Του Λεωνίδα Στεργίου
Με περίπου 1.500 νέες αιτήσεις και με αυξανόμενο ρυθμό προχωρά ο εξωδικαστικός μηχανισμός του νέου πτωχευτικού, όπου έχουν συγκεντρωθεί 52.000 υποθέσεις που αναζητούν ρύθμιση, συνολικών οφειλών 18 δισ. (14 δισ. προς τράπεζες και 4 δισ. προς Δημόσιο), σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία (Μάιος) που παρέδωσε το ΥΠΟΙΚ στο ΔΝΤ για την έκθεσή του. Στο τελικό στάδιο της οριστικής υποβολής ξεπερνούν φτάνουν τις 5.000 που αντιστοιχούν σε χρέος σχεδόν 2 δισ. ευρώ. Τραπεζικά στελέχη και στελέχη εταιρειών διαχείρισης δανείων αναφέρουν ότι όλες οι περιπτώσεις ρυθμίσεων περιλαμβάνουν κούρεμα οφειλής κατά μέσο όρο 45%.
2η Ευκαιρία
Κινητικότητα παρατηρήθηκε και στις αιτήσεις πτώχευσης και 2ης Ευκαιρίας του νέου πτωχευτικού, χωρίς, όμως να κρίνονται ακόμα τα στοιχεία ικανοποιητικά ή να δείχνουν τη δυναμική του εξωδικαστικού μηχανισμού, ο οποίος και αυτός απαιτεί περαιτέρω επιτάχυνση. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι αιτήσεις για πτώχευση έχουν φτάσει τις 1.200, εκ των οποίων σχεδόν οι 1.000 έχουν μείνει στο στάδιο της άρσης του απορρήτου. Σχεδόν 300 υποθέσεις βρίσκονται στο δικαστήριο με συνολικές οφειλές περίπου 300 εκατ. ευρώ, ενώ έχουν εκδοθεί 10 αποφάσεις για εξυγίανση.
Τα επόμενα βήματα
Υπουργείο Οικονομικών και Τράπεζα της Ελλάδος ασκούν πιέσεις για επιτάχυνση των διαδικασιών που θα οδηγούν σε αποτελεσματικές λύσεις. Στο υπ. Οικονομικών το βάρος δίνεται στη στενή παρακολούθηση, την ενημέρωση και την αναβάθμιση της αυτοματοποίησης μέσω ψηφιοποίησης. Η Τράπεζα της Ελλάδος πιέζει για αποτελεσματικότερη διαχείριση του ενεχύρου, ώστε να γίνονται αναχρηματοδοτήσεις και γενναίες ρυθμίσεις μόνο σε βιώσιμες υποθέσεις, αλλιώς πτώχευση.
Τόσο το ΥΠΟΙΚ όσο και η ΤτΕ, μολονότι βλέπουν βελτίωση, δεν θεωρούν ότι σύστημα έχει φτάσει σε ικανοποιητικά επίπεδα, όταν, για παράδειγμα, τα κόκκινα δάνεια μέσω τιτλοποιήσεων ξεπερνούν τα 100 δισ., ενώ στον νέο πτωχευτικό έχουν φτάσει τα 14 δισ. (οφειλές προς τράπεζες) ή όταν τα μισά ρυθμισμένα δάνεια εμφανίζουν πάλι καθυστέρηση άνω των 90 ημερών (σχεδόν 8 δισ. από τα 15 δισ. που έχουν ρυθμίσει οι τράπεζες το 2021). Επιπλέον, η ΤτΕ αναφέρει ότι η μείωση των κόκκινων δανείων από τους ισολογισμούς των τραπεζών προήλθε από τιτλοποιήσεις και πωλήσεις, όχι από ανακτήσεις και εξυγίανση δανείων, με σημαντικό κόστος στα κεφάλαια και την κερδοφορία. Παρά τη μείωσή τους από τους ισολογισμούς των τραπεζών, το πρόβλημα των κόκκινων δανείων παραμένει καθώς δεν διαγράφεται από το τραπεζικό σύστημα, ενώ το απόθεμα που έχει απομείνει στις τράπεζες εξακολουθεί να είναι πολλαπλάσιο του μέσου ευρωπαϊκού όροι.
ΤτΕ και ΕΚΤ αναφέρουν ότι το ιδιωτικό χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ελλάδα κινείται κάτω από το μέσο όρο της Ε.Ε., αλλά το κόστος εξυπηρέτησης από τα νοικοκυριά είναι το τρίτο υψηλότερο στην Ευρώπη. Αυτό ενισχύει τους κινδύνους από μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος λόγω πληθωρισμού και χαμηλότερης ανάπτυξης.
Ενδιάμεσο πρόγραμμα στήριξης
Έτοιμη είναι η πλατφόρμα για το ενδιάμεσο πρόγραμμα προστασίας πρώτης κατοικίας ευάλωτων νοικοκυριών, το οποίο αναμένεται να αρχίσει αμέσως μόλις λάβει το πράσινο φως από την DGCom που θεωρείται θέμα ημερών. Το πρόγραμμα παρέχει κρατική επιδότηση της δόσης του στεγαστικού δανείου των ευάλωτων οφειλετών με το ποσό των 70 έως 210 ευρώ μηνιαίως, ανάλογα με τη σύνθεση του νοικοκυριού. Το βασικό όφελος για τους ευάλωτους οφειλέτες είναι η αποφυγή μέτρων των πιστωτών (π.χ. κατασχέσεις, πλειστηριασμοί και εξώσεις).
Το ενδιάμεσο πρόγραμμα δημιουργήθηκε για να καλύψει το κενό μέχρι τη λειτουργία του Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων, για τον οποίο ξεκίνησε ο διεθνής διαγωνισμός αλλά δεν αναμένεται να λειτουργήσει μέχρι τα μέσα του 2023 το νωρίτερο. Ο Φορέας θα είναι υποχρεωμένος να αποκτά το ακίνητο-α’ κατοικία ευάλωτου δανειολήπτη και να του το νοικιάζει για 12 έτη.
Ευάλωτοι οφειλέτες
Μέχρι τότε οι ευάλωτοι δανειολήπτες μπορούν να κάνουν χρήση του ενδιάμεσου προγράμματος, το οποίο απαιτεί πρώτα αίτηση για πιστοποίηση ευάλωτου μέσω της πλατφόρμας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους. Σύμφωνα με πληροφορίες, η πλατφόρμα έχει λάβει περισσότερες από 3.000 αιτήσεις, αλλά έχουν πιστοποιηθεί ως ευάλωτοι μόνο 60 περίπτωσης. Περίπου το 30% των αιτήσεων έχουν κολλήσει στο στάδιο της συναίνεσης για άρση του τραπεζικού και φορολογικού απορρήτου.
Τα κριτήρια
Επιλέξιμοι οφειλέτες για το ενδιάμεσο πρόγραμμα προστασίας πρώτης κατοικίας είναι αυτοί που πληρούν τα εξής εισοδηματικά και περιουσιακά και λοιπά κριτήρια:
α) Το συνολικό εισόδημα δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 7.000 ευρώ για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, προσαυξανόμενο κατά 3.500 ευρώ για κάθε μέλος του νοικοκυριού και έως του ποσού των 21.000 ευρώ ετησίως, ανεξαρτήτως της σύνθεσης του νοικοκυριού.
β) Η συνολική φορολογητέα αξία της ακίνητης περιουσίας δεν πρέπει να υπερβαίνει το ποσό των 120.000 για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, προσαυξανόμενη κατά 15.000 ευρώ για κάθε πρόσθετο μέλος και έως του ποσού των 180.000 ευρώ.
Επιπλέον, εφαρμόζεται το περιουσιακό όριο αναφορικά με καταθέσεις, ομόλογα, μετοχές κ.λπ. το οποίο ισχύει για το “Επίδομα Στέγασης”.
Η πλατφόρμα
Τα κριτήρια ελέγχονται και διασταυρώνονται κατά την έκδοση βεβαίωσης ευάλωτου, η οποία είναι απαραίτητη για τη συμμετοχή στο πρόγραμμα και εκδίδεται από ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους. Η ηλεκτρονική πλατφόρμα έχει σχεδιαστή ώστε να μην υπάρχει ανάγκη για χειροκίνητη συγκέντρωση δικαιολογητικών κατά την υποβολή της αίτησης, μειώνοντας σημαντικά τη γραφειοκρατία. Επιπρόσθετα, μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας θα διενεργούνται αυτοματοποιημένοι έλεγχοι και διασταυρώσεις, με σκοπό την πρόληψη και αποκλεισμό των στρατηγικών κακοπληρωτών.
Μετά τους 15 μήνες
Με τη λήξη του προγράμματος αυτού, ύστερα από 15 μήνες, οι ευάλωτοι οφειλέτες οι οποίοι θα αδυνατούν να εξυπηρετήσουν μια μακροχρόνια και βιώσιμη ρύθμιση, θα πρέπει να απευθυνθούν στον ειδικό Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων για τη ρύθμιση οφειλών και την παροχή 2ης ευκαιρίας. Ο εν λόγω Φορέας θα αποκτά την πρώτη κατοικία των συγκεκριμένων ευάλωτων οφειλετών και ακολούθως θα τους την επαναμισθώνει για 12 έτη. Το Κράτος θα παρέχει μηνιαίο επίδομα στέγασης, με σκοπό τη στήριξή τους στην υποχρέωση πληρωμής μισθώματος. Στο τέλος της 12ετίας, οι οφειλέτες θα έχουν το αποκλειστικό πρώτο προνόμιο για την επαναγορά της κατοικίας, εφόσον έχουν ανακάμψει οικονομικά.