Ξαφνική απόφαση για αύξηση επιτοκίου κατά μισή μονάδα οδήγησε σε ράλι του ελβετικού έναντι του ευρώ
Σόκαρε τις αγορές η ξαφνική απόφαση της ελβετικής κεντρικής τράπεζας να προχωρήσει στην πρώτη αύξηση του επιτοκίου της από το 2007, που προκαλεί κατακόρυφη άνοδο του ελβετικού φράγκου και φέρνει νέες επιβαρύνσεις στις μηνιαίες δόσεις δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων δανειοληπτών, ήδη «καμμένων» από την ξέφρενη ανατίμηση του ελβετικού νομίσματος μετά την κρίση του 2008.
Τα βαθιά αρνητικά επιτόκια του ελβετικού φράγκου είναι εδώ και χρόνια ένα σταθερό σημείο αναφοράς στο διεθνές οικονομικό σύστημα, αλλά φαίνεται ότι ακόμη και η ελβετική κεντρική τράπεζα, SNB, υποχρεώνεται να κάνει στροφή σε αυστηρότερη νομισματική πολιτική, ειδικά μετά τη χθεσινή μεγάλη αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων κατά 0,75%.
Έτσι, σήμερα η SNB ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά την αύξηση του βασικού της επιτοκίου κατά 0,50%, ώστε να ανεβεί από το -0,75% στο -0,25%. Ήταν η πρώτη αύξηση επιτοκίου από το 2007, που δεν είχε προεξοφληθεί από την αγορά συναλλάγματος, με αποτέλεσμα να εκδηλωθεί βίαιη αντίδραση, που έφερε μέσα σε πολύ σύντομο χρόνο την ισοτιμία του ευρώ με το ελβετικό από το 1,04 στο 1,02.
Αναλυτές επισημαίνουν ότι πρόκειται για την εντονότερη ημερήσια άνοδο από το 2015, που φέρνει πολύ κοντά τα δύο νομίσματα σε ισοτιμία. Η τάση της ισοτιμίας του ελβετικού με το ευρώ αναμένεται να παραμείνει ανοδική, καθώς η SNB αύξησε τις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό, προειδοποιώντας ότι πιθανόν να χρειασθούν πρόσθετα μέτρα, δηλαδή και νέες αυξήσεις επιτοκίων, που θα αυξήσουν την ελκυστικότητα του νομίσματος.
Σημειωτέον ότι ήδη το ελβετικό βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των επιλογών των διεθνών επενδυτικών κεφαλαίων αυτή την περίοδο, καθώς η παγκόσμια αστάθεια στις αγορές οδηγεί τους επενδυτές στα ασφαλή καταφύγια. Αν αυξηθεί πάνω από το μηδέν το ελβετικό επιτόκιο, εκτιμάται ότι οι ροές κεφαλαίων προς το ελβετικό θα αυξηθούν περαιτέρω.
Ο Ελβετός κεντρικός τραπεζίτης, Τόμας Τζόρνταν, αν και επανέλαβε την πάγια θέση της SNB κατά της υπερβολικής ενίσχυσης της ισοτιμίας του νομίσματος, δηλώνοντας ετοιμότητα για παρεμβάσεις στην αγορά συναλλάγματος, δεν έχει πείσει τους αναλυτές ότι θα κινηθεί αποφασιστικά για να σταματήσει το ράλι.
Όπως αναφέρουν αναλυτές, η SNB βρήκε την ευκαιρία για να εξομαλύνει την πολιτική της σε ένα παγκόσμιο κλίμα αύξησης των επιτοκίων και η βασική της προτεραιότητα είναι να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό, καθώς μάλιστα έχει αυξήσει σημαντικά τις προβλέψεις της για την πορεία του, εκτιμώντας ότι φέτος θα ανεβεί στο 2,8%, έναντι προηγούμενης εκτίμησης για 2,1%.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ελβετική κεντρική τράπεζα βλέπει περισσότερο σαν σύμμαχο το «σκληρό» φράγκο, που περιορίζει τις εισαγόμενες πληθωριστικές πιέσεις, άρα δεν έχει ισχυρό κίνητρο παρέμβασης για να σταματήσει την άνοδό του.
Κι άλλα βάρη στους δανειολήπτες
Για τους περίπου 70.000 Έλληνες δανειολήπτες που πήραν στεγαστικά δάνεια ελβετικού φράγκου πριν την κρίση του 2008 και έχουν ήδη υποστεί δυσβάστακτες επιβαρύνσεις από το ράλι του ελβετικού, η αύξηση των ελβετικών επιτοκίων φέρνει πρόσθετες επιβαρύνσεις.
Η επιβάρυνση θα έλθει μέσα από τον πολυσυζητημένο μηχανισμό μηνιαίας αναπροσαρμογής της δόσης με βάση την εξέλιξη της συναλλαγματικής ισοτιμίας, Σημειωτέον ότι οι δανειολήπτες πήραν τα δάνειά τους πριν αρχίσει το ράλι του ελβετικού μετά το 2008, λόγω της οικονομικής κρίσης, όταν η ισοτιμία του ευρώ ήταν στο επίπεδο του 1,5 με 1,6 φράγκου και σήμερα βρίσκεται κοντά στο 1.
Οι δανειολήπτες έχασαν τον περασμένο Δεκέμβριο την τελευταία ελπίδα τους να απαλλαγούν μέσω δικαστικής απόφασης από τον μηχανισμό υπολογισμού της δόσης με βάση την τρέχουσα ισοτιμία. Απόφαση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο «άφησε όρθια» την αμφισβητούμενη ρήτρα για εξόφληση των δανείων με βάση την εκάστοτε ισχύουσα ισοτιμία του φράγκου με το ευρώ, όπως ακριβώς έχει αποφανθεί και ο Άρειος Πάγος.
Οι δανειολήπτες υποστήριζαν ότι η ρήτρα αυτή μπορεί να ελεγχθεί για καταχρηστικότητα από τα δικαστήρια, με βάση την κοινοτική οδηγία για την προστασία των καταναλωτών. Όμως, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι τέτοιος έλεγχος δεν επιτρέπεται να γίνει, επειδή πρόκειται για μια ρήτρα που απηχεί εθνικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου.