Μετά τη (μάλλον απρόσμενη) συρρίκνωση του ΑΕΠ στο πρώτο τρίμηνο του έτους, έχει σημάνει συναγερμός στο υπουργείο Οικονομικών, που διαμηνύει ότι η κρατική στήριξη δεν μπορεί να είναι άνευ όρων και ορίων.
Τα σύννεφα που υπήρχαν πάνω από τη γαλλική οικονομία πύκνωσαν απότομα στις 31 Μαΐου, όταν ανακοινώθηκαν τα στοιχεία για το πρώτο τρίμηνο του 2022. Κι αυτό διότι σύμφωνα με την εθνική στατιστική υπηρεσία της χώρας (INSEE), η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ συρρικνώθηκε στο διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου κατά 0.2%, επαναφέροντας στο προσκήνιο την απειλή της ύφεσης.
Οι αναλυτές, μάλιστα, εκτίμησαν ότι η εξέλιξη αυτή ήταν μάλλον απρόσμενη, καθώς η πλειοψηφία ανέμενε μια – οριακή έστω – αύξηση του ΑΕΠ. Σε κάθε περίπτωση, με αυτό ως δεδομένο, η οικονομία της Γαλλίας ενδέχεται ήδη να έχει βυθιστεί σε ύφεση, εξαιτίας και της έκρηξης του πληθωρισμού, που τον Μάιο «έτρεξε» στη χώρα με ρυθμό 8,1%.
«Γρίφος» με την κυβέρνηση
Σε όλα τα παραπάνω πρέπει κανείς να συνυπολογίσει και το ασταθές πολιτικό σκηνικό που προέκυψε από τις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές. Η αδυναμία του (επανεκλεγέντος τον Απρίλιο) προέδρου Εμανουέλ Μακρόν να διασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση, που θα του επέτρεπε να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση και να εφαρμόσει το πρόγραμμά του, περιπλέκει την κατάσταση και εντείνει την αβεβαιότητα, τόσο στο εσωτερικό όσο και στις τάξεις των αγορών και των ξένων επενδυτών.
Σε αυτό το φόντο, πρέπει να θεωρηθεί μάλλον αναμενόμενη η δήλωση του υπουργού Οικονομικών, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι η δημοσιονομική κατάσταση στη Γαλλία βρίσκεται στο «κόκκινο», κάτι που σημαίνει ότι πολίτες και επιχειρήσεις δεν πρέπει να αναμένουν γενναίες και άνευ όρων και ορίων κρατικές ενισχύσεις.
«Θέλω να πω ότι δεν είναι τα πάντα δυνατά», ανέφερε μιλώντας σε τηλεοπτικό σταθμό ο Μπρινό Λεμέρ, εκτιμώντας ότι «οι επιπλέον δαπάνες της τάξης των 20 δισ. ή 25 δισ. ευρώ για καύσιμα, όπως προτείνουν ορισμένοι πολιτικοί σχηματισμοί, είναι πολύ δαπανηρές και, για να γίνουν, θα πρέπει να εγκαταλείψουμε άλλα πράγματα».
Τέλος η ελαστικότητα σε δαπάνες-χρέος
«Φτάσαμε σε επίπεδο εγρήγορσης για τα δημόσια οικονομικά», πρόσθεσε ο ίδιος, τονίζοντας πως «όταν αυξάνεται ο πληθωρισμός, το βάρος του χρέους αυξάνεται επίσης και η ευθύνη μου είναι να επιστρέψω σε ισορροπημένα δημόσια οικονομικά μέχρι το 2027».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο νέος πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας των Ρεπουμπλικάνων, Ολιβιέ Μαρλέξ. Αφού ανέφερε πως δεν τίθεται θέμα συγκυβέρνησης με το κόμμα της προεδρικής πλειοψηφίας, τόνισε ότι το ύψος του γαλλικού χρέους «δημιουργεί μια τεράστια ευθύνη για όλους και ιδιαίτερα για τον πρόεδρο της δημοκρατίας» ο οποίος «πάντα έδειχνε ελαστικότητα στο θέμα αυτό».
«Τα τελευταία στοιχεία (Μαΐου) για τον πληθωρισμό στη Γαλλία και άλλες χώρες επιβεβαιώνουν την αύξηση που αναμέναμε και την ανάγκη μια σταδιακής αλλά αποφασιστικής επιστροφής της νομισματικής πολιτικής στην κανονικότητα», είπε από την πλευρά του ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας, Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό – προαναγγέλλοντας ουσιαστικά σύσφιξη της δημοσιονομικής πολιτικής τους επόμενους μήνες και χρόνια.