Nα μην γίνει κατηγορία εις βάρος ενός 47χρονου Ροδίτη για παραγωγή και κατοχή υλικού παιδικής πορνογραφίας που συνδέεται με τη χρησιμοποίηση ανηλίκων, ένας από τους οποίους δεν έχει συμπληρώσει το δωδέκατο έτος της ηλικίας του και με εκμετάλλευση της διανοητικής ασθένειας αυτών από πρόσωπο στο οποίο τους έχουν εμπιστευθεί για να τους επιβλέπει κατά συρροή, αποφάσισε με βούλευμα που εξέδωσε το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου.
Συγκεκριμένα, ο 47χρονος φέρεται τον Δεκέμβριο του 2019 να είχε βιντεοσκοπήσει με το κινητό του τηλέφωνο δύο ανίψια του ηλικίας, 17 και 12 ετών τότε κατά την διάρκεια ερωτικής μεταξύ τους πράξεως.
Κατά την απολογία του ο 47χρονος, συνοδευόμενος από την συνήγορό του κ. Ματούλα Παπαβεργή, ισχυρίστηκε ότι βιντεοσκόπησε το περιστατικό για να το έχει ως αποδεικτικό στοιχείο αποκλειστικά και μόνο για να ενημερώσει τον αδελφό του πατέρα των παιδιών, ο οποίος μπορεί να μην πίστευε τα λεγόμενά του, προκειμένου να μην επαναληφθεί κάτι παρόμοιο στο μέλλον και για να λάβει τα απαραίτητα μέτρα καθώς τα παιδιά αντιμετώπιζαν νοητικά προβλήματα.
Ακόμη ο 47χρονος ισχυρίστηκε ότι ήταν αυτός που φρόντιζε και ανέθρεφε τον 17χρονο μαζί με τη μεγαλύτερη του αδελφή από πολύ μικρή ηλικία μετά τον χωρισμό των γονιών τους. Επιπλέον, υποστήριξε ότι δεν είχε κακή πρόθεση ούτε σκοπό να βλάψει κανέναν και ότι ο μόνος που είδε το βίντεο ήταν ο πατέρας των παιδιών.
Το δικαστικό συμβούλιο έκρινε ότι οι ως άνω ισχυρισμοί του κατηγορούμενου είναι βάσιμοι και ενισχύονται από τα έγγραφα και τις καταθέσεις της δικογραφίας.
Σημειώνει δε ότι η προκληθείσα προσβολή διήρκεσε για μικρό χρόνο, καθώς το υλικό μέσο του εγκλήματος, ήτοι το κινητό τηλέφωνο του κατηγορούμενου, καταστράφηκε, χωρίς περαιτέρω να υπάρξει χρήση ή διάδοση του υλικού παιδικής πορνογραφίας που παρήγαγε κι αυτό χρησιμοποιήθηκε μόνο για τους σκοπούς απόδειξης της πράξης και αποτροπής τυχόν μελλοντικής προσβολής.
Εκ των ανωτέρω, συνάγεται ότι υπέρ του κατηγορούμενου συντρέχει περίπτωση κατάστασης ανάγκης που αίρει τον καταλογισμό της διωκόμενης πράξης, την οποία αυτός ναι μεν τέλεσε, πλην όμως δεν πρέπει να του καταλογιστεί με αποτέλεσμα τελικά να μην στοιχειοθετείται το σχετικό έγκλημα.
Προσθέτει εξάλλου το δικαστικό συμβούλιο ότι οι ενδείξεις που υπάρχουν, για την τέλεση από τον κατηγορούμενο της αποδιδόμενης σε αυτόν αξιόποινης πράξης (παραγωγής και κατοχής υλικού παιδικής πορνογραφίας που συνδέεται με τη χρησιμοποίηση ανηλίκων, ένας από τους οποίους δεν έχει συμπληρώσει το δωδέκατο έτος της ηλικίας του και με εκμετάλλευση της διανοητικής ασθένειας αυτών, από πρόσωπο στο οποίο τους έχουν εμπιστευθεί για να τους επιβλέπει κατά συρροή) δεν είναι επαρκείς (και κατ’ επέκταση σοβαρές) για την παραπομπή του στο ακροατήριο.
Η δικογραφία σχηματίστηκε μετά από καταθέσεις της μητέρας και δύο αδελφών ηλικίας 13 και 18 ετών που δόθηκαν για άλλη υπόθεση που απασχόλησε τις αρχές τον Αύγουστο 2020.
Οπως έγραψε η «δημοκρατική», την 20ή Αυγούστου 2020 το μεσημέρι καταγγέλθηκε από την μητέρα του 13χρονου ότι το παιδί έπεσε θύμα βιασμού από τον αδελφό του και τον φίλο του, προσθέτοντας ότι τα δύο της παιδιά αντιμετωπίζουν νοητικά προβλήματα.
Ο μεγαλύτερος γιος της βίασε ειδικότερα τον 13χρονο, όπως είπε, παρουσία του 18χρονου ενώ κατάγγειλε ότι πριν από ένα έτος τον είχε υποχρεώσει σε σεξουαλική πράξη και το γεγονός είχε καταγραφεί στο κινητό 47χρονου συγγενή της.
Οι αστυνομικοί πραγματοποίησαν έρευνα παρουσία δικαστικού λειτουργού στις οικίες των κατηγορούμενων και κατάσχεσαν ένα παιδικό παντελόνι κι ένα παιδικό εσώρουχο, στην οικία του δεύτερου έναν φορητό υπολογιστή και στην οικία του 47χρονου δύο κινητά τηλέφωνα.
Ο πρώτος κατηγορούμενος ομολόγησε τις πράξεις του και ο «φίλος» του, προανακριτικώς ισχυρίστηκε ότι είδε το περιστατικό αλλά δεν ήταν παρών καθόλη την διάρκειά του.
Τον Φεβρουάριο του 2022 το Τριμελές Δικαστήριο Ανηλίκων Ρόδου επέβαλε ποινή φυλάκισης πέντε ετών στον 18χρονο και στον φίλο του αναμορφωτικά μέτρα και συγκεκριμένα τον έθεσε υπό την επιμέλεια του επιμελητή ανηλίκων Δωδεκανήσου.