Τη σταθερότητα του περιβάλλοντος του παιδιού έκρινε ως ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που απέρριψε το αίτημα πατέρα για συνεπιμέλεια του 7,5 ετών παιδιού του και για εναλλασόμενη διαμονή του σε δύο σπίτια καθώς οι σχέσεις των γονέων είναι ιδιαίτερα τεταμένες.
Πρόκειται για την υπ΄αριθμόν 2061/2022 απόφαση ασφαλιστικών μέτρων την οποία χειρίστηκε ο δικηγόρος Κώστας Τσουκαλάς που εκπροσωπούσε τη σύζυγο κατά της οποίας είχε ασκηθεί αίτηση ασφαλιστικών μέτρων με την οποία ο πατέρας ζητούσε συνεπιμέλεια με εναλλασσόμενη διαμονή. Το δικαστήριο- με ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον σκεπτικό- δέχθηκε την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων περί ανάθεσης αποκλειστικής επιμέλειας του τέκνου, που άσκησε η μητέρα και απέρριψε την αντίθετη αίτηση του πατέρα για συνεπιμέλεια με εναλλασσόμενη διαμονή (και επικουρικώς ρύθμισης δικαιώματος επικοινωνίας που έγινε δεκτή), αναθέτοντας προσωρινά την επιμέλεια αποκλειστικώς στην μητέρα και ρυθμίζοντας την επικοινωνία του πατέρα με το τέκνο.
Σύμφωνα με το dikastiko.gr που φέρνει στο φως τη δικαστική απόφαση, το σκεπτικό του δικαστηρίου παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον σχετικά με τον θεσμό της συνεπιμέλειας. Ο N. 4800/2021, αντικαθιστώντας/τροποποιώντας σειρά διατάξεων του 11ου Κεφαλαίου του Αστικού Κώδικα για τις σχέσεις γονέων και τέκνων και ιδίως για τα θέματα της γονικής μέριμνας των ανηλίκων, ορίζει ότι: «Ο παρών νόμος αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του βέλτιστου συμφέροντος του τέκνου δια της ενεργού παρουσίας και των δύο γονέων κατά την ανατροφή του και την εκπλήρωση της ευθύνης τους έναντι αυτού…».
Ισότιμη συμβολή των δύο γονέων στην ανατροφή του τέκνου
Όπως αναφέρει το δικαστήριο “….σύμφωνα με τη διάταξη του 1513 ΑΚ, όπως αντικαταστάθηκε με τον άνω νόμο, στην περίπτωση διαζυγίου, ακύρωσης του γάμου ή διακοπής της συζυγικής συμβίωσης, οι γονείς εξακολουθούν να ασκούν από κοινού και εξίσου τη γονική μέριμνα. Με την εν λόγω ρύθμιση καθιερώνεται εκ του νόμου κοινή άσκηση της γονικής μέριμνας, στην περίπτωση διαζυγίου, ακύρωσης του γάμου ή διακοπής της συζυγικής συμβίωσης, ακόμα και αν δεν υπάρχει συμφωνία των γονέων ή δικαστική απόφαση. Με τον όρο «εξίσου» αποδίδεται η θεμελιώδης αρχή του οικογενειακού δικαίου περί της ισότιμης συμβολής και των δύο γονέων στην ανατροφή του τέκνου και την ανάπτυξη της προσωπικότητας του.
Με βάση την διάταξη του άρθρου 1514 ΑΚ συνάγεται ότι σε περίπτωση διαφωνίας των γονέων, η ρύθμιση της γονικής μέριμνας των ανηλίκων τέκνων γίνεται από το δικαστήριο, ενώ ως περιπτώσεις διαφωνίας αναφέρονται ενδεικτικά («ιδίως»), οι περιπτώσεις που ο ένας γονέας αδιαφορεί ή δεν συμπράττει στη γονική μέριμνα ή δεν τηρεί την τυχόν υπάρχουσα συμφωνία για την άσκηση ή τον τρόπο άσκησης της, ή αν η συμφωνία αυτή είναι αντίθετη προς το συμφέρον του τέκνου, ή αν η γονική μέριμνα ασκείται αντίθετα προς το συμφέρον του τέκνου”.
Πώς ορίζεται η διαφωνία των γονέων
Όπως λέει το δικαστήριο “…από το πνεύμα της ανωτέρω ενδεικτικής απαρίθμησης αλλά και από το συνολικό πνεύμα των νέων διατάξεων συνάγεται ότι «ο όρος εξαιτίας διαφωνίας των γονέων» δεν ταυτίζεται με την όποια διαφωνία των γονέων αφορά τους ίδιους ή με τους λόγους, που οδήγησαν στη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης. Δεν αποκλείεται πάντως από το νόμο να ανάγεται η τεκμηρίωση της αδυναμίας της από κοινού άσκησης όχι μόνο στις ενδεικτικά αναφερόμενες στη διάταξη περιστάσεις, αλλά και σε γεγονότα του παρελθόντος.
Αυτά δεν είναι μόνο περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, άλλα κι άλλα περιστατικά, που καταδεικνύουν βαθύτατο χάσμα και αδυναμία συνεννόησης μεταξύ των γονέων. Περαιτέρω, ένας τρόπος (λειτουργικής) κατανομής της γονικής μέριμνας συνιστά η ανάθεση ορισμένων λειτουργιών της (π.χ. επιμέλεια) στον ένα γονέα και των υπολοίπων (διοίκηση, περιουσία, εκπροσώπηση) στην από κοινού άσκηση.
Ως κατευθυντήρια γραμμή για την άσκηση της γονικής μέριμνας στην περίπτωση διαφωνίας των γονέων των τέκνων και της προσφυγής τους στο δικαστήριο, αλλά και πυρήνας για τον προσδιορισμό της άσκησης της είναι το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου, που αποσκοπεί στην ανάπτυξη του ανηλίκου σε μια ανεξάρτητη και υπεύθυνη προσωπικότητα το οποίο (βέλτιστο συμφέρον) εξυπηρετείται ιδίως από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και φροντίδα του, καθώς επίσης και από την αποτροπή διάρρηξης των σχέσεων του με καθέναν από αυτούς.
«Βέλτιστο συμφέρον»
Ο όρος «βέλτιστο’ συμφέρον» κατ’ ουσίαν, αποδίδει την ισχύουσα έννοια του «συμφέροντος του τέκνου», ο οποίος, όπως έχει εξειδικευθεί από τη νομολογία, δεν είναι δεκτικός διαβαθμίσεων και συνεπώς η εν λόγω ρύθμιση δεν εισάγει ουσιαστική/εννοιολογική διαφοροποίηση, αλλά μόνο λεκτική/ορολογική. Ως συμφέρον του τέκνου νοείται το σωματικό, υλικό, πνευματικό, ψυχικό, ηθικό και, γενικότερα, κάθε είδους συμφέρον το οποίο αποσκοπεί στην ανάπτυξη του ανηλίκου σε ανεξάρτητη και υπεύθυνη προσωπικότητα. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1511 παρ. 2 ΑΚ, η απόφαση του δικαστηρίου συνεκτιμά παραμέτρους, όπως την ικανότητα και πρόθεση καθενός εκ των γονέων να σεβαστεί τα δικαιώματα του άλλου, τη συμπεριφορά κάθε γονέα κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα και τη συμμόρφωση του με τις νόμιμες υποχρεώσεις του, δικαστικές αποφάσεις, εισαγγελικές διατάξεις και προηγούμενες συμφωνίες που είχε συνάψει με τον άλλο γονέα και αφορούν το τέκνο. Τα κριτήρια αυτά αναδεικνύονται από τον νομοθέτη και ισχυροποιούνται έναντι άλλων, χωρίς ωστόσο, να δεσμεύουν το δικαστήριο ως προς την ιεράρχηση ή την υιοθέτηση τους στο σύνολο τους.