Στους μισθωτούς που απασχολούνται κατά τις νυκτερινές ώρες (δηλαδή από τη10ηβραδινή έως την 6ηπρωινή)καταβάλλονται οι εκάστοτε κανονικές αποδοχές τους αυξημένες κατά 25%.
Τα προαιρετικώς καταβαλλόμενα στον εργαζόμενο από τους πελάτες του εργοδότη φιλοδωρήματα έναντι της παρεχόμενης σ’ αυτούς εξυπηρετήσεως αποτελούν μέρος του μισθού μόνον όταν, βάσει ρητής ή σιωπηρής συμφωνίας μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου, ο πρώτος παρέχει στον δεύτερο τη δυνατότητα να λαμβάνει τα φιλοδωρήματα και αυτά εισπράττονται τακτικά, έτσι ώστε να επαυξάνουν τις αποδοχές του.
Όταν, αντίθετα, ο εργαζόμενος τα λαμβάνει από τους πελάτες του εργοδότη, χωρίς ρητή ή σιωπηρή συγκατάθεση του τελευταίου, εν αγνοία του ή κατά τρόπο που αντίκειται στην καλή πίστη, ή όταν τα φιλοδωρήματα δίνονται εκτάκτως, δεν πρόκειται για μισθολογική παροχή.
Εκείνος που εργάζεται την Κυριακή, επιτρεπτώς ή μη, δικαιούται να λάβει για κάθε Κυριακή προσαύξηση 75% στο 1/25 επί του νόμιμου μηνιαίου μισθού του, ήτοι επί των θεσπισμένων ελαχίστων ορίων των αποδοχών του, που περιλαμβάνουν τον βασικό μισθό και τα κατά νόμο επιδόματα, ενώ παράλληλαπρέπει να του χορηγηθεί και αναπληρωματική εβδομαδιαία ανάπαυση διαρκείας 24 συνεχών ωρώνσε άλλη εργάσιμη ημέρα της εβδομάδας που άρχισε την Κυριακή.
Στους μισθωτούς που απασχολούνται κατά τις νυκτερινές ώρες (δηλαδή από τη10ηβραδινή έως την 6ηπρωινή)καταβάλλονται οι εκάστοτεκανονικές αποδοχές τους αυξημένες κατά 25%.
Η προσαύξηση για την παροχή νυκτερινής εργασίας υπολογίζεται επί του νομίμου ημερομισθίου ή του 1/25 του νόμιμου μηνιαίου μισθού, νόμιμος δε μισθός ή ημερομίσθιο θεωρείται ο μηνιαίος μισθός ή το ημερομίσθιο που προβλέπεται από την οικεία σ.σ.ε., δ.α. ή υ.α. κ.λπ., καθώς επίσης και τα κάθε είδους επιδόματα, τα οποία όμως προβλέπονται και αυτά από σ.σ.ε. ή δ.α., αφού θεωρούνται τμήμα των αποδοχών του εργαζομένου, εκτός εάν υπάρχει σχετική διάταξη που να αποκλείει ρητά τον εν λόγω υπολογισμό.
Κρίση ότι τα ένδικα καταβαλλόμενα κάθε μήνα φιλοδωρήματα αποτελούσαν μέρος του νόμιμου μισθού των αναιρεσιβλήτων, δεδομένου ότι τοσύστηματης διανομής των φιλοδωρημάτων (τα οποία δεν λαμβάνονται απευθείας από τους εργαζομένους αλλά συλλέγονται και καταμετρώνται με ευθύνη της αναιρεσείουσας) συμφωνήθηκε ρητώς με σ.σ.ε, τα δε χρηματικά αυτά ποσά που αντιστοιχούσαν στα φιλοδωρήματα κατά τα επίδικα έτη καταβάλλονταν κάθε μήνα ανελλιπώς επαυξάνοντας τις αποδοχές τους.
Συνεπώς, τα φιλοδωρήματα έπρεπε να συνυπολογισθούν στις προσαυξήσεις για νυκτερινή εργασία, εργασία κατά τις Κυριακές και τις αργίες κ.λπ.
Ο ισχυρισμός της αναιρεσείουσας περί καταχρηστικής ασκήσεως της αξιώσεως τωναναιρεσιβλήτων, με την επίκληση ότι η παρέλευση μακρού χρόνου από την εφαρμογή για πρώτη φορά της ε.σ.σ.ε. μέχρι την άσκηση της αγωγής, κατά τηδιάρκεια του οποίουδεν γινόταν συνυπολογισμός των φιλοδωρημάτων στις προσαυξήσεις για νυκτερινή εργασία, εργασία κατά τις Κυριακές και τις αργίες κ.λπ., της δημιούργησαν εύλογα την πεποίθηση ότι δεν πρόκειται να αναζητήσουν τα ανωτέρω ποσά, είναι μη νόμιμος.
Διότι η μακροχρόνια αδράνεια των εναγόντων δεν αρκεί για να καταστήσει καταχρηστική τη μεταγενέστερη άσκηση τωναπαιτήσεών τους, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι από τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας σαφώς προκύπτειη βασική αρχή του εργατικού δικαίουσύμφωνα με την οποία κάθε παραίτηση τουμισθωτού από το δικαίωμα να λάβει τις νόμιμες αποδοχές του είναι άκυρη και θεωρείται ως μη γενόμενη.
Επίσης, δεν καθιστά καταχρηστική την άσκηση τουδικαιώματος το ότι, αν οιπροσαυξήσεις συνυπολογισθούν και επί των φιλοδωρημάτων, θα επέλθουν δυσμενείς οικονομικές επιπτώσεις στην επιχείρηση της εναγομένης (ΑπόφασηΑρείου Πάγου, «Επιθεώρησις Εργατικού Δικαίου», τόμος 81ος (2022), σελ. 168).