Κύριος τρόπος επίδοσης η επίδοση σε διάδικο ή μάρτυρα με ηλεκτρονικά μέσα – Τι αλλάζει σε Κώδικα Ποινικής και Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας
Σε δημόσια διαβούλευση τέθηκε η νομοθετική πρωτοβουλία του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη «Ψηφιοποίησης των διαδικασιών επιδόσεων εγγράφων και αποδέσμευση της Ελληνικής Αστυνομίας από τη διενέργεια επιδόσεων εγγράφων της ποινικής και πολιτικής δίκης και λοιπές επείγουσες διατάξεις του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής και της Ελληνικής Αστυνομίας».
Μεταξύ άλλων, το σχέδιο νόμου περιλαμβάνει σημαντικές τροποποιήσεις του Κώδικα Ποινικής και του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, με το Μέρος Α΄ μέσω της αξιοποίησης των δυνατοτήτων της ψηφιακής τεχνολογίας για τη διενέργεια των επιδόσεων, διευκολύνεται η πρόσβαση των πολιτών στη δικαιοσύνη και περιορίζεται το κόστος απονομής δικαιοσύνης, διασφαλίζεται η αποτελεσματικότερη διαχείριση του ανθρωπίνου δυναμικού και επιταχύνεται η πρόοδος και ολοκλήρωση της δίκης σε εναρμόνιση με τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Στόχοι, σύμφωνα με το αρμόδιο Υπουργείο, είναι η εξοικονόμηση δαπανών, η άμεση διάθεση του αστυνομικού προσωπικού προς εκπλήρωση των επιχειρησιακών καθηκόντων, η αποδέσμευση δικαστικών επιμελητών και η διάθεσή τους σε άλλα καθήκοντα, καθώς και ο εκσυγχρονισμός της δικαιοσύνης μέσω της ψηφιοποίησης των δικονομικών διαδικασιών σύμφωνα με τις επιταγές της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης.
Περαιτέρω, με το Μέρος Β΄ επιχειρείται η συγκέντρωση ενός καίριου αριθμού επειγουσών διατάξεων που αφορούν σε φορείς και υπηρεσίες του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
Όπως σημειώνεται, οι εν λόγω ρυθμίσεις κρίνονται αναγκαίες, προκειμένου να επικαιροποιηθούν διατάξεις που δεν ανταποκρίνονται πλέον στις διαρκώς μεταβαλλόμενες ανάγκες και αποσκοπούν στην αντιμετώπιση ζητημάτων που δυσχεραίνουν το έργο της διοίκησης.
Μεταξύ αυτών, αναφέρονται ρυθμίσεις που προβλέπουν την αποδέσμευση των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας από, αλλότριες προς τη βασική αποστολή της, πράξεις διεκπεραίωσης εγγράφων, τις προϋποθέσεις κατ’ εξαίρεση οπλοφορίας αστυνομικών, την τροποποίηση του ύψους για την κατάταξη προσωπικού της πρώην δημοτικής αστυνομίας που έχει ενταχθεί στην Ελληνική Αστυνομία, την εισαγωγή στη Σχολή Αστυφυλάκων υιοθετηθέντων από τη Βουλή των Ελλήνων τέκνων, μελών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, που έχασαν τη ζωή τους κατά την εκτέλεση του καθήκοντός τους, καθώς και ρυθμίσεις που αφορούν σε θέματα αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής και άπτονται ζητημάτων τόσο οργανωτικής φύσεως των καταστημάτων κράτησης όσο και των κρατουμένων.
Μεταξύ άλλων, το σχέδιο νόμου προβλέπει:
Επίδοση – Αντικατάσταση άρθρου 155 ΚΠΔ
Με την προτεινόμενη ρύθμιση στην παρ. 1 του άρθρου 155ΚΠΔ, θεσμοθετείται ως κύριος τρόπος επίδοσης η επίδοση σε διάδικο ή μάρτυρα με ηλεκτρονικά μέσα.
Ειδικότερα, η επίδοση διενεργείται με τη χρήση ειδικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας και με ηλεκτρονική αποστολή του εγγράφου από επιμελητή ποινικών-πολιτικών δικαστηρίων και εισαγγελιών ή δικαστικό υπάλληλο.
Τα προς επίδοση έγγραφα (όπως κλήσεις διαδίκων ή μαρτύρων, βουλεύματα, εισαγγελικές ή ανακριτικές διατάξεις) αποστέλλονται ηλεκτρονικά μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης (gov.gr-ΕΨΠ) και η επίδοσή τους θεωρείται επιτυχής με την ηλεκτρονική αποστολή του εγγράφου
α) στην ψηφιακή θυρίδα του ενδιαφερόμενου,
β) στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που έχει δηλώσει ο ενδιαφερόμενος σε φορείς του δημοσίου (όπως Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων, Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών και Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης), ή
γ) στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που έχει δηλωθεί από τον ίδιο τον ενδιαφερόμενο (μάρτυρα ή κατηγορούμενο) στο στάδιο της προδικασίας της ποινικής δίκης. Παράλληλα, επίδοση με ηλεκτρονικά μέσα προβλέπεται και στον διορισμένο συνήγορο ή αντίκλητο του κατηγορουμένου. Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποστολή αλλά και η ανάγνωση του επιδοθέντος εγγράφου, προβλέπεται η ταυτόχρονη αποστολή μηνύματος σε αριθμό σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας που έχει καταχωρηθεί στην ανωτέρω ψηφιακή θυρίδα, ή σε αριθμό σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας, που έχει δηλωθεί κατά την εξέταση του διαδίκου ή μάρτυρα στο στάδιο της προδικασίας της ποινικής δίκης.
Το ανωτέρω μήνυμα αποστέλλεται εκ νέου με αυτοματοποιημένη διαδικασία μετά την πάροδο σαράντα οκτώ ωρών από την αρχική αποστολή.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση στην παρ. 2 του άρθρου 155 ΚΠΔ δεν καταργείται πλήρως η φυσική επίδοση, αλλά περιορίζεται μόνο στις περιπτώσεις κατηγορουμένων που έχουν υπερβεί το 70ο έτος της ηλικίας τους κατά τον χρόνο της επίδοσης, λόγω της πιθανολογούμενης έλλειψης εξοικείωσής τους με τις σύγχρονες ψηφιακές τεχνικές επικοινωνίας και σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατόπιν αξιολόγησης του αρμόδιου εισαγγελέα, ιδίως όταν υφίσταται αντικειμενική αδυναμία επίδοσης με ψηφιακό τρόπο (όπως ανυπαρξία στοιχείων καταχωρημένων στις ψηφιακές πλατφόρμες, δύσβατες ορεινές ή παραμεθόριες περιοχές), οπότε η επίδοση διενεργείται από επιμελητή ποινικών-πολιτικών δικαστηρίων και εισαγγελιών ή ιδιώτη δικαστικό επιμελητή και όταν υφίσταται επικινδυνότητα, οπότε οι επιδόσεις γίνονται από αστυνομικά όργανα.
Επίδοση σε κατηγορούμενο με ηλεκτρονικά μέσα ή φυσικό τρόπο- Τροποποίηση παρ. 1, 2 και 4 άρθρου 156 ΚΠΔ
Με την προτεινόμενη προσθήκη στην παρ. 1 του άρθρου 156 ΚΠΔ, θεσμοθετείται και η δυνατότητα επίδοσης με ηλεκτρονικά μέσα στον κατηγορούμενο κάθε εγγράφου της προδικασίας και της διαδικασίας στο ακροατήριο, ωσότου η απόφαση καταστεί αμετάκλητη.
Επιπλέον, στην παρ. 2 προστίθεται η δυνατότητα γνωστοποίησης της μεταβολής της διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή του αριθμού σύνδεσης κινητής τηλεφωνίας του κατηγορουμένου.
Τέλος, στην παρ. 4, για λόγους εναρμόνισης με την παρ. 1, στις περιπτώσεις που ο κατηγορούμενος δηλώσει, αρχικά ή μεταγενέστερα, διεύθυνση κατοικίας ή διαμονής στην αλλοδαπή, προβλέπεται ότι η επίδοση στον συνήγορο που διορίστηκε κατά την παρ. 2 του άρθρου 89, διενεργείται τόσο με φυσικό τρόπο, όσο και με ηλεκτρονικά μέσα.
Επίδοση σε πρόσωπα άγνωστης διαμονής- Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 157 ΚΠΔ
Με την αξιολογούμενη ρύθμιση, στις περιπτώσεις προσώπων άγνωστης διαμονής, διευρύνεται η αναζήτηση από τα όργανα επίδοσης και στα ψηφιακά δεδομένα.
Επιπλέον, ορίζεται ότι αν η έρευνα στα καταχωρημένα στοιχεία στα πληροφοριακά συστήματα του Ελληνικού Δημοσίου αποβεί άκαρπη ως προς τον τόπο διαμονής και δεν επαρκεί για να γίνει επίδοση με ηλεκτρονικά μέσα, τότε η επίδοση διενεργείται με φυσικό τρόπο με τις προϋποθέσεις και τους όρους για τις επιδόσεις σε πρόσωπα αγνώστου διαμονής.
Δείτε αναλυτικά το σχέδιο νόμου.