Παρά τις συνεχείς καθυστερήσεις, φαίνεται πως ξεκινά η διαδικασία εκκαθάρισης εισφορών για περιστασιακή απασχόληση. Πώς θα υπολογιστούν οι εισφορές και σε πόσες δόσεις αναμένεται να πληρωθούν. Ποιοι εξαιρούνται. Παραδείγματα.
Μια νέα φουρνιά ειδοποιητηρίων, για περίπου 10.000-15.000 περιστασιακά εργαζόμενους, που έλαβαν την αμοιβή τους με Παραστατικά Παρεχόμενων Υπηρεσιών (ΠΠΥ), όπως μετονομάστηκαν οι τίτλοι κτήσης, πρώην Αποδείξεις Επαγγελματικής Δαπάνης, αναμένεται να ξεκινήσει να αποστέλλεται προς το τέλος Μαΐου. Αν και ο προγραμματισμός έχει ανατραπεί πολλές φορές, στον ΕΦΚΑ εκτιμούν ότι η εκκαθάριση των εισφορών του 2020 θα ολοκληρωθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες αφού εγκατασταθεί το νέο απαιτούμενο λογισμικό, έως το τέλος του Μαΐου, ενώ θα ακολουθήσουν οι αντίστοιχες διαδικασίες για το 2021.
Το καθεστώς της αμοιβής των περιστασιακά εργαζόμενων και κατά συνέπεια της ασφάλισης του αντίστοιχου χρόνου εργασίας με την πληρωμή εισφορών, απασχολεί το υπουργείο Εργασίας από το 2017. Και όμως, 5 και πλέον έτη μετά, δεν έχει ακόμη ξεκαθαριστεί το θέμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο τελευταίος νόμος ψηφίστηκε τον Σεπτέμβριο του 2021 κι ακόμη δεν έχει εκδοθεί η σχετική υπουργική απόφαση.Remaining Time-0:00FullscreenMute
Σύμφωνα με στελέχη του ΕΦΚΑ, τα αναδρομικά των παρελθόντων ετών θα αναζητηθούν σε πολλές δόσεις, τουλάχιστον 8, προκειμένου να διευκολυνθούν οι αμειβόμενοι με απόδειξη δαπάνης. Άλλωστε, από την ίδια τη φύση της περιστασιακής απασχόλησης προκύπτει ότι αυτοί που περιστασιακά απασχολούνταν το 2020 είναι πολύ πιθανό να μην εργάζονται σήμερα.
Να σημειωθεί ότι με βάση την ισχύουσα νομοθεσία (άρθρο 75 του ν. 4826/2021) προβλέπεται ότι για τα πρόσωπα που αμείβονται με αποδείξεις δαπάνης (ή τίτλο κτήσης ή παραστατικά παρεχόμενων υπηρεσιών) καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του ΕΦΚΑ για κύρια σύνταξη και υγειονομική περίθαλψη (παροχές σε είδος και σε χρήμα).
Η εισφορά υπολογίζεται επί της καθαρής αξίας του παραστατικού και διαμορφώνεται σε 13,33% υπέρ κύριας ασφάλισης και σε 6,95% υπέρ υγειονομικής περίθαλψης, εκ της οποίας 6,45% για παροχές σε είδος και 0,50% για παροχές σε χρήμα (συνολικό ποσοστό 20,28%). Η παρακρατούμενη εισφορά υπέρ κύριας ασφάλισης δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 155 ευρώ ανά παραστατικό (το ποσό της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας), ενώ για την υγειονομική περίθαλψη δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 55 ευρώ ανά παραστατικό.
Για παράδειγμα, έστω φυσικό πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες ευκαιριακά και ως παρεπόμενη απασχόληση, το οποίο αμείβεται με το συμφωνηθέν ποσό των 200 ευρώ. Στο ποσό αυτό θα υπάρξει παρακράτηση για ασφαλιστικές εισφορές ποσού ίσο με 40,56 ευρώ (200 x 20,28%). Εάν για την αμοιβή συμφωνηθεί ένα ποσό της τάξης των 1.200 ευρώ, οι ασφαλιστικές εισφορές θα περιοριστούν στο ποσό των 210 ευρώ (155 + 55 ευρώ) καθώς δεν επιτρέπεται να υπερβούν τα ανωτέρω τιθέμενα όρια. Ένας εργαζόμενος μπορεί να έχει αμοιβές μέσω των ΠΠΥ έως 10.000 ευρώ μεικτά ετησίως.
Οι εισφορές που προκύπτουν, βαρύνουν τον ασφαλισμένο στο σύνολό τους. Υπόχρεος παρακράτησης και απόδοσης όμως είναι ο εκδότης του παραστατικού. Ο νόμος ορίζει ότι οι εισφορές δηλώνονται στον e-ΕΦΚΑ μέσω Αναλυτικής Περιοδικής Δήλωσης μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου της έκδοσης του παραστατικού μήνα και καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου της δήλωσης μήνα.
Ο χρόνος ασφάλισης για τους εν λόγω απασχολούμενους-επαγγελματίες προκύπτει από τις καταβληθείσες εισφορές και προβλέπεται ότι ο χρόνος αυτός δεν μπορεί να ξεπερνάει τον ένα μήνα ανά παραστατικό, αποσυνδέοντας στην ουσία το ύψος του παραστατικού από τον ασφαλιστικό χρόνο με τον οποίο αντιστοιχίζεται. Σε συνδυασμό με την αντίστοιχη νομοθεσία του υπουργείου Οικονομικών, προκύπτει ότι ο συνολικός χρόνος ασφάλισης από ΠΠΥ δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις μήνες ανά έτος.
Από την υποχρέωση ασφάλισης και καταβολής εισφορών εξαιρούνται τα πρόσωπα, υπέρ των οποίων εκδίδεται Π.Π.Υ. για τα εξής:
- Έσοδα από πνευματικά ή συγγενικά δικαιώματα επί έργων.
- Έσοδα από παραχώρηση δικαιώματος εκμετάλλευσης διπλώματος ευρεσιτεχνίας.
- Αμοιβές από συμπτωματική πώληση προσωπικών περιουσιακών στοιχείων που δεν συνιστούν εμπορική δραστηριότητα.