Δικαστήριο ΕΕ: Εργασία μέσω εταιρίας προσωρινής απασχόλησης – Δικαίωμα άδειας μετ’ αποδοχών – Επίδομα αδείας κατά τη λύση της σχέσης εργασίας – Αρχή της ίσης μεταχείρισης – Βασικοί όροι εργασίας και απασχόλησης των προσωρινά εργαζομένων
Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος
Με τη δημοσιευθείσα στις 12-05-2022 απόφασή του, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) αποφάνθηκε ότι τα ποσά για μη ληφθείσα ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών και για επίδομα αδείας που χορηγούνται στους προσωρινά απασχολούμενους πρέπει να είναι τουλάχιστον ίσα με εκείνα που θα δικαιούνταν εάν είχαν προσληφθεί απευθείας από τον έμμεσο εργοδότη για να καταλάβουν την ίδια θέση κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου.
Ιστορικό της υπόθεσης
Η GD και ο ES συνήψαν σύμβαση προσωρινής απασχόλησης με την εταιρία Luso Temp – Empresa de Trabalho Temporàrio SA, στις 29 Οκτωβρίου 2017 και στις 9 Οκτωβρίου 2017 αντίστοιχα. Εντός αυτού του πλαισίου, οι ενάγοντες της κύριας δίκης τοποθετήθηκαν στην εταιρία Inoveplástika – Inovação e Tecnologia em Plásticos, S.A., έως τις 28 Οκτωβρίου 2019 (στην περίπτωση της ενάγουσας GD) και τις 8 Οκτωβρίου 2019 (στην περίπτωση του ενάγοντος ES).
Μετά τη λύση των συμβάσεων εργασίας τους, οι ενάγοντες άσκησαν αγωγή ενώπιον του Tribunal Judicial da Comarca de Braga, Juízo do Trabalho de Barcelos [πρωτοδικείου Braga, τμήμα εργατικών διαφορών Barcelos (Πορτογαλία)], με αίτημα να υποχρεωθεί η εναγομένη να τους καταβάλει ποσά για μη ληφθείσα ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών και για επίδομα αδείας, τα οποία οφείλονται για την περίοδο κατά την οποία εργάστηκαν στην εναγομένη της κύριας δίκης βάσει συμβάσεων προσωρινής απασχόλησης.
Οι θέσεις των εναγόντων και της εναγομένης διαφέρουν όσον αφορά τη μέθοδο υπολογισμού των ημερών άδειας.
Οι ενάγοντες στήριξαν τις απαιτήσεις τους στο γενικό καθεστώς αδειών που προβλέπουν τα άρθρα 237, 238, 239 και 245 του Código do Trabalho (πορτογαλικού εργατικού κώδικα). Εφαρμόζοντας τις διατάξεις αυτές, την 1η Ιανουαρίου εκάστου έτους (2018 και 2019) οι ενάγοντες δικαιούνταν είκοσι δύο ημέρες άδειας, και, πέραν των ημερών αυτών, δικαιούνταν δύο ημέρες άδειας ανά πλήρη μήνα εργασίας που παρασχέθηκε κατά τη διάρκεια του έτους έναρξης της σχέσης εργασίας (2017) και αριθμό ημερών άδειας ανάλογο προς τον χρόνο εργασίας κατά το έτος λύσης της σχέσης αυτής (2019), συνολικά δε εξήντα επτά ημέρες (στην περίπτωση της ενάγουσας GD) και εξήντα πέντε ημέρες (στην περίπτωση του ενάγοντος ES) άδειας μετ’ αποδοχών.
Η εναγομένη, από την άλλη, υποστήριξε ότι πρέπει να εφαρμοστεί το ειδικό καθεστώς περί των συμβάσεων προσωρινής απασχόλησης που προβλέπει το άρθρο 185, παράγραφος 6, του εργατικού κώδικα, κατά το οποίο καθένας από τους ενάγοντες δικαιούται μόνον μία περίοδο αμειβόμενης άδειας (και το αντίστοιχο επίδομα αδείας) ανάλογα με τη διάρκεια της σύμβασής του, και συνολικά σαράντα τέσσερις ημέρες άδειας μετ’ αποδοχών για σύμβαση συνολικής διάρκειας δύο ετών.
Το αιτούν δικαστήριο θεώρησε ότι το άρθρο 185, παράγραφος 6, του εργατικού κώδικα, ενδέχεται να αντιβαίνει προς τις διατάξεις των άρθρων 3, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, και 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/104/ΕΚ [οδηγίας περί της εργασίας μέσω εταιρείας προσωρινής απασχόλησης]. Συγκεκριμένα, η διάταξη του πορτογαλικού δικαίου εισάγει διαφορετική μεταχείριση μεταξύ, αφενός, των εργαζομένων που τοποθετήθηκαν σε έμμεσο εργοδότη και, αφετέρου, των εργαζομένων που έχουν προσληφθεί απευθείας από τον έμμεσο εργοδότη.
Κατ’ ουσίαν, ο προσωρινά απασχολούμενος δικαιούται άδεια μετ’ αποδοχών και επίδομα αδείας μόνον κατ’ αναλογίαν προς τη διάρκεια της παρασχεθείσας εργασίας, ενώ ο εργαζόμενος ο οποίος προσλαμβάνεται απευθείας από τον έμμεσο εργοδότη δικαιούται όλες τις άδειες που του αναλογούν κατ’ εφαρμογήν του γενικού καθεστώτος του εργατικού κώδικα.
Η διαφορετική μεταχείριση αφορά μόνον τους εργαζόμενους που τοποθετήθηκαν σε έμμεσο εργοδότη επί ένα ημερολογιακό έτος και παύουν να απασχολούνται σε αυτόν δύο ή περισσότερα ημερολογιακά έτη μετά την ημερομηνία αυτή, όπως στην υπό κρίση υπόθεση. Αντίθετα, δεν τίθεται ζήτημα ως προς τους εργαζόμενους οι οποίοι απασχολούνται από τον έμμεσο εργοδότη για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή των οποίων η εργασιακή σχέση ξεκίνησε ορισμένο ημερολογιακό έτος και έληξε το επόμενο ημερολογιακό έτος.
Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tribunale distrettuale di Braga (πρωτοδικείο Braga) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο σχετικά.
Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Με την απόφασή του αυτή, το Δικαστήριο έκρινε ότι το άρθρο 5, παράγραφος 1, εδάφιο πρώτο, της οδηγίας 2008/104/ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, της ίδιας οδηγίας, αντιτίθεται σε ρύθμιση κράτους μέλους σύμφωνα με την οποία η αποζημίωση που δικαιούνται προσωρινά απασχολούμενοι, σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας τους με τον έμμεσο εργοδότη τους, για μη ληφθείσα ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών και για επίδομα αδείας είναι χαμηλότερη σε σχέση με την αποζημίωση την οποία θα δικαιούντο οι εν λόγω εργαζόμενοι εάν, ευρισκόμενοι στην ίδια κατάσταση και με την ίδια ιδιότητα, είχαν προσληφθεί απευθείας από τον έμμεσο εργοδότη για να καταλάβουν την ίδια θέση κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου.
Γίνεται υπόμνηση ότι η διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα να υποβάλουν στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά αυτή, λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, ομοίως, άλλα εθνικά δικαστήρια ενώπιον των οποίων ανακύπτει παρόμοιο ζήτημα.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA