Η παγκόσμια οικονομική ύφεση του 2008 έπληξε ιδιαίτερα τα παιδιά και τους νέους, κυρίως τα άτομα ηλικίας 15-24 ετών που εγκατέλειψαν ή αποκλείστηκαν από την εκπαίδευση, την απασχόληση και την κατάρτιση, σύμφωνα με το Δελτίο Κοινωνικών Εξελίξεων του Ινστιτούτου ΕΝΑ.
Το 2013 το ποσοστό των νέων στην ΕΕ που δεν είχαν πρόσβαση στα παραπάνω ήταν μεγαλύτερο κατά 1,5 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2009 (UNICEF, 2014). Στην Ελλάδα, το ποσοστό αυτό σχεδόν διπλασιάστηκε μέσα σε μια πενταετία (15,5% το 2009 σε 28,1% το 2013).
Αξίζει να σημειωθεί ότι ειδικά στην Ελλάδα οι νέοι ήταν οι πρώτοι για τους οποίους εφαρμόστηκαν μορφές εργασίας χωρίς συλλογικές εξασφαλίσεις -όπως τα vouchers-, οι πρώτοι για τους οποίους εφαρμόστηκε ο υποκατώτατος μισθός, οι πρώτοι που βρέθηκαν στο κάδρο της εσωτερικής υποτίμησης.
Επιπτώσεις πανδημικής κρίσης
Επιπλέον, η πανδημική κρίση δεν έχει την ίδια επίπτωση σε όλες τις κοινωνικές και ηλικιακές ομάδες. Οι επιπτώσεις της πανδημίας και των ασκούμενων πολιτικών έδειξαν ότι οι νέοι είναι περισσότερο ευάλωτοι από τις υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες στις κρίσεις, και αυτό γιατί οι πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες φαίνεται να είναι οι χαμένοι κάθε αναπροσαρμογής σε περιόδους οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής αστάθειας, σύμφωνα με το Ινστιτούτο ΕΝΑ.
Παρατηρείται λοιπόν ότι ενώ σε αρκετά κράτη-μέλη η ανεργία των νέων ακολουθεί πτωτική τάση, στην Ελλάδα δεν ακολουθεί τη γραμμική πτωτική τάση της συνολικής ανεργίας, αλλά κινείται σε αρκετά υψηλά επίπεδα, καθώς το 2020 συνεχίζε να καταγράφει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ (34,3%) ύστερα από την Ισπανία (38,3%), παρουσιάζοντας μάλιστα επιδείνωση σε σχέση με το 2019 (33,9%). Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, η ανεργία των νέων αποτελεί μία ξεχωριστή κατηγορία-φαινόμενο, σύμφωνα με ανάλυση του Ινστιτούτου ΕΝΑ.
Σήμερα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat για το Φεβρουάριο του 2022, πρωτιά στην ανεργία των νέων έχει η Ελλάδα με 31,1% και ακολουθεί η Ισπανία με 29,8%, η Ιταλία με 24, 2% και η Πορτογαλία με 19,9%.
Οι επιπτώσεις της πανδημίας
Η πανδημία που ενέσκηψε το 2020 αποτέλεσε ένα διαφορετικό είδος κρίσης για τους νέους: οι «τεχνητοί περιορισμοί» στην οικονομική δραστηριότητα (το κλείσιμο καταστημάτων και εστιατορίων, για παράδειγμα) επηρέασαν ιδιαίτερα τους τομείς που απασχολούν μεγάλο ποσοστό νέων με επισφαλείς συμβάσεις. Οι περιορισμοί στις κοινωνικές δραστηριότητες είχαν επιπτώσεις στην κοινωνική ανάπτυξη και συμμετοχή των νέων, ενώ η αναστολή της λειτουργίας των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων δεν τους επέτρεψε να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που τους προσφέρονταν για να συγκεντρώσουν δεξιότητες και μορφωτικό κεφάλαιο.
Το 2019 οι περισσότεροι νέοι στην Ευρώπη εργάζονταν στον τομέα των υπηρεσιών φιλοξενίας και εστίασης (13%), με τους τομείς του χονδρικού και λιανικού εμπορίου (11%) και τους τομείς της υγείας και της κοινωνικής εργασίας (11%) να ακολουθούν. Δεδομένου ότι οι δύο πρώτοι τομείς συγκαταλέγονταν στους τομείς που επλήγησαν περισσότερο από τη μειωμένη δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι νέοι που εργάζονταν σε αυτούς τους τομείς διέτρεχαν υψηλότερο κίνδυνο απώλειας της θέσης εργασίας τους, όπως και οι νέοι που εργάζονταν με συμβάσεις ορισμένου χρόνου (36%) και μερικής απασχόλησης (22%).
Οι άνεργοι ή οικονομικά μη ενεργοί νέοι είχαν περισσότερες πιθανότητες να βιώσουν στεγαστική ανασφάλεια (17% την άνοιξη του 2021) και να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην κάλυψη των καθημερινών τους αναγκών (43%), όπως επίσης να μην έχουν αποταμιεύσεις (39%). Ωστόσο, περισσότεροι από τους μισούς εξ αυτών ζούσαν με τους γονείς τους, γεγονός που παρείχε ασφάλεια σε ορισμένους ευάλωτους νέους.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, το Eurofound κατέγραψε πρόσφατα το χειρότερο αποτέλεσμα με διαφορά στο ποσοστό των νέων που έμειναν άνεργοι μέσα στην πανδημία (30%).
Πρόκειται, πράγματι, για μία αρνητική πρωτιά σε όλη την Ευρώπη, αλλά και σε σχέση με άλλες, μεγαλύτερες, ηλικιακές ομάδες.