Το αγοράκι τότε σώθηκε από θαύμα, καθώς το απορριμματοφόρο λόγω βλάβης δεν πέρασε στην ώρα του, ενώ κάτοικος της περιοχής, όταν πήγε να πετάξει τα σκουπίδια και άκουσε το κλάμα του, δεν πίστεψε όλους που της έλεγαν ότι είναι γατάκι. Έτσι, ενημέρωσε την Αστυνομία, μένοντας εκεί και μην επιτρέποντας σε κανέναν να πετάξει κάτι στον κάδο.
Η 27χρονη χθες, που έκτοτε κρατείται στις φυλακές, εμφανίσθηκε εμφανώς μετανιωμένη και με δάκρυα στα μάτια. Μετά τη χθεσινή απόφαση του δικαστηρίου, θα αποφυλακισθεί σύντομα και θα επιστρέψει στο σπίτι της, όπου η μητέρα της μεγαλώνει το αγοράκι που σήμερα είναι 2 ετών.
Πρωτόδικα είχε καταδικασθεί σε κάθειρξη 8 ετών
Χθες κρίθηκε και πάλι ένοχη για απόπειρα ανθρωποκτονίας με δόλο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, ενώ από το πρώτο δικαστήριο της είχαν αναγνωρισθεί τα ελαφρυντικά του σύννομου βίου και της μετέπειτα καλής συμπεριφοράς. Χθες της αναγνωρίσθηκε και η ελαφρυντική περίσταση της μετεφηβικής ηλικίας. Το δικαστήριο μείωσε την ποινή σε κάθειρξη 5 ετών και καθώς έχει εκτίσει το μεγαλύτερο μέρος της, σύντομα θα αποφυλακισθεί.
Μετά την ανακοίνωση της απόφασης, η 27χρονη δήλωσε στους δικαστές: «Θέλω να σας ευχαριστήσω πάρα πολύ. Μέσα από την καρδιά μου έχω μετανιώσει και ντρέπομαι που βρίσκομαι μπροστά σας».
Έκρυψε την εγκυμοσύνη
Κατά την απολογία της η 27χρονη είπε ότι το 2018 γνώρισε ένα συμπατριώτη της, με τον οποίο σύναψαν σχέση, θεωρώντας ότι είχαν κάτι σοβαρό. Όμως, σύντομα η σχέση διαλύθηκε. Αντιλήφθηκε πως ήταν έγκυος όταν πια ήταν 5 μηνών, καθώς αντιμετώπιζε ορμονολογικά προβλήματα και δεν μπορούσε να κάνει κάτι.
Επικοινώνησε με τον πατέρα του παιδιού και τον ενημέρωσε, όμως αυτός την απέρριψε, την απείλησε και της είπε να μην τον ενοχλεί, γιατί ετοιμάζεται να παντρευτεί.
Στην Ελλάδα βρισκόταν από το 2015 και κατοικούσε μαζί με τη μητέρα της. Η ίδια εργαζόταν ως μπέιμπι σίτερ και σύμφωνα με καταθέσεις γονιών που την είχαν απασχολήσει, είχαν πολύ θετική εικόνα γι’ αυτή, αλλά και για το πώς φερόταν στα παιδιά τους.
Καθώς είχε μεγαλώσει σε συντηρητική οικογένεια και ντρεπόταν, όπως είπε, δεν αποκάλυψε την εγκυμοσύνη της. Η μητέρα της για λόγους υγείας επέστρεψε κάποια στιγμή στην πατρίδα τους και όταν στο δεύτερο τρίμηνο της κύησης πήγε και η κοπέλα στη Γεωργία, φορούσε φαρδιά ρούχα για να μην καταλάβουν την εγκυμοσύνη.
Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα φιλοξενήθηκε από συμπατριώτες της, στους οποίους επίσης δεν είπε ότι είναι έγκυος.
Δε δέχτηκε το μωρό ο πατέρας
Στις 14 Δεκεμβρίου 2019, ξημερώματα, κατάλαβε ότι είχε έρθει η ώρα του τοκετού και πήγε μόνη της στο Νοσοκομείο Καλαμάτας, όπου και γέννησε.
Μάλιστα, δεν είχε τίποτα για το μωρό, ενώ ρουχαλάκια και τα απαραίτητα της τα έδωσε φαρμακοποιός έξω από το νοσοκομείο.
Οι μάρτυρες κατέθεσαν ότι μέσα στο νοσοκομείο η κοπέλα ήταν τρυφερή με το μωρό της και το φρόντιζε.
Στις 17 Δεκεμβρίου πήρε εξιτήριο και, όπως είπε, πίστευε ότι ο πατέρας του παιδιού θα τη βοηθήσει. Με το μωρό στην αγκαλιά πήγε στο ΚΤΕΛ και από εκεί στην Αθήνα, αλλά μάταια προσπάθησε να τον βρει. Με το επόμενο λεωφορείο επέστρεψε στην Καλαμάτα, φτάνοντας πια βράδυ στην πόλη.
Περιπλανώμενη με τα πόδια, όταν έφτασε στο σημείο που ήταν ο υπόγειος κάδος, τύλιξε το παιδί με μια κουβέρτα, το έβαλε σε μια χάρτινη σακούλα, την οποία έκλεισε και το πέταξε μέσα… «Είχα θολώσει. Δεν ήξερα τι έκανα. Αλλού πατούσα, αλλού βρισκόμουν. Θυμάμαι μόνο μέχρι τη στιγμή που άφησα το μωρό μου. Μετά δε θυμάμαι τίποτα… Θέλω να πάρω το παιδί μου, να είμαι δίπλα του και να το μεγαλώσω σωστά, κι όταν μου πουν ότι μπορώ, να του πω την αλήθεια», είπε στο δικαστήριο.
Το δύο ετών αγοράκι μεγαλώνει με τη μητέρα της 27χρονης και όπως ανέφερε, όταν βγει από τη φυλακή θα ζήσουν όλοι μαζί στην Ελλάδα. Μάλιστα, είπε ότι έχει επαφές με το παιδί, το οποίο έχει αρχίσει να την αναγνωρίζει.
Τέλος, δήλωσε ότι τη βοήθησαν πολύ ψυχίατρος και ψυχολόγος που έβλεπε στη φυλακή, καθώς η διάγνωσή τους ήταν επιλόχεια ψύχωση.
Η εισαγγελέας στην αγόρευσή της ζήτησε την ενοχή της, τονίζοντας ότι η πράξη της θα οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια στο θάνατο και από τυχαίο γεγονός το μωρό σώθηκε.
Της Βίκυς Βετουλάκη