Γιούλα Ζαχιώτη
Νέες απαιτήσεις για επιπλέον οικονομική ενίσχυση από τις Βρυξέλλες διατυπώνουν τα κράτη μέλη της ΕΕ σε μια περίοδο που ο προϋπολογισμός της ΕΕ υφίσταται σημαντική πίεση από τον πόλεμο στην Ουκρανία, την προσφυγική κρίση και τον αυξανόμενο πληθωρισμό.
Ευρωπαίοι διπλωμάτες μιλώντας στους Financial Times υποστήριξαν ότι «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει χρησιμοποιήσει το μεγαλύτερο μέρος του δημοσιονομικού της χώρου για ελιγμούς μετά από μια σειρά απροσδόκητων καταστάσεων τα τελευταία 7 χρόνια».
Αυτό που ουσιαστικά εννοούν, είναι ότι τα ευρωπαϊκά ταμεία είναι σχεδόν άδεια και αντί να εγκρίνει νέες επιδοτήσεις το πιθανότερο είναι να ζητήσει από τις κυβερνήσεις των χωρών μελών να ενισχύσουν τον ευρωπαϊκό κουμπαρά.
Το τελευταίο διάστημα η Κομισιόν έχει εγκρίνει επιπλέον κονδύλια για την αντιμετώπιση της νέας προσφυγικής κρίσης από τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά και την ανάγκη σχεδιασμού ώστε να αποφευχθεί μια πιθανή παγκόσμια επισιτιστική κρίση που προκλήθηκε από τη ρωσική εισβολή στο σιτοβολώνα της Ευρώπης ενώ σημαντικό μέρος της οικονομικής βοήθειας πηγαίνει κατευθείαν στην Ουκρανία για τη στήριξη της στον πόλεμο.
Τα σενάρια της Κομισιόν για χρηματοδότηση
Έντονη όμως είναι και η πίεση από το κατακόρυφο και απρόσμενο άλμα του πληθωρισμού που έφτασε το 7,4% τον Απρίλιο στην ευρωζώνη, και διαβρώνει τη δύναμη πυρός της ΕΕ καθώς προβλέπει δαπάνες άνω του 1 τρισ ευρώ για την επταετία 2021-2027.
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι κρούουν πλέον τον κώδωνα του κινδύνου για την οικονομία της Ευρωζώνης ενώ συζητούν το ενδεχόμενο τα κράτη μέλη να χρειαστεί να καταθέσουν επιπλέον μετρητά, που ανέρχονται σε δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ για να συμπληρώσουν τον προϋπολογισμό της ΕΕ.
Αυτό θα μπορούσε να γίνει είτε ως συνεισφορές στον προϋπολογισμό για συγκεκριμένους σκοπούς, είτε μέσω της επανεξέτασης ολόκληρου του προϋπολογισμού για το διάστημα 2021-2027.
Η τελευταία ιδέα διατυπώθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε μια συνάντηση αξιωματούχων της ΕΕ την περασμένη εβδομάδα, στο πλαίσιο της συζήτησης για αναζήτηση τρόπων χρηματοδότησης της ανοικοδόμησης της Ουκρανίας. Τα προγραμματισμένα δάνεια ύψους 9 δισεκατομμυρίων ευρώ της ΕΕ προς το Κίεβο για τη χρηματοδότηση των καθημερινών δαπανών θα είναι μέρος της συμφωνίας των κρατών μελών που θα αναλάβουν δανεισμό.
Οι επιπλέον ανάγκες της ΕΕ ωστόσο θα μπορούσαν να υπερβούν τα κονδύλια για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας.
Η ιδέα της επαναλειτουργίας του MFF (το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο), το οποίο υφίσταται από το 2020, προκάλεσε την αντίδραση ορισμένων κρατών-μελών στη συνάντηση της Τετάρτης, δεδομένου του πολιτικού χάους που θα μπορούσε να προκαλέσει μια τέτοια κίνηση.
Ένας διπλωμάτης της ΕΕ είπε οτι «ο προϋπολογισμός της ΕΕ είναι υπό πίεση. Όμως η Επιτροπή θα χρειαστεί καλά επιχειρήματα για να πείσει τα κράτη μέλη να αυξήσουν το MFF. Θα πρέπει επίσης να αποδείξουν ότι η μετατόπιση των δημοσιονομικών προτεραιοτήτων συνοδεύεται από οικονομίες σε τομείς δαπανών μικρότερης προτεραιότητας. Μέχρι τώρα έχουν αποφευχθεί σοβαρές συζητήσεις αλλά τις περιμένουμε».
Στο σύνολό τους ωστόσο τα μέλη της Κομισιόν εκτιμούν ότι η ΕΕ θα πρέπει να περικόψει τις δαπάνες πριν ζητήσει περισσότερα χρήματα.
Τα κράτη μέλη έχουν καταναλώσει τα αποθέματα
«Τα κράτη μέλη έχουν ήδη καταναλώσει τα αποθέματά τους για να αποτρέψουν τις συνέπειες του Covid. Η επιτροπή θα πυροβολούσε τα ίδια τα πόδια της ξεκινώντας μια συζήτηση για το άνοιγμα του MFF τώρα», υποστήριξαν.
«Με τον αντίκτυπο των κυρώσεων να διαφαίνονται στις δικές μας οικονομίες, τα κράτη μέλη είναι απρόθυμα να αρχίσουν να κόβουν επιταγές».
Οποιαδήποτε νέα διευθέτηση του μεσοπρόθεσμου θα απαιτούσε την ομόφωνη συγκατάθεση των κρατών μελών, κάτι που σπάνια είναι εύκολο να επιτευχθεί, και την έγκριση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ και βασικός χρηματοδότης του Ευρωπαϊκού προϋπολογισμό της, έχει ήδη καλέσει δημόσια τα κράτη μέλη να περιορίσουν τις δαπάνες.
Η ΕΕ χρειαζόταν μια «μακροπρόθεσμη αξιόπιστη πορεία προς τη μείωση του κρατικού χρέους». . . Όσον αφορά τον τελικό μας στόχο, πρέπει να γίνουμε πιο σκληροί, όχι πιο ήπιοι», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ σε συνέντευξή του.
Η ΕΕ ωστόσο ανησυχεί για το δημοσιονομικό πλαίσιο της το οποίο θα τεθεί προς συζήτηση στις συνόδους κορυφής στις 30 Μαΐου και στις 23 Ιουνίου.