Τι προτείνει ο Γενικός Εισαγγελέας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μετά από καταγγελίες για πετρελαιοκίνητα οχήματα.
Πολίτες φέρονται να εξαπατήθηκαν ως προς την εκπομπή ρύπων σε πετρελαιοκίνητα οχήματα που είχαν αγοράσει και τελικά βρέθηκαν τα αυτοκίνητά τους να ρυπαίνουν περισσότερο από τις προδιαγραφές εξαιτίας κάποιων παράνομων συστημάτων τα οποία είχαν τοποθετήσει οι εταιρείες κατασκευής.
Όπως αποφάνθηκε ο γενικός εισαγγελέας, Αθανάσιος Ράντος, του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) όπου έφτασαν οι σχετικές καταγγελίες, οι πολίτες δικαιούνται αποζημίωσης από τις εταιρείες.
Κατά τον γενικό εισαγγελέα, εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίσουν τον τρόπο υπολογισμού της αποζημίωσης, υπό τον όρο ότι, κατ’ εφαρμογή της αρχής της αποτελεσματικότητας, η αποζημίωση αυτή είναι προσήκουσα.
Η προσφυγή σε γερμανικό δικαστήριο, το οποίο ζήτησε τη γνώμη του ΔΕΕ, αφορούσε αγοραστή ενός μεταχειρισμένου αυτοκινήτου, του οποίου το σύστημα ανακυκλοφορίας καυσαερίων περιελάμβανε «θερμοκρασιακό παράθυρο».
Στην αγωγή στα γερμανικά δικαστήρια και ειδικά ενώπιον του πρωτοδικείου Ravensburg κατήγγειλε πως το θερμοκρασιακό παράθυρο μειώνει τον συντελεστή ανακυκλοφορίας των καυσαερίων όταν οι εξωτερικές θερμοκρασίες είναι πιο ψυχρές, γεγονός που συνεπάγεται αύξηση των εκπομπών οξειδίου του αζώτου (NOx).
Κατά την προκαταρκτική εκτίμηση του πρωτοδικείου Ravensburg, το επίμαχο θερμοκρασιακό παράθυρο συνιστά παράνομο σύστημα αναστολής κατά το δίκαιο της Ένωσης, καθόσον φαίνεται ότι δεν αποσκοπεί στην προστασία του κινητήρα από άμεσους κινδύνους ζημιών που προκαλούν συγκεκριμένο κίνδυνο κατά την οδήγηση του οχήματος, αλλά μόνον προφυλάσσει τον κινητήρα από τη φθορά.
Το πρωτοδικείο Ravensburg ζήτησε από το Δικαστήριο να διευκρινίσει αν το δίκαιο της Ένωσης παρέχει σε μεμονωμένο αγοραστή οχήματος εξοπλισμένου με τέτοιο σύστημα αναστολής αξίωση αποζημίωσης κατά του κατασκευαστή αυτοκινήτων, λόγω αδικοπρακτικής ευθύνης, ειδικά δε σε περίπτωση που συντρέχει μόνον αμέλεια.
Μεμονωμένοι αγοραστές δικαιούνται αποζημίωσης
Σύμφωνα με τον Αθανάσιο Ράντο, εν προκειμένω, η εταιρεία φαίνεται ότι δεν ενήργησε εκ προθέσεως, επισημαίνει ωστόσο πως «στη συγκεκριμένη περίπτωση μπορεί να στοιχειοθετηθεί αδικοπρακτική ευθύνη εάν η σχετική με την έγκριση ΕΚ τύπου οχημάτων νομοθεσία της Ένωσης, η οποία απαγορεύει τη χρήση τέτοιων συστημάτων αναστολής, αποσκοπεί και στην προστασία των συμφερόντων του μεμονωμένου αγοραστή».
Με τις προτάσεις του, ο γενικός εισαγγελέας Αθανάσιος Ράντος προτείνει στο ΔΕΕ να απαντήσει, πρώτον, ότι η νομοθεσία της Ένωσης σχετικά με την έγκριση ΕΚ τύπου οχημάτων προστατεύει τα συμφέροντα του μεμονωμένου αγοραστή μηχανοκίνητου οχήματος, ιδίως δε το συμφέρον του να μην αγοράσει όχημα εξοπλισμένο με παράνομο σύστημα αναστολής. Συγκεκριμένα, μέσω του πιστοποιητικού συμμόρφωσης ΕΚ, ο κατασκευαστής παρέχει στον αγοραστή τη διαβεβαίωση ότι το όχημα που αγόρασε πληροί τις απαιτήσεις του δικαίου της Ένωσης.
Δεύτερον, ο γενικός εισαγγελέας προτείνει στο Δικαστήριο να αποφανθεί ότι το δίκαιο της Ένωσης επιβάλλει στα κράτη μέλη να προβλέπουν ότι ο αγοραστής οχήματος έχει αξίωση αποζημίωσης κατά του κατασκευαστή αυτοκινήτων σε περίπτωση που το όχημα είναι εξοπλισμένο με παράνομο σύστημα αναστολής. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη οφείλουν να εφαρμόζουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις.
Τρίτον, ο γενικός εισαγγελέας εκτιμά ότι εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίσουν τους κανόνες που αφορούν τον τρόπο υπολογισμού της αποζημίωσης. Ωστόσο, κατ’ εφαρμογή της προβλεπόμενης από το δίκαιο της Ένωσης αρχής της αποτελεσματικότητας, η αποζημίωση πρέπει να είναι προσήκουσα.