Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Αναμφισβήτητα ο Βαρόνος Πιέρ ντε Κουμπερτέν (1863-1937) υπήρξε πολίτης του κόσμου, με θετική συμβολή στη σύγχρονη ιστορία. Συνδέθηκε με την διεθνοποίηση των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων και την δημιουργία του Ολυμπιακού Κινήματος, το οποίο φρόντισε να ενδύσει ιδεολογικώς αντλώντας πλούσια στοιχεία από το αρχαιοελληνικό μεγαλείο. Οι μελέτες μέχρι σήμερα εξετάζουν, μάλλον εξαντλητικά, την πτυχή αυτή της ζωής και προσφοράς του, αποκαλύπτοντας και στοιχεία για εντάσεις και διαφωνίες που προέκυψαν κατά καιρούς με τις αρμόδιες ελληνικές αρχές.
Ωστόσο, οφείλουμε να αναγνωρίζουμε πως εστάθη στο πλευρό της χώρας μας, σε δύσκολες περιόδους και υποστηρίζοντας σε διεθνές επίπεδο τα δίκαιά της. Εξάλλου, η διάρθρωσις του πανίσχυρου Ολυμπιακού δικτύου, είναι γνωστό ότι επέτρεπε και επιτρέπει την άσκηση εξωτερικής πολιτικής. Επ’ ευκαιρία του εορτασμού της Παγκόσμιας Ολυμπιακής Ημέρας, η οποία ορίσθηκε εκ μέρους της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής εις ανάμνησιν της ιδρύσεώς της (23 Ιουνίου 1894), ανασύρουμε από την λήθη μια παρέμβαση που έκανε ο Πιερ ντε Κουμπερτέν υπέρ της Ελλάδος, όταν η τελευταία εόρταζε την εκατονταετηρίδα από την σύσταση του Ελληνικού Κράτους (1830-1930).
Το ρεκόρ του Ελληνισμού
Ο Γάλλος ευγενής που πρωτοστάτησε στην αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, εκφώνησε έναν βαρυσήμαντο λόγο στο κέντρο του Ολυμπισμού, στη Λοζάνη, το 1930. Η παρέμβασίς του εκείνη δεν ήταν άσχετη με την οικονομική κρίση που διήρχετο, για μία ακόμη φορά, η χώρα μας και κατέληξε στη γνωστή παύση πληρωμών. Ούτε με τα πρόσωπα και το δίκτυο το οποίο επιμελημένα διατηρούσε η Ελλάς με τις ανώτατες αρχές της τότε Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής. Όταν λοιπόν σύννεφα εμφανίσθηκαν στον ευρωπαϊκό ορίζοντα, με τους δανειστές να ασκούν υπέρμετρες πιέσεις, ο Κουμπερτέν τούς θύμισε πως η Ελλάς, ως έθνος, είχε πετύχει δύο σημαντικά ρεκόρ.
Το πρώτο ήταν ότι τριακόσιες χιλιάδες Ελλήνων είχαν δώσει τη ζωή τους για να φθάσουν στην υπογραφή του Πρωτοκόλλου που αναγνώριζε την υπόστασή τους και την ελευθερία στις υπόλοιπες εξακόσιες χιλιάδες Ελλήνων. Δηλαδή είχε χαθεί ένας στους τρεις! «Αν ψάξετε στα αρχεία όλων των ανθρώπινων κοινοτήτων αμφιβάλλω εάν θα βρείτε τέτοια ανάλογη θυσία και μάλιστα όχι αυθόρμητη και βραχεία, αλλά περιεσκεμμένη και υπερδεκαετή», επισήμαινε ο Κουμπερτέν. Ευχήθηκε δε οι αριθμοί αυτοί να χαραχθούν στην είσοδο των Προπυλαίων της Ακροπόλεως ώστε οι ξένοι που εισέρχονται να αντιλαμβάνονται αμέσως ότι η «νέα Ελλάς, δεν είναι, παρά η αρχαία Ελλάς, εξελθούσα ζώσα από τον τάφον».
Η μαρμάρινη λύκηθος στην οποία τοποθετήθηκε η καρδιά του Βαρόνου Κουμπερτέν.
Το δεύτερο ρεκόρ
Το δεύτερο ρεκόρ που αναγνώριζε στην Ελλάδα ο Κουμπερτέν ήταν της αντοχής, της θελήσεως και της επιμονής. Ανεφέρετο στις αντιδράσεις της συντηρητικής Ευρώπης που δεν ήθελε να αναγνωρίσει την εθνική υπόσταση και την κρατική οντότητα που προέκυπτε από την Επανάσταση του 1821. Ό,τι έθετε ως όρο το νέο αυτό κράτος να είναι μικροσκοπικό και ουσιαστικά ανίκανο να ζήσει. Και όμως έζησε! Βαθύς γνώστης της Ελληνικής Ιστορίας προσέθετε πως όταν θα αποκαλυφθεί όλη η αλήθεια για εκείνη την περίοδο η Ευρώπη θα ντρεπόταν και η Ελλάδα θα επαιρόταν!
Η Ελλάς επί έναν ολόκληρο αιώνα κατέβαλε συνεχείς και δυσχερείς αγώνες για να εξασφαλίσει τη ζωή της, την επέκταση των ορίων της, τη μεγαλύτερη ελευθερία και πρόοδό της. Χωρίς να έχει τη συμπαράσταση των Ευρωπαίων συμμάχων. Οι νεότεροι Ευρωπαίοι δεν κατέβαιναν όπως κάποιοι φιλέλληνες του Αγώνος με ανδρεία και ενθουσιασμό για να παλέψουν για τα δίκαια της Ελλάδος. Αλλά ήρχοντο για θεατρικές προσευχές στην Ακρόπολη και ύστερα, κατεβαίνοντας από τον Ιερό Βράχο, εξέφραζαν την περιφρόνησή τους στους σύγχρονους Έλληνες. Οι οποίοι χωρίς ενίσχυση και με αρνητικές τις διαθέσεις ορισμένων «συμμάχων» οπλίσθηκαν με τη δύναμη που ονομάζεται «Ελληνισμός»!
Ελληνισμός: «Διδακτικό σύνολο…»!
Αυτά ανέφερε ο Πιερ ντε Κουμπερτέν, ο οποίος προχωρώντας ακόμη περισσότερο προσέθετε πως «όλοι οι λαοί έχουν τις μορφές της ζωής τους, όλοι οι μεγάλοι λαοί έχουν τύπους πολιτισμού, γύρω από τους οποίους συγκεντρώνονται και ενισχύονται η δύναμη και η ζωτικότητά τους, αλλά κανείς εξ αυτών των τύπων δεν έχει τη δύναμη του Ελληνισμού»! Προσπάθησε λοιπόν να περιγράψει πώς έβλεπε εκείνος τη νεότερη Ελλάδα.
«Μιλάμε συχνά για τον Ελληνισμό, είπε ο Κουμπερτέν, αλλά δεν τον γνωρίζουμε. Νομίζουμε ότι είναι ένα είδος φυσικής και μεγαλοφυούς κλίσεως προς το Κάλλος, μια έμπνευση, η λατρεία της Τέχνης. Αλλά είναι προπαντός η λατρεία της ατομικής ισορροπίας. Ο Ελληνισμός διδάσκει στον άνθρωπο να συνδυάζει το προσωπικό συμφέρον με την αστική συνείδηση και με την ηθική. Δεν επιτρέπει στο παρελθόν και το παρόν να βλάπτουν το ένα το άλλο. Ούτε στην παράδοση και την πρόοδο να εμποδίζουν η μία την άλλη.
»Ο Ελληνισμός είναι η ευρυθμία. Όχι η απλοϊκή και η επιφανειακή ευρυθμία, αλλά η πλήρης και βαθειά ευρυθμία. Τον Ελληνισμό αυτό, όλες τις διακλαδώσεις και τη ζωτικότητά του, βρίσκει κανείς από το ένα άκρο μέχρι το άλλο της Ελληνικής Ιστορίας, από τα χρόνια του Σόλωνα. Χάρη στο πνεύμα αυτό του Ελληνισμού η ιστορία του είναι μια συνέχεια χωρίς διακοπή. Εκτείνεται σε τρεις χιλιάδες χρόνια και αποτελεί το πιο διδακτικό και το πιο ενδιαφέρον σύνολο που υπάρχει»!
Ο Pierre de Coubertin πέθανε τον Σεπτέμβριο του 1937. Η στήλη που τοποθετήθηκε η λύκηθος όπου φυλάσσεται η καρδιά του σύμφωνα με την επιθυμία του.
Και υπέρ Κύπρου
Όπως ήδη ανεφέρθη, ο Κουμπερτέν πολλάκις εξεφράσθη υπέρ των Ελληνικών δικαίων και επανειλημμένως παρενέβαινε δημοσίως, μέχρι το τέλος της ζωής του. Σχετικές αναφορές εντοπίζουμε το 1897, όταν συμμετείχε και σε Επιτροπή η οποία συνεστήθη στην Γαλλία υπέρ της Ελλάδος, καθώς και στην περίοδο των Βαλκανικών και το Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα κείμενά του, διανθισμένα πάντα με τον ρομαντισμό αλλά και την βαθιά γνώση της ελληνικής ιστορίας αποτελούν τεκμήρια τα οποία αποκαλύπτουν τα πραγματικά συναισθήματά του για την Ελλάδα, στην οποία εξάλλου επέλεξε να αποτεθεί και η καρδιά του.
Έναν χρόνο μετά την προαναφερθείσα παρέμβασή του, δηλαδή το 1931, ευρίσκετο σε έξαρση το Κυπριακό. Ο Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης είχε τεθεί επικεφαλής της «Κεντρικής περί Κύπρου Επιτροπής» και μακρά σειρά εκδηλώσεων πραγματοποιούντο σε όλη τη χώρα. Μεταξύ των ένθερμων επιστολών που έλαβε ο ναύαρχος υπήρχε και μία αθησαύριστη μέχρι σήμερα επιστολή του Κουμπερτέν, ο οποίος του έγραφε: «Η επιτροπή, η οποία ιδρύθη κατόπιν μας ευγενούς πρωτοβουλίας και επί κεφαλής της οποίας ευρίσκεται το ένδοξον όνομα της υμετέρας εξοχότητος, επαναφέρει την σκέψιν μου εις τα τελευταία εκείνα έτη του παρελθόντος αιώνος, κατά τα οποία ηγωνίζοντο εν Παρισίοις υπέρ της κρητικής ανεξαρτησίας όλοι εκείνοι, τους οποίους ενώνει ειλικρινώς ο ιερός δεσμός του αληθινού φιλελληνισμού. Ό,τι έκαμα τότε θα επεθύμουν να το κάμω και πάλιν υπέρ της μεγάλης ελληνικής νήσου, η οποία διεκδικεί σήμερον με την σειράν της μίαν απελευθέρωσιν δικαίαν και απαραίτητον.
» Τα τριάντα και πλέον έτη, τα οποία παρήλθον έκτοτε, δεν εμείωσαν ουδ’ επ’ ελάχιστον τας πεποιθήσεις και τα αισθήματα που με ενέπνεον τότε. Ελπίζω να ζήσω αρκετά δια να ιδώ την Κύπρον –και τας υποδούλους ακόμη αδελφάς της- αποδιδομένας εις την μοναδικήν πραγματικήν των πατρίδα. Παρακαλώ την υμετέραν εξοχότητα να θελήση να ανακοινώση την επιστολήν αυτήν εις τα μέλη της επιτροπής και να δεχθή τας ειλικρινείς εκδηλώσεις της αφοσιώσεως και του σεβασμού μου. Πέτρος ντε Κουμπερτέν»
ΠΗΓΗ taathinaika.gr