ΜονΔΠρΑθ 1806/2021
Αστική ευθύνη ν.π.δ.δ. – Προϋποθέσεις διαχρονικής ασφάλισης – Καθυστέρηση προσδιορισμού χρόνου ασφάλισης στο ΙΚΑ – Παραγραφή απαιτήσεων κατά του ΙΚΑ -.
Καθυστέρηση διεκπεραίωσης αιτήματος ασφαλισμένου ως προς τον προσδιορισμό του χρόνου ασφάλισής της στο ΙΚΑ, στο πλαίσιο ελέγχου των προϋποθέσεων περί διαδοχικής ασφάλισης. Ευθύνη του ασφαλιστικού οργανισμού προς αποζημίωση κατά τα άρθρα 105 και 106 ΕισΝΑΚ, λόγω υπέρβασης των προβλεπόμενων προθεσμιών πέραν του εύλογου χρόνου, εφόσον η καθυστέρηση διεκπεραίωσης του αιτήματος ασφαλισμένου συνδέεται αιτιωδώς με τη ζημία που αυτός υπέστη. Πενταετής παραγραφή των απαιτήσεων κατά του ΙΚΑ η οποία ξεκινά από τη γένεση της απαιτήσεως.
Απόφαση 1806/2021
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ 6ο MONOΜΕΛΕΣ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την 1η Ιουνίου 2020, με δικαστή την Αργυρώ Σταυρουλάκη, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και γραμματέα τον Νικόλαο Γερνά, δικαστικό υπάλληλο,
για να δικάσει την αγωγή με ημερομηνία κατάθεσης 24-11-2015,
της …, κατοίκου Αθηνών, οδός …, η οποία παραστάθηκε με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της Ιωάννη Γλέζου,
κατά του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) «Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων – Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών» (Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.) και ήδη του ν.π.δ.δ. «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (e-Ε.Φ.Κ.Α.), που εκπροσωπείται από το Διοικητή του και δεν παραστάθηκε.
Αφού μελέτησε τη δικογραφία, σκέφτηκε κατά το νόμο.
Η κρίση του είναι η εξής:
1. Επειδή, η υπό κρίση αγωγή νομίμως επαναφέρεται προς συζήτηση, μετά την έκδοση της υπ’ αριθμ. 3896/2020 προδικαστικής απόφασης του Δικαστηρίου αυτού (Τμήμα 6ο, Μονομελές), περί συμπλήρωσης των αποδείξεων και την εκτέλεση όσων διατάχθηκαν σχετικώς. Με την αγωγή αυτή, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου (βλ. άρθρο 274 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ.), ζητείται, παραδεκτώς, να υποχρεωθεί το εναγόμενο ν.π.δ.δ. να καταβάλει στην ενάγουσα, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή της εξόφληση, το ποσό των 4.546,80 ευρώ, ως αποζημίωση, κατά τα άρθρα 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (Εισ.Ν.Α.Κ.), για την αποκατάσταση της ζημίας, την οποία επικαλείται ότι υπέστη από παράνομες ενέργειες και παραλείψεις των οργάνων αυτού, με τις οποίες επήλθε, όπως υποστηρίζει, καθυστέρηση ως προς τον προσδιορισμό του χρόνου ασφάλισής της στο Ι.Κ.Α., στο πλαίσιο ελέγχου των προϋποθέσεων περί διαδοχικής ασφάλισης.
2. Επειδή, με το άρθρο 51 παρ. 1 του ν. 4387/2016 (Φ.Ε.Κ. Α’ 85), συστάθηκε το ν.π.δ.δ. «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (Ε.Φ.Κ.Α.), στο οποίο εντάχθηκε αυτοδίκαια, από 1-1-2017, μεταξύ άλλων, το Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. (άρθρο 53 παρ. 1 περ. Α’). Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 70 παρ. 9 του ν. 4387/2016, ο Ε.Φ.Κ.Α. συνεχίζει τις εκκρεμείς δίκες που αφορούν διαφορές ή υποθέσεις των εντασσομένων σε αυτόν φορέων κύριας ασφάλισης. Ήδη, με το άρθρο 1 του ν. 4670/2020 (Φ.Ε.Κ. Α’ 43), με έναρξη ισχύος από 1-3-2020, σύμφωνα με το άρθρο 108 αυτού, ο Ε.Φ.Κ.Α. μετονομάσθηκε σε «Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης» (e-Ε.Φ.Κ.Α.), ο οποίος νομίμως συνεχίζει την παρούσα δίκη. Εξάλλου, η συζήτηση της υπόθεσης χώρησε νομίμως κατά την παρούσα δικάσιμο, παρά την απουσία του καθ’ ου, το οποίο είχε κλητευθεί εμπρόθεσμα και εν γένει νομότυπα προκειμένου να παρασταθεί σε αυτήν (βλ. το από 6-4-2020 αποδεικτικό της Επιμελήτριας Δικαστηρίων …, περί επίδοσης της υπ’ αριθμ. 3896/2020 απόφασης του Δικαστηρίου αυτού, που επέχει θέση κλήτευσης των διαδίκων για την ορισθείσα δικάσιμο της 1ης-6-2020).
3. Επειδή, στον Εισαγωγικό Νόμο του Αστικού Κώδικα (Εισ.Ν.Α.Κ., π.δ. 456/1984, Φ.Ε.Κ. Α’ 164), ορίζεται στο άρθρο 105 ότι: «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. …» και στο άρθρο 106 ότι: «Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων άρθρων εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους». Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, ευθύνη του Δημοσίου ή των ν.π.δ.δ. προς αποζημίωση γεννάται όχι μόνο από την έκδοση μη νόμιμης εκτελεστής διοικητικής πράξης ή από τη μη νόμιμη παράλειψη έκδοσης τέτοιας πράξης, αλλά και από μη νόμιμες υλικές ενέργειες των οργάνων του Δημοσίου ή του ν.π.δ.δ. ή από παραλείψεις οφειλόμενων νομίμων υλικών ενεργειών, εφόσον οι υλικές αυτές ενέργειες ή παραλείψεις συνάπτονται με την οργάνωση και λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών. Εξάλλου, υπάρχει ευθύνη του Δημοσίου ή του ν.π.δ.δ., τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, όχι μόνο όταν με πράξη ή παράλειψη οργάνου του παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις, που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη υπηρεσία και προσδιορίζονται από την κείμενη εν γένει νομοθεσία, τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστης. Ο κατά τα ανωτέρω παράνομος χαρακτήρας της ζημιογόνου πράξης, παράλειψης ή υλικής ενέργειας αρκεί για να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη του Δημοσίου ή του ν.π.δ.δ., χωρίς να απαιτείται και η διαπίστωση πταίσματος του οργάνου του (βλ. ΣτΕ 3292/2017, 1253/2017, 1055/2016, 877/2013 7μ. κ.ά.). Απαραίτητη, πάντως, προϋπόθεση για την επιδίκαση αποζημίωσης είναι η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης πράξης ή παράλειψης ή υλικής ενέργειας ή παράλειψης υλικής ενεργείας του δημόσιου οργάνου και της ζημίας που επήλθε. Αιτιώδης δε σύνδεσμος υπάρχει όταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η πράξη ή η παράλειψη είναι επαρκώς ικανή (πρόσφορη) και μπορεί αντικειμενικά, κατά τη συνήθη και κανονική πορεία των πραγμάτων και χωρίς τη μεσολάβηση άλλου περιστατικού, να επιφέρει τη ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση (βλ. ΣτΕ 3292/2017, 1140/2017, 334/2008 7μ. κ.ά.).
4. Επειδή, στο ν. 2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. Α’ 45), προβλέπεται στο άρθρο 4 ότι: «1. α. Οι δημόσιες υπηρεσίες, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και τα νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου, όταν υποβάλλονται αιτήσεις, οφείλουν να διεκπεραιώνουν τις υποθέσεις των ενδιαφερομένων και να αποφαίνονται για τα αιτήματά τους μέσα σε προθεσμία πενήντα (50) ημερών, εφόσον από ειδικές διατάξεις δεν προβλέπονται μικρότερες προθεσμίες. Η προθεσμία αρχίζει από την κατάθεση της αίτησης στην αρμόδια υπηρεσία και την υποβολή ή συγκέντρωση του συνόλου των απαιτούμενων δικαιολογητικών, πιστοποιητικών ή στοιχείων. Αν η αίτηση υποβληθεί σε αναρμόδια υπηρεσία, η υπηρεσία αυτή οφείλει, μέσα σε τρεις (3) ημέρες, να τη διαβιβάσει στην αρμόδια και να γνωστοποιήσει τούτο στον ενδιαφερόμενο. Στην περίπτωση αυτή η προθεσμία αρχίζει από τότε που περιήλθε η αίτηση στην αρμόδια υπηρεσία. Για υποθέσεις αρμοδιότητας περισσότερων υπηρεσιών, η προθεσμία του πρώτου εδαφίου παρατείνεται κατά δέκα (10), ακόμη, ημέρες. β. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού μπορεί να ορίζεται, κατά περίπτωση, διαφορετική προθεσμία για τη διεκπεραίωση υποθέσεων, εφόσον το επιβάλλουν ειδικοί λόγοι, που αναφέρονται ρητώς σ’ αυτήν. 2. Εάν κάποια υπόθεση δεν μπορεί να διεκπεραιωθεί λόγω αντικειμενικής αδυναμίας, ειδικά αιτιολογημένης, η αρμόδια υπηρεσία οφείλει, εντός πέντε (5) τουλάχιστον ημερών πριν από την εκπνοή τους, να γνωστοποιήσει εγγράφως στον αιτούντα: α) τους λόγους της καθυστέρησης, β) τον υπάλληλο που έχει αναλάβει την υπόθεση και τον αριθμό τηλεφώνου του, για την παροχή πληροφοριών και γ) κάθε άλλη χρήσιμη πληροφορία [όπως η παράγραφος 1 αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 11 παρ. 1 του ν. 3230/2004, Φ.Ε.Κ. Α’ 44 και η παράγραφος 2 με τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 1 του ν. 3242/2004, Φ.Ε.Κ. Α’ 102]. …» και στο άρθρο 10 ότι: «…5. Οι προθεσμίες για τη Διοίκηση είναι ενδεικτικές, εκτός αν από τις διατάξεις που τις προβλέπουν προκύπτει ότι είναι αποκλειστικές.…». Περαιτέρω, στο άρθρο μόνο της υπ’ αριθμ. ΔΙΣΚΠΟ/Φ.17/29/26420/10-7-1991 κοινής απόφασης των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης – Υγείας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Φ.Ε.Κ. Β’ 510, Διόρθωση Σφαλμάτων Φ.Ε.Κ. Β’ 382), που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της διάταξης του άρθρου 5 παρ. 4 του ν. 1943/1991 (Φ.Ε.Κ. Α’ 50) και αφού ελήφθη υπόψη η ανάγκη εξαίρεσης της διεκπεραίωσης των υποθέσεων πολιτών στους ασφαλιστικούς οργανισμούς, αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, από τις προθεσμίες που προβλέπονται από τις διατάξεις των παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 5 του ν. 1943/1991 λόγω της πολυπλοκότητας της διαδικασίας, της έλλειψης προσωπικού και της οργανωτικής δομής (βλ. προοίμιο της Κ.Υ.Α.), ορίζεται ότι: «Οι παρακάτω ασφαλιστικοί οργανισμοί κύριας και επικουρικής ασφάλισης, αρμοδιότητας Γενικής Γραμματείας Κοιν. Ασφαλίσεων χορηγούν σύνταξη και εφάπαξ παροχές και ενεργούν διάφορες διοικητικές πράξεις μέσα στις προθεσμίες που προβλέπονται με την απόφαση αυτή ως εξής: 1. ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ (ΙΚΑ) Χρόνος διεκπεραίωσης … δ) Απονομή κύριας σύνταξης λόγω γήρατος και λόγω θανάτου ασφαλισμένου, με χρόνο ασφάλισης μόνο στο ΙΚΑ 3 μήνες, ε) Απονομή κύριας σύνταξης λόγω γήρατος και λόγω θανάτου ασφαλισμένου με διαδοχική ασφάλιση στο ΙΚΑ και σε ένα (1) Ταμείο 5 μήνες, στ) Απονομή κύριας σύνταξης λόγω γήρατος και λόγω θανάτου ασφαλισμένου με διαδοχική ασφάλιση στο ΙΚΑ και σε περισσότερα από ένα Ταμεία 7 μήνες…».
5. Επειδή, από το συνδυασμό των ως άνω διατάξεων, οι οποίες αποβλέπουν στην ταχεία εξυπηρέτηση των πολιτών, στη λειτουργική αποτελεσματικότητα της διοίκησης και την ποιοτική αναβάθμιση των παρεχομένων προς τον πολίτη υπηρεσιών (βλ. προοίμιο εισηγητικής έκθεσης του ν. 2690/1999), ειδικότερα δε στη δραστηριοποίηση των διοικητικών υπηρεσιών για την ταχεία και αποτελεσματική εξυπηρέτηση των πολιτών (βλ. ΣτΕ 92/2016, 2826/2014), συνάγεται ότι και μετά την έναρξη ισχύος του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, εξακολουθούν να ισχύουν οι ειδικές διατάξεις της Κ.Υ.Α. ΔΙΣΚΠΟ/Φ17/29/26420/10-7-1991, οι οποίες ορίζουν διαφορετικές προθεσμίες για τη διεκπεραίωση των υποθέσεων από ασφαλιστικούς οργανισμούς κύριας και επικουρικής ασφάλισης αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Οι ως άνω προθεσμίες, εξάλλου, είναι ενδεικτικές, σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 5 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, διότι δεν χαρακτηρίζονται ρητά από τον νόμο ως αποκλειστικές, ούτε προκύπτει από τις σχετικές διατάξεις διαφορετική βούληση του νομοθέτη, με την έννοια ότι περιέχουν έντονη υπόδειξη προς τα αρμόδια προς τούτο όργανα του Ταμείου να ολοκληρώσουν τη διαδικασία και να χορηγήσουν την παροχή, μέσα σε σύντομο και, πάντως, εύλογο χρόνο. Κατεξοχήν, δε, κριτήριο προσδιορισμού του εύλογου αυτού χρόνου είναι η τυχόν προκύπτουσα ανάγκη εκκαθάρισης των πραγματικών περιστατικών της εκάστοτε κρινόμενης υπόθεσης (πρβλ. ΣτΕ 505/2016, 3618/2015 κ.ά.). Η κατά τα ανωτέρω υπέρβαση των προβλεπόμενων προθεσμιών, εντός των οποίων η αρμόδια ή οι συναρμόδιες υπηρεσίες του Δημοσίου ή των ν.π.δ.δ. οφείλουν να αποφανθούν επί υποβαλλόμενου αιτήματος, στοιχειοθετεί ευθύνη του Δημοσίου ή του ν.π.δ.δ. προς αποζημίωση, κατά τα άρθρα 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ., αν συντρέχουν και οι λοιπές κατά τα άρθρα αυτό προϋποθέσεις, ήτοι η επέλευση ζημίας και ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της κατά τα ως άνω παράνομης πράξης ή παράλειψης ή υλικής ενέργειας ή παράλειψης υλικής ενέργειας και της επελθούσας ζημίας. Ειδικώς, επί παράνομης κατά τα ως άνω καθυστέρησης διεκπεραίωσης αιτήματος ασφαλισμένου προς τον ασφαλιστικό οργανισμό, στον οποίο υπάγεται, δύναται να στοιχειοθετηθεί αστική ευθύνη του οικείου ασφαλιστικού οργανισμού, εφόσον η καθυστέρηση αυτή συνδέεται αιτιωδώς με τη ζημία που υπέστη ο ασφαλισμένος. Τέτοιος δε αιτιώδης σύνδεσμος δεν δύναται να υπάρξει όταν η φερόμενη ως ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια δεν ήταν εξ αντικειμένου, ήτοι γενικώς και αφηρημένως λαμβανόμενη, ικανή και πρόσφορη να επιφέρει τη ζημία (πρβλ. ΣτΕ 1376/2018).
6. Επειδή, στο άρθρο 40 του α.ν. 1846/1951 (Φ.Ε.Κ. Α’ 179), προβλέπεται ότι: «6. Πάσαι αι αξιώσεις εκ παροχών εις χρήμα της ασφαλίσεως ασθενείας παραγράφονται μετά εξ μήνας εφ’ ης κατέστησαν απαιτηταί. Απαιτηταί δόσεις συντάξεων μη εισπραχθείσαι δι’ οιονδήποτε λόγον εντός έτους παραγράφονται. Η ετησία παραγραφή άρχεται από του τέλους της μηνός ον αφορά η υπό πληρωμήν σύνταξις. …Πάσα άλλη οιαδήποτε κατά του ΙΚΑ απαίτησις παραγράφεται μετά πενταετίαν …[όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις των άρθρων 15 παρ. 2 του ν.δ. 4476/1965, Φ.Ε.Κ. Α’ 103 και 7 του ν. 825/1978]…». Περαιτέρω, κατά το άρθρο 251 του Αστικού Κώδικα (π.δ. 456/1984, Φ.Ε.Κ. Α’ 164), εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, η παραγραφή αρχίζει από τότε που γεννήθηκε η αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική επιδίωξή της. Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι, προκειμένου περί απαιτήσεων κατά του Ι.Κ.Α. που απορρέουν από αδικοπραξία ή αδικαιολόγητο πλουτισμό, εφόσον ο νόμος δεν διακρίνει, έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση αυτή οι ειδικές περί παραγραφής διατάξεις του άρθρου 40 παρ. 6 του α.ν. 1846/1951, σύμφωνα με τις οποίες οι εν γένει απαιτήσεις κατά του Ι.Κ.Α. υπόκεινται στην πενταετή παραγραφή (πρβλ. ΣτΕ 295/2011, 1327/2009, ΔΕφΑθ 3002/2020, 370/2020). Εξάλλου το Ι.Κ.Α. εξαιρείται από την εφαρμογή των διατάξεων που διέπουν τις αξιώσεις κατά των λοιπών ν.π.δ.δ. (άρθρο 48 παρ. 5 του ν.δ. 496/1974 «Περί Λογιστικού των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου», Φ.Ε.Κ. Α’ 204), καθώς με το άρθρο μόνο του π.δ. 437/1977 (Φ.Ε.Κ. Α’ 134), το οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 2 του άρθρου 56 του ν.δ. 496/1974 (όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 15 του ν. 396/1976, Φ.Ε.Κ. Α’ 164 και το άρθρο 2 του ν. 578/1977, Φ.Ε.Κ. Α’ 106), το νομοθετικό διάταγμα περί λογιστικού των ν.π.δ.δ. δεν εφαρμόζεται στους ασφαλιστικούς οργανισμούς που τελούσαν εξαρχής υπό την εποπτεία του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών (βλ. ΣτΕ 28/2012, 295/2011, 1327/2009). Περαιτέρω, στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Φ.Ε.Κ. Α’ 97), ορίζεται στο άρθρο 75 ότι: «1. Η εκκρεμοδικία αρχίζει με την κατάθεση της αγωγής και λήγει με τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης ή την κατάργηση της δίκης. 2. Τα κατά το ουσιαστικό δίκαιο έννομα αποτελέσματα της άσκησης της αγωγής επέρχονται, ως προς τον εναγόμενο, από την επίδοση της σε αυτόν από τον ενάγοντα. Η παραγραφή, η οποία σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο διακόπηκε, αρχίζει πάλι μόνο από την τελεσιδικία της απόφασης ή την κατάργηση της δίκης [όπως η παράγραφος 2 αντικαταστάθηκε με τη διάταξη του άρθρου 19 του ν. 3900/2010, Φ.Ε.Κ. Α’ 213] …». Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι προκειμένου να επέλθει διακοπή της παραγραφής, δεν αρκεί μόνο η κατάθεση της αγωγής, αλλά η διακοπή αυτή εκκινεί από την επίδοση της αγωγής στον εναγόμενο (βλ. ΔΕφΑθ 3725/2019, 1038/2019, 4864/2017), η οποία (επίδοση) ορίσθηκε ως το γενεσιουργό γεγονός, από το οποίο επέρχονται όλα τα κατά το ουσιαστικό δίκαιο έννομα αποτελέσματα της άσκησης της αγωγής (βλ. σχετικώς και την αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 19 του ν. 3900/2010).
7. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας, που τέθηκαν υπόψη του Δικαστηρίου, προκύπτουν τα εξής: Με την υπ’ αριθμ. ./8-4-2011 (υπ’ αριθμ. πρωτ. ./2010) συνταξιοδοτική πράξη του Διευθυντή της 42ης Διεύθυνσης, της Γενικής Διεύθυνσης Συντάξεων, του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Γ.Λ.Κ.) κανονίσθηκε υπέρ της ενάγουσας, με συνολική συντάξιμη υπηρεσία 17 ετών και 26 ημερών, σύνταξη λόγω γήρατος, ποσού 588,38 ευρώ από 9-10-2010, πληρωτέα από το Ελληνικό Δημόσιο. Στην απόφαση αυτή αναφέρεται ρητώς ότι ο χρόνος ασφάλισης της ανωτέρω στο Ι.Κ.Α. θα υπολογισθεί μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας του ν.δ. 4202/1961. Παράλληλα, με το υπ’ αριθμ. πρωτ. ./8-4-2011 έγγραφο του Διευθυντή της ιδίας υπηρεσίας του Γ.Λ.Κ. ζητήθηκαν από το εναγόμενο στοιχεία διαδοχικής ασφάλισης της εν λόγω κοινής ασφαλισμένης τους. Το έγγραφο αυτό προσκόμισε η ενάγουσα στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. (υπ’ αριθμ. πρωτ. παρ. ./19-5-2011). Το ανωτέρω έγγραφο του Γ.Λ.Κ., μαζί με τα ασφαλιστικά στοιχεία της ενάγουσας (αντίγραφο Πινακίδας Ανακεφαλαίωσης Ημερών Εργασίας, 17 Δελτία Ασφαλιστικής Ταυτότητας και Εισφορών, 2 αποφάσεις Ι.Κ.Α.) διαβιβάστηκαν με το υπ’ αριθμ. πρωτ. ./7-8-2012 έγγραφο του Διευθυντή Μητρώου, του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Αθηνών του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., προς το Περιφερειακό Υποκατάστημα Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Συντάξεων, προκειμένου να υπολογισθεί ο χρόνος ασφάλισης αυτής στο Ταμείο. Ο παραπάνω φάκελος απεστάλη, λόγω αρμοδιότητας, με το υπ’ αριθμ. πρωτ. ./1-10-2012 έγγραφο της Προϊσταμένης του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Συντάξεων του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. προς το Τοπικό Υποκατάστημα (Τ.Υ.) Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων. Επίσης, η ενάγουσα κατέθεσε στο ως άνω Υποκατάστημα του εναγόμενου υποφάκελο στοιχείων (υπ’ αριθμ. πρωτ. αποδ. παρ. ./9-10-2012). Ακολούθως, η Προϊσταμένη του Τμήματος Ανακ/σης Συντάξεων του Τ.Υ. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων εξέδωσε τα υπ’ αριθμ. πρωτ. ./6-2-2013, ./6-2-2013 και ./6-2-2013 έγγραφά της, με τα οποία ζητούσε, αναφορικά με την παραπάνω ασφαλισμένη, από τα Υποκαταστήματα του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων (για το χρονικό διάστημα από 1-10-1983 έως 30-9-1993), Πλ. Συντάγματος (για το χρονικό διάστημα από 1-7-1973 έως 31-10-1974) και Νίκαιας (για το χρονικό διάστημα από 3ο/1986 έως 9ο/1993) τον καθορισμό των ημερών εργασίας αυτής. Σχετικώς, εκδόθηκαν: α) το υπ’ αριθμ. πρωτ. 2247/18-2-2013 έγγραφο του Προϊσταμένου Εσόδων του Τ.Υ. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Νίκαιας, στο οποίο αναφέρονται με ανάλυση, κατά μήνα, οι ημέρες ασφάλισης που πραγματοποίησε η ενάγουσα, κατά τη χρονική περίοδο από 3ο/1986 έως 9ο/1993 και β) το υπ’ αριθμ. πρωτ. ./25-2-2013 έγγραφο της Διευθύντριας του Τ.Υ. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πλ. Συντάγματος, με το οποίο γνωστοποιούνται οι ημέρες ασφά-λισης αυτής, κατά τη χρονική περίοδο από 1-7-1973 μέχρι 31-10-1974.
Περαιτέρω, κατόπιν σχετικών ελέγχων που διενεργήθηκαν, εκδόθηκαν οι κάτωθι αποφάσεις του Διευθυντή του Τ.Υ. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων: α) υπ’ αριθμ. πρωτ. Α-./10-2-2014, με την οποία καθορίσθηκαν υπέρ της ασφαλισμένης 358 ημέρες ασφάλισης χρονικής περιόδου από 10ο/1984 έως 5ο/1986 και ακυρώθηκαν 39 ημέρες ασφάλισης χρονικής περιόδου από 12ο/1984 έως 5ο/1986 και β) υπ’ αριθμ. πρωτ. Α./24-2-2014, με την οποία καθορίσθηκαν υπέρ αυτής 1.080 ημέρες ασφάλισης χρονικής περιόδου από 1-10-1983 έως 31-5-1993 και ακυρώθηκαν 380 ημέρες ασφάλισης ιδίας χρονικής περιόδου. Κατόπιν των ανωτέρω, εκδόθηκε, αρχικά, η υπ’ αριθμ. πρωτ. ./14-10-2014 απόφαση του Διευθυντή του Τ.Υ. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων, με την οποία, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 10 του ν.δ. 4202/1961, βεβαιώθηκε ότι η ενάγουσα υπήρξε ασφαλισμένη στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. από τον 7ο/1973 έως τον 9ο/1993, έχοντας πραγματοποιήσει συνολικά 3.265 ημερομίσθια. Ωστόσο, με το υπ’ αριθμ. πρωτ. ./16-12-2014 έγγραφο του Διευθυντή της 42ης Διεύθυνσης, της Γενικής Διεύθυνσης Μισθών και Συντάξεων, του Γ.Λ.Κ. κλήθηκε το ως άνω Υποκατάστημα του εναγόμενου να προβεί στη διόρθωση της προαναφερθείσας απόφασής του, καθόσον, όπως αναφέρεται σε αυτό, στην περίπτωση της ενάγουσας τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 11 του ν.δ. 4202/1961. Έπειτα, με το υπ’ αριθμ. πρωτ. ./1-4-2015 έγγραφο της Προϊσταμένης του Τμήματος Απονομών Β’ του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων ζητήθηκε από το Υποκατάστημα Νίκαιας του ιδίου Ταμείου, ανάλυση αποδοχών και ημερών, κατά μήνα και κατά έτος, για τα έτη 1991 και 1993, σε απάντηση δε αυτού εκδόθηκε το υπ’ αριθμ. πρωτ. ./9-4-2015 έγγραφο του Προϊσταμένου Διεύθυνσης, του Τμήματος Εσόδων, του εν λόγω υποκαταστήματος του εναγόμενου, στο οποίο περιλαμβάνονται τα οικεία στοιχεία. Στη συνέχεια, με την υπ’ αριθμ. πρωτ. ./28-5-2015 απόφαση του Διευθυντή του Τ.Υ. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων, που εκδόθηκε κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 11 του ν.δ. 4202/1961, βεβαιώθηκε ότι ο χρόνος ασφάλισης αυτής στο εν λόγω Ταμείο ανέρχονταν σε 3.265 ημέρες από τον 7ο/1973 έως τον 9ο/1993.
8. Επειδή, με την κρινόμενη αγωγή, η ενάγουσα προβάλλει ότι παραιτήθηκε λόγω συνταξιοδότησης στις 8-10-2010 και με την υπ’ αριθμ. ./8-4-2011 πράξη του Γ.Λ.Κ., κανονίσθηκε υπέρ αυτής σύνταξη λόγω γήρατος, ποσού 588,38 ευρώ, ενώ ο χρόνος ασφάλισης που είχε διανύσει στο εναγόμενο, υπολογίσθηκε οριστικά στις 28-5-2015, ήτοι μετά την πάροδο 4 ετών και 7 μηνών από την παραίτησή της. Ακολούθως δε εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. ./1-9-2015 τροποποιητική πράξη του Γ.Λ.Κ., με την οποία η σύνταξή της αυξήθηκε στο ποσό των 782,68 ευρώ, από 1-9-2012, με συνολική συντάξιμη υπηρεσία 27 ετών 11 μηνών και 12 ημερών, αφού συμπεριλήφθηκε βάσει των διατάξεων περί διαδοχικής ασφάλισης, ο χρόνος που είχε διανύσει στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α., από 1-7-1973 έως 12-9-1993 (10 έτη 10 μήνες και 16 ημέρες).
Ειδικότερα, υποστηρίζει ότι το εναγόμενο ν.π.δ.δ. είχε ήδη ενημερωθεί αναφορικά με την υπόθεσή της, από τον απονέμοντα τη σύνταξη φορέα, κατά το έτος 2011 (με το υπ’ αριθμ. ./8-4-2011 έγγραφο του Διευθυντή της 42ης Διεύθυνσης, της Γενικής Διεύθυνσης Μισθών και Συντάξεων, του Γ.Λ.Κ.), ενώ η ίδια κατέθεσε τα ασφαλι-στικά της βιβλιάρια προκειμένου να προχωρήσει η σχετική διαδικασία στις 19-5-2011 στο Περιφερειακό Υποκατάστημα Αθηνών. Πλην, όμως, το εν λόγω υποκατάστημα δεν επιλήφθηκε του φακέλου της, αλλά διαβίβασε αυτόν στο Τ.Υ. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων, μετά την πάροδο 1 έτους και 3 μηνών από την ως άνω κατάθεση των δικαιολογητικών αυτής. Ως εκ τούτου, όπως προβάλλεται, ο έλεγχος των ασφαλιστικών της στοιχείων καθυστέρησε, αφού ακολούθησε από την αρχή νέα σειρά αναμονής εξέτασης του φακέλου της από το Υποκατάστημα Πατησίων, στο οποίο ο όγκος των εκκρεμών υποθέσεων ήταν μεγάλος και ο αριθμός των υπαλλήλων ελάχιστος.
Περαιτέρω, αναφέρει ότι τα ένσημά της δόθηκαν στο Τμήμα Ανακεφαλαίωσης τον 11ο/2012 και έπειτα από σημαντική καθυστέρηση εστάλησαν σχετικά έγγραφα προς έλεγχο αυτών στα Τ.Υ. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πλ. Συντάγματος, Νίκαιας και Πατησίων, ενώ οι απαντήσεις των τελευταίων ολοκληρώθηκαν κατά τους μήνες 2ο και 4ο/2014.
Εξάλλου, ακόμα και μετά την έκδοση της υπ’ αριθμ. πρωτ. ./14-10-2014 απόφασης του Διευθυντή του Τ.Υ. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων, με την οποία έλαβε χώρα υπολογισμός του χρόνου ασφάλισής της, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους επαναπροώθησε την υπόθεση στο ως άνω υποκατάστημα του εναγόμενου λόγω εφαρμογής διαφορετικών νομοθετικών διατάξεων. Ενόψει των ανωτέρω, η ενάγουσα προβάλλει ότι με τις προαναφερθείσες πράξεις και παραλείψεις των οργάνων του εναγόμενου, καθυστέρησε παράνομα ο προσδιορισμός του χρόνου ασφάλισής της στο Ι.Κ.Α. για χρονικό διάστημα 4 ετών, ήτοι από 19-5-2011, οπότε η ίδια είχε καταθέσει τα ασφαλιστικά της βιβλιάρια έως 28-5-2015, οπότε εκδόθηκε, τελικώς, η υπ’ αριθμ. πρωτ. ./28-5-2015 απόφαση του Διευθυντή του Τ.Υ. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω παράνομων, όπως επικαλείται, πράξεων και παραλείψεων, η ενάγουσα προβάλλει ότι απώλεσε τμήμα της σύνταξής της, κατά το χρονικό διάστημα από 9-10-2010 έως 31-8-2012, ποσού 189,45 ευρώ μηνιαίως, το οποίο αντιστοιχεί στο καταβαλλόμενο ποσό από τον συμμετέχοντα ασφαλιστικό οργανισμό, όπως υπολογίσθηκε με την υπ’ αριθμ. ./1-9-2015 τροποποιητική πράξη του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Τούτο διότι, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 60 παρ. 1 του π.δ. 169/2007, απαγορεύεται η αναδρομική αναγνώριση οικονομικών δικαιωμάτων για συντάξεις, πέραν της τριετίας. Για το λόγο αυτό, ζητεί να υποχρεωθεί το εναγόμενο να της καταβάλει, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή της εξόφληση, το ποσό των 4.546,80 ευρώ (189,45 ευρώ Χ 24 μήνες), ως αποζημίωση, κατά τα άρθρα 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ.
9. Επειδή, αντιθέτως, το εναγόμενο με τις υποβληθείσες απόψεις του και το νομίμως κατατεθέν υπόμνημά του ζητεί την απόρριψη της αγωγής, προβάλλοντας ότι δεν υφίσταται καμία παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά εκ μέρους των οργάνων του, εφόσον τηρήθηκαν οι νόμιμες διαδικασίες και βεβαιώθηκε ο ορθός χρόνος ασφάλισης αυτής, ο οποίος γνωστοποιήθηκε στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους με τις υπ’ αριθμ. πρωτ. ./14-10-2014 και ./28-5-2015 αποφάσεις του Διευθυντή του Τ.Υ. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι προκειμένου να ολοκληρωθεί η ανακεφαλαίωση των ενσήμων της ενάγουσας έπρεπε να γίνουν έλεγχοι ασφάλισης, που ήταν απαραίτητοι προκειμένου να διαπιστωθεί ο χρόνος της πραγματικής απασχόλησής της στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α., οι οποίοι εκκρεμούσαν σε τρία διαφορετικά υποκαταστήματα αυτού. Επίσης, υποστηρίζεται, ότι οι αξιώσεις της ενάγουσας αναφορικά με το επίδικο χρονικό διάστημα από 10ο/2010 έως και 8ο/2012 έχουν υποπέσει στη διετή παραγραφή, που προβλέπεται από στα άρθρα 48 – 49 του ν.δ. 496/1974 και 90 – 91 του ν. 2362/1995.
10. Επειδή, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρθηκαν και τις διατάξεις που παρατέθηκαν, όπως ερμηνεύθηκαν, λαμβάνονται υπόψη τα εξής: Οι αναφερόμενες στο άρθρο μόνο της Κ.Υ.Α. ΔΙΣΚΠΟ/Φ.17/29/26420/10-7-1991 προθεσμίες είναι ενδεικτικές, σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 5 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, περιέχοντας έντονη υπόδειξη προς τα αρμόδια όργανα να ολοκληρώσουν τη διαδικασία μέσα σε σύντομο και, πάντως, εύλογο χρόνο. Ωστόσο, η υπέρβαση των προβλεπόμενων προθεσμιών πέραν του ευλόγου χρόνου, στοιχειοθετεί ευθύνη του οικείου ασφαλιστικού οργανισμού προς αποζημίωση, κατά τα άρθρα 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ., εφόσον η καθυστέρηση διεκπεραίωσης του αιτήματος ασφαλισμένου συνδέεται αιτιωδώς με τη ζημία που αυτός υπέστη. Εν προκειμένω, παράλληλα με τη χορήγηση στην ενάγουσα σύνταξης γήρατος, από 9-10-2010, πληρωτέα από το Ελληνικό Δημόσιο (υπ’ αριθμ. ./8-4-2011 συνταξιοδοτική πράξη του Διευθυντή της 42ης Διεύθυνσης, της Γενικής Διεύθυνσης Συντάξεων, του Γ.Λ.Κ.), ζητήθηκαν με το υπ’ αριθμ. πρωτ. ./8-4-2011 έγγραφο του Διευθυντή της 42ης Διεύθυνσης, της Γενικής Διεύθυνσης Μισθών και Συντάξεων, του Γ.Λ.Κ. από το εναγόμενο, τα ασφαλιστικά στοιχεία της ενάγουσας, προκειμένου να ολοκληρωθεί η διαδικασία του ν.δ. 4202/1961, περί διαδοχικής ασφάλισης. Το εν λόγω έγγραφο παρελήφθη από το εναγόμενο στις 19-5-2011, πλην, όμως, αυτό, μαζί με τα ασφαλιστικά στοιχεία της ενάγουσας (αντίγραφο Πινακίδας Ανακεφαλαίωσης Ημερών Εργασίας, 17 Δελτία Ασφαλιστικής Ταυτότητας και Εισφορών, 2 αποφάσεις Ι.Κ.Α.) διαβιβάστηκαν μόλις στις 7-8-2012 (υπ’ αριθμ. πρωτ. ./7-8-2012 έγγραφο του Διευθυντή Μητρώου) από το Περιφερειακό Υποκατάστημα Αθηνών του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., προς το Περιφερειακό Υποκατάστημα Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Συντάξεων, προκειμένου να υπολογισθεί ο χρόνος ασφάλισης αυτής στο Ταμείο, ενώ, περαιτέρω, ο φάκελος απεστάλη, λόγω αρμοδιότητας, με το υπ’ αριθμ. πρωτ. ./1-10-2012 έγγραφο της Προϊσταμένης του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Συντάξεων του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. προς το Τ.Υ. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων.
Ακολούθως, κατόπιν ερωτημάτων της Προϊσταμένης του Τμήματος Ανακ/σης Συντάξεων του Τ.Υ. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων, προς τα Υποκαταστήματα Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων, Πλ. Συντάγματος και Νίκαιας, για τον καθορισμό των ημερών εργασίας της ενάγουσας και αφού διενεργήθηκαν σχετικοί έλεγχοι, εκδόθηκε αρχικά, η υπ’ αριθμ. πρωτ. ./14-10-2014 απόφαση του Διευθυντή του Τ.Υ. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων, με την οποία, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 10 του ν.δ. 4202/1961, βεβαιώθηκε ότι η ενάγουσα υπήρξε ασφαλισμένη στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. από τον 7ο/1973 έως τον 9ο/1993, έχοντας πραγματοποιήσει συνολικά 3.265 ημερομίσθια.
Στη συνέχεια, αφού κλήθηκε το ως άνω Υποκατάστημα του εναγόμενου να προβεί στη διόρθωση της προαναφερθείσας απόφασής του, ενόψει του ότι στην περίπτωση της ενάγουσας τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 11 του ν.δ. 4202/1961 (υπ’ αριθμ. πρωτ. ./16-12-2014 έγγραφο του Διευθυντή της 42ης Διεύθυνσης, της Γενικής Διεύθυνσης Μισθών και Συντάξεων, του Γ.Λ.Κ.), εκδόθηκε εν τέλει η υπ’ αριθμ. πρωτ. ./28-5-2015 απόφαση του Διευθυντή του Τ.Υ. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πατησίων, με την οποία βεβαιώθηκε ότι ο χρόνος ασφάλισης αυτής στο εν λόγω Ταμείο ανέρχονταν σε 3.265 ημέρες από τον 7ο/1973 έως τον 9ο/1993. Συνεπώς, από τις 19-5-2011, οπότε περιήλθε στον εναγόμενο ασφαλιστικό οργανισμό η υπόθεση της ενάγουσας μέχρι τις 28-5-2015, οπότε αυτή διεκπεραιώθηκε από το Ι.Κ.Α., με την έκδοση απόφασης περί βεβαίωσης του διανυθέντα χρόνου ασφάλισης στο εν λόγω Ίδρυμα, παρήλθε χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών. Το προαναφερθέν χρονικό διάστημα, συνεκτιμώντας και την πολυπλοκότητα της υπόθεσης, ενόψει του ότι απαιτήθηκε η διενέργεια επιμέρους ελέγχων σε τρία διαφορετικά υποκαταστήματα του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., υπερβαίνει το εύλογο, εντός του οποίου όφειλε το εναγόμενο να διεκπεραιώσει την υπόθεση της ενάγουσας.
Εξάλλου, η ζημία, που επικαλείται ότι υπέστη η ασφαλισμένη από τις προαναφερθείσες παράνομες παραλείψεις των οργάνων του εναγόμενου, συνίσταται στην απώλεια τμήματος της σύνταξής της, κατά το χρονικό διάστημα από 9-10-2010 έως 31-8-2012 ποσού 189,45 ευρώ μηνιαίως, το οποίο αντιστοιχεί στο καταβαλλόμενο ποσό από τον συμμετέχοντα ασφαλιστικό οργανισμό, όπως υπολογίσθηκε με την υπ’ αριθμ. ./1-9-2015 τροποποιητική πράξη του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, όπου συμπεριλήφθηκε στη συνολική συντάξιμη υπηρεσία της ίδιας, ο χρόνος (10 έτη 10 μήνες και 16 ημέρες), που είχε διανύσει στην ασφάλιση του εναγόμενου. Η εν λόγω ζημία της ενάγουσας τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με την παράνομη κατά τα ως άνω καθυστέρηση ως προς τον προσδιορισμό του χρόνου ασφάλισής της στο Ι.Κ.Α., στο πλαίσιο ελέγχου των προϋποθέσεων περί διαδοχικής ασφάλισης. Ως εκ τούτου, στοιχειοθετείται ευθύνη του εναγόμενου ασφαλιστικού οργανισμού προς αποζημίωση, κατά τα άρθρα 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ.
Αλλωστε, η επίδικη αξίωση της ενάγουσας δεν έχει υποπέσει στην πενταετή παραγραφή που προβλέπεται για τις απαιτήσεις κατά του Ι.Κ.Α., η οποία ξεκίνησε από τη γένεσή της, ήτοι από την έκδοση της υπ’ αριθμ. ./1-9-2015 τροποποιητικής πράξης του Διευθυντή της Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Πολιτικών Συντάξεων, της Γενικής Διεύθυνσης Χορήγησης Συντάξεων Δημοσίου Τομέα, του Γ.Λ.Κ., με την οποία η σύνταξή της αυξήθηκε στο ποσό των 782,68 ευρώ, από 1-9-2012, λόγω μη αναγνώρισης οικονομικών δικαιωμάτων για συντάξεις, πέραν της τριετίας, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 60 παρ. 1 του π.δ. 169/2007. Η παραπάνω παραγραφή δεν είχε συμπληρωθεί έως την επίδοση της αγωγής, που έλαβε χώρα στην 1-2-2019 (βλ. …….), ενώ η διετής παραγραφή του άρθρου 48 παρ. 5 του ν.δ. 496/1974, δεν εφαρμόζεται αναφορικά με τον εναγόμενο ασφαλιστικό οργανισμό (βλ. υπ’ αριθμ. 6 σκέψη), απορριπτομένων ως αβάσιμων των περί του αντιθέτου προβαλλόμενων ισχυρισμών αυτού. Κατόπιν τούτων, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να υποχρεωθεί το εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των (189,45 ευρώ Χ 23 μήνες, από 10ο/2010 έως και 8ο/2012 =) 4.357,35 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής (1-2-2019) και μέχρι την ολοσχερή της εξόφληση.
11. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή, να υποχρεωθεί το εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 4.357,35 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής (1-2-2019) και μέχρι την ολοσχερή της εξόφληση, καθώς επίσης και να συμψηφισθούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων λόγω της μερικής νίκης και ήττας αυτών (άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ)
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται την αγωγή.
Υποχρεώνει το εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων τριακοσίων πενήντα επτά ευρώ και τριάντα πέντε λεπτών (4.357,35 ευρώ), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής (1-2-2019) και μέχρι την ολοσχερή της εξόφληση.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Η απόφαση δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, κατά την έκτακτη δημόσια συνεδρίαση της 3-2-2021.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
http://www.dsanet.gr/Epikairothta/Nomologia/MonDPrAth%201806.2021.htm